Το Στασιό,[5] επίσημα Στασιόν και παλαιότερα αναφερόμενο ως Στασικό ή Στάσιο[2] ή Στασό, είναι μικρό χωριό, κοντά στην Κυπαρισσία και υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Τριφυλίας, του Νομού Μεσσηνίας.
Τοποθεσία
Το χωριό είναι αμφιθεατρικά κτισμένο στους πρόποδες του βουνού Γεράνιο,[6] σε υψόμετρο από 157[1] - 170 μέτρα,[2] με θέα το Ιόνιο Πέλαγος και τον Κυπαρισσιακό κόλπο. Βρίσκεται σε απόσταση περίπου 4 χιλιομέτρων νοτιοανατολικά από την Κυπαρισσία και περίπου 15 χιλιόμετρων βορειοανατολικά από τα Φιλιατρά.
Ιστορία
Το ίδιο το χωριό έχει μακρόχρονη ιστορία. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το χωριό πήρε την ονομασία του από την στάση την οποία πραγματοποιούσαν εκεί οι προσκυνητές, οι οποίοι έκαναν την διαδρομή προκειμένου να επισκεφτούν τον Ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στο γειτονικό χωριό της Χριστιανούπολης, καθώς στο ύψος του χωριού Στασιού υπήρχε πηγή.[6] Αρχικά ήταν κτισμένο περίπου 1,5 χιλιόμετρο ανατολικότερα από όπου είναι τώρα[6] και μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση γύρω στα 1840.[5] Την εποχή της Ενετοκρατίας το χωριό του Αγίου Ιωάννου (San Zuanne)[7] συναντάται ως Στασικό (Stasico) ή Στασιό σε βιβλιογραφικές πηγές-αναφορές. Ο οικισμός αναφέρεται επίσης σε διάφορες απογραφές των Βενετών Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, οι οποίες έγιναν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Το Στασικό (Stasico), ανήκε, το 1689, στην επαρχία της Αρκαδίας (ή Αρκαδιάς, δηλαδή την περιοχή της σημερινής Κυπαρισσίας), η οποία ήταν μια από τις 4 επαρχίες, στις οποίες χωριζόταν τότε το διαμέρισμα της Μεθώνης (επαρχία Φαναριού, επαρχία Αρκαδιάς, επαρχία Ναβαρίνου και επαρχία Μεθώνης).[8]
Διοικητική ιστορία
Ο οικισμός του Αγίου Ιωάννου - Στασιού προσαρτήθηκε στον παλαιό δήμο της Κυπαρισσίας το 1835.[9][10] Ο οικισμός αναφέρεται το 1853 στον β΄ τόμο των «Ελληνικών» του Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή ως χωριό του δήμου Κυπαρισσίας της Επαρχίας Τριφυλίας με πληθυσμό 85 κατοίκων, με βάση την απογραφή του 1851.[11] Ως και την απογραφή του 1879 αναφερόταν επίσημα ως Άγιος Ιωάννης - Στασιό και στη συνέχεια ως Στασιό μέχρι το 1907, που πλέον επίσημα αναγράφεται ως Στασιόν. Το 1899 το χωριό μεταφέρεται από το Νομό Μεσσηνίας και υπάγεται στο Νομό Τριφυλίας,[12] για μια περίπου δεκαετία, ως το 1909, που επανέρχεται ξανά στον Νομό Μεσσηνίας.[13] Το 1912 το χωριό αποσπάται από το δήμο Κυπαρισσίας και ορίζεται έδρα της Κοινότητας Στασιού[14] και παρέμεινε έτσι, μέχρι και το 1997, όταν τότε, στα πλαίσια των αλλαγών που επήλθαν στη τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω του σχεδίου «Καποδίστριας», υπήχθη στον κατηργημένο Δήμο Κυπαρισσίας,[15] ενώ από το 2011, μετά τις νέες αλλαγές του σχεδίου «Καλλικράτης» ανήκει πλέον στον νέο Δήμο Τριφυλίας.[5][16] Ο δήμος αυτός, συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης με την συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Αετού, Αυλώνος, Γαργαλιάνων, Κυπαρισσίας, Φιλιατρών και την κοινότητα Τριπύλας. Το Στασιόν σήμερα είναι η έδρα και ο μοναδικός οικισμός της Τοπικής Κοινότητας του Στασίου του Δήμου Τριφυλίας.[5]
Κάτοικοι
Ο οικισμός, με βάση την απογραφή του 2011, έχει 160 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι απασχολούνται κυρίως σε διάφορες αγροτικές εργασίες, καθώς το χωριό είναι γνωστό για τα αγροτικά του προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο, το κρασί και την ρίγανη, τα οποία παράγονται στην περιοχή του.[5][6]
Τα τελευταία χρόνια το χωριό γνωρίζει μεγάλη οικιστική ανάπτυξη με πολυτελείς εξοχικές κατοικίες Ελλήνων, Γερμανών και Άγγλων, που αγοράζουν και κτίζουν στη περιοχή λόγω του ειδυλλιακού τοπίου.[6]
Κτίρια και αξιοθέατα του χωριού
Στην είσοδο του χωριού βρίσκεται ο Ιερος Ναος των Παμμεγιστων Ταξιαρχών,[5] ενώ διάσπαρτα στο βουνό Γεράνιο βρίσκονται τα γραφικά ξωκλήσια του Αγίου Αθανασίου, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Ιωάννη και του Προφήτου Ηλία. Το Στασιό φημίζεται για τις πηγές του με τα ολοκάθαρα νερά, τη πηγή Μουντρούχα, τη πηγή Ταξιαρχών και τη πηγή Αγίου Ιωάννη, οι οποίες βρίσκονται σε τοπία συνδυασμένα με πλατάνια και κυπαρίσσια.[6] Στην μέση του χωριού, στην πλατεία, υπάρχει παραδοσιακό καφενείο, το οποίο το καλοκαίρι λειτουργεί και ως ψησταριά προσφέροντας διάφορους μεζέδες και γουρνοπούλα.[6]
Γιορτή της ρίγανης
Το χωριό, καθώς έχει ως σημαντικό αγροτικό προϊόν την ρίγανη, κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου διοργανώνεται εκεί η «γιορτή της ρίγανης» όπου προσφέρεται δωρεάν κοτόπουλο με ρίγανη.[6]
Οι απογραφές των Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, Corner (1689), Grimani (1700) Angelo Emo (ίσως το 1708), η αχρονολόγητη απογραφή που αναφέρεται στο χειρόγραφο Querini-Stampalia (ίσως το 1711), είναι τέσσερις από τις διάφορες βενετσιάνικες απογραφές, οι οποίες επιχειρήθηκαν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Μέχρι σήμερα πλήρως έχει δημοσιευθεί μόνο η απογραφή Grimani, από τον ιστορικό και ομότιμο διευθυντή ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) Βασίλη Παναγιωτόπουλο, στο έργο του "Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου. 13ος - 18ος αιώνας", (1985).