Την περίοδο που ήταν βασιλιάς της Ακουιτανίας ο Λουδοβίκος ανέλαβε την υπεράσπιση των νοτιοδυτικών συνόρων. Κατέκτησε τη Βαρκελώνη από τους Μουσουλμάνους (801), επέβαλε τη Φραγκική εξουσία στην Παμπλόνα και στους Βάσκους νότια από τα Πυρηναία (812). Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής έδωσε εξουσίες στους γιους του Λοθάριο, Πεπίνο και Λουδοβίκο και τους μοίρασε την αυτοκρατορία. Η πρώτη δεκαετία της βασιλείας χαρακτηρίστηκε από πολλές τραγωδίες, κατηγορήθηκε για βίαιη συμπεριφορά απέναντι στον ανεψιό του Βερνάρδο, ο Λουδοβίκος προσπάθησε να εξιλεωθεί με μια πράξη αυτοεξευτελισμού.
Τη δεκαετία του 830 ακολούθησαν σκληρές συγκρούσεις ανάμεσα στον Λουδοβίκο και τους μεγαλύτερους γιους του, η πρόφαση ήταν η συμμετοχή στη διαδοχή του Καρόλου του Φαλακρού, του μικρότερου γιου από τον δεύτερο γάμο του. Η βασιλεία του έληξε ειρηνικά, ακολούθησαν ωστόσο μετά τον θάνατο του σκληρές συγκρούσεις ανάμεσα στους γιους του που διατηρήθηκαν τρία χρόνια. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής συγκρίνεται γενικά με τον πατέρα του, η σύγκριση ωστόσο είναι εσφαλμένη επειδή αντιμετώπισαν προβλήματα διαφορετικής μορφής.[1]
Πρώτα χρόνια
Βασιλεία στην Ακουιτανία
Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής ήταν ο τρίτος γιος του Καρλομάγνου με τη σύζυγο του Χίλντεγκαρντ του Φίντσγκαου, γεννήθηκε σύμφωνα με τον χρονικογράφο του πατέρα του Έινχαρντ στο Πουατιέ την εποχή που ο Καρλομάγνος βρισκόταν σε εκστρατεία στην Ισπανία.[2] Στέφτηκε βασιλιάς της Ακουιτανίας σε ηλικία 3 ετών (781), την επόμενη χρονιά (782) απεστάλη στην Ακουιτανία με τη συνοδεία αντιβασιλείας και αυλής.[3] Ο Καρλομάγνος ήθελε να δημιουργήσει ένα υποτελές βασίλειο με στόχο να προστατεύσει τα νότια σύνορα του μετά τους σκληρούς πολέμους με τους Βάσκους, ο στόχος του ήταν να μεγαλώσει ο γιος του στην περιοχή που θα γίνει βασιλιάς. Έγινε ανήσυχος ωστόσο για τα έθιμα των κατοίκων, πέθανε η μητέρα του Λουδοβίκου Χίλντεγκαρντ και ο Καρλομάγνος παντρεύτηκε σε τρίτο γάμο τη Φαστράντα, ο Λουδοβίκος πήγε τελικά στην Ακουιτανία το 785. Ο Λουδοβίκος παρουσιάστηκε σε μια Σύνοδο στη Σαξονία με ενδυμασία Βάσκου, αυτό προκάλεσε καλή εντύπωση στην Τουλούζη αφού οι Βάσκοι συγκροτούσαν τον στρατό της Ακουιτανίας.[2] Ο Καρλομάγνος έδωσε τέσσερις πρώην Γαλατο-Ρωμαϊκές βίλες στον Λουδοβίκο (794), οι στόχοι του ήταν να μεγαλώσουν οι γιοι του στις περιοχές που θα γίνουν βασιλείς και να ασπαστούν τα έθιμα της περιοχής. Έδωσε βασίλεια στους γιους του από την παιδική τους ηλικία για να προστατεύσουν την αυτοκρατορία από τις εξωτερικές απειλές. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής έγινε βασιλιάς στην Ισπανική Μαρκιωνία. Η Βαρκελώνη έπεσε στους Φράγκους την εποχή που ο κυβερνήτης της επαναστάτησε απέναντι στην Κόρδοβα (797) αλλά το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών την ανακατέλαβε (799). Ο Λουδοβίκος με επιφανείς δούκες όπως ο Σάντσο Α΄ της Γασκπώνης πέρασε τα Πυρηναία και τους πολιόρκησε συνεχώς μέχρι τα τέλη του 800 που αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν.[4][5]
Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής στέφτηκε βασιλιάς σε ηλικία 14 ετών αλλά σε καμιά περίπτωση δεν ήταν ανεξάρτητος από τον πατέρα του. Ο αδελφός του Πεπίνος της Ιταλίας προχώρησε σε εκστρατείες στη νότια Ιταλία εναντίον του Γκρίμοαλντ του Μπενεβέντο, ο Λουδοβίκος ενώθηκε μαζί του τουλάχιστον μία φορά.[2]
Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής ήταν ο ένας από τους τρεις γιους του Καρλομάγνου που επιβίωσαν και έφτασαν μέχρι την ενηλικίωση, σύμφωνα με τα Φραγκικά έθιμα έπρεπε να μοιράσει την πατρική κληρονομιά με τους δυο αδελφούς του : Κάρολος ο Νεότερος βασιλιάς στη Νευστρία και Πεπίνος της Ιταλίας. Ο Καρλομάγνος αποφάσισε στη διανομή (806) να ορίσει διάδοχο του ως αυτοκράτορα και βασιλιά στη Νευστρία και την Αυστρασία τον Κάρολο, ο Πεπίνος πήρε το Σιδηρούν Στέμμα της Λομβαρδίας. Ο Λουδοβίκος εκτός από το βασίλειο της Ακουιτανίας πήρε τη Σεπτιμανία, την Προβηγκία και τμήμα από τη Βουργουνδία. Οι δυο αδελφοί του πέθαναν ωστόσο πριν από τον πατέρα τους, ο Πεπίνος (810) και ο Κάρολος (811), ο Λουδοβίκος στέφτηκε διάδοχος και Συναυτοκράτορας στο Άαχεν (813). Με τον θάνατο του πατέρα του (814) κληρονόμησε ολόκληρη την αυτοκρατορία των Καρολιδών με μοναδική εξαίρεση το Βασίλειο της Ιταλίας που το κληρονόμησε ο Βερνάρδος της Ιταλίας γιος του Πεπίνου.[2][6]
Αυτοκράτορας
Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής έμαθε τα νέα για τον θάνατο του πατέρα του ενώ βρισκόταν στη βίλα του στο Ανζού, έφτασε στο Άαχεν και στέφτηκε αυτοκράτορας από τους ευγενείς.[7] Όταν έφτασε η αυτοκρατορική πομπή στο Άαχεν δημιουργήθηκε μεγάλο κύμα υποψίας και από τις δύο πλευρές, η πρώτη του πράξη ήταν να εκδιώξει όσους θεωρούσε ανεπιθύμητους, κατέστρεψε όλα τα Γερμανικά Παγανιστικά είδωλα και σύμβολα που είχε συγκεντρώσει ο πατέρας του. Στη συνέχεια έδιωξε από την αυλή άλλη μια μεγάλη σειρά από "ανήθικους" ευγενείς, ανάμεσα τους υπήρχαν και πολλοί συγγενείς του.[8] Ο Λουδοβίκος έδειξε επιείκεια απέναντι στους ετεροθαλείς αδελφούς του Ντρόγκο του Μετς, Ούγο και Θευδέριχο. Τα ξαδέλφια του πατέρα του Αδαλάρδος του Κορμπί και Βάλα του Κορμπί αναγκάστηκαν να ξυρίσουν τα κεφάλια τους και πήγαν εξορία σε μοναστήρια στο Νουαρμουτιέ και το Κορμπί παρά το γεγονός ότι ο Βάλα του στάθηκε πιστός.[9] Οι κύριοι σύμβουλοι του Λουδοβίκου έγιναν ο Βερνάρδος της Σεπτιμανίας και ο Έμπο, αρχιεπίσκοπος του Ρεμς, ο τελευταίος μεγάλωσε σαν δούλος στην αυλή του αλλά αργότερα τον πρόδωσε. Διατήρησε μερικούς συμβούλους του πατέρα του όπως ο ηγούμενος στο Αβαείο Αγίου Μαξιμίνου κοντά στο Τριρ που αργότερα αντικατέστησε και ο αρχιεπίσκοπος της Κολωνίας.[10]
Ο Βενέδικτος την Ανίανε ένας Σεπτημανός Βησιγότθος ανέλαβε τη διοίκηση στο νέο Αβαείο του Αιξ-λα-Σαπέλ και κατηγορήθηκε για τις μεταρρυθμίσεις που επιχείρησε να κάνει στη Φραγκική εκκλησία.[11] Η σημαντικότερη μεταρρύθμιση του Βενεδίκτου ήταν ο "Κανόνας του Αγίου Βενεδίκτου" στον οποίο έδωσε το όνομα του ο ιδρυτής του Βενέδικτος ο εκ Νουρσίας. Τα νομίσματα από την αρχή της βασιλείας του αποτελούσαν μίμηση του πατέρα του Καρλομάγνου με αυτοκρατορική παρουσίαση και κύρος.
[7] Ο Πάπας Στέφανος Δ΄ πέθανε (816), ο νέος Πάπας Λέων Γ΄ επισκέφτηκε τη Ρενς και έστεψε ξανά τον Λουδοβίκο τον Ευσεβή αυτοκράτορα (5 Οκτωβρίου 816).[2][10][12]
Αυτοκρατορική διανομή
Τη Μεγάλη Πέμπτη (9 Απριλίου 817) ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής και η αυλή του διέσχιζαν έναν ξύλινο διάδρομο στον Καθεδρικό ναό των ανακτόρων του Άαχεν όταν μια στέγη κατέρρευσε και σκότωσε τους περισσότερους άντρες του. Ο Λουδοβίκος γλύτωσε την τελευταία στιγμή, το περιστατικό τον έκανε να ανησυχήσει έντονα για το μέλλον της αυτοκρατορίας του σε περίπτωση που πέθανε και αποφάσισε να τη μοιράσει στους γιους του. Τρεις μήνες αργότερα εξέδωσε στο Άαχεν ένα έγγραφο που είχε σχέση με τη διανομή στους γιους του την "Αυτοκρατορική Διανομή", είναι το μοναδικό έγγραφο της εποχής του που σώζεται μέχρι σήμερα.[2] Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής είχε ήδη δώσει στους δυο μεγαλύτερους γιους του Λοθάριο και Πεπίνο να κυβερνήσουν αντίστοιχα τη Βαυαρία και την Ακουιτανία αλλά χωρίς βασιλική εξουσία (815), αποφάσισε να προχωρήσει στην οριστική διανομή. Ο Λοθάριος ανακηρύχτηκε Συναυτοκράτορας στο Άαχεν, του υποσχέθηκε να κληρονομήσει τον αυτοκρατορικό τίτλο και τα περισσότερα εδάφη, οι αδελφοί του θα ήταν υποτελείς του. Ο δεύτερος γιος του Πεπίνος θα γινόταν βασιλιάς της Ακουιτανίας, μια περιοχή που περιείχε τη Γασκώνη, τα εδάφη γύρω από την Τουλούζη, τις κομητείες του Καρκασσόν, του Αβαλόν και του Νεβέρ. Ο νεώτερος ομώνυμος γιος του Λουδοβίκος θα κληρονομούσε τη Βαυαρία και τα γειτονικά εδάφη. Άν κάποιος από τους υποτελείς βασιλείς πέθαινε θα τον κληρονομούσαν οι γιοι του, αν πέθαινε χωρίς γιους θα τον κληρονομούσε ο μεγαλύτερος αδελφός τους Λοθάριος Α΄, αν πέθαινε και ο Λοθάριος χωρίς γιους θα τον αντικαθιστούσε ένας μικρότερος αδελφός του με "λαική εντολή". Η αυτοκρατορία ωστόσο δεν θα διασπαζόταν, ο αυτοκράτορας θα ήταν ανώτερος όλων των βασιλέων, οι υπόλοιποι θα έπρεπε να του δώσουν όρκο υποτέλειας. Με τη διανομή αυτή δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η αυτοκρατορία έμεινε ενωμένη, με τον τρόπο αυτό εξασφάλισε την υποστήριξη της εκκλησίας. Η διανομή δεν έγινε ισομερώς, ο μεγαλύτερος Λοθάριος είχε το μεγαλύτερο μέρος της κληρονομιάς και ήταν επικυρίαρχος στους αδελφούς του. Ο Λουδοβίκος παρέλειψε τον ανεψιό του Βερνάρδο από την κληρονομιά, αυτό τον εξόργισε και ξεκίνησε τις συνομωσίες. Όταν ο Λουδοβίκος αποφάσισε να δώσει εδάφη στον Κάρολο τον Φαλακρό, τον μικρότερο γιο του με τη δεύτερη σύζυγό του Ιουδήθ οι μεγαλύτεροι γιοι του ανησύχησαν επειδή είδαν να χάνουν τμήμα της εξουσίας τους, το αποτέλεσμα ήταν να ακολουθήσουν ταραχές.[2]
Η επανάσταση του Βερνάρδου
Η "Αυτοκρατορική Διανομή" του Άαχεν άφησε τον Βερνάρδο σε έναν υποτιμητικό ρόλο σαν υποτελή βασιλιά της Ιταλίας, όταν το άκουσε ο Βερνάνδος κινήθηκε αμέσως με στόχο να ανεξαρτητοποιηθεί. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής προχώρησε εξοργισμένος σε εκστρατεία στην Ιταλία, έφτασε στο Σαλόν-συρ-Σον όπου συνάντησε τον ανεψιό του και τον ανάγκασε να παραδοθεί. Ο Βερνάρδος μεταφέρθηκε στο Άαχεν όπου δικάστηκε για εσχάτη προδοσία, καταδικάστηκε σε θάνατο αλλά ο Λουδοβίκος το μετέτρεψε σε τύφλωση, τυφλώθηκε αμέσως αλλά πέθανε σε δυο μέρες από τα τραύματα του. Πολλοί άλλοι ευγενείς αντιμετώπισαν παρόμοια συμπεριφορά, ο Θεοδόλφος της Ορλεάνης ευνοούμενος του Καρλομάγνου κατηγορήθηκε για συμμετοχή στην ανταρσία, φυλακίστηκε και πέθανε στη φυλακή πιθανώς δηλητηριασμένος.[13] Η άδικη και βίαιη συμπεριφορά απέναντι στον ανεψιό του επηρέασε σημαντικά τον χαρακτήρα του ευσεβούς αυτοκράτορα που υπέφερε το υπόλοιπο της ζωής του από τύψεις. Σαν βαθιά θεοσεβούμενος ζήτησε συγχώρεση από τον πάπα Πασχάλη Α΄ σε Σύνοδο κληρικών που συγκάλεσε στα ανάκτορα του στις Αρδέννες. Ο Λουδοβίκος συμφιλιώθηκε με τους τρεις μικρότερους ετεροθαλείς αδελφούς του: τον Ούγο που έγινε ηγούμενος ξανά στο Σεν-Κεντέν, τον Ντρόγκο που έγινε επίσκοπος του Μετς και τον Θεοδώριχο. Την ίδια πράξη μετάνοιας είχε κάνει ο Ανατολικός αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α΄, έριξε σημαντικά το κύρος του Φράγκου αυτοκράτορα, την ίδια εποχή παρουσίασε μια σειρά από μικρότερα αμαρτήματα του που δεν γνώριζε ο λαός. Το τεράστιο λάθος που έκανε ήταν να ελευθερώσει τον Βάλα και τον Αδαλάρδο από τους μοναστικούς τους περιορισμούς, ο Βάλα πήρε σημαντική θέση στην αυλή του Λοθάριου και ο Αδαλάρδος στο νοικοκυριό του.[2]
Συνοριακοί πόλεμοι
Στην αρχή της βασιλείας του οι διάφοροι εχθρικοί λαοί που ζούσαν στα σύνορα της αυτοκρατορίας όπως οι Δανοί, οι Οβοτρίτες, οι Σλοβένοι, οι Βρετόνοι και οι Βάσκοι δεν ενοχλούσαν επειδή έτρεμαν την εξουσία του. Ο Σόρβοι επαναστάτησαν για πρώτη φορά (816), σύντομα συμμάχησε ο αρχηγός των Οβοτριτών Σλαβομίρ, ο λαός του επαναστάτησε και τον ανέτρεψε (818). Ο νέος αρχηγός των Οβοτριτών στράφηκε ξανά εναντίον των Φράγκων και συμμάχησε με τους Δανούς που ήταν η μεγαλύτερη απειλή για την αυτοκρατορία. Στα νοτιοανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας η μεγαλύτερη απειλή έγιναν οι Σλάβοι, ο δούκας της Παννονίας Λιούντεβιτ λεηλατούσε τα σύνορα στην περιοχή των ποταμών Δράβου και Σάβου. Ο μαργράβος του Φριούλι προχώρησε σε εκστρατεία εναντίον του αλλά η μαργραβία του δέχτηκε επίθεση από τους Σλοβένους (820), ακολούθησε συμμαχία ανάμεσα στον Λιούντεβιτ και τον δούκα της Δαλματίας Μπόρνα. Οι Σλαβικές φυλές που κατοικούσαν στα βορειοδυτικά σύνορα της αυτοκρατορίας στη Βουλγαρία αναγνώρισαν τον κυριαρχία του, οι διαπραγματεύσεις ωστόσο με τον Βούλγαρο χάνο Ομουρτάγ απέτυχαν, οι Βούλγαροι επιτέθηκαν και ανέκτησαν τα εδάφη τους στην Παννονία. Ο Καρλομάγνος δεν είχε καταφέρει να υποτάξει τους Λομβαρδούς πρίγκιπες του Μπενεβέντο, ο ίδιος ο Λουδοβίκος πήρε πολλές υποσχέσεις από τον πρίγκιπα Γκρίμοαλντ Δ΄ αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Τα προβλήματα στα νοτιοδυτικά σύνορα ξεκίνησαν όταν ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής διέσχισε τα Πηρυναία και έφτασε μέχρι την Παμπλόνα (812). Ο αυτοκράτορας οπισθοχώρησε βόρεια λόγω μιας επιτυχημένης παγίδας των Βάσκων, στη συνέχεια καθαίρεσε τον δούκα της Γασκώνης Σεγκουίν επειδή απέτυχε να προστατεύσει τους Φράγκους από μία επανάσταση των Βάσκων στα δυτικά Πυρηναία. Ο αντικαταστάτης του Σεγκουίν Λούπους Γ΄ καθαιρέθηκε επίσης από τον αυτοκράτορα (818), σε Σύνοδο (827) αποφάσισε να επιτεθεί στο Χαλιφάτο της Κόρδοβας (827). Οι κόμητες που ανέλαβαν την ηγεσία της εκστρατείας όπως ο Ούγος της Τουρ ήταν πολύ αργοί στη δράση τους και η εκστρατεία δεν ξεκίνησε.
Εμφύλιοι πόλεμοι
Πρώτος εμφύλιος πόλεμος
Την εποχή που επέστρεφε από εκστρατεία στη Βρετάνη (818) ο Λουδοβίκος πληροφορήθηκε για τον θάνατο της συζύγου του Ερμενγάρδης του Τουρ. Ο Λουδοβίκος είχε πολύ στενή σχέση με την σύζυγο του και της είχε επιτρέψει έντονη εμπλοκή στις βασιλικές υποθέσεις, ακούγεται ότι είχε έντονη εμπλοκή στην τύφλωση του Βερνάρδου και ο πρόωρος θάνατος της ήταν θεία δίκη. Χρειάστηκαν πολλοί μήνες και έντονες πιέσεις από τους συμβούλους του για να προχωρήσει σε δεύτερο γάμο, τελικά παντρεύτηκε την Ιουδήθ κόρη του Γουέλφου (820), μαζί της απέκτησε γιο τον Κάρολο (823). Η γέννηση γιου από τον δεύτερο γάμο απείλησε την πρώτη διανομή του Άαχεν, το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στον Λουδοβίκο με τους μεγαλύτερους γιους του. Σε Σύνοδο στη Βορμς ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής έδωσε στον Κάρολο την Αλεμαννία με τον τίτλο του βασιλιά ή του δούκα, αυτό εξόργισε τον μεγαλύτερο γιο του Λοθάριο που είδε τις εξουσίες του να υποβαθμίζονται.[14] Με την προτροπή του Βάλα και με τη συνεργασία των αδελφών του ο Λοθάριος κατηγόρησε τον Ιουδήθ για μοιχεία με τον Βερνάρδο της Σεπτημανίας τον οποίο υπέδειξαν σαν πατέρα του Καρόλου. Ο Έμπο και ο Χίλντουιν εγκατέλειψαν τον αυτοκράτορα και υποστήριξαν τον Βερνάρδο της Σεπτημανίας, οι αρχιεπίσκοποι στη Λυών και την Αμιένη δήλωσαν τη διαφωνία τους σε οποιαδήποτε αναδιανομή και υποστήριξαν τους επαναστάτες. Με την υποστήριξη του Βερνάρδου της Σεπτημανίας ο Πεπίνος επαναστάτησε εναντίον του πατέρα του (830), βάδισε στο Παρίσι μαζί με ευγενείς από τη Νευστρία, ο μικρότερος αδελφός του Λουδοβίκος ο Γερμανικός ενώθηκε μαζί του. Ο αυτοκράτορας επέστρεφε από νέα εκστρατεία στη Βρετάνη και βρήκε κατάσταση εμφυλίου πολέμου, βάδισε μέχρι την Κομπιένη μια αρχαία βασιλική πόλη, περικυκλώθηκε από τις μονάδες του Πεπίνου και αιχμαλωτίστηκε, η Ιουδήθ φυλακίστηκε στο Πουατιέ. Ο Λοθάριος προετοιμάστηκε σε νέα εκστρατεία με ισχυρό στρατό από τη Λομβαρδία αλλά ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής προσπάθησε να καλοπιάσει τους μικρότερους γιους του Πεπίνο και Λουδοβίκο για να κερδίσει τη στήριξη τους, υποσχέθηκε να τους δώσει μεγαλύτερα μερίδια κληρονομιάς. Ο Λοθάριος προσπάθησε να συγκαλέσει Σύνοδο στο Ναϊμέγκεν στην καρδιά της Αυστρασίας, τότε ήρθε ισχυρός στρατός με αυτοκρατορικούς οπαδούς από την Αυστρασία και τη Ρηνανία. Ο Πεπίνος και ο Λουδοβίκος παραδόθηκαν και έπεσαν στα πόδια του πατέρα τους, ο μεγαλύτερος γιος Λοθάριος συγχωρέθηκε αλλά εξορίστηκε στην Ιταλία. Ο Πεπίνος Α΄ επέστρεψε στο βασίλειο του στην Ακουιτανία, η Ιουδήθ επέστρεψε στην αυτοκρατορική αυλή αφού αναγκάστηκε να πάρει όρκο αγνότητας, ο Βάλα αποσύρθηκε σε ένα μοναστήρι στη Λίμνη της Γενεύης. Οι επίσκοποι που στάθηκαν στο πλευρό των ανταρτών έχασαν τα αξιώματα τους αλλά διατήρησαν την ελευθερία τους.[2]
Δεύτερος εμφύλιος πόλεμος
Η επόμενη επανάσταση ακολούθησε δυο χρόνια αργότερα (832), ο δυσαρεστημένος Πεπίνος κλήθηκε στην αυλή του πατέρα του αλλά δέχτηκε τόσο ψυχρή υποδοχή που πήρε τα όπλα εναντίον του. Με τον φόβο της εξέγερσης του Πεπίνου ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής συγκέντρωσε στρατό και κινήθηκε στην Ακουιτανία, ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός συγκέντρωσε την ίδια στιγμή έναν στρατό από Σλάβους και κατέλαβε τη Σουαβία πριν φτάσει ο πατέρας του. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής έκανε νέα διανομή του βασιλείου, έδωσε στον μικρότερο γιο του Κάρολο την Ακουιτανία αποκληρώνοντας τον Πεπίνο, ο μεγαλύτερος Λοθάριος που δεν συμμετείχε στη δεύτερη εξέγερση ορίστηκε διάδοχος σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Ο Λοθάριος ωστόσο είχε στόχο να αποκτήσει ολόκληρη την εξουσία του πατέρα του, ενώθηκε με τους αδελφούς του στη δεύτερη επανάσταση με προτροπή του πάπα Γρηγόριου Δ΄ (833). Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής συγκέντρωσε νέο στρατό στη Βορμς και βάδισε νότια, ο Λοθάριος βάδισε προς τα βόρεια, οι στρατοί συναντήθηκαν στο Ρόθφεντ. Ο Γρηγόριος Α΄ προσπάθησε να σπείρει τον διχασμό στους άντρες του αυτοκρατορικού στρατού που διαλύθηκε σύντομα, ο Λουδοβίκος διέταξε και τους υπόλοιπους άντρες να φύγουν επειδή "είναι αμαρτία να χάσουν τη ζωή τους για χάρη μου". Ο παραιτηθείς αυτοκράτορας μεταφέρθηκε στο Σαιν-Μεντάρ ντε Σουασόν, ο γιος του Κάρολος ο Φαλακρός στο Προύμ και στη βασίλισσα της Τορτόνα, η περιοχή που έγινε η μάχη πήρε το όνομα Λάνγκενφελντ.[15]
Σε Σύνοδο που συνεκλήθη στην εκκλησία Σαιν-Μεντάρ ντε Σουασόν υπό την προεδρεία του Έμπο (13 Νοεμβρίου 833) ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής δήλωσε για δεύτερη φορά στη βασιλεία του δημόσια μετάνοια. Το τελετουργικό της τιμωρίας ξεκίνησε όταν έφτασε ο αυτοκράτορας στην εκκλησία, ομολόγησε δημόσια τις αμαρτίες για τις οποίες κατηγορήθηκε. Οι αμαρτίες είχαν σχέση με τις παραβιάσεις του όρκου του, τις παραβιάσεις της ειρήνης και την αδυναμία του να ελέγξει τη μοιχεία της δεύτερης συζύγου του Ιουδήθ.[16] Στη συνέχεια έριξε το σπαθί του στη βάση του βωμού και δέχτηκε την κρίση από τα χέρια των επισκόπων.[17] Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής υποχρεώθηκε να ζήσει την υπόλοιπη ζωή του σαν πένητας χωρίς κανένα δημόσιο αξίωμα, αυτό δίχασε την αριστοκρατία.[18] Ένας ανώνυμος βιογράφος κατέκρινε τη διαδικασία αυτή με το σκεπτικό ότι ο θεός δεν μπορεί να κρίνει δυο φορές για τις ίδιες αμαρτίες που έχουν διαπραχθεί και έχει γίνει η εξομολόγηση.[19] Οι σύμμαχοι του Λοθαρίου Α΄ όπως ο Έμπο αποζημιώθηκαν γενναιόδωρα, ο Πεπίνος Α΄ της Ακουιτανίας ανέκτησε ξανά το βασίλειο που του είχε κάνει κατάσχεση ο πατέρας του.
Πολλοί άντρες όπως οι ετεροθαλείς αδελφοί του Λουδοβίκου Ντρόγκο, Ούγος, η αδελφή της Ιουδήθ Χέμμα που έγινε η δεύτερη σύζυγος του Λουδοβίκου του Γερμανικού εργάστηκαν σκληρά ώστε να συμφιλιωθεί ο νεότερος Λουδοβίκος με τον πατέρα του μπροστά στον κίνδυνο λεηλασίας της αυτοκρατορίας. Ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός δήλωσε στον πατέρα του υποταγή στην εκκλησία της Παναγίας στην Κομπιένη, οι βαρόνοι της Αυστρασίας και της Σαξονίας στράφηκαν εναντίον του Λοθαρίου, ο σφετεριστής δραπέτευσε στη Βουργουνδία. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής αποκαταστάθηκε την επόμενη χρονιά (1 Μαρτίου 834), σε Σύνοδο στα ανάκτορα του Τιονβίλ (2 Φεβρουαρίου 835) αποφάσισε να συζητήσει τα γεγονότα της προηγούμενης χρονιάς. Στη "Σύνοδο του Τιονβίλ" που ακολούθησε ο Λουδοβίκος χρίστηκε με το αυτοκρατορικό στέμμα και τα σύμβολα της αυτοκρατορίας των Καρολιδών. Ο αρχιεπίσκοπος Έμπο που κατηγορήθηκε για βαριά αμαρτήματα καθαιρέθηκε, το ίδιο και οι αρχιεπίσκοποι της Λυών και της Ναρμπόνης.[20]
Τρίτος εμφύλιος πόλεμος
Την ίδια χρονιά ο Λοθάριος αρρώστησε, τα γεγονότα αυτά ενίσχυσαν περισσότερο τη θέση του Λουδοβίκου. Η οικογένεια έκλεισε ειρήνη (836), ο Πεπίνος και ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός αποκαταστάθηκαν με τη "Δίαιτα του Κρεμιέ", ο Λοθάριος στερήθηκε ολόκληρη την αυτοκρατορία εκτός από την Ιταλία, η Γαλλία πέρασε στον μικρότερο γιο του Κάρολο τον Φαλακρό.
Οι Βίκινγκ ταυτόχρονα λεηλάτησαν την Ουτρέχτη και την Αμβέρσα, βάδισαν τον Ρήνο (837) και έφτασαν μέχρι τη Ναϊμέχεν. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής συγκρότησε έναν στρατό και βάδισε εναντίον τους, δραπέτευσαν στις βόρειες ακτές αλλά δεν ήταν η τελευταία φορά που απειλούσαν την αυτοκρατορία. Αργότερα διεκδίκησαν την κυριαρχία στη Φρισία αλλά τελικά έκλεισαν ειρήνη με τους Φράγκους (839). Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής διέταξε την κατασκευή στόλου στη Βόρεια Θάλασσα με στόχο να εδραιώσει τη Φραγκική κυριαρχία στη Φρισία.[2][21]
Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής έστεψε τον γιο του Κάρολο βασιλιά της Αλαμμανίας και της Βουργουνδίας και του έδωσε μεγάλα τμήματα από την κληρονομιά του γιου του Λουδοβίκου, η πράξη αυτή ώθησε σε εξέγερση τον Λουδοβίκο τον Γερμανικό αλλά ο πατέρας του αντέδρασε και κληροδότησε όλα τα εδάφη του στον Κάρολο με εξαίρεση τη Βαυαρία. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής δεν σταμάτησε εκεί, η υποστήριξη του στον Κάρολο ξεπέρασε όλα τα όρια, όταν πέθανε ο γιος του Πεπίνος Α΄ (838) παρέδωσε το βασίλειο της Ακουιτανίας σε αυτόν, οι ευγενείς της Ακουιτανίας επέλεξαν ωστόσο νέο βασιλιά τον γιο του Πεπίνου Α΄ Πεπίνο τον Νεότερο. Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής απείλησε με εισβολή, την άνοιξη του 839 ο Λουδοβίκος ο Γερμανικός εισέβαλε στη Σουαβία, ο Πεπίνος Β΄ με τους Βάσκους οπαδούς του πολέμησαν στον Λίγηρα και οι Βάσκοι λεηλάτησαν για δεύτερη φορά τη Φριζία. Ο Λοθάριος Α΄ συμμάχησε για πρώτη φορά με τον πατέρα του και του δήλωσε την υποστήριξη του στη Βορμς (20 Μαΐου 839), ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής έδωσε στον Λουδοβίκο τον Γερμανικό τη Βαυαρία και αποκλήρωσε τον Πεπίνο Β΄ διαχωρίζοντας τη Φραγκία σε Ανατολική Φραγκία και Δυτική Φραγκία.
Θάνατος
Ο Λοθάριος θα μπορούσε να έχει την επιλογή της κληρονομιάς του μαζί με την Ιταλία, τη δυτική αυτοκρατορία θα κληρονομούσε ο Κάρολος. Ο αυτοκράτορας υπέταξε την Ακουιτανία και ο Κάρολος ο Φαλακρός αναγνωρίστηκε από τους ευγενείς και τον κλήρο στο Κλερμόν-Φεράν, κατόπιν πήγε στη Βαυαρία που δήλωσε την υποταγή της στον μικρότερο γιο του Λουδοβίκο. Ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στον ίδιο και τους γιους του είχε τελειώσει.[2][21] Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής αρρώστησε μετά από τις τελευταίες νικηφόρες εκστρατείες του και αποχώρησε το καλοκαίρι σε ένα νησάκι στον Ρήνο κοντά στα ανάκτορα του στο Ίνγκελχαϊμ όπου και πέθανε (20 Ιουνίου 840). Αμέσως μετά ξέσπασε σκληρός εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους γιους του που έληξε τρία χρόνια αργότερα με τη Συνθήκη του Βερντέν, με τη Συνθήκη αυτή δημιουργήθηκαν δυο μεγάλα Ευρωπαϊκά κράτη που έγιναν γνωστά τα νεότερα χρόνια σαν Γερμανία και Γαλλία. Η Μέση Φραγκία που περιείχε την Ιταλία, τη Βουργουνδία και τις Κάτω Χώρες διατηρήθηκε λίγο, μετά το 855 έμεινε γνωστή σαν Λοθαριγγία.[22] Οι διαφωνίες σχετικά με το βασίλειο της Ακουιτανίας επιλύθηκαν μετά το 860.[2][10][23] Ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής τάφηκε στο Αβαείο του Αγίου Αρνούλδου στη Μετς.[24]
↑ 7,07,1Church Architecture and Liturgy in the Carolingian Era, Michael S. Driscoll, A Companion to the Eucharist in the Middle Ages, ed. Ian Levy, Gary Macy, Kristen Van Ausdall, (Brill, 2012), 194
↑Booker, Courtney M (2012). Past Convictions: The Penance of Louis the Pious and the Decline of the Carolingians
↑Church Architecture and Liturgy in the Carolingian Era, Michael S. Driscoll, A Companion to the Eucharist in the Middle Ages, 195
↑ 10,010,110,2Rene Poupardin (5 December 2017). Louis the Pious and the Carolingian Kingdoms. Jovian Press. σ. 28
↑J. M. Wallace-Hadrill (1983). "The Frankish Church". Oxford Scholarship
↑The Frankish Kingdoms, 814–898: The West, Janet L. Nelson, The New Cambridge Medieval History, 700–900, Vol. II, ed. Rosamond McKitterick, (Cambridge University Press, 1995), 114
↑Karl F. Morrison, "The Gold Medallions of Louis the Pious and Lothaire I and the Synod of Paris (825)" Speculum 36.4 (October 1961:592–599)
↑Mayke De Jong, "Power and Humility in Carolingian society: the Public Penance of Louis the Pious", Early Medieval Europe 1 (1992). σ. 29
↑Agobard, "Personal Attestation to the Penance of Louis the Pious" in Lievan Van Acker (ed.) Corpus Christianorum Continuatio Medievalis, trans. Courtney M. Booker (Turnhout, 1981). σ. 324
↑Mayke De Jong, The Penitential State: Authority and Atonement in the Age of Louis the Pious, 814–840 (Cambridge, 2009), σσ. 1–3
↑The Astronomer, The Life of Emperor Louis, trans. Thomas F.X. Noble (Pennsylvania, 2009), σ. 282
↑The Annals of Saint Bertin, trans. Janet L. Nelson (Manchester, 1991), σσ. 32–33
↑ 21,021,1Pierre Riche (1993). The Carolingians: A Family Who Forged Europe
↑John M. Riddle (28 March 2008). A history of the Middle Ages, 300-1500
↑Marios Costambeys; Matthew Innes; Simon MacLean (12 May 2011). The Carolingian World. Cambridge University Press. σ. 379
↑Metz, Steven Fanning, Medieval France: An Encyclopedia, Ed. William W. Kibler and Grover A. Zinn, (Routledge, 1995), σ. 615
Booker, Courtney M. Past Convictions: The Penance of Louis the Pious and the Decline of the Carolingians, University of Pennsylvania Press, 2009.
De Jong, Mayke. The Penitential State: Authority and Atonement in the Age of Louis the Pious, 814–840. New York: Cambridge University Press, 2009.
Depreux, Philippe. Prosopographie de l'entourage de Louis le Pieux (781–840). Sigmaringen: Thorbecke, 1997. A useful prosopographical overview of Louis' household, court and other subordinates.
Eichler, Daniel. Fränkische Reichsversammlungen unter Ludwig dem Frommen. Hannover: Hahnsche Buchhandlung, 2007 (Monumenta Germaniae Historica Studien und Texte, 45).
Ganshof, François-Louis The Carolingians and the Frankish Monarchy. 1971.
Godman, Peter, and Roger Collins (eds.). Charlemagne's Heir: New Perspectives on the Reign of Louis the Pious (814–840). Oxford and New York: Clarendon Press, 1990.
Oman, Charles. The Dark Ages 476–918. London, 1914.
Fischer Drew, Katherine. The Laws of the Salian Franks, University of Pennsylvania Press.
Noble, Thomas F. X. Louis the Pious and his piety re-reconsidered