Ο Νεστόριος (386 - 450) διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως από τις 10 Απριλίου του 428 έως τις 22 Ιουνίου του 431. Ήταν εισηγητής της αίρεσης του Νεστοριανισμού, η οποία οδήγησε στο ομώνυμο σχίσμα.
Γεννήθηκε περί το 386 στη Γερμανίκεια της βυζαντινής Συρίας (σημερινό Καχραμανμαράς της Τουρκίας). Έλαβε αξιόλογη μόρφωση και ήταν μαθητής του Αντιοχειανού θεολόγου Θεοδώρου Μοψουεστίας, στη διδασκαλία του οποίου έχει τις ρίζες της και η διδασκαλία του Νεστοριανισμού. Εκάρη μοναχός στη Μονή του Αγίου Ευπρεπίου της Αντιόχειας, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και απέκτησε μεγάλη φήμη, χάρη στην ευγλωττία και τη θεολογική του μόρφωση.
Η φήμη του οδήγησε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ να τον προωθήσει στον Θρόνο της Κωνσταντινούπολης, μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Σισινίου.
Οι χριστολογικές απόψεις του δημιούργησαν μεγάλη αναστάτωση στην εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, προκαλώντας έριδα πάνω στο ζήτημα αν στον Χριστό ενοικούν δύο πρόσωπα (ο θεός Λόγος και ο άνθρωπος Ιησούς) ή αν στον Χριστό υπάρχει μόνο ένα πρόσωπο. Η έριδα ξεκίνησε όταν ο Νεστόριος άρχισε να κηρύττει ότι ο όρου «Θεοτόκος» για την Παναγία,[3] δεν είναι σωστός, και ότι ανταυτού θα πρέπει η Παναγία να αποκαλείται «Χριστοτόκος» επειδή η Παναγία γέννησε μόνο τον άνθρωπο Ιησού και όχι τον Θεό Λόγο. Κατ' αυτόν τον τρόπο διαχώριζε τον Χριστό σε δύο πρόσωπα, τα οποία μόνο φαινομενικά έμοιαζαν να είναι ένα άτομο, ενώ στην πραγματικότητα ήταν δύο πρόσωπα. Στη θεολογική αυτή έριδα, ο Νεστόριος βρήκε αντίπαλό του τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, του οποίου η βασική θέση ήταν ότι ο Νεστόριος κατ' ουσίαν δίδασκε ότι υπάρχουν δύο Χριστοί (ο θεός Λόγος και ο άνθρωπος Ιησούς) και αρνούνταν στην πραγματικότητα την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού. Ο Κύριλλος βρήκε συμπαραστάτη στις θέσεις του τον επίσκοπο ΡώμηςΚελεστίνο Α΄.
Για την επίλυση της έριδας, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄ συνεκάλεσε το 431 στην Έφεσο την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο, υποστηρίζοντας τις θέσεις του Νεστορίου. Η Σύνοδος όμως αυτή υιοθέτησε τις απόψεις του Κυρίλλου Αλεξανδρείας και του Κελεστίνου Ρώμης, καθώς οι υποστηρικτές του Νεστορίου δεν υπερίσχυσαν. Έτσι, ο Νεστόριος χαρακτηρίστηκε αιρετικός και εκθρονίστηκε. Κατόπιν, κατέφτασε καθυστερημένα στη Σύνοδο ο Αντιοχείας Ιωάννης, υποστηρικτής του Νεστορίου, ο οποίος, αφού πληροφορήθηκε το αποτέλεσμα της Συνόδου, συνεκάλεσε δική του, η οποία εκθρόνισε τον Κύριλλο Αλεξανδρείας.
Ακολούθησε μία ταραγμένη περίοδος, στην οποία επιχειρήθηκε να εφαρμοστούν οι ληφθείσες αποφάσεις των δύο αντικτρουόμενων συνόδων. Ο Νεστόριος τελικά κλείστηκε στη Μονή του Αγίου Ευπρεπίου στην Αντιόχεια και κατόπιν εξορίστηκε σε όαση της ερήμου στην Αίγυπτο, όπου αφοσιώθηκε στη συγγραφή θεολογικών έργων μέχρι το θάνατό του (περί το 450)[4]. Τα περισσότερα έργα του καταστράφηκαν από τους εχθρούς του, ενώ ορισμένα μόνο διασώθηκαν από οπαδούς του (Νεστοριανοί). Η Αυτοκρατορία τελικά απέρριψε την νεστοριανή χριστολογία και αποδέχτηκε την χριστολογία της Συνόδου της Εφέσου (Γ΄ Οικουμενική). Ο Νεστοριανισμός κηρύχθηκε αίρεση, και ως εκ τούτου ήταν παράνομος μέσα στα εδάφη της Αυτοκρατορίας.
Η απαγόρευση της διάδοσης του Νεστοριανισμού μέσα στην Αυτοκρατορία οδήγησε τους Νεστοριανούς στο να δράσουν ιεραποστολικά εκτός της Αυτοκρατορίας, στην Περσία και αλλού, και να ιδρύσουν Νεστοριανές εκκλησίες σε όλη την Ασία, οι οποίες εκκλησίες επέζησαν για πολλούς αιώνες. Το 1898 μεγάλο μέρος των Νεστοριανών ενώθηκε με την Ορθόδοξη Εκκλησία, αφού ασπάστηκαν την Ορθόδοξη Εκκλησία και οι σύγχρονοι Νεστοριανοί, μέλη της λεγόμενης Ασσυριακής Εκκλησίας της Ανατολής, έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο. Η Εκκλησία αυτή τιμά τον Νεστόριο μέχρι σήμερα ως άγιο.
↑Σύμφωνα με μια ελληνική παράδοση εξορίσθηκε στη Θάσο, όπου και πέθανε. Κυριάκου Σιμόπουλου, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, 1700-1800, τομ.Β΄ Αθήνα 1980, σελ.51: Γύρω στα 1706 ο Γάλλος μισσιονάριος Pere Braconnier επισκέφθηκε μεταξύ άλλων και τη Θάσο όπου στη θέση Κακή Ράχη του έδειξαν τάφο του Νεστορίου