Σε κοντινή απόσταση ανατολικά του οικισμού, βρίσκεται η Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Βύσσιανης.
Ονομασία
Είναι δύσκολο να εξακριβώσουμε από πού ακριβώς πήρε την ονομασία του ο οικισμός, καθώς στο παρελθόν έχουν αναφερθεί διάφορες πιθανές εκδοχές. Σύμφωνα με μια ετυμολογία, οφείλει το όνομά του στις λέξεις βήσσα, βήσσωμα ή βησσός, που σημαίνουν φαράγγι, κοίλωμα ή βάθος. Άλλη ενδεχόμενη ετυμολογία είναι από το βύσσος, το φυτό που σήμερα ονομάζουμε βαμβάκι. Ίσως, ακόμη, η ονομασία προήλθε από τα κοκκινωπά χώματα της περιοχής ή από το δέντρο βυσσινιά. Ο οικισμός απαντάται σε πηγές και με τις ονομασίες Βίσεν, Βίσενη, Βίσανη, Βήσανη, Βήσιανη, Βύσανη, Βύσιανη, Βίστανη, Βίσσιεν και Βίστανη.[3][4]
Ιστορία
Ταυτίζεται, ίσως, για πρώτη φορά σε έγγραφο του 1320, καταχωρημένο στη Συλλογή Β' της Μονής Τιμίου Προδρόμου Σερρών, όπου αναφέρεται ως Πτελέα. Η γη και η εκκλησία της Βίσιανης ήταν στην κατοχή της Μονής Τιμίου Προδρόμου πριν από τον 16ο ακόμη αιώνα. Μνημονεύεται, επίσης, το 1328-1344 σε έγγραφο του αρχείου της Μονής Κουτλουμουσίου, ενώ αναφέρεται και από τον Σερραίο κληρικό και χρονικογράφο Παπασυνοδινό κατά τα μέσα του 17ου αιώνα.[3][4]
Στη δημογραφική μελέτη «Εθνογραφία των Βιλαετίων Αδριανούπολης, Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης» που εκδόθηκε το 1878 στην Κωνσταντινούπολη, εκτιμάται ότι το 1873 ο οικισμός αποτελούνταν από 30 σπίτια και 92 κατοίκους.[5] Η Βίσιανη αναφέρεται στη γεωγραφική μελέτη του Nικόλαου Σχινά που εκδόθηκε το 1886 στην Αθήνα,[6] ενώ σύμφωνα με τη μελέτη «Αι Σέρραι και τα προάστεια, τα περί Σέρρας και η Μονή Ιωάννου του Προδρόμου» του Πέτρου Παπαγεωργίου, ήταν τσιφλίκι που απείχε μία ώρα από τις Σέρρες και το έτος 1894 είχε πληθυσμό 200 κατοίκων.[7]
Η στατιστική μελέτη «Μακεδονία, Εθνογραφία και Στατιστική» του Βούλγαρου Βασίλ Κάντσωφ, εκτιμά ότι το 1900 ο οικισμός είχε 200 κατοίκους,[8] ενώ σύμφωνα με τη μελέτη «La Macédoine et sa Population Chrétienne» του Βούλγαρου Ντίμιταρ Μπρανκόφ, το 1904 ζούσαν εκεί 80 πατριαρχικοί κάτοικοι.[9] Σύμφωνα με την «Εθνολογική Στατιστική των Βιλαετίων Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου» του Αθανάσιου Χαλκιόπουλου που εκδόθηκε το 1910 στην Αθήνα, υπήρχαν 30 Έλληνες κάτοικοι.[10] Τέλος, σε υπολογισμούς που εξέδωσε το έτος 1919 η Επιτελική Υπηρεσία του Ελληνικού Στρατού, προ του 1912, αλλά και κατά τον Αύγουστο του 1915, αναφέρονται 50 εξαρχικοί κάτοικοι.[11]
Σύγχρονη ιστορία
Με το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, ο οικισμός περιήλθε στην ελληνική επικράτεια και κατά την ελληνική απογραφή του 1913 είχε πληθυσμό 25 κατοίκων.[12]
Το 1916, κατά την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Βίσιανη καταστράφηκε και οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν σε άλλα χωριά και στις Σέρρες. Τα γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα χρησιμοποίησαν τα υλικά των σπιτιών για την κατασκευή οχυρωματικών έργων. Οι δυνάμεις που είχαν αναπτυχθεί εναντίον των Αγγλογάλλων ανατολικά του ποταμού Στρυμώνα, είχαν οργανώσει γραμμή άμυνας στήνοντας βαριά πυροβόλα πάνω σε μια σειρά λόφων στις περιοχές Χριστός, Βίσιανη, Καμενίκια, Ακρόπολη, Ασβεσταριά και Άγιος Ιωάννης.[3]
Ο κατεστραμμένος οικισμός προσαρτήθηκε το 1920 στη νεοσυσταθείσα κοινότητα Μελενικιτσίου, μαζί με τα χωριά Τσεσμελή (Νεράιδα) και Χριστός,[13][14] ενώ καταργήθηκε τυπικά το 1940, καθώς έπαψε να καταγράφεται στις ελληνικές απογραφές.
Τα ερείπια του οικισμού λιθολογήθηκαν και οι πέτρες χρησιμοποιήθηκαν, επίσης, για την ανέγερση του ναού Αγίου Δημητρίου το 1963, αλλά και για την κατασκευή προσφυγικών σπιτιών στο Κάτω Μετόχι και τον Λευκώνα.[3] Το 1968 με το ΦΕΚ 146Α΄/6-7-1968, η θέση του κατεστραμμένου οικισμού μετονομάστηκε σε «Χαλάσματα».[15]
Σήμερα, στην τοποθεσία του οικισμού εντοπίζονται ίχνη από τα θεμέλια των σπιτιών που υπήρχαν κάποτε εκεί. Στην τοποθεσία υπάρχει το παρεκκλήσι Αγίου Δημητρίου που κτίσθηκε το 1984, δίπλα σε ερείπια παλιού ομώνυμου ναού.[4] Κάτοψη των χαλασμάτων του οικισμού είναι, επίσης, ορατή σε αεροφωτογραφίες της περιόδου 1945-1960.[16]
Στην ανατολική πλευρά του πεπλατυσμένου λόφου, διασώζεται τμήμα υστεροβυζαντινού περιβόλου μήκους 36 μέτρων, που αποτελείται από γκριζωπές ακανόνιστες πέτρες συνδεδεμένες με ασβεστοκονίαμα και ξυλοδεσιές σε κάθετη και οριζόντια διάταξη.[4][17][18]
Σε απόσταση περίπου 800 μέτρων προς ανατολικά, βρίσκεται η Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Βύσσιανης, η οποία πήρε το όνομά της από τον αναφερόμενο οικισμό[3][19][20]. Μεταξύ της Βίσιανης και τη μονής κυλάνε τα νερά του ρέματος Κουτσούκ Αλή ή Μέγα Ρέμα, το οποίο συνεχίζοντας προς τα νότια διασχίζει τον Λευκώνα.[21][22]