Η Σουμπότιτσα (σερβ.Суботица/Subotica, ουγγ.Szabadka) είναι πόλη και το διοικητικό κέντρο της Περιφέρειας Βόρεια Μπάτσκα της αυτόνομης επαρχίας της Βοϊβοντίνας της Σερβίας, κοντά στα σύνορα με την Ουγγαρία. Παλαιότερα η μεγαλύτερη πόλη της περιοχής της Βοιβοντίνας, σήμερα η Σουμπότιτσα είναι η δεύτερη πόλη της επαρχίας, μετά το Νόβι Σαντ. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 η πόλη έχει πληθυσμό 97.910 κατ., ενώ η αστική περιοχή της (συμπεριλαμβανομένου του παρακείμενου οικισμού Πάλιτς) 105.681 και η μητροπολιτική περιοχή 141.554.
Η σερβική γλώσσα είναι η πιο απασχολούμενη γλώσσα στην καθημερινή ζωή. Η ουγγρική γλώσσα χρησιμοποιείται επίσης από σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού στις καθημερινές συνομιλίες τους. Και οι δύο γλώσσες χρησιμοποιούνται ευρέως στην εμπορική και επίσημη σήμανση [1]
Η πόλη έχει πολλά μνημεία του 18ο αιώνα: oρθόδοξες και καθολικές εκκλησίες, καθώς και μοναστήρια.
Στην πόλη βρίσκονται μερικές σχολές του Πανεπιστήμιου του Νόβι Σαντ.
Ονομα
Το παλαιότερο γνωστό όνομα της πόλης ήταν Zabotka[2] ή Zabatka, [3]που χρονολογείται από τπ 1391 και είναι η προέλευση του σημερινού ουγγρικού ονόματός της "Szabadka".[3][4]
Σύμφωνα με μια άποψη το όνομα αυτό προέρχεται από το επίθετο szabad, που προέρχεται από τη σλαβική λέξη για το "ελεύθερο" - svobod.[5][6][7] Σύμφωνα με την άποψη αυτή το πρώτο όνομα της Σουμπότιτσας θα σήμαινε συνεπώς κάτι όπως "ελεύθερο μέρος".
Η προέλευση της αρχικής μορφής του ονόματος (Zabodka ή Zabadka) είναι ασαφής.[8] Σύμφωνα με μια τοπική εφημερίδα το Zabatka μπορεί να έχει προέλθει από τη νότια σλαβική λέξη "zabat" (αέτωμα), που περιγράφει τμήμα των σπιτιών της Σλαβικής Παννονίας.[9]
Η πόλη ονομάστηκε επίσημα Sent-Maria το 1743 από τη Μαρία Θηρεσία, Αρχιδούκισσα της Αυστρίας, αλλά μετονομάστηκε το 1779 σε Maria-Theresiapolis. Αυτά τα δύο επίσημα ονόματα γράφονταν επίσης με αρκετούς διαφορετικούς τρόπους (στα γερμανικά συνηθέστερα Maria-Theresiopel ή Theresiopel) και χρησιμοποιούντο σε διαφορετικές γλώσσες.
Γεωγραφία
Βρίσκεται στη Λεκάνη της Παννονίας σε 46,07 ° Βορρά, 19,68 ° Ανατολικά, περίπου 10 χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Ουγγαρία και είναι η βορειότερη πόλη της Σερβίας. Βρίσκεται κοντά στη Λίμνη Πάλιτς.
Κλίμα
Κλιματικά δεδομένα Subotica (Elevation: 109 m (358 ft))
Κατά τη Νεολιθική και τη Χαλκολιθική περίοδο αρκετοί σημαντικοί αρχαιολογικοί πολιτισμοί άνθισαν σε αυτή την περιοχή, συμπεριλαμβανομένου του Πολιτισμού Στάρτσεβο, [11] του Πολιτισμού Βίντσα[12] και του Πολιτισμού Τίσαπολγκαρ. [13] Οι πρώτοι Ινδοευρωπαίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της σημερινής Σουμπότιτσας το 4200 π.Χ. Κατά τη Χαλκολιθική περίοδο, την Εποχή του Χαλκού και την Εποχή του Σιδήρου αρκετοί Ινδοευρωπαίο αρχαίοι πολιτισμοί περιλάμβαναν περιοχές γύρω από τη Σουμπότιτσα- οι πολιτισμοί Μπάντεν, Βούτσεντολ, [14] ο πολιτισμός Ούρνφηλντ [15] και μερικοί άλλοι. Πριν από την κατάληψή της από τους Ιαζύγους το 1ο αιώνα κατοικούσαν σε αυτήν την περιοχή Ινδοευρωπαϊκοί Ιλλυρικής, Κελτικής και Δακικής καταγωγής. Τον 3ο αιώνα π.Χ. η περιοχή αυτή ελεγχόταν από τους Κέλτες Βόιους και τους Εραβίσκους, ενώ τον 1ο αιώνα π.Χ. έγινε τμήμα του Δακικού βασιλείου. Τον 1ο αιώνα μ.Χ. η περιοχή τέθηκε υπό τον έλεγχο των Σαρματών Ιάζυγων (που ενδεχομένως περιελάμβαναν και προγόνους των Σέρβων), που περιστασιακά ήταν άλλοτε σύμμαχοι και άλλοτε εχθροί των Ρωμαίων. Η κυριαρχία των Ιάζυγων διήρκεσε μέχρι τον 4ο αιώνα, μετά τον οποίο η περιοχή τέθηκε στην κατοχή διαφόρων άλλων λαών και κρατών.
Πρώιμος Μεσαίωνας και Σλαβική εποίκηση
Κατά τον Πρώιμο Μεσαίωνα διάφοροι Ινδοευρωπαϊκά και Τουρκικά φύλα και κράτη κυβέρνησαν στην περιοχή της Σουμπότιτσας, όπως οι Ούννοι, οι Γέπιδες, οι Άβαροι, οι Σλάβοι και οι Βούλγαροι. Οι Σλάβοι εγκαταστάθηκαν στη σημερινή Σουμπότιτσα τον 6ο και τον 7ο αιώνα, αφού πρώτα μερικοί από αυτούς διέσχισαν τους ποταμούς Σάβο και Δούναβη και εγκαταστάθηκαν στα Βαλκάνια.
Η σλαβική φυλή που ζούσε στην περιοχή της σημερινής Σουμπότιτσα ήταν οι Ομποτρίτες, μια υποομάδα των Σέρβων. Τον 9ο αιώνα, μετά την πτώση του κράτους των Αβάρων, εμφανίστηκαν σε αυτήν την περιοχή τα πρώτα σλαβικά κρατικά μορφώματα. Τα πρώτα σλαβικά κράτη που κυβερνούσαν αυτήν την περιοχή περιελάμβαναν το Πριγκιπάτο της Κάτω Παννονίας, τη Μεγάλη Μοραβία και τη Βουλγαρική Αυτοκρατορία.
Υστερος Μεσαίωνας
Η Σουμπότιτσα πιθανότατα έγινε για πρώτη φορά αξιόλογος οικισμός όταν κατέφυγαν εκεί άνθρωποι από τα κοντινά χωριά που καταστράφηκαν κατά τις εισβολές των Τατάρων του 1241–42. Ωστόσο ο οικισμός ήταν σίγουρα παλαιότερος. Έχει αποδειχθεί ότι άνθρωποι κατοικούσαν σε αυτές τις περιοχές ακόμη και πριν από 3000 χρόνια. Όταν η Zabadka / Zabatka καταγράφηκε για πρώτη φορά το 1391, ήταν μια μικρή πόλη στο μεσαιωνικό Βασίλειο της Ουγγαρίας. Αργότερα η πόλη ανήκε στον Οίκο του Ουνυάδη, μια από τις σημαντικότερες αριστοκρατικές οικογένειες σε όλη την Κεντρική Ευρώπη.
Ο βασιλιάς Ματθίας Κορβίνος της Ουγγαρίας παραχώρησε την πόλη σε έναν από τους συγγενείς του, το Γιάνος Πόνγκρατς Ντένγκελεγκι που, φοβούμενος την εισβολή από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, οχύρωσε το κάστρο της Σουμπότιτσας χτίζοντας ένα φρούριο το 1470. Μερικές δεκαετίες αργότερα, μετά τη Μάχη του Μόχατς το 1526, η Σουμπότιτσα πέρασε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η πλειοψηφία του ουγγρικού πληθυσμού κατέφυγε προς τα βόρεια στη Βασιλική Ουγγαρία. Ο Μπάλιντ Τέρεκ, ένας τοπικός ευγενής που είχε κυβερνήσει τη Σουμπότιτσα, διέφυγε επίσης. Κατά τη στρατιωτική και πολιτική καταστροφή μετά την ήττα στο Μόχατς η Σουμπότιτσα τέθηκε υπό τον έλεγχο Σέρβων μισθοφόρων που στρατολογήθηκαν στο Βανάτο. Αυτοί οι στρατιώτες ήταν στην υπηρεσία του στρατηγού της ΤρανσυλβανίαςΙωάννη Ζαπόλυα, μετέπειτα βασιλιά της Ουγγαρίας.
Ο αρχηγός αυτών των μισθοφόρων, Γιόβαν Νέναντ, επέβαλε το 1526-27 την κυριαρχία του στη Μπάτσκα, στο βόρειο Βανάτο και σε ένα μικρό μέρος της Συρμίας και δημιούργησε μια ανεξάρτητη οντότητα, με τη Σουμπότιτσα ως διοικητικό της κέντρο. Στο αποκορύφωμα της εξουσίας του ο Γιόβαν Νέναντ ανακήρυξε στη Σουμπότιτσα τον εαυτό του τσάρο των Σέρβων. Ονόμασε τον Ράντοσλαβ Τσέλνικ γενικό διοικητή του στρατού του, ενώ θησαυροφύλακας και παλατιανός του ήταν ο Σούμποτα Βρλίτς, Σέρβος ευγενής από τη Γιάγκοντινα. Όταν ο Μπάλιντ Τέρεκ επέστρεψε και ανακατέλαβε τη Σουμπότιτσα από τους Σέρβους, ο Γιόβαν Νέναντ μετέφερε το διοικητικό κέντρο στο Σέγκεντ. [16]
Μερικούς μήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 1527, ο Γιόβαν Νέναντ δολοφονήθηκε και η οντότητά του κατέρρευσε. Ωστόσο μετά το θάνατο του ο Ράντοσλαβ Τσέλνικ οδήγησε τα απομεινάρια του στρατού του στην Οθωμανική Σύρμια, όπου κυβέρνησε για λίγο ως υποτελής των Οθωμανών.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία κυβέρνησε την πόλη από το 1542 ως το 1686. Στο τέλος αυτής της περιόδου σχεδόν 150 ετών δεν παρέμεναν πολλά από την παλιά πόλη Zabadka / Zabatka. Καθώς μεγάλο μέρος του πληθυσμού είχε φύγει οι Οθωμανοί ενθάρρυναν την εγκατάσταση στην περιοχή διαφόρων εποίκων από τα Βαλκάνια. Αυτοί ήταν κυρίως Ορθόδοξοι Σέρβοι και καλλιέργησαν την εξαιρετικά εύφορη γη γύρω από τη Σουμπότιτσα. Το 1570 ο πληθυσμός της Σουμπότιτσα αριθμούσε 49 σπίτια και το 1590 63 σπίτια. Το 1687 στην περιοχή εγκαταστάθηκαν ΚαθολικοίΔαλματοί (σήμερα ονομάζονται Μπούνιεβτσι). Ονομάστηκε Sobotka υπό την Οθωμανική κυριαρχία και ήταν κέντρο καζά του Σαντζακίου του Σέγκεντ, που ανήκε αρχικά στο Εγιαλέτι της Βούδα ςως το 1596 και στη συνέχεια στο Εγιαλέτι του Έγκερ μεταξύ 1596 και 1686.
Διοίκηση των Αψβούργων
Το 1687 περίπου 5.000 Μπούνιεβτσι, με επικεφαλής τους Ντούγιο Μάρκοβιτς και Τζούρο Βιντάκοβιτς, εγκαταστάθηκαν στη Μπάτσκα (συμπεριλαμβανομένης της Σουμπότιτσα). Μετά την αποφασιστική μάχη εναντίον των Οθωμανών στη Σέντα με επικεφαλής τον Πρίγκιπα Ευγένιος της Σαβοΐας στις 11 Σεπτεμβρίου 1697 η Σουμπότιτσα εντάχθηκε στη στρατιωτικής παραμεθόρια ζώνη Τάις-Μήρες, που ιδρύθηκε από τη Μοναρχία των Αψβούργων. Εν τω μεταξύ ξέσπασε η εξέγερση του Φραγκίσκου Β΄ Ράκοτσι, που είναι επίσης γνωστή ως πόλεμος των Κούρουτς.
Στην περιοχή της Σουμπότιτσα ο Ράκοτσι συμμετείχε στη μάχη ενάντια στην Εθνοφρουρά των Ρατς. Ρατς'' ήταν μια ονομασία για τους Νότιους Σλαβικούς λαούς (κυρίως Σέρβους και Μπούνιεβτσι), που συχνά αναφέρονται ως rácok στο Βασίλειο της Ουγγαρίας. Σε μια μεταγενέστερη περίοδο το rácok σήμαινε, κυρίως, τους Σέρβους Ορθόδοξους. Οι οικογένειες των Σέρβων στρατιωτικών απολάμβαναν πολλά προνόμια χάρη στην υπηρεσία τους για τη Μοναρχία των Αψβούργων. Σουμπότιτσα σταδιακά, ωστόσο, εξελίχθηκε από μια απλή πόλη φρουράς σε εμπορική πόλη με το δικό της καταστατικό χάρτη το 1743. Όταν συνέβη αυτό πολλοί Σέρβοι παραπονέθηκαν για την απώλεια των προνομίων τους. Η πλειοψηφία τους εγκατέλειψε την πόλη σε ένδειξη διαμαρτυρίας και μερικοί από αυτούς ίδρυσαν έναν νέο οικισμό λίγο έξω από τη Σουμπότιτσα το 18ου αιώνα στο Αλεξάντυροβο, ενώ άλλοι μετανάστευσαν στη Ρωσία. Στη Νέα Σερβία, μια νέα ρωσική επαρχία που ιδρύθηκε για αυτούς, αυτοί οι Σέρβοι ίδρυσαν έναν νέο οικισμό, που ονόμασαν επίσης Σουμπότιτσα. Το 1775 ιδρύθηκε στην πόλη μια εβραϊκή κοινότητα.
Ισως για να τονιστεί η νέα πολιτική ηρεμία της Σουμπότιτσα χρησιμοποιήθηκε τότε το ευσεβές όνομα Αγία Μαρία. Μερικές δεκαετίες αργότερα, το 1779, η Αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία της Αυστρίας αναβάθμισε περαιτέρω το καθεστώς της πόλης ανακηρύσσοντάς την Ελεύθερη Βασιλική Πόλη. Ενθουσιασμένοι οι κάτοικοι της πόλης μετονόμασαν για άλλη μια φορά τη Σουμπότιτσα σε Μαρία-Θερεσιόπολη (Maria-Theresiopolis).
Το καθεστώς αυτό της Ελεύθερης Βασιλικής Πόλης έδωσε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξή της. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα ο πληθυσμός της τετραπλασιάστηκε, προσελκύοντας πολλούς ανθρώπους από όλη τη Μοναρχία των Αψβούργων. Αυτό οδήγησε τελικά σε μια σημαντική δημογραφική αλλαγή. Το πρώτο μισό του 19ου αιώνα οι Μπούνιεβτσι ήταν ακόμη πλειοψηφία, αλλά ένας αυξανόμενος αριθμός Ούγγρων και Εβραίων εγκαθίσταντο στην πόλη. Αυτή η διαδικασία δεν σταμάτησε ούτε από το ξέσπασμα των Επαναστάσεων στη Μοναρχία των Αψβούργων (1848-49).
Επαναστάσεις 1848/1849
Κατά την επανάσταση του 1848-49 τα διακηρυγμένα σύνορα της αυτόνομης Σερβικής Βοϊβοντίνας περιελάμβαναν τη Σουμπότιτσα, αλλά τα σερβικά στρατεύματα δεν μπόρεσαν να αποκτήσουν τον έλεγχο της περιοχής. Στις 5 Μαρτίου 1849, στη θέση Κάπονια (μεταξύ Τάβανκουτ και Μπάιμοκ), έγινε μια μάχη μεταξύ του σερβικού και του ουγγρικού στρατού, στην οποία επικράτησαν οι Ούγγροι.
Η πρώτη εφημερίδα στην πόλη εκδόθηκε επίσης κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1848/49 - ονομαζόταν Honunk állapota ("Κράτος της Πατρίδας μας") και τυπωνόταν στα Ουγγρικά από την τοπική εκδοτική εταιρεία Károly Bitterman. Σε αντίθεση με τους περισσότερους Σέρβους και Κροάτες, που στράφηκαν κατά των Ούγγρων, μέρος των ντόπιων Μπούνιεβτσι υποστήριξε την Ουγγρική επανάσταση.
Το 1849, αφού η Ουγγρική επανάσταση του 1848 ηττήθηκε από τους στρατούς της Ρωσίας και των Αψβούργων, η πόλη διαχωρίστηκε από το Βασίλειο της Ουγγαρίας μαζί με το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής Μπάτσκα και έγινε μέρος μιας ξεχωριστής επαρχίας των Αψβούργων, που ονομάστηκε Βοεβοδάτο Σερβίας και Βανάτο Τέμεσβαρ. Το διοικητικό κέντρο αυτής της νέας επαρχίας ήταν η Τιμισοάρα. Η επαρχία υπήρχε μέχρι το 1860. Κατά την ύπαρξη του Βοεβοδάτου, το 1853, η Σουμπότιτσα απέκτησε το εντυπωσιακό της θέατρο.
Ουγγρική διοίκηση
Μετά την ίδρυση της Δυαδικής Μοναρχίας το 1867, ακολούθησε αυτό που συχνά αποκαλείται «χρυσή εποχή» της ανάπτυξης της πόλης. Πολλά σχολεία ιδρύθηκαν μετά το 1867 και το 1869 ο σιδηρόδρομος συνέδεσε την πόλη με τον υπόλοιπο κόσμο. Το 1896 κατασκευάστηκε μια μονάδα ηλεκτροπαραγωγής, ενισχύοντας περαιτέρω την ανάπτυξη της πόλης και ολόκληρης της περιοχής. Η Σουμπότιτσα κοσμείτο πλέον με την αξιοσημείωτη κεντροευρωπααίκή fin de siècle αρχιτεκτονική της. Το 1902 χτίστηκε μια εβραϊκή συναγωγή σε ρυθμό Αρ Νουβό.
Η Σουμπότιτσα ανήκε στην Αυστροουγγαρία μέχρι το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1918 η πόλη προσαρτήθηκε στο Βσασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβενών. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει μια παραμεθόρια πόλη της Γιουγκοσλαβίας και αρχικά δεν βίωσε ξανά την εμπειρία της ίδιας δυναμικής ευημερίας που είχε πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο την περείοδο αυτή η Σουμπότιτσα ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Γιουγκοσλαβίας σε πληθυσμό, μετά το Βελιγράδι και το Ζάγκρεμπ.
Το 1941 η Γιουγκοσλαβία δέχθηκε επίθεση και διαμελίστηκε από τις Δυνάμεις του Άξονα και το βόρειο τμήμα της, συμπεριλαμβανομένης της Σουμπότιτσα, προσαρτήθηκε από την Ουγγαρία. Η προσάρτηση δεν θεωρήθηκε νόμιμη από τη διεθνή κοινότητα και η πόλη ήταν de jure ακόμη μέρος της Γιουγκοσλαβίας. Η εξόριστη Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση έλαβε επίσημη αναγνώριση νομιμότητας ως εκπροσώπου της χώρας. Στις 11 Απριλίου 1941 τα Ουγγρικά στρατεύματα έφτασαν στη Σουμπότιτσα με το επιχείρημα ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων που ζούσαν στην πόλη ήταν Ούγγροι, που ανήκαν στο Βασίλειο της Ουγγαρίας για πάνω από 600 χρόνια. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη έχασε περίπου 7.000 πολίτες της, κυρίως Σέρβους, Ούγγρους και Εβραίους. Πριν από τον πόλεμο στη Σουμπότιτσα ζούσαν περίπου 6.000 Εβραίοι, πολλοί από τους οποίους απελάθηκαν από την πόλη κατά το Ολοκαύτωμα, κυρίως στο Άουσβιτς. Τον Απρίλιο του 1944 δημιουργήθηκε ένα γκέτο. Επιπλέον πολλοί κομμουνιστές δολοφονήθηκαν κατά την κατοχή του Άξονα. Το 1944 οι δυνάμεις του Άξονα εγκατέλειψαν την πόλη και η Σουμπότιτσα εντάχθηκε στη νέα Γιουγκοσλαβία. Κατά την περίοδο 1944–45 περίπου 8.000 πολίτες (κυρίως Ούγγροι) σκοτώθηκαν από τους Παρτιζάνους όταν ανακατέλαβαν την πόλη ως αντίποινα για την υποστήριξη της Ουγγαρίας του Άξονα. .[18][19]
Τη μεταπολεμική περίοδο η Σουμπότιτσα σταδιακά εκσυγχρονίστηκε. Κατά τους πολέμους της Γιουγκοσλαβίας και του Κοσόβου τη δεκαετία του 1990 σημαντικός αριθμός Σέρβων προσφύγων ήρθε στην πόλη από την Κροατία, τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και το Κόσοβο, ενώ πολλοί Ούγγροι και Κροάτες, καθώς και μερικοί ντόπιοι Σέρβοι, εγκατέλειψαν την περιοχή.
Αστικό τοπίο
Μοναδική στη Σερβία, η Σουμπότιτσα έχει τα περισσότερα κτίρια χτισμένα σε ρυθμό Αρ Νουβό. Το Δημαρχείο (χτίστηκε το 1908-1910) και η Συναγωγή (1902) έχουν ιδιαίτερη ομορφιά. Κατασκευάστηκαν από τους ίδιους αρχιτέκτονες, Μάρτσελ Κόμορ και Ντέζε Γιάκαμπ, από τη Βουδαπέστη. Ένα άλλο εξαιρετικό παράδειγμα αρχιτεκτονικής Αρ Νουβό είναι το Καλλιτεχνικό Εντευκτήριο, που χτίστηκε το 1904 από τον Φέρεντς Γ. Ράιχλε.
Τα εκκλησιαστικά κτίρια περιλαμβάνουν τον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Τερέζας της Άβιλας του 1797, τη μονή Φραγκισκανών του 1723, τις Ορθόδοξες εκκλησίες επίσης του 18ου αιώνα και την Ουγγρικής Αρ ΝουβόΣυναγωγή της Σουμπότιτσα των αρχών του 20ου αιώνα, που η ανακαίνισή της ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 2019.
Το ιστορικό Εθνικό Θέατρο της Σουμπότιτσα, που χτίστηκε το 1854 ως το πρώτο μνημειακό δημόσιο κτίριο της πόλης, κατεδαφίστηκε το 2007, αν και το 1983 είχε κηρυχθεί ιστορικό μνημείο υπό κρατική προστασία και το 1991 είχε προστεθεί στο Εθνικό Μητρώο ως μνημείο εξαιρετικής πολιτιστικής αξίας. Βρίσκεται υπό αναστήλωση και είχε προγραμματιστεί να ανοίξει το 2017.[20]
Δημογραφικά
Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος
Πληθ.
±%
1948
123.668
—
1953
126.559
+2.3%
1961
136.782
+8.1%
1971
146.770
+7.3%
1981
154.611
+5.3%
1991
150.534
−2.6%
2002
148.401
−1.4%
2011
141.554
−4.6%
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της απογραφής του 2011 η διοικητική περιοχή της πόλης της Σουμπότιτσα είχε 141.554 κατοίκους.
Προάστια και χωριά
Η διοικητική περιοχή της Σουμπότιτσα αποτελείται από την κυρίως Σουμπότιτσα, την πόλη του Πάλιτς και 17 χωριά, τα εξής:
Μπάτσκι Βινογκράντι
Μπάτσκο Ντουσάνοβο
Μπάιμοκ
Μπίκοβο
Τσάνταβιρ
Ντόνι Τάβανκουτ
Τζούρτζιν
Γκόρνι Τάβανκουτ
Χαϊντούκοβο
Κελέμπιγια
Λιούτοβο
Μάλα Μπόσνα
Μισίτσεβο
Νόβι Ζέντνικ
Στάρι Ζέντνικ
Σούπλιακ
Βίσνιεβατς
Εθνοτική σύνθεση
Με απόλυτη ή σχετική ουγγρική εθνοτική πλειοψηφία είναι η Σουμπότιτσα (Ουγγρικά: Szabadka), το Πάλιτς (Ουγγρικά: Palicsfürdő) και τα χωριά Χαϊντούκοβο (Ουγγρικά: Hajdújárás), Μπάτσκι Βινογκράντι (Ουγγρικά: Bácsszőlős), Σούπλιακ (Ουγγρικά: Alsóludas), Τσάνταβιρ (Ουγγρικά: Csantavér), Μπάτσκο Ντουσάνοβο (Ουγγρικά: Zentaörs) και Κελέμπιγια (Ουγγρικά: Alskelebia). Χωριά με απόλυτη ή σχετική σερβική εθνοτική πλειοψηφία είναι τα Μπάιμοκ, Βίσνιεβατς, Νόβι Ζέντνικ και Μισίτσεβο. Χωριά με σχετική εθνοτική πλειοψηφία Κροατών είναι τα Μάλα Μπόσνα, Τζούρτζιν, Ντόνι Τάβανκουτ, Γκόρνι Τάβανκουτ, Μπίκοβο και Στάρι Ζέντνικ. Το Λιούτοβο έχει σχετική εθνοτική πλειοψηφία Μπούνιεβτσι.
Τα Σέρβικα είναι η πλέον χρησιμοποιούμενη γλώσσα στην καθημερινή ζωή, αλλά τα Ουγγρικά χρησιμοποιούνται επίσης από πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού στις καθημερινές τους συνομιλίες. Και οι δύο γλώσσες χρησιμοποιούνται ευρέως σε εμπορικές και επίσημες πινακίδες. [23]
Θρησκεία
Η θρησκεία στη διοικητική περιοχή της Σουμπότιτσα από την απογραφή του 2011: [22]
Η Σουμπότιτσα είναι η έδρα της Ρωμαιοκαθολικής επισκοπής της περιοχής Μπάτσκα. Η περιοχή της Σουμπότιτσα έχει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Καθολικών στη Σερβία. Το 57% του πληθυσμού της πόλης είναι Καθολικοί. Υπάρχουν οκτώ καθολικές ενοριακές εκκλησίες, ένα πνευματικό κέντρο Φραγκισκανών (η πόλη έχει κοινότητες Φραγκισκανών μοναχών τόσο ανδρών όσο και γυναικών), μια κοινότητα Δομινικανών γυναικών και δύο κοινότητες γυναικών αδελφών του Αγίου Αυγουστίνου. Η επισκοπή της Σουμπότιτσα διαθέτει το μοναδικό καθολικό δευτεροβάθμιο σχολείο στη Σερβία (Paulinum).
Όταν το ορφανοτροφείο και το παιδοκομείο των (γυναικών) μοναχών στο Μπλάτο της Κόρτσουλα (σημερινή Κροατία) είχε εξαντλήσει τα τρόφιμα και τους πόρους που χρειάζονταν για τα φτωχά και πεινασμένα παιδιά, η Μαρία Πέτκοβιτς (αργότερα γνωστή ως Ευλογημένη Μαρία του Εσταυρωμένου Ιησού Πέτκοβιτς), πήγε στη Μπάτσκα, του οποίου αποστολική έδρα είναι η Σουμπότιτσα, για να ζητήσει βοήθεια για τα ορφανά και τις χήρες. Ο επίσκοπος Λιούνταβιτ Λάιτσο Μπουντάνοβιτς ζήτησε από την Πέτκοβιτς να ιδρύσει μοναστήρια του Τάγματος της στη Σουμπότιτσα και τη γύρω περιοχή, έτσι ώστε οι ντόπιοι να μπορούν να επωφεληθούν πνευματικά από την καθοδήγηση των μοναχών του Τάγματος της. [24] Εκείνη έμαθε ότι η Μπάτσκα είχε πολλά φτωχά και εγκαταλελειμμένα παιδιά και το 1923 άνοιξε το Kolijevka, ένα παιδοκομείο στη Σουμπότιτσα, που υπάρχει, αλλά δεν διευθύνεται πλέον από μοναχές.
Από τις άλλες χριστιανικές κοινότητες τα μέλη της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι τα περισσότερα. Υπάρχουν δύο κτίρια Ορθόδοξων Εκκλησιών στην πόλη. Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί της Σουμπότιτσα ανήκουν στην Επισκοπή της Μπάτσκα της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η Σουμπότιτσα έχει επίσης δύο Προτεσταντικές εκκλησίες, μία Λουθηρανική και μία Καλβινιστική. Η Εβραϊκή κοινότητα της Εβραίοι είναι η τρίτη μεγαλύτερη στη Σερβία, μετά από εκείνες στο Βελιγράδι και το Νόβι Σαντ. Περίπου 1000 (από τους 6.000 Εβραίους της Σουμπότιτσα πριν από τον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο) επέζησαν του Ολοκαυτώματος. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 λιγότεροι από 90 Εβραίοι παρέμεναν στη Σουμπότιτσα. [22]
Πολιτική
Αποτελέσματα των τοπικών εκλογών του 2016 στο δήμο της Σουμπότιτσα: [25]
Μετά τις εκλογές ένας συνασπισμός με επικεφαλής το Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα και τη Συμμαχία Ούγγρων της Βοϊβοντίνα σχημάτισαν την τοπική δημοτική κυβέρνηση. Ο Μπόγκνταν Λάμπαν, από το Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα, εξελέγη δήμαρχος.
Εμβλημα
Το αρχικό και το σημερινό έμβλημα έχουν τη λατινική επιγραφή Civitatis Maria Theresiopolis, Sigillum Liberæque Et Regiæ που μεταφράζεται ως Σφραγίδα της Ελεύθερης και Βασιλικής Πόλης της Μαρίας Θερεσιόπολης.
Οικονομία
Η περιοχή γύρω από τη Σουμπότιτσα είναι κυρίως καλλιεργήσιμη γη, αλλά η ίδια η πόλη είναι σημαντικό βιομηχανικό και μεταφορικό κέντρο στη Σερβία. Λόγω των γύρω της καλλιεργήσιμων εκτάσεων η Σουμπότιτσα έχει γνωστές σε όλη τη χώρα βιομηχανίες παραγωγής τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων εμπορικών σημάτων όπως το εργοστάσιο ζαχαροπλαστικής "Pionir" και οι κατασκευαστές δημητριακών "Fidelinka", γάλακτος "Mlekara Subotica" και αλκοολούχων ποτών "Simex".
Υπάρχουν αρκετές παλιές σοσιαλιστικές βιομηχανίες που επέζησαν της μεταβατικής περιόδου στη Σερβία. Η μεγαλύτερη είναι το εργοστάσιο χημικών λιπασμάτων "Azotara" και το εργοστάσιο σιδηροδρομικών βαγονιών "Bratstvo". Επί του παρόντος η μεγαλύτερη εξαγωγική βιομηχανία της πόλης είναι το εργοστάσιο ανεμογεννητριών "Siemens Subotica". Αλλες μεγάλες εταιρείες της Σουμπότιτσα είναι οι Fornetti, ATB Sever και Masterplast. Από τις εταιρείες που πρόκειται να έρθουν στη Σουμπότιτσα είναι οι Dunkermotoren και NORMA Group. Ο τουρισμός είναι σημαντικός. Τα λίγα τελευταία χρόνια το Πάλιτς είναι διάσημο για το ομώνυμο Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Η Σουμπότιτσα είναι μια πόλη των φεστιβάλ, φιλοξενώντας περισσότερα από 17 ετησίως.
Το Σεπτέμβριο του 2017 η Σουμπότιτσα είχε μια από τις 14 ελεύθερες οικονομικές ζώνες που έχουν συσταθεί στη Σερβία. [26]
Το 2020 ξεκίνησε η κατασκευή ενός νέου υδάτινου πάρκου με δέκα πισίνες και τμήματα ευεξίας και σπα στο Πάλιτς.[27]
Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει το συνολικό αριθμό των ατόμων που απασχολούντο σε νομικά πρόσωπα ανά βασική δραστηριότητα το 2018: [28]
Δραστηριότητα
Σύνολο
Γεωργία, δασοκομία και αλιεία
632
Εξόρυξη και λατομεία
5
Βιομηχανία
14,481
Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου, ατμού και κλιματισμού
360
Παροχή νερού, αποχέτευση, διαχείριση αποβλήτων και δραστηριότητες αποκατάστασης
570
Κατασκευές
1,829
Χονδρικό και λιανικό εμπόριο, επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσικλετών
7,337
Μεταφορές και αποθήκευση 3.136
3,136
Υπηρεσίες διαμονής και εστίασης
1,802
Πληροφορίες και επικοινωνία
1,056
Χρηματοοικονομικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες
621
Δραστηριότητες ακινήτων
127
Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες
1,503
Διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες
1,088
Δημόσια διοίκηση και άμυνα · υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση
1,997
Εκπαίδευση
2,596
Δραστηριότητες υγείας και κοινωνικής εργασίας
3,416
Τέχνες, διασκέδαση και αναψυχή
653
Άλλες δραστηριότητες εξυπηρέτησης
984
Μεμονωμένοι εργαζόμενοι στη γεωργία
1,438
Σύνολο
45,631
Αθλητισμός
Η Σουμπότιτσα διαθέτει ένα σημαντικό γήπεδο ποδοσφαίρου (Δημοτικό Στάδιο), κλειστό γήπεδο και κλειστό κολυμβητήριο. Η τοπική ομάδα ποδοσφαίρου είναι η Σπάρτακ που αγωνίζεται στη Σερβική Σουπερλίγκα, την πρώτη κατηγορία της χώρας.
Μεταφορές
Ο αυτοκινητόδρομος Α1 συνδέει την πόλη με το Νόβι Σαντ και το Βελιγράδι στα νότια και, πέρα από τα σύνορα με την Ουγγαρία, με το Σέγκεντ στα βόρεια. Οδεύει παράλληλα με το σιδηρόδρομο Βουδαπέστη – Βελιγράδι, που τη συνδέει με μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις.
Η πόλη είχε ένα σύστημα τραμ, που καταργήθηκε το 1974. Τέθηκε σε λειτουργία το 1897 και από την αρχή ήταν ηλεκτρικό. Ενώ τα τραμ των γειτονικών πόλεων τότε ήταν συνήθως ιππήλατα, αυτό του έδωσ πλεονέκτημα έναντι άλλων δήμων, όπως το Βελιγράδι, το Νόβι Σαντ, το Ζάγκρεμπ και το Σέγκεντ. Η ύπαρξή του ήταν σημαντική για τους πολίτες της Σουμπότιτσα, καθώς και για τους τουρίστες που έρχονταν να την επισκεφθούν. Η Σουμπότιτσα έκτοτε ανέπτυξε ένα σύστημα λεωφορείων, που μεταφέρουν το κοινό μέσω εννέα αστικών, έξι προαστιακών και δέκα υπεραστικών, καθώς και δύο διεθνών λεωφορειακών γραμμών. Κάθε χρόνο τα λεωφορεία διανύουν περίπου 4,7 εκατομμύρια χιλιόμετρα και μεταφέρουν περίπου δέκα εκατομμύρια επιβάτες.
Η πόλη εξυπηρετείται από το ομώνυμο αεροδρόμιο. Ο διάδρομος του είναι πολύ μικρός για αεροσκάφη της γραμμής, περιορίζοντας τη χρήση του κυρίως στην ψυχαγωγική αεροπορία. Νοτιοδυτικά της πόλης υπάρχει ένας ιστός ύψους 218,5 μέτρων για ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές. Είναι ο ψηλότερος του είδους του στη Σερβία και ένας από τους ψηλότερους στην περιοχή.
Διάσημοι πολίτες
Γκέζα Τσατ (1887–1919), Ούγγρος συγγραφέας, μουσικός, μουσικοκριτικός, ψυχίατρος και γιατρός
Γκιούλα Τσέσνεκι (γεν. 1914), Ούγγρος ποιητής και στρατιωτικός
Μάρκο ΝΤμίτροβιτς (γεν. 1992), τερματοφύλακας της Εθνικής Σερβίας και της ισπανικής Έιμπαρ
Νίκολα Κάλινιτς (γεν. 1991), Σέρβος μπασκετμπολίστας, ασημένιο μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες και στο Παγκόσμιο Κύπελλο της FIBA
Ζόραν Κάλινιτς (γεν. 1958), πρωταθλητής του πινγκ-πονγκ
Ντάνιλο Κις (1935–1989), συγγραφέας
Ντέζε Κόστολανι (1885–1936), Ούγγρος ποιητής και πεζογράφος
Πέτερ Λέκο (γεν. 1979), νούμερο ένα σκακιστής της Ουγγαρίας
↑«Kommunalpolitische Vereinigung (Municipal Political Association, the sub-organization of the Christian Democratic Union and the Christlich-Soziale Union of Germany), Serbien Reader - Kleiner Wegweiser für den Political Visit (Serbia Reader - small guide for political visit), Serbien/Montenegro, unsere neuen europäischen Nachbarn (Serbia/Montenegro, our new European neighbors), from March 2009, edited by Christian Passin and Sabine Schiftar, page 76»] (στα γερμανικά). By Kommunalpolitische Vereingung (www.kpv.at), Vienna. http://modernpolitics.at/fileadmin/Inhaltsdateien/POLAK/essays/reader_Serbien.pdf. Ανακτήθηκε στις 2013-01-21.[νεκρός σύνδεσμος]