Ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας κάτω από την πίεση του Μέττερνιχ, έδωσε την άδεια στην Πύλη να μπουν οι τουρκικές στρατιές στην Μολδοβλαχία για να αντιμετωπίσουν τους επαναστάτες. Την αρχηγία του τουρκικού στρατού ανέλαβε ο βαλής της Σιλίστριας Σελήμ Μεχμέτ, ο οποίος στα τέλη του Απρίλη του 1821 διέταξε τον πασά του κάστρου της Βράιλας, Γιουσούφ Περκόφτσαλη, να ανακαταλάβει το Γαλάτσι.
Ο Περκόφτσαλης ξεκίνησε έχοντας 2 χιλιάδες άνδρες πεζικό, 3 χιλιάδες ιππείς και κανόνια. Αρχηγός της άμυνας του Γαλατσίου ήταν ο Θανάσης Καρπενησιώτης, που οργάνωσε δύναμη από 600 αγωνιστές. Επισκεύασε τους ρωσικούς προμαχώνες του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1806–1812) και έστησε 19 κανόνια από αυτά που έστειλαν οι Έλληνες της Οδησσού και της Βεσσαραβίας για τον στρατό του Υψηλάντη.[1]
Αφήνοντας 400 άνδρες του μέσα στην πόλη, μετακινεί τους υπόλοιπους 200 και τους κατανέμει στους τρεις προμαχώνες.[3]
Στις 30 του Απρίλη η εμπροσθοφυλακή των Τούρκων πέρασε τον παραπόταμο του Δούναβη, τον Σερέτη και 18 μαούνες των Τούρκων με κανόνια κατέβηκαν τον Δούναβη για να χτυπήσουν τους Έλληνες από το ποτάμι. Ο Καρπενησιώτης κράταγε το κεντρικό ταμπούρι. Τα άλλα τα κράταγαν οι αδερφοί Μαγγλέροι από την Κεφαλλονιά, ο Γιώργης Παπάς από την Αδριανούπολη, ο Δαμιανάκος από τα Σφακιά και ο παπάς Πέτρος Μονίκ, που παράτησε το Ισμαήλ "και έλαβε τον σταυρόν και τα όπλα, και ήλθε να συμμεθέξη εις τούτον τον υπέρ πίστεως καί πατρίδος ιερόν αγώνα"[4].
Χαράματα 1 του Μάη οι Τούρκοι ξεκίνησαν την επίθεση βάζοντας στην μέση το πεζικό και στηρίζοντας το από τις δυο πλευρές με το ιππικό.[5] Οι Έλληνες απέκρουσαν όλες τις επιθέσεις αλλά μετά από 4 ώρες μάχης λύγισαν και οπισθοχώρησαν οι υπερασπιστές του δεξιού και του αριστερού ταμπουριών, εκτός από τον Κωτήρα και τα 32 παλικάρια του, που αγωνίζονταν μη χάνοντας ούτε "ένα βολύμι άνευ αίματος εχθρικού"[6] Αφού τελείωσαν τα πυρομαχικά τους με τα σπαθιά τους άνοιξαν δρόμο ανάμεσα στους Τούρκους και μπήκαν στο Γαλάτσι το οποίο όμως ήδη είχε καταληφθεί από τους Τούρκους. Πολεμάνε και πεθαίνουν όλοι τους. Στο κεντρικό ταμπούρι συνέχιζε να πολεμά ο Καρπενησιώτης με άλλους 45 αγωνιστές αποκρούοντας με τα κανόνια και τα τουφέκια τους χιλιάδες Τούρκους που άφησαν εκεί 700 νεκρούς[7]. Όταν έπεσε το σκοτάδι η μάχη σταμάτησε.
Για τους λίγους επιζώντες αγωνιστές δεν υπήρχε πια ελπίδα σωτηρίας. Τα χαράματα πέταξαν έξω τις κάπες τους στις οποίες οι Τούρκοι αδειάσαν τα τουφέκια τους και πριν οι Τούρκοι τα ξαναγέμισαν, σπάσαν με επίθεση τον κλοιό. 20 αγωνιστές, μαζί τους και ο Καρπενησιώτης κατάφεραν να ξεφύγουν ζωντανοί. Όπως γράφει ο Ξόδιλος "Ή μάχη αυτή της 1 τού Μάη έν Γαλαζίω, άν καί φαίνεται ζημιώδης διά τούς Έλληνας, υπήρξεν όμως διά αυτούς αρκετά ένδοξος και τρανόν προμήνιμα της νίκης των Ελλήνων κατά των Τούρκων".[8]