Ο Μαξ Ντελμπρούκ (Max Ludwig Henning Delbrück, 4 Σεπτεμβρίου1906 – 9 Μαρτίου1981) ήταν Γερμανόςβιοφυσικός, ο οποίος βοήθησε στην έναρξη του ερευνητικού προγράμματος μοριακής βιολογίας στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Ενέπνευσε το ενδιαφέρον των φυσικών επιστημόνων για τη βιολογία, ειδικά όσον αφορά τη βασική έρευνα για να εξηγηθούν τα γονίδια, που εκείνη την εποχή ήταν δύσκολο να κατανοηθούν. Το 1945 μαζί με τον Σαλβαδόρ Λούρια και τον Άλφρεντ Χέρσεϊ δημιούργησε μία ομάδα που πραγματοποίησε ουσιαστική πρόοδο λύνοντας σημαντικές πτυχές της γενετικής. Οι τρεις του μοιράστηκαν το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής του 1969 "για τις ανακαλύψεις τους αναφορικά με τον μηχανισμό αντιγραφής και της γενετικής δομής των ιών"[2]. Ήταν ο πρώτος φυσικός που προέβλεψε αυτό που τώρα ονομάζεται διασπορά Ντελμπρούκ.
Επέστρεψε στο Βερολίνο το 1932 ως βοηθός της Λίζε Μάιτνερ, η οποία συνεργαζόταν με τον Όττο Χαν στα αποτελέσματα της ακτινοβολίας ουρανίου με νετρόνια. Την περίοδο αυτή έγραψε ορισμένες επιστημονικές εργασίες, μία από τις οποίες αποτέλεσε σημαντική συνεισφορά στη διασπορά των ακτίνων γάμα στο πεδίο Κουλόµπ εξαιτίας της πόλωσης του κενού που δημιουργείται από το πεδίο αυτό (1933). Τα συμπεράσματα του είχαν σωστό θεωρητικό υπόβαθρο αλλά ήταν ανεφάρμοστα τη δεδομένη χρονική στιγμή. 20 χρόνια αργότερα όμως ο Χανς Μπέτε επιβεβαίωσε το φαινόμενο και το ονόμασε «Διασπορά Ντελμπρούκ».[3]
To 1937 εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής για να ασχοληθεί με τη βιολογία, ξεκινώντας την ερευνητική του δραστηριότητα στο τμήμα βιολογίας του Κάλτεκ με αντικείμενο τη γενετική της φρουτόμυγας δροσόφιλα (Drosophila melanogaster). Την περίοδο αυτή ασχολήθηκε με τα βακτήρια και τους ιούς τους, τους βακτηριοφάγους ή «φάγους». Το 1939, έγραψε με τον Ε.Λ. Έλλις μία μελέτη με τίτλο «Το μέγεθος των βακτηριοφάγων» («The Growth of Bacteriophage»), στην οποία απέδειξαν ότι οι ιοί αναπαράγονται «σε ένα βήμα», και όχι εκθετικά όπως οι κυτταρικοί οργανισμοί.
Το 1941, νυμφεύθηκε τη Μαίρη Μπρους, με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Ο αδερφός του Γιούστους Ντελμπρούκ, δικηγόρος, η αδερφή του Έμι Μπονχέφερ και ο κουνιάδος του Κλάους Μπονχέφερ, αδελφός του θεολόγου Ντίτριχ Μπονχέφερ, συμμετείχαν στη γερμανική αντίσταση κατά του ναζιστικού καθεστώτος. Ο Κλάους και ο Ντίτριχ Μπονχέφερ εκτελέστηκαν τις τελευταίες ημέρες της ναζιστικής Γερμανίας.
Ο Ντελμπρούκ παρέμεινε στις Ηνωμένες Πολιτείες καθ' όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διδάσκοντας φυσική στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ στο Νάσβιλ και συνεχίζοντας παράλληλα την έρευνά του στον τομέα της γενετικής. Το 1942, μαζί με τον Σαλβαδόρ Λούρια του Πανεπιστημίου της Ινδιάνα απέδειξε ότι η αντίσταση των βακτηρίων στη μόλυνση από ιούς προκαλείται από τυχαία μετάλλαξη. Η έρευνα αυτή, γνωστή ως πείραμα των Λούρια και Ντελμπρούκ, ήταν επίσης σημαντική λόγω της χρήσης των μαθηματικών προκειμένου να προβλεφθούν ποσοτικά τα αναμενόμενα αποτελέσματα από κάθε εναλλακτική. Για την εργασία τους αυτή, βραβεύτηκαν με το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1969, από κοινού με τον Άλφρεντ Χέρσεϊ.[4] Την ίδια χρονιά και πάλι μαζί με τον Σαλβδόρ Λούρια βραβεύτηκε από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια με το «Βραβείο Λουίζα Γκρος Χόρβιτς».
Το 1947, επέστρεψε στο Κάλτεκ ως καθηγητής βιολογίας, όπου και παρέμεινε μέχρι το 1977.
Από τη δεκαετία του 1950 και μετέπειτα, ο Ντελμπρούκ εφάρμοσε βιοφυσικές μεθόδους περισσότερο σε προβλήματα αισθητικής φυσιολογίας παρά γενετικής. Έθεσε επίσης το θεμέλιο λίθο για την εισαγωγή της μοριακής γενετικής στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας.
Ο Ντελμπρούκ ήταν ένα από τα πρόσωπα που άσκησαν τη μεγαλύτερη επιρροή στις φυσικές επιστήμες τον 20ο αιώνα. Οι απόψεις του Ντελμπρούκ για το φυσικό υπόβαθρο της ζωής ώθησαν τον Έρβιν Σρέντινγκερ να γράψει το βιβλίο Τι είναι ζωή;, το οποίο είχε μεγάλη επιρροή.[5]. Το βιβλίο του Σρέντινγκερ επηρέασε σημαντικά τον Φράνσις Κρικ, τον Τζέιμς Γουότσον και τον Μορίς Γουίλκινς που απέσπασαν Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής για την ανακάλυψη της διπλής έλικας του DNA.[6]. Τη δεκαετία του 1940 ο Ντελμπορουκ εισήγαγε ένα μάθημα σχετικό με τη γενετική των βακτηριοφάγων στο Εργαστήριο του Κολντ Σπρινγκ Χάρμπορ για να αυξήσει το ενδιαφέρον για τον τομέα αυτό. Η προσπάθεια του Ντελμπρούκ να προωθήσει την «Ομάδα των Φάγων», εξερευνώντας τους ιούς από τη σκοπιά της μόλυνσης των βακτηρίων, ήταν σημαντική για την ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας. Το διήμερο 26-27 Αυγούστου 2007, επέτειο 100 ετών από τη γέννηση του Μαξ Ντελμπρουκ, το Εργαστήριο του Κολντ Σπρινγκ Χάρμπορ διεξήγαγε μία συγκέντρωση φίλων και συγγενών του Ντρελμοπρουκ σε ανάμνηση της ζωής και του έργου του.[7]
↑Lagemann, Robert T. "Max Delbrück at Vanderbilt" in To Quarks and Quasars, A History of Physics and Astronomy at Vanderbilt University, 2000. σελ. 165-193.
↑"Ο Έρβιν Σρέντινγκερ και οι απαρχές της μοριακής βιολογίας (Erwin Schrödinger and the Origins of Molecular Biology)" της Krishna R. Dronamrajua στο Genetics (1999) τόμος 153 σελίδες 1071-1076. full text
↑Η επιρροή και ο ρόλος του Σρέντινγκερ στην ανακάλυψη της δομής του DNA περιγράφεται από τον Χόρας Φρίλαντ Τζουνντσον στο βιβλίο Η όγδοη ημέρα της δημιουργίας (The Eighth Day of Creation: Makers of the Revolution in Biology) που εκδόιθηκε από τις εκδόσεις του Εργαστηρίου του Κολντ Σπρινγκ Χάρμπορ το 1996, ISBN 0879694785.
Λίλυ Ε. Κέι (1985). «Θεωρητικά μοντέλα και εργαλεία ανάλυσης: Η βιολογία του φυσικού Μαξ Ντελμπρούκ (Conceptual models and analytical tools: The biology of physicist Max Delbrück)». Journal of the History of Biology18 (2): 207–246. doi:10.1007/BF00120110.
Επιστολή του Τζιμ Γουάτσον Ο Ντελμπρούκ αποτέλεσε πρόσωπο κλειδί για να μπορέσει ο Γουάτσον να πάρει υποτροφία προκειμένου να παραμείνει στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, να παίζει τένις, και να ανακαλύψει το ζευγάρωμα των νουκλεοτιδίων για το σχηματισμό του γενετικού υλικού. Αυτή η επιστολή του Γουάτσον στον Ντελμπρούκ περιγράφει την ανακάλυψη.