Το Άνω Μετόχι, πριν το 1940 γνωστό απλά ως Μετόχι, είναι εγκαταλελειμμένος οικισμός που βρίσκεται στον σημερινό Δήμο Σερρών της Περιφερειακής Ενότητας Σερρών της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 450 μέτρων, στις νότιες παρυφές των όρων Βροντούς, σε απόσταση 3,5 χλμ. βόρεια από τον σημερινό κατοικημένο οικισμό Κάτω Μετόχι και 8 χλμ. βόρεια-βορειοδυτικά της πόλης των Σερρών.[1]
Ιστορία
Υστεροβυζαντινή περίοδος
Στην τοποθεσία του οικισμού εκτιμάται ότι βρισκόταν το μετόχι Αγίου Γεωργίου, το οποίο αναφέρεται πριν το 1321 στις κτήσεις της Μονής Αγίου Νικολάου Καμενικαίας. Σε επίπεδη κορυφή χαμηλού λοφίσκου, περίπου 350 μέτρα βόρεια του εγκαταλελειμμένου οικισμού, βρισκόταν ο μεταβυζαντινός ναός του Αγίου Δημητρίου, ο οποίος καταστράφηκε από αεροπορικό βομβαρδισμό το 1947, κατά την περίοδο του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου. Ο ναός είχε ανοικοδομηθεί πάνω σε ερείπια παλιού μοναστηριακού ναού, διατηρώντας το αρχικό του σχέδιο, αλλά περιορίστηκε μόνο στην αψίδα του ιερού. Ίχνη περιμετρικής θεμελίωσης που εντοπίστηκαν στη νότια και νοτιοανατολική άκρη του λόφου, αποτελούσαν πιθανόν τον περίβολο της υστεροβυζαντινής μονής.[2][3]
Οθωμανική περίοδος
Κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο οικισμός ανήκε διοικητικά στον Καζά των Σερρών του Σαντζακίου των Σερρών του Βιλαετίου της Θεσσαλονίκης. Στη δημογραφική μελέτη «Εθνογραφία των Βιλαετίων Αδριανούπολης, Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης» που εκδόθηκε το 1878 στην Κωνσταντινούπολη, εκτιμάται ότι το 1873 ο οικισμός αποτελούνταν από 42 σπίτια και 130 κατοίκους.[4] Η στατιστική μελέτη «Μακεδονία, Εθνογραφία και Στατιστική» του Βούλγαρου Βασίλ Κάντσωφ, εκτιμά ότι το 1900 ο οικισμός είχε 192 κατοίκους,[5] ενώ σύμφωνα με τη μελέτη «La Macédoine et sa Population Chrétienne» του Βούλγαρου Ντίμιταρ Μπρανκόφ, το 1904 ζούσαν εκεί 256 κάτοικοι.[6] Σε υπολογισμούς που εξέδωσε το έτος 1919 η Επιτελική Υπηρεσία του Ελληνικού Στρατού, προ του 1912, αλλά και κατά τον Αύγουστο του 1915, αναφέρονται 100 εξαρχικοί κάτοικοι.
Σύγχρονη ιστορία
Με το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, ο οικισμός περιήλθε στην ελληνική επικράτεια. Μέρος των κατοίκων έφυγαν στη Βουλγαρία με τον βουλγάρικο στρατό το 1913, ενώ κάποιοι άλλοι με τον ιερέα τους το 1918. Ο οικισμός προσαρτήθηκε το 1920 στη νεοσυσταθείσα κοινότητα Μερτάτης (Ξηρότοπος), μαζί με το χωριό Μαραμόρ (Καπετανούδι).[7]
Σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων, στο Μετόχι εγκαταστάθηκαν τη δεκαετία του 1920 τουλάχιστον 40 οικογένειες προσφύγων από την περιοχή του Εύξεινου Πόντου και κυρίως τον Καύκασο και τη Μπάφρα.[8][9] Το 1928 μετοίκησαν σε νέο οικισμό, το Κάτω Μετόχι, εξαιτίας προστριβών με σλαβόφωνους γηγενείς.
Κατά την ελληνική απογραφή του 1940 και με την αναγνώριση του νεότερου προσφυγικού οικισμού, ο παλιός οικισμός μετονομάστηκε σε Άνω Μετόχι.[10] Η περιοχή βομβαρδίστηκε κατά την περίοδο του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου. Ο οικισμός καταργήθηκε τυπικά το 1951, καθώς έπαψε να καταγράφεται στις ελληνικές απογραφές.[11][12][13]
Τα ερείπια του οικισμού λιθολογήθηκαν και οι πέτρες χρησιμοποιήθηκαν το 1958 για την ανέγερση του ναού Άγιος Δημήτριος στο Κάτω Μετόχι. Η καμπάνα της παλιάς εκκλησίας τοποθετήθηκε, επίσης, στη νέα εκκλησία.[14]
Σήμερα, στην τοποθεσία του εγκαταλελειμμένου οικισμού υπάρχουν διάσπαρτοι σωροί από πέτρες και ίχνη από τα θεμέλια των σπιτιών που υπήρχαν κάποτε εκεί. Κάτοψη των χαλασμάτων του οικισμού είναι, επίσης, ορατή σε αεροφωτογραφίες της περιόδου 1945-1960. Στην κορυφή χαμηλού λόφου σε απόσταση περίπου 350 μέτρων βόρεια του οικισμού, υπάρχουν τα ερείπια του μεταβυζαντινού ναού του Αγίου Δημητρίου.