Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 11/05/2015.
Ο Πάπας (papa, από την ελληνική λέξηπάππας, παιδική λέξη για τον «πατέρα»)[1] είναι ο Επίσκοπος Ρώμης και ο ηγέτης της παγκόσμιας Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας[2]. Επίσης, είναι ο επίσημος τίτλος που φέρει ο προκαθήμενος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.[3] Στη σύγχρονη εκκλησιαστική ορολογία επικράτησε, όμως, να χαρακτηρίζεται, σχεδόν αποκλειστικά, ο επικεφαλής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Το παπικό πρωτείο πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από το ρόλο του ως παραδοσιακός διάδοχος του αποστόλου Πέτρου, στον οποίο ο Ιησούς Χριστός έχει δώσει τα κλειδιά της βασιλείας των Ουρανών και τις εξουσίες του "δεσμείν και λύειν", ονομάζοντάς τον «πέτρα» πάνω στην οποία θα ανοικοδομηθεί η εκκλησία.
Ο Πάπας, εκτός από τον τίτλο του Επισκόπου Ρώμης, κατέχει και άλλα αξιώματα, καθώς επίσης την ανώτατη και καθολική ιερατική εξουσία: είναι Αρχιεπίσκοπος της Ρωμαϊκής Επαρχίας, Αρχιεπίσκοπος Ιταλίας και των παρακείμενων νήσων και μόνος Πατριάρχης της Δυτικής Εκκλησίας. Το δόγμα της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας ως προς τον Πάπα επικυρώθηκε στη Βατικάνεια Σύνοδο με τον κανόνα «Pastor Aeternus». Τα τέσσερα κεφάλαια του κανόνα ασχολούνται αντίστοιχα με το αξίωμα του Πάπα ως Επικεφαλής της Εκκλησίας, τη διαχρονικότητα αυτού του αξιώματος στο πρόσωπο του ρωμαίου Ποντίφικα, την αρμοδιότητα του Πάπα σχετικά με την πίστη, και την ανώτατη αυθεντία του που καθορίζει όλα τα θέματα πίστης και ηθικής.
Πέραν από αυτόν τον πνευματικό ρόλο, ο Πάπας είναι επίσης ο πολιτικός ηγέτης της πόλης-κράτους του Βατικανού. Πριν το 1870, η εδαφική κυριαρχία του Ποντίφικα επεκτείνονταν σε μια μεγάλη περιοχή της κεντρικής Ιταλίας, μια περιοχή γνωστότερη ως Παπικά Κράτη που αποκαλούνταν «Κλήρος του Αγίου Πέτρου». Εντούτοις το έγγραφο στο οποίο ήταν βασισμένα τα εδαφικά προνόμια — η αποκαλούμενη Κωνσταντίνειος Δωρεά — αποδείχθηκε το 15ο αιώνα μια ευφυής πλαστογραφία. Ο Επίσκοπος Ρώμης διατήρησε την κυριαρχία του στα παπικά κράτη μέχρι την ιταλική ενοποίηση το 1870, ωστόσο ο τελικός πολιτικός διακανονισμός μεταξύ της ιταλικής κυβέρνησης και του Πάπα επήλθε με τις Συνθήκες του Λατερανού το 1929.
Έχοντας το αξίωμα του Ύπατου Ποιμένα και Άκρου Αρχιερέως, κατά την διδασκαλία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο Ρωμαίος Ποντίφικας διατηρεί το ρόλο που χορήγησε ο Κύριος στον Πρώτο των Αποστόλων λόγω διαδοχής.
Ως διάδοχος του Πέτρου, είναι η διαρκής και ορατή αρχή και το θεμέλιο της ενότητας μεταξύ των επισκόπων και του ποιμνίου. Είναι Επικεφαλής του Συλλόγου των Επισκόπων, Βικάριος του Χριστού, Ποιμένας στη γη της Παγκόσμιας Εκκλησίας. Έχει εξουσία τακτική που του χορηγήθηκε από το Χριστό ως πρώτος των επισκόπων. Ύπατη εξουσία αφού είναι ανεξάρτητος από κάθε ανθρώπινη εξουσία και περιορίζεται μόνο από το νόμο του θεού και το φυσικό δίκαιο και πλήρη αφού κατέχει το τριπλό αξίωμα (Αρχιερέας, Διδάσκαλος, Βασιλεύς). Ασκεί την εξουσία του άμεσα χωρίς μεσάζοντες σε όλη τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και παγκόσμια σε ανθρώπους και πράγματα.
Σύμφωνα με την Αποστολική διάταξη Romano Pontifice eligendo εκλέγεται από τους καρδιναλίους σε ειδική σύναξη που ονομάζεται Κονκλάβιο. Εξαιρούνται όσοι έχουν συμπληρώσει το 80ο έτος της ηλικίας τους. Για την εγκυρότητα της εκλογής απαιτούνται τα 2/3 συν μια των ψήφων. Το μήνυμα της εκλογής νέου Πάπα δίδεται με τον παραδοσιακό άσπρο καπνό και ανακοινώνεται από τον Καρδινάλιο Πρωτοδιάκονο.
Ο Πάπας κρατάει για τον ίδιο ή για κάποια συγκεκριμένη εξουσία το χειρισμό περιπτώσεων εξαιρετικής σπουδαιότητας για το Λαό του Θεού ως διάδοχος του Πέτρου. Συγκεκριμένα:
Δογματικές: Καθορισμό των δογμάτων, τις αγιοποιήσεις.
Νομικές: τους γενικούς νόμους, τις εξαιρέσεις.
Διοικητικές: εκκλησιαστική περιουσία, την τοπική οργάνωση της Εκκλησίας.
Δικαστικές: περιπτώσεις αρχηγών Κρατών, Καρδινάλιων, των Απεσταλμένων της Αγίας Έδρας, των επισκόπων.
Ποινικές: τιμωρίες αποκλειστικά από τον Πάπα.
Ο Πάπας αντλεί την αρχιεροσύνη του από την ιδιότητά του ως επισκόπου της Ρώμης αλλά δεν υποχρεώνεται να κατοικεί στη Ρώμη σύμφωνα με τη λατινική έκφραση «ubi Papa, ibi Curia» οπουδήποτε κατοικεί ο Πάπας είναι η κεντρική κυβέρνηση της εκκλησίας, υπό τον όρο ότι ο Πάπας είναι επίσκοπος της Ρώμης. Υπό αυτήν τη μορφή, μεταξύ 1309 και 1378 οι Πάπες κατοίκησαν όχι στη Ρώμη αλλά στην Αβινιόν της Γαλλίας, μια περίοδος που καλείται Αιχμαλωσία της Βαβυλώνος με νύξη στη Βιβλική εξορία του Ισραήλ.
Η Ποντιφική διδασκαλία
Το διδασκαλικό αξίωμα του Ποντίφικα είναι αυθεντικό και έγκυρο προικισμένο με το χάρισμα του αλάθητου που είναι αποκλειστικότητα της Εκκλησίας του Χριστού, συνεπώς του Πάπα ως προσωπικό προνόμιο και του Συλλόγου των Επισκόπων. Ιδίως κατά τη διάρκεια της Οικουμενικής Συνόδου αφορά θέματα πίστης και ηθικής.
Οι τίτλοι του Πάπα
Πλέον αξιοσημείωτοι των τίτλων είναι Πάπας, Καθολικός Ποντίφικας, Άκρος Αρχιερέας και Δούλος των δούλων του Θεού.
Ο τίτλος του Πάπα (παπάς) στην ανατολή χρησιμοποιείται πάντα για να υποδείξει τους απλούς ιερείς. Στη δυτική εκκλησία, εντούτοις, φαίνεται από την αρχή να προορίζεται για τους επισκόπους. Γύρω στον τέταρτο αιώνα άρχισε να γίνεται διακριτικός τίτλος του Επισκόπου Ρώμης. Ο Πάπας Σιρίκιος φαίνεται να τον χρησιμοποιεί, ενώ ο Εννόδιος της Παβία τον υιοθετεί σε μια επιστολή του προς τον Πάπα Συμμάχιο. Ακόμα όμως και τον έβδομο αιώνα ο Άγιος Γάλλος προσφωνεί τον Ντεζιντέριο του Καόρ, έναν απλό επίσκοπο, ως Πάπα. Ήταν ο Γρηγόριος Ζ΄ που όρισε τελικά ότι πρέπει να περιοριστεί ο τίτλος μόνο στους διαδόχους του Πέτρου.
Οι όροι Pontifex Maximus (Μέγιστος Αρχιερέας), Summus Pontifex (Καθολικός Ποντίφικας), αναμφίβολα αρχικά υιοθετήθηκαν σε σχέση με τον Αρχιερέα των Εβραίων, τον οποίο αντικατέστησαν οι χριστιανοί επίσκοποι. Όσον αφορά στον τίτλο Pontifex Maximus, υπήρξε σύνδεση με τον τίτλο που χρησιμοποιούνταν στην ειδωλολατρική Ρώμη. Το Summus Pontifex χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να τονιστεί η ιδιαιτερότητα του αξιώματος του Επισκόπου Ρώμης έναντι των άλλων επισκόπων. Ο Πάπας Νικόλαος Α΄ αποκαλείται «summus pontifex et Pappa universalis» από τον απεσταλμένο του Αρσενίου.
Το servorum Dei Servus (δούλος των δούλων του Θεού) είναι πλέον ένας εξ ολοκλήρου παπικός τίτλος, παρότι το παπικό διάταγμα στο οποίο αναφέρεται για πρώτη φορά θεωρείται ως μη αυθεντικό. Υπήρξαν κατά καιρούς διάφοροι που τον χρησιμοποίησαν. Ο Αυγουστίνος, Επίσκοπος Ιππώνος αυτοτιτλοφορείται «servus Christi et per servorum Ipsius servus Ipsum». Ο Δησιδέριος του Καόρς επίσης χρησιμοποίησε αυτό τον προσδιορισμό όπως και ο Άγιος Βονιφάτιος, ο φωτιστής των Γερμανών. Ο πρώτος Πάπας που τον υιοθέτησε ήταν κατά πάσα πιθανότητα ο Γρηγόριος Α΄ θέλοντας να δηλώσει την αντίθεση του με την προβαλλόμενη αξίωση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στον τίτλο Οικουμενικός Πατριάρχης. Ο περιορισμός του όρου στον Πάπα άρχισε μόνο τον ένατο αιώνα.
Σύμβολα της Παποσύνης
Το «triregnum», που επίσης ονομάζεται «τιάρα» ή «τριπλό στέμμα». Οι σύγχρονοι Πάπες, εντούτοις, δεν φορούν το triregnum, αν και παραμένει σύμβολο του παπισμού και δεν έχει καταργηθεί. Στις λειτουργικές τελετές οι Πάπες φορούν Αρχιερατική μίτρα επισκόπου.
Αρχιερατική Ράβδος που ολοκληρώνεται σε έναν κάθετο εσταυρωμένο, μια συνήθεια που καθιερώνεται πριν από τον 13ο αιώνα.
Το Pallium (ελληνικά πάλλιον) μια κυκλική ζώνη υφάσματος με περίπου δύο ίντσες πλάτος, που φοριέται πάνω από το φελόνιο στο ύψος του λαιμού. Ο Πάπας το χρησιμοποιεί σε όλες τις εκκλησιαστικές τελετές, και όχι κάτω από τους ίδιους περιορισμούς όπως οι Αρχιεπίσκοποι στους οποίους το έχει παράσχει.
Τα «κλειδιά για το βασίλειο του ουρανού», την εικόνα δύο κλειδιών, ένα χρυσό και ένα ασημένιο. Το ασημένιο κλειδί συμβολίζει τη δύναμη να λύει και να δεσμεύει στη γη, και το χρυσό κλειδί τη δύναμη να λύει και να δεσμεύει στον ουρανό.
Το Δαχτυλίδι του αλιέως, ένα χρυσό δαχτυλίδι που διακοσμείται με μια απεικόνιση του Αποστόλου Πέτρου σε μια βάρκα που ρίχνει τα δίχτυα του, με το όνομα του εκάστοτε Πάπα κυκλικά γραμμένο επάνω του.
Το umbracullum (πιο γνωστό στα ιταλικά ως ombrellino) είναι ένας θόλος ή μια ομπρέλα (αποτελούμενος από εναλλασσόμενες κόκκινες και χρυσές λωρίδες).
Μια από τις πιό γνωστές (νεκρή πλέον) εικόνες του παπισμού ήταν η gestatoria sedia, ένας κινητός θρόνος που φέρεται από δώδεκα μεταφορείς (palafrenieri) με κόκκινες στολές, που συνοδεύονταν από δύο παραστάτες που κρατούσαν τη flabella (ανεμιστήρες φιαγμένοι από άσπρα φτερά στρουθοκάμηλου).
Τα ερυθρά λειτουργικά υποδήματα, τα οποία στα ελληνικά επικράτησε να ονομάζονται «τιμία εμβάδα» ή «παντόφλα του Πάπα».
Επίσης κάθε πάπας έχει προσωπικό μοναδικό οικόσημο.
Το φίλημα του ποδιού του Πάπα αναφέρεται από τον όγδοο αιώνα. Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Αναστάσιος σημειώνει ότι ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β΄ υπέβαλε κατ’ αυτό τον τρόπο τα σέβη του στον Πάπα Κωνσταντίνο (708-16).
Ο Πάπας στην κοσμική τάξη υφίσταται ως ο πρώτος των χριστιανών πριγκίπων, και στις καθολικές χώρες οι πρεσβευτές του έχουν την προτεραιότητα από τα άλλα μέλη του διπλωματικού σώματος.
Ρωμαϊκή Κουρία
Εκτός από τη βοήθεια που προσφέρεται στον Ποντίφικα από όλους τους Επισκόπους, τη Σύνοδο των Επισκόπων, το Σύλλογο των Καρδινάλιων μια πολύτιμη συνεργασία προσφέρεται από τη Ρωμαϊκή Κουρία. Είναι το σύνολο των Υπηρεσιών των Οργανισμών που βοηθούν τον Ποντίφικα κατά την άσκηση του ποιμαντικού του έργου τόσο στην Παγκόσμια όσο και στην Τοπική Εκκλησία. Η Ρωμαϊκή Κουρία αποτελείται από τη Γραμματεία του Κράτους, το Συμβούλιο για τις Δημόσιες υποθέσεις της Εκκλησίας, τις Ιερές Συνόδους διάφορες σχετικές υπηρεσίες και οργανισμούς.
Τη Ρωμαϊκή Κουρία αποτελούν Επίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι, μοναχοί και μοναχές, λαϊκοί άνδρες και γυναίκες. Η Ρωμαϊκή Κουρία έχει χαρακτήρα πραγματικά εκκλησιαστικό, διακονίας, ενότητας στην πίστη και τη διδασκαλία, αλλά στην πράξη αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό.
Το αλάθητο του Πάπα είναι ο θεωρητικός αποκλεισμός δυνατότητας λάθους από τον Πάπα. Αρχικά κάτι τέτοιο αποτελούσε μόνο διδασκαλία, όμως το 1870 έγινε δόγμα, από την Σύνοδο που κάλεσε ο Πάπας Πίος Θ΄ στο Βατικανό. Η Σύνοδος, παρά τις έντονες αντιρρήσεις πολλών επισκόπων, αποφάσισε ότι όταν ο Πάπας κατά την άσκηση των καθηκόντων του καθορίζει κάποιο δόγμα που αφορά στην πίστη ή στην ηθική, αυτό είναι αλάνθαστο και το σύνολο της Εκκλησίας οφείλει να το τηρεί. Αυτό το δικαίωμα ο Πάπας το κατέχει σαν διάδοχος του Απόστολου Πέτρου. Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνωρίζει το αλάθητο του Πάπα.