To τζαμί Κοτζά Μουσταφά Πασά (τουρκ. Koca Mustafa Paşa Camii ή Sünbül Efendi Camii) είναι σήμερα τζαμί που βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, παλαιότερα ελληνικό χριστιανικό μοναστήρι γνωστό ως μονή του Αγίου Ανδρέου εν τη Κρίσει. Είναι χτισμένο στη συνοικία Φατίχ.
Περιγραφή της μονής
Η μονή είχε παλιά μεγάλο κήπο, ο οποίος σήμερα έχει μετατραπεί σε οικισμό. Στον περίβολο έστεκε ένα αιωνόβιο κυπαρίσσι, υψύκομο και ξηρότατο, με μια λεπτή σιδερένια αλυσίδα που κρεμόταν μέχρι την ρίζα του. Γύρω από τον κορμό του δέντρου υπήρχε ένα περίφραγμα. Στο περίφραγμα αυτό έμπαιναν αυτοί που ήταν να δικαστούν. Εξού και το όνομα της μονής «εν τη Κρίσει».
Ένα μέρος του κήπου ήταν νεκροταφείο. Πίσω από τη μονή υπήρχαν βρύσες, στοές, κελιά των καλογριών και διάφορα δώματα διδασκαλίας. Αργότερα, μετά την μετατροπή της μονής σε οθωμανικό τέμενος, επεκτάθηκε με οθωμανικά ιδρύματα.
Ιστορία της μονής
Ο Άγιος Ανδρέας του οποίου η μνήμη τιμάται με την εκκλησία αυτή μαρτύρησε επί Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου και το σώμα του θάφτηκε σε έναν τόπο που λεγόταν Κρίση.[2] Από τα πατριαρχικά έγγραφα ξέρουμε ότι η μονή ήταν γυναικεία. Ο Πατριάρχης αναφέρει ότι χτίστηκε από την Αρκαδία, την νεότερη αδελφή του Θεοδοσίου του νεωτέρου. Το 1483, ο Κοδζά Μουσταφά πασάς μετέτρεψε την μονή σε τζαμί. Σήμερα ονομάζεται Κοτζά μουσταφά πασά τζαμί, και δεν πρέπει να συγχέεται με την ομώνυμη Εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Μάρκου. Το 1765 μέρος του τρούλου και μερικά από τα κτίρια κατέπεσαν από σεισμό και αργότερα ανακαινίστηκαν.
Τα κειμήλια της μονής
Ο Παχυμέρης μας λέει ότι η Ραούλαινα Πρωτοβεστιάρισσα της μονής του Αγίου Ανδρέα εδεήθη στον βασιλιά για να καταθέσει το σώμα του αποθανόντος Πατριάρχη Αρσένιου στην μονή. Τότε ο βασιλεύς, η σύγκλητος και πάντες σχεδόν οι ιερωμένοι καθώς και πολύς λαός με λαμπάδες μετακόμισαν το λείψανο του πατριάρχη πρώτα στον ναό της Αγίας Σοφίας και μετά στην μονή του Αγίου Αντρέα.
Το δικαστήριο της μονής
Στον περίβολο έστεκε ένα αιωνόβιο κυπαρίσσι, υψύκομο και ξηρότατο, με μια λεπτή σιδερένια αλυσίδα που κρεμόταν μέχρι την ρίζα του. Γύρω από τον κορμό του δέντρου υπήρχε ένα περίφραγμα. Στο περίφραγμα αυτό έμπαιναν αυτοί που ήταν να δικαστούν. Στο δικαστήριο αυτό δικάζονταν όσοι χρωστούσαν χρήματα. Η αλυσίδα λεν ότι έλεγε την αλήθεια. Καθυψώνονταν όταν ο κατηγορούμενος όφειλε χρήματα, και ανυψώνονταν αν είχε εξοφλήσει το χρέος του. Κάποια μέρα ένας Οθωμανός κατηγόρησε έναν Εβραίο ότι του χρωστούσε χρήματα από παλιά. Ο Εβραίος κρατούσε ένα κούφιο ραβδί στο οποίο είχε κρύψει τόσα λεφτά, όσα χρωστούσε στον Οθωμανό. Ο Εβραίος έδωσε το ραβδί στον Οθωμανό δήθεν να το κρατήσει. Και οι δυο μπήκαν στον περίφραγμα για να δικαστούν. Τότε έγινε το εξής: Η αλυσίδα στον Εβραίο ανυψώθηκε, δηλαδή έδειξε ότι είχε εξοφλήσει το χρέος του, ενώ στον Οθωμανό καθυψώθηκε, που σήμαινε ότι χρωστούσε χρήματα. Η αλυσίδα σήμερα φυλάγεται ως αξιοθέατο.