H Μουριατάδα[4] και παλαιότερα αναφερόμενη ως Μουργιατάδες ή Μουργατάδα ή Μουργιατάδα, είναι ορεινός οικισμός κοντά στην Κυπαρισσία και υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Τριφυλίας, του Νομού Μεσσηνίας.
Τοποθεσία
Η Μουριατάδα βρίσκεται περίπου 7 χιλιόμετρα προς τα βορειοανατολικά της Κυπαρισσίας[4] σε υψόμετρο 281[1] μέτρα και απέχει 7 περίπου χιλιόμετρα από τις ακτές του Ιονίου Πελάγους.
Η περιοχή του οικισμού, κατά την αρχαιότητα, ήταν τμήμα του βασιλείου του Νέστορα, της αρχαίας Πύλου.
Αμφιγένεια – Αρχαιολογικός χώρος Μουριατάδας
Ο Αρχαιολογικός χώρος της Μουριατάδας[5][6][7] με τον οποίο ασχολήθηκε ερευνητικά ο αρχαιολόγος Σπυρίδων Μαρινάτος, βρίσκεται σε απόσταση περίπου 1,5 χιλιομέτρου από το χωριό, πάνω στο λόφο με την ονομασία Ελληνικό. Έχουν ευρεθεί ερείπια εκτεταμένου οχυρωμένου οικισμού με υψηλό αμυντικό τείχος, της ύστερης εποχής του χαλκού (ΥΕ ΙΙΙ Β[5] - Γ περιόδου), διάσπαρτες οικίες στις πλαγιές του λόφου και συλημένος θολωτός τάφος.[8][9] Σε δεσπόζουσα θέση βρίσκεται το Ανάκτορο της Μουριατάδας,[10][11] δηλαδή μέγαρο, ανακτορικού τύπου, περίπου του 13ου αιώνα π.Χ., το οποίο εκτιμάται ότι είναι της ίδιας χρονικής περιόδου με το Ανάκτορο του Νέστορα,[9] αλλά με μικρότερα δωμάτια και όχι τόσο προσεγμένη λιθοδομή, όσο αυτή, την οποία έχει το ανάκτορο της αρχαίας Πύλου, ωστόσο τα δάπεδα και οι τοίχοι του ήταν επιχρισμένα/οι. Οι τοίχοι μάλιστα ήταν διακοσμημένοι επίσης με γαλάζιες και κόκκινες ταινίες.[5]
Από τα ευρήματα και την έκταση των περίπου 40 στρεμμάτων, στα οποία εκτεινόταν ο οικισμός αυτός, οι αρχαιολόγοι συμπεραίνουν ότι πρόκειται για μυκηναϊκή πόλη, την οποία ο Σ. Μαρινάτος ταυτίζει με την Ομηρική «Αμφιγενεία» ή «Αμφιγένεια»,[5] μια από τις εννέα μεγάλες πόλεις του Βασιλείου του Νέστορα.[9]
Ενετοκρατία – Τουρκοκρατία
Το ίδιο το χωριό έχει μακρόχρονη ιστορία. Την εποχή της Ενετοκρατίας αναφερόταν ως Μορατάδες (Moratadhes) ή Μουρατάδες ή Μουριατάδες ή Μουργιατάδες. Το χωριό πιθανώς μετά το 1700, υπέστη πρόσκαιρη εγκατάλειψη ή/και καταστροφή του, κατά την περίοδο των Πειρατών, ή/και της Τουρκοκρατίας, για την οποία δεν υπάρχουν διαθέσιμα ιστορικά στοιχεία και φαίνεται ότι επανακατοικήθηκε – επανιδρύθηκε, περί το 1800, από οικογένειες βοσκών, οι οποίες προέρχονταν από το Αρκουδόρρεμα Αρκαδίας.[4] Αναφέρονται ως πρώτοι κάτοικοι μέλη της οικογένειας του Κουτσογιάννη (σήμερα Σταθοπούλου) και τις οικογένειες των Ντουβιτσαίων (σήμερα Παναγιωτακόπουλοι) και Βέβε.
Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή του Δήμου Τριφυλίας, αλλά και των τοπικών παραδόσεων, για την ονομασία του χωριού υπάρχουν δύο πιθανές εκδοχές. Είτε από την «μούρα» της αγριελιάς, είτε από το δέντρο «μουριά», καθώς υπήρχαν αρκετές αγριελιές (σήμερα κεντρωμένες ήμερες ελιές), αλλά και μουριές στην περιοχή του χωριού.[4]
Το χωριό συναντάται με τις ονομασίες Μουργιατάδες ή Μουργατάδα ή Μουργιατάδα σε βιβλιογραφικές πηγές-αναφορές. Ο οικισμός αναφέρεται επίσης σε διάφορες απογραφές των Βενετών Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, οι οποίες έγιναν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Οι Μουργιατάδες (Moratadhes), ανήκαν, το 1689, στην επαρχία της Αρκαδίας (ή Αρκαδιάς, δηλαδή την περιοχή της σημερινής Κυπαρισσίας), η οποία ήταν μια από τις 4 επαρχίες, στις οποίες χωριζόταν τότε το διαμέρισμα της Μεθώνης (επαρχία Φαναριού, επαρχία Αρκαδιάς, επαρχία Ναβαρίνου και επαρχία Μεθώνης).[12]
Διοικητική ιστορία
Η Μουργιατάδα προσαρτήθηκε στον παλαιό Δήμο Κυπαρισσίας το 1835,[13][14] ενώ αναφέρεται, το 1853 στον β΄ τόμο των «Ελληνικών» του Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή ως χωριό του Δήμου Κυπαρισσίας της Επαρχίας Τριφυλίας με πληθυσμό 85 κατοίκων, με βάση την απογραφή του 1851.[15] Το 1899 μεταφέρεται από το Νομό Μεσσηνίας και υπάγεται στον Νομό Τριφυλίας,[16] για μια περίπου δεκαετία, ως το 1909, που επανέρχεται ξανά στον Νομό Μεσσηνίας,[17] ως οικισμός της Επαρχίας Τριφυλίας.
Ο οικισμός, με βάση την απογραφή του 2011, έχει 32 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι απασχολούνται σε διάφορες αγροτικές εργασίες, κυρίως με την καλλιέργεια ελιών και αμπελιών.[22]
Εκτός από τα σπίτια και την κεντρική πλατεία, με το παραδοσιακό καφενείο, στο χωριό υπάρχει το παλαιό κλειστό δημοτικό σχολείο, στο οποίο στεγάζεται σήμερα το Αγροτικό Ιατρείο, ενώ στον προαύλιο χώρο του σχολείου υπάρχει και το Μνημείο για τους πεσόντες του χωριού στους πολέμους του 1821 και του 1940.[22] Η εκκλησία του χωριού είναι ο Ιερός Ναός της Ζωοδόχου Πηγής, προστάτιδας του χωριού, ο οποίος ναός υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Τριφυλίας και Ολυμπίας και γιορτάζει την πρώτη Παρασκευή μετά το Πάσχα.[22] Λίγο πριν την είσοδο στο χωριό ξεκινά ο δρόμος που οδηγεί προς τον επίσης ορεινό οικισμό Καρβούνι. Το πιο σημαντικό αξιοθέατο του χωριού θεωρείται ότι είναι ο Αρχαιολογικός χώρος Μουριατάδας, στον λόφο του Ελληνικού.[22]
↑«Αποφασίζουμε: Για λόγους αποτελεσματικότερης προστασίας των αρχαιοτήτων της περιοχής κηρύσσουμε ως αρχαιολογικό Χώρο το λόφο "Ελληνικό" Μουριατάδος Τριφυλίας Ν. Μεσσηνίας, όπου έχουν αποκαλυφθεί ερείπια εκτεταμένης και οχυρωμένης εγκατάστασης της ύστερης εποχής του χαλκού (ΥΕ ΙΙΙ Β - Γ περιόδου), όπου εξέχουσα θέση κατέχει μεγάλο κτίριο με διάταξη χώρων ανακτορικού τύπου. Σε χαμηλότερη (νότια) πλαγιά του λόφου αποκαλύφθηκε κοντά σε πύργο της οχύρωσης " μέγαρον " που έσωζε τέσσερις βάσεις κιόνων, ενώ στη νότια πλαγιά παρακείμενου λόφου και 200 μ. ΒΑ των προηγούμενων εγκαταστάσεων αποκαλύφθηκε θολωτός μυκηναϊκός τάφος της ΥΕ ΙΙΙΒ περιόδου.» ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/47150/2481/18-10-1994 - ΦΕΚ 839/Β/11-11-1994Αρχειοθετήθηκε 2020-09-27 στο Wayback Machine.
Οι απογραφές των Προνοητών της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, Corner (1689), Grimani (1700) Angelo Emo (ίσως το 1708), η αχρονολόγητη απογραφή που αναφέρεται στο χειρόγραφο Querini-Stampalia (ίσως το 1711), είναι τέσσερις από τις διάφορες βενετσιάνικες απογραφές, οι οποίες επιχειρήθηκαν στο χρονικό διάστημα της τριακονταετίας (1683/84-1715), κατά την οποία οι Βενετοί κατείχαν την Πελοπόννησο. Μέχρι σήμερα πλήρως έχει δημοσιευθεί μόνο η απογραφή Grimani, από τον ιστορικό και ομότιμο διευθυντή ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ) Βασίλη Παναγιωτόπουλο, στο έργο του "Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου. 13ος - 18ος αιώνας", (1985).