Η Ferrari F40 ήταν ένα σπορ υπεραυτοκίνητο (supercar) υψηλών επιδόσεων, που κατασκευάστηκε από την ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Ferrari, με αφορμή τον εορτασμό των 40 χρόνων κατασκευής αυτοκινήτων από τη Ferrari, εξ ου και η ονομασία της. Το μοντέλο παρήχθη από το 1987 έως το 1992, στο Μαρανέλλο της Ιταλίας, σε 1.315 αντίτυπα, όλα αποκλειστικά στο χέρι, και κατά τη διάρκεια της παραγωγής της ήταν το ακριβότερο, ισχυρότερο και ταχύτερο αυτοκίνητο της Ferrari. Μάλιστα έως τα τέλη του 1989, ήταν και το ταχύτερο αυτοκίνητο παραγωγής σε παγκόσμια κλίμακα. Αντικατέστησε την Ferrari 288 GTO του 1984 - 1987 και τελικώς αντικαταστάθηκε τον Μάρτιο του 1995 από την Ferrari F50.
Εξέλιξη
Το μοντέλο ήταν, επίσης, το τελευταίο που εξελίχθηκε με επικεφαλής τον ιδρυτή της εταιρείας, Έντσο Φερράρι (1898 - 1988), ο οποίος είχε δώσει εξ αρχής σαφείς εντολές να είναι «το καλύτερο και το ταχύτερο αυτοκίνητο του κόσμου». Στα πλαίσια των εντολών του για τις μέγιστες δυνατές επιδόσεις, δόθηκε μέγιστη προτεραιότητα στη συγκράτηση του βάρους, με αποτέλεσμα να μην τοποθετηθούν και να μην προσφέρονται ABS, υδραυλική υποβοήθηση στα φρένα, υδραυλική υποβοήθηση στο σύστημα διεύθυνσης, ηλεκτρικά παράθυρα, ηλεκτρομαγνητικές κλειδαριές, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενοι καθρέφτες, ηχοσύστημα, ντουλαπάκι για τον συνοδηγό, εσωτερικές χειρολαβές (παρά μόνο ένα καλώδιο για τράβηγμα, προκειμένου να ανοίξει πόρτα από μέσα) και εσωτερικός φωτισμός στο σαλόνι, το οποίο μάλιστα ήταν εξαιρετικά λιτό, ακόμα και για τα τότε στάνταρ, και έντονα αγωνιστικής αισθητικής. Από την άλλη, υπήρχε στάνταρ χειροκίνητος κλιματισμός, πλην όμως ήταν πολύ μέτριας απόδοσης.
Είναι εντυπωσιακό ότι η εξέλιξη της F40 ολοκληρώθηκε σε μόλις 13 μήνες. Η επίσημη παρουσίαση έγινε μέσα στο 1987, αν και αρχικά η υποδοχή της από τον Τύπο αυτοκινήτου ήταν ανάμικτη, και ενώ κάποιοι δημοσιογράφοι ενθουσιάστηκαν και μάλιστα σε έντονο βαθμό, κάποιοι άλλοι δεν εντυπωσιάστηκαν ιδιαίτερα. Ο λόγος ήταν ότι δημιουργήθηκε μια εντύπωση ότι η Ferrari εκμεταλλεύτηκε την τότε επικρατούσα αντίληψη για τα προϊόντα της, παρουσιάζοντας ένα καθαρά αγωνιστικών προδιαγραφών αυτοκίνητο σε εκδοχή δρόμου. Ωστόσο, η υποδοχή του από το κοινό ήταν κυριολεκτικά ενθουσιώδης και πυροδότησε τότε μια πρωτοφανώς μεγάλη ζήτηση από τις εξαιρετικά υψηλές κοινωνικές τάξεις.
Επιδόσεις
Το ιδιαίτερα χαμηλό βάρος της, μόλις 1.100 κιλά, ο αεροδυναμικός συντελεστής Cd 0,34 και η εξαιρετικά υψηλή, για τα τότε δεδομένα, ισχύς των 471 hp (352 kW; 478 PS) στις 7.000 στροφές το λεπτό και ροπή 569 N·m στις 4.000 στροφές το λεπτό του κινητήρα 2.936 cm³ V8 bi-turbo, βενζίνης,[2][3] προσέφεραν στην F40 κορυφαίες επιδόσεις για τα τότε στάνταρ της παγκόσμιας αυτοκίνησης. Οι δοκιμές που έγιναν λίγο μετά την εισαγωγή της, μέτρησαν επιτάχυνση 0–100 km/h (0–62 mph) σε μόλις 4 sec, με τα 0–160 km/h (0–100 mph) να έρχονται σε μόλις 7,5 sec και τα 0–200 km/h (0–125 mph) σε 11 sec. Ως αποτέλεσμα, η F40 πέτυχε λίγο καλύτερους χρόνους από την Porsche 959, τον κυριότερο ανταγωνιστή της.
Η F40 ήταν και το πρώτο στην ιστορία αυτοκίνητο παραγωγής (μη αγωνιστικό) που έσπασε το ψυχολογικό όριο των 200 mph, δηλαδή 322 km/h, καθώς η τελική της ταχύτητα μετρήθηκε τότε επίσημα στα 324 km/h ή 201,4 mph. Από το 1987 έως τα τέλη του 1989, έφερε τον τίτλο του ταχύτερου αυτοκινήτου παραγωγής, ρεκόρ που καταρρίφθηκε από την Lamborghini Diablo, η οποία παρουσιάστηκε τον Ιανουάριο του 1990 και η τελική της ταχύτητα μετρήθηκε επίσημα στα 325 km/h ή 202 mph.
Αγωνιστικό αυτοκίνητο
Αν και η ίδια η εταιρεία δεν είχε εξελίξει την F40 ως αγωνιστικό αυτοκίνητο και δεν σκόπευε κάτι τέτοιο, στην πράξη η τότε ναυαρχίδα της Ferrari γνώρισε μεγάλη απήχηση σε αρκετούς οδηγούς, που έλαβαν μέρος με αυτήν, με προσωπική πρωτοβουλία, σε πολλά ράλλυ GT υψηλών επιδόσεων, ιδίως μεταξύ του 1989 και του 1996. Παρά την μη επίσημη υποστήριξη από τη Ferrari, πολλοί σχετικοί οίκοι προέβησαν σε σχετικές βελτιώσεις στην F40 και το μοντέλο πέτυχε σημαντικές επιτυχίες σε μεγάλο αριθμό αγώνων.
Ferrari F40 Competizione
Η F40 Competizione είναι μια μη υποστηριζόμενη, ισχυρότερη έκδοση της F40 LM που δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα των αιτημάτων των καταναλωτών για λογαριασμό ενός Γάλλου εισαγωγέα που ήθελε να λάβει μέρος στις 24 Ώρες του Le Mans.[4][5]
Το αυτοκίνητο με αριθμό 80782 αγοράστηκε αρχικά ως αυτοκίνητο δρόμου και εισήχθη στις Κάτω Χώρες το 1989[6] από τον επίσημο εισαγωγέα της Ferrari, Kroymans BV.[7] Ο Pieter van Erp της Cavallino Tuning, του αγωνιστικού τμήματος της Kroymans, εργάστηκε στη συνέχεια για να φέρει το αυτοκίνητο στις προδιαγραφές "Competizione", με νέα αμορτισέρ, νέα όργανα, φρένα, αμάξωμα και νέα βαφή.
Η ισχύς της F40 Competizione είναι 700 ίπποι. 691 ίπποι (515 kW) στις 8.100 σ.α.λ. αποδίδονται από έναν αναβαθμισμένο κινητήρα V8 με διπλή υπερτροφοδότηση.[8] Σύμφωνα με πληροφορίες, το αυτοκίνητο μπορεί να φτάσει σε τελική ταχύτητα περίπου 367 km/h (228 mph).[9]
Αντικατάσταση της F40
Λόγω της εξαιρετικά υψηλής ζήτησης τα πρώτα χρόνια, ακόμα και από υποψήφιους αγοραστές από τις εξαιρετικά υψηλές κοινωνικές τάξεις οι οποίοι δεν είχαν δείξει προηγουμένως ενδιαφέρον για τη Ferrari ή γενικώς για σπορ υπεραυτοκίνητα (supercars), η Ferrari άλλαξε επανειλημμένα την αρχική της απόφαση για τον συνολικό αριθμό αντιτύπων της F40, κατασκευάζοντας πολύ περισσότερες από τις 400 που σχεδίαζε αρχικά. Τελικώς, η παραγωγή της F40 έληξε οριστικά το 1992, αφού είχαν κατασκευαστεί 1.315 αντίτυπα, από τα οποία τα 213 για τις ΗΠΑ.[10][11]
Ειδικότερα τα μοντέλα προδιαγραφών των ΗΠΑ έφεραν σημαντικές ενισχύσεις στο αμάξωμα, ιδίως στα πλαϊνά, καθώς και διαφορετικούς καταλύτες (λόγω των τότε αυστηρότερων αμερικανικών κανονισμών στην ασφάλεια και στις εκπομπές καυσαερίων), με αποτέλεσμα να έχουν αρκετά μεγαλύτερο βάρος, στα 1.350 κιλά. Για τον λόγο αυτό, οι αμερικανικού τύπου F40 είχαν μία ρύθμιση στον κινητήρα για υψηλότερη ισχύ και απέδιδαν 515 hp στις 7.000 στροφές το λεπτό.
Μια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα της F40, και σε αντίθεση με όλες τις διαδόχους της, ήταν ότι όλες οι F40 παρήχθησαν σε κόκκινο χρώμα αμαξώματος και με κόκκινα δερμάτινα καθίσματα, αν και υπήρξαν κάποιες που μετατράπηκαν σε αγωνιστικές εκδοχές και, κατά την μετατροπή, είχαν βαφτεί σε διαφορετικά χρώματα, όπως αυτή της προηγούμενης φωτογραφίας. Επίσης, όπως συνέβη και με όλες τις διαδόχους της στις μετέπειτα δεκαετίες, η F40 δεν κατασκευάστηκε ποτέ σε δεξιοτίμονη έκδοση.
Η διάδοχός της, η Ferrari F50, αρχικά επρόκειτο να παρουσιαστεί στο Διεθνές Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης τον Μάρτιο του 1992, αλλά καθυστέρησε σημαντικά, λόγω της τότε παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και της συνεπακόλουθης πτώσης του ενδιαφέροντος για τα σπορ υπεραυτοκίνητα που σημειώθηκε τότε. Τελικώς αποκαλύφθηκε μόλις τον Μάρτιο του 1995, επίσης στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης. Σημειωτέον ότι μόλις 3 αγωνιστικές F50 για αγώνες GT1 κατασκευάστηκαν και τελικώς καμία από αυτές δεν έλαβε μέρος σε αγώνα.
Διαχρονική απήχηση
Σήμερα, η Ferrari F40 έχει γίνει ένα άκρως συλλεκτικό μοντέλο, με εξαιρετικά υψηλό κύρος, το οποίο προσελκύει αρκετούς οπαδούς και μέλη συλλογών πολυτελών αυτοκινήτων. Διαχρονικά, κατέχει σημαντική θέση στην ιστορία της Ferrari και γενικότερα όλων των σπορ υπεραυτοκινήτων, και μάλιστα διατηρεί εξαιρετικά υψηλές τιμές ως ιστορικό μοντέλο, καθώς θεωρείται ως ένα κυριολεκτικά μυθικό όνομα στον τομέα της συνολικής ιστορίας της παγκόσμιας αυτοκίνησης.
Buckley, Martin & Rees, Chris (1998). World Encyclopedia of Cars. London: Anness Publishing. ISBN 1-84038-083-7.
Valerio Berruti e Aurelio Magistà, L'Automobile - Marche e modelli dalle origini a oggi, vol. 3, La biblioteca di Repubblica-L'Espresso, 2009, pp. 264 pagine.
Andrea Lemma e Francesco Pellizzari (febbraio 2012). Ferrari F40 - Vecchia scuola. Automobilismo d'Epoca (Pero (MI): Edisport Editoriale S.p.A.) Anno 10, vol.2 (02/2012): da pag.34-43.