* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).
Ο Χέντρικ Γιοχάνες Κρόιφ OON (ολλανδικά: Hendrik Johannes Cruijff, προφορά: ˈjoːɦɑn ˈkrœyf, διεθνής απόδοση: Cruyff, 25 Απριλίου 1947 – 24 Μαρτίου 2016) ήταν Ολλανδός διεθνής ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν ως επιθετικός. Θεωρείται ευρέως ως ο κορυφαίος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών και στο ανώτατο επίπεδο στην ποδοσφαιρική ιστορία.[1][2][3][4][5] Στις εκλογές της IFFHS για την ανάδειξη των καλύτερων ποδοσφαιριστών του 20ού αιώνα κατέλαβε τη δεύτερη θέση πίσω μόνο από τον Πελέ και ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος.[6][7] Επίσης, εκλέχθηκε τρίτος καλύτερος παίκτης του 20ού αιώνα και πρώτος Ευρωπαίος σε ειδική ψηφοφορία του περιοδικού France Football, ανάμεσα στους νικητές της Χρυσής Μπάλας.[8]
Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας έγινε προπονητής με μεγάλες επιτυχίες στο υψηλότερο επίπεδο θεωρούμενος ως ένας από τους σημαντικότερους με ιδιαίτερη επιρροή στη σύγχρονη ιστορία του αθλήματος.[9][10] Το 2019 ψηφίστηκε τέταρτος καλύτερος προπονητής όλων των εποχών από το France Football με πρώτο το δάσκαλό του Ρίνους Μίχελς.[11]
Έχοντας αναδειχθεί από τις ακαδημίες του Άγιαξ έφτασε με το σύλλογο στην κορυφή του ποδοσφαιρικού στερεώματος πρωταγωνιστώντας στην ανάδειξη της πιο δημοφιλούς και επιτυχημένης μορφής του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Η μεταγραφή του στη Μπαρτσελόνα έγινε με ποσό-ρεκόρ και οδήγησε την καταλανική ομάδα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος μετά από 14 χρόνια. Κατέκτησε σε συλλογικό επίπεδο όλους τους εγχώριους και διεθνείς τίτλους, όπως Πρωτάθλημα και Κύπελλο Ολλανδίας, Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης, Πρωτάθλημα και Κύπελλο Ισπανίας, Ευρωπαϊκό Σούπερ Κύπελλο και Διηπειρωτικό Κύπελλο, αλλά παρά τις εντυπωσιακές εμφανίσεις στο μοναδικό Παγκόσμιο Κύπελλο που αγωνίστηκε, αυτό του 1974, ο τίτλος δεν θα επισφράγιζε την παρουσία του. Το 1998 η FIFA τον εξέλεξε στην καλύτερη ενδεκάδα του 20ού αιώνα.[12][13]
Αυτό που έκανε τον Κρόιφ κορυφαίο ως παίκτη δεν ήταν μόνο ο τρόπος που αγωνιζόταν, αλλά η επίγνωση του γηπέδου και η επιρροή του στην ανάπτυξη του παιχνιδιού που τον χαρακτήριζε. Δεν έπαιζε ποτέ σε σταθερή θέση, αλλά περιπλανιόταν στο γήπεδο, αναδυόμενος όπου χρειαζόταν και συχνά με καταστροφικό για τους αντιπάλους αποτέλεσμα. Η επιδεξιότητά του με την μπάλα ήταν εξίσου αξιοσημείωτη.[14][15] Καινοτόμος και ιδεαλιστής, μία επαναστατική παρουσία στο άθλημα, αρχικά ως παίκτης, αργότερα ως προπονητής στους δύο μεγάλους συλλόγους που κυρίως αγωνίστηκε (Άγιαξ και Μπαρτσελόνα, με την οποία γνώρισε τις σημαντικότερες επιτυχίες συμπεριλαμβανομένου του πρώτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών στην ιστορία του σωματείου), άφησε αξιοθαύμαστη κληρονομιά - αυτή ενός ποδοσφαιριστή που πέτυχε σχεδόν τα πάντα ασκώντας μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση του αθλήματος όπως το γνωρίζουμε σήμερα και με μία εθνική ομάδα που άλλαξε την τροχιά της στο παγκόσμιο ποδοσφαιρικό στερέωμα. Η άποψη ότι είναι ο άνθρωπος που «επανεφηύρε» το ποδόσφαιρο, υποστηρίζεται από πολλούς ειδικούς τόσο ώστε να χαρακτηρίζεται ως σημαντικότερη φυσιογνωμία στο χώρο του αθλήματος αμφισβητώντας το στερεότυπο ότι κανένα άτομο δεν είναι μεγαλύτερο από ένα σύλλογο.[16][17] Θεωρείται από ορισμένους ως ο σημαντικότερος του αθλήματος όλων των εποχών.[18][19][20][21]
Τα πρώτα χρόνια στην Ολλανδία
Ο Γιόχαν Κρόιφ (ολλανδικά: Johan Cruijff), γεννήθηκε στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας, στη συνοικία Μπέτοντορπ (στην κυριολεξία σημαίνει τσιμεντένιο χωριό έχοντας κατασκευαστεί μεταξύ της δεκαετίας του 1920 και των αρχών του 1930 την περίοδο του Μεσοπολέμου[22]). Η οικογένειά του ήταν χαμηλού εισοδήματος, ο πατέρας του οπωροπώλης, ενώ η μητέρα του δούλευε ως καθαρίστρια στο γήπεδο του Άγιαξ.[23][24][25] Ο πατέρας του ήταν οπαδός της ομάδας και ο μικρός Γιόχαν είχε την πρώτη του επαφή, όταν σε ηλικία πέντε ετών πήγαν μαζί ένα καλάθι με φρούτα στους τους παίκτες καθώς το σπίτι του ήταν αρκετά κοντά στο γήπεδο. Στις αρχές του 1959 πέθανε ο πατέρας του, γεγονός που επιδείνωσε τα οικονομικά της οικογένειας. Η μητέρα του αναγκάστηκε να δουλέψει στο σύλλογο και έπαιρνε μαζί της το Γιόχαν τον οποίο ενθάρρυνε να αφοσιωθεί στο άθλημα. Η μητέρα ξεκίνησε μια σχέση με τον Χενκ Άνγκελ, επίσης εργαζόμενο στο σύλλογο. Ο Κρόιφ δημιούργησε στενό δεσμό με τον «θείο Χενκ», αναφερόμενος μερικές φορές σε αυτόν ως «δεύτερο πατέρα» του. Ο νεαρός Γιόχαν έκανε βοηθητικές δουλειές στο γήπεδο, αλλά πάντα έπαιρνε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια μαζί ευελπιστώντας σε ευκαιρίες να παίξει με τους παίκτες της ομάδας, κάτι που τελικά συνέβαινε αρκετές φορές. Ο προπονητής της ομάδας νέων του Άγιαξ, Τζόνι βαν ντερ Βέεν, παρατήρησε πρώτος το εκκολαπτόμενο ταλέντο και το ενέταξε στις ακαδημίες του συλλόγου.[26][27][28] Σε ηλικία 13 ετών σταμάτησε το σχολείο και άρχισε να δουλεύει ως υπάλληλος μερικής απασχόλησης σε μεγάλο εμπορικό κατάστημα. Ως 15χρονος ήταν ανάμεσα στα παιδιά που μάζευαν τη μπάλα (ball boy) του τελικού του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1962 που διεξήχθη στο Άμστερνταμ ανάμεσα στη Μπενφίκα και τη Ρεάλ Μαδρίτης. Εκείνη την ημέρα έγινε μάρτυρας της συνεχούς κίνησης και του οράματος του μεγάλου Αργεντινού επιθετικού Αλφρέδο Ντι Στέφανο αποκτώντας έτσι ένα κορυφαίο πρότυπο.[29][30] Συνέχισε τον αθλητισμό ασχολούμενος και με το μπέιζμπολ αλλά η κατάκτηση του πρωταθλήματος με την ομάδα των νέων το 1963 τον κράτησε οριστικά στο ποδόσφαιρο. Υπέγραψε το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο την ημέρα των 16ων γενεθλίων του, ο δεύτερος στην ιστορία του ποδοσφαίρου της χώρας.[31][32][33]
Το 1964 έπειτα από εισήγηση του Άγγλου προπονητή Βικ Μπάκινγκχαμ, προωθήθηκε στη πρώτη ομάδα του Άγιαξ και έκανε το ντεμπούτο του στον αγώνα πρωταθλήματος με αντίπαλο τη GVAV (μετέπειτα ΦΚ Χρόνινγκεν) στις 15 Νοεμβρίου 1964 σημειώνοντας το μοναδικό τέρμα της ομάδας στο τελικό 3–1.[26][34][35] Ήταν όμως άπειρος και χαρακτηριστικά αδύνατος (μόλις 60 κιλά) υστερώντας στο να ικανοποιήσει πλήρως τον τότε προπονητή του και έτσι εκείνη τη χρονιά συμμετείχε σε 10 μόνο παιχνίδια σημειώνοντας 4 τέρματα, με τον Άγιαξ να κατατάσσεται στην 13η θέση του πρωταθλήματος, τη χαμηλότερη από την ίδρυση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στη χώρα.[31][36][37] Παρ' αυτά, ο έμπειρος και επιτυχημένος Άγγλος προπονητής βοήθησε τον έφηβο (ακόμα) παίκτη στα πρώτα του βήματα.[36][38]
Η εγχώρια καθιέρωση με τον Άγιαξ
Την επόμενη χρονιά με νέο προπονητή το Ρίνους Μίχελς, οι αλλαγές στην ομάδα με κύρια χαρακτηριστικά τον πλήρη επαγγελματισμό και την αυστηρή πειθαρχία, έδωσαν τη δυνατότητα στον Κρόιφ και το σπουδαίο του ταλέντο να κάνουν τη μεγάλη διαφορά. Ο Μίχελς, που ανέλαβε την ομάδα στις 22 Ιανουαρίου 1965, είχε φιλόδοξα σχέδια και πρωτοπόρες ιδέες βασιζόμενος σε ένα νεανικό σύνολο. Οι περισσότεροι των παικτών προέρχονταν από τις ακαδημίες του συλλόγου.[23][39][40] Ειδικά για τον Κρόιφ, ο νέος προπονητής ετοίμασε ένα πρόγραμμα σωματικής άσκησης σχεδιασμένο στην ανάπτυξη του συγκριτικά αδύναμου κορμιού του, έτσι ώστε να είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες της επαγγελματικής καριέρας.[41] Ξεκινώντας με τον Κρόιφ στη βασική ενδεκάδα, η ομάδα κέρδισε το πρωτάθλημα μένοντας αήττητη για 16 συνεχόμενους αγώνες και με τον ίδιο να σημειώνει 25 γκολ στους 23 αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις που συμμετείχε.[37][42][43] Την αγωνιστική περίοδο 1966–67 η ομάδα σταθεροποιήθηκε στην κορυφή του ολλανδικού ποδοσφαίρου κατακτώντας το νταμπλ και σημειώνοντας 122 τέρματα στο πρωτάθλημα (σε 34 αγώνες), ρεκόρ έως τώρα ακατάρριπτο με τον Κρόιφ να αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ με 33 γκολ,[22][44][45] όπως και του Κυπέλλου με πέντε γκολ[46] εξασφαλίζοντας δικαιωματικά και τον τίτλο του καλύτερου παίκτη της χρονιάς στην Ολλανδία για πρώτη φορά.[47][48] Το διάστημα 8 Μαΐου έως 26 Δεκεμβρίου 1966 σκόραρε σε 17 συνεχόμενους αγώνες πρωταθλήματος, επίδοση που τότε ήταν η δεύτερη καλύτερη όλων των εποχών (τώρα τρίτη).[49][50] Συμπεριλαμβανομένων και των άλλων επίσημων αγώνων το σύνολο ήταν 41 τέρματα σε ισάριθμους αγώνες, η δεύτερη τότε καλύτερη επίδοση στην ιστορία του συλλόγου.[51][52] Το 1967–68 η ομάδα ήταν και πάλι πρωταθλήτρια και ο Κρόιφ τρίτος σκόρερ της Έρεντιβιζι με 25 τέρματα.[53] Η απόκτηση του Γιόχαν Νέσκενς το 1970 διευκόλυνε το έργο του και του επέτρεψε να δημιουργήσει «μαγικές στιγμές».[54] Όσο οι παίκτες του «Αίαντα» είχαν την μπάλα στην κατοχή τους, απλώνονταν στο γήπεδο προσπαθώντας να «μεγαλώσουν» τεχνητά τις πραγματικές του διαστάσεις, με την αλληλοκάλυψη να αποτελεί το σημαντικότερο παράγοντα επιτυχίας. Αντίθετα, όταν έχαναν την κατοχή της μπάλας, πίεζαν προς την αντίπαλη περιοχή και σε ασφυκτικό βαθμό, προσπαθώντας να «μικρύνουν» τις διαστάσεις του γηπέδου, δίνοντας έτσι έμφαση στην παράμετρο «χώρος». Στην άμυνα η χρήση του οφσάιντ απέκτησε αυξανόμενη σημασία με όλους να συμμετέχουν.[55][56][57] Ο Κρόιφ έγινε ο φυσικός ηγέτης της ομάδας αλλά και ο καλύτερος εκτελεστής, καθώς σε 318 επίσημες εμφανίσεις σημείωσε 250 γκολ σε διάστημα εννέα ετών. Στις 29 Νοεμβρίου 1970 σημείωσε έξι τέρματα στον αγώνα πρωταθλήματος εναντίον της ΑΖ Άλκμααρ που έληξε με 8–1, επίδοση ρεκόρ πρωταθλήματος που διατηρήθηκε 37 χρόνια.[32][47][58]
Η παρουσία του Μίχελς στην ομάδα επαναπροσδιόρισε σταδιακά τη θέση του: αγωνιζόταν ως κεντρικός επιθετικός αλλά το πολύπλευρο ταλέντο του του έδινε πολλές δυνατότητες παίζοντας είτε στο βάθος της επίθεσης ή καλύπτοντας όταν είναι απαραίτητο, πηγαίνοντας συχνά στα πλάγια ή παραμένοντας σε θέση μέσου προκειμένου να οργανώσει επιθετική πρωτοβουλία επιστρέφοντας στον κεντρικό του ρόλο, ανάλογα με την κατάσταση του αγώνα.[59][60][61][62] Αυτός ο τρόπος λειτουργίας ήταν ο θεμέλιος λίθος στο νέο σύστημα του αθλήματος που ονομάστηκε ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο και άρχισε να γίνεται σταδιακά εμφανής από το δεύτερο χρόνο παρουσίας του Μίχελς έχοντας ως σημαντικότερο εκφραστή της φιλοσοφίας τον ταλαντούχο νεαρό Κρόιφ.[23][63][64] Ο Μίχελς (που σε δεδομένη στιγμή είχε πει ότι «δεν έχω ομάδα χωρίς τον Κρόιφ»[20]), αντιλήφθηκε ότι η ανάπτυξη των δεξιοτήτων και γνώσεων του Κρόιφ δεν θα έπρεπε να περιοριστούν, αλλά αντίθετα να αξιοποιηθούν σε ένα σύστημα που θα διαμορφώνοταν γύρω του ως ενορχηστρωτή ενός συνόλου που θα λειτουργούσε με τον πιο αρμονικό τρόπο.[28][65][66] Ο Κρόιφ σύντομα αντιλήφθηκε ότι στο ποδόσφαιρο πρέπει να αναλύει κανείς τα λάθη του, να παίρνει μαθήματα και να προχωρεί χωρίς απογοήτευση, στοιχεία που τον έκαναν να επιδιώκει συνεχώς τη βελτίωσή του.[67][68] Η σταδιακή ενδυνάμωσή του (το βάρος του ανέβηκε στα 70–71 κιλά) του επέτρεπε να ανταποκρίνεται στους πολλαπλούς ρόλους. Ήταν πολύ γρήγορος με εξαιρετική ικανότητα επιτάχυνσης, εξυπνάδα, φαντασία και πολύ υψηλή τεχνική κατάρτιση, την κορυφαία της εποχής του. Ιδιαίτερα διορατικός, έβλεπε χώρους και θέσεις στο γήπεδο που άλλοι κορυφαίοι ποδοσφαιριστές δεν μπορούσαν να διακρίνουν. Αυτό του επέτρεπε να είναι όχι μόνο ο ίδιος επικίνδυνος αλλά να δίνει την ευχέρεια και στους συμπαίκτες του να αναδυθούν και λειτουργικά να βελτιωθούν. Τα χαρακτηριστικά του αυτά μαζί με τα ηγετικά του προσόντα οδήγησαν σε ένα τρόπο ανάπτυξης του παιχνιδιού της ομάδας που είχε πάντα αυτόν σε κυρίαρχο ρόλο με σταδιακά αυξανόμενη ευθύνη με τον προπονητή να του παρέχει ελευθερία κινήσεων και πρωτοβουλιών.[69][70][71] Η αποχώρηση του Μίχελς το 1971 αύξησε τη σημασία του ρόλου του στη λειτουργικότητα της ομάδας, η οποία κινήθηκε πιο ελεύθερα.[72]
Η διεθνής καταξίωση
Μετά από τρία συνεχή πρωταθλήματα με την ομάδα του, ήρθε και η ευρωπαϊκή αναγνώριση. Η αρχή θεωρείται ότι έγινε στην πορεία του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Πρωταθλητριών της περιόδου 1966–67 με τη συντριπτική νίκη στο Άμστερνταμ επί της πρωταθλήτριας ΑγγλίαςΛίβερπουλ στη φάση των "16" με 5–1 μέσα σε πυκνή ομίχλη και με ισοπαλία 2–2 στο Λίβερπουλ (με δύο γκολ του Κρόιφ, είχε σημειώσει ένα στον πρώτο αγώνα) παίρνοντας έτσι την πρόκριση αλλά επιβεβαιώθηκε το 1969.[73][74][75] Ο προπονητής της αγγλικής ομάδας Μπιλ Σάνκλι σχολίασε τότε πως ήταν σα να ρίχνουν πέτρες στον άνεμο την προσπάθεια να τον μαρκάρουν οι αμυντικοί του.[76] Στα προημιτελικά εκείνης της διοργάνωσης η ολλανδική ομάδα και ο Κρόιφ κλόνισαν την ισχύ των παλαιών δυνάμεων του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου με την επικράτηση επί της Μπενφίκα, δύο φορές κατόχου του τίτλου μετά από ήττα στο Άμστερνταμ (1–3, με γκολ του Κρόιφ) και μία απρόσμενη νίκη στη Λισσαβόνα με το ίδιο σκορ και δύο τέρματα δικά του, που έδωσαν την τελική πρόκριση στον Άγιαξ.[77][78] Στις 28 Μαΐου, ο 22χρονος
ποδοσφαιριστής αγωνίστηκε στον πρώτο τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Πρωταθλητριών απέναντι στη Μίλαν, αλλά η συγκριτικά πιο έμπειρη ιταλική ομάδα επικράτησε με 4–1.[79] Η προσπάθεια όμως για την ευρωπαϊκή επιτυχία κόστισε την απώλεια και των δύο εγχώριων τίτλων εκείνη τη χρονιά, όμως το 1969–70 ενισχύθηκε μεταγραφικά και επανήλθε στην κορυφή με την κατάκτηση του δεύτερου νταμπλ, ο δε Κρόιφ ήταν δεύτερος σκόρερ του πρωταθλήματος με 23 τέρματα και 33 συνολικά σε όλες τις διοργανώσεις.[33][53] Το 1970–71 ο Άγιαξ έφτασε στην κορυφή της Ευρώπης νικώντας στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών τον Παναθηναϊκό του Φέρεντς Πούσκας με 2–0, επιτυχία που επαναλήφθηκε το 1972 απέναντι στην Ίντερ με το ίδιο αποτέλεσμα και δύο δικά του γκολ.[39][80][81] Αυτή η νίκη ώθησε τις ολλανδικές εφημερίδες (και όχι μόνο) να ανακοινώσουν την κατάρρευση του ιταλικού τρόπου αμυντικού ποδοσφαίρου γνωστού ως κατενάτσιο που είχε αρχίσει να κυριαρχεί τη δεκαετία του 1960 απέναντι στο ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο.[82][83][84] Σε εκείνη τη διοργάνωση ο Κρόιφ ήταν και πρώτος σκόρερ με πέντε τέρματα,[85] ενώ ήταν ο πρώτος από τους δύο μόνο παίκτες που πέτυχε ευρωπαϊκό τρεμπλ, ενώ ταυτόχρονα ήταν ο πρώτος σκόρερ και στις τρεις διοργανώσεις.[86] Την ίδια σεζόν ο Άγιαξ ισοφάρισε το ρεκόρ κόσμου σε συνεχόμενες νίκες σε όλες τις διοργανώσεις με 26, το οποίο καταρριφθηκε 45 χρόνια αργότερα.[87][88] Παρά τις πολλαπλές ατομικές και συλλογικές επιτυχίες εκείνης της χρονιάς ήταν τέταρτος στην ψηφοφορία της Χρυσής Μπάλας μετά από τρεις διεθνείς Δυτικογερμανούς πρωταθλητές Ευρώπης, βραβείο που είχε ήδη κατακτήσει την προηγούμενη χρονιά.[27][89][90]
Ο Άγιαξ κατέκτησε και το Διηπειρωτικό Κύπελλο το 1972 (είχε αρνηθεί να συμμετάσχει την προηγούμενη χρονιά), νικώντας την Ιντεπεντιέντε στους διπλούς τελικούς, 1–1 στο πρώτο παιχνίδι στην Αργεντινή με γκολ του Κρόιφ και με 3–0 στο δεύτερο,[41][92] φτάνοντας έτσι στους τέσσερις τίτλους εκείνη τη χρονιά, έχοντας κατακτήσει το τρίτο νταμπλ στην Ολλανδία. Με ένα γκολ του Κρόιφ σε κάθε αγώνα στις αρχές του 1973, κέρδισε το Ευρωπαϊκό Σούπερ Κύπελλο (το πρώτο που διοργανώθηκε, παραμένει ανεπίσημο) νικώντας τη Ρέιντζερς με 3–1 στη Γλασκώβη (16 Ιανουαρίου) και 3–2 μία εβδομάδα αργότερα στο Άμστερνταμ.[93][94] Τη διετία 1971–73 ο Άγιαξ νίκησε και τους 46 επίσημους αγώνες που έδωσε στην έδρα του, τη δε αγωνιστική περίοδο 1971–72 γνώρισε μία μόνο ήττα στο πρωτάθλημα, το οποίο κατέκτησε με συντελεστή τερμάτων 104–20 και τον Κρόιφ πρώτο σκόρερ με 25 γκολ στο πρωτάθλημα και 33 συνολικά στις επίσημες διοργανώσεις.[53][95][96] Εκείνη τη χρονιά η συντριπτική νίκη επί της Φέγενορντ (5–1) στις 15 Απριλίου με ένα γκολ του Κρόιφ επανέφερε την ισορροπία που είχε διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια. Το 1973 ήρθε η δεύτερη μεγάλη ατομική διάκριση με την κατάκτηση της Χρυσής Μπάλας του καλύτερου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή.[90][97] Την αγωνιστική περίοδο 1972–73 και συγκεκριμένα στις 7 Μαρτίου του 1973, στο «Ντε Μέερ» του Άμστερνταμ και στο πλαίσιο των προημιτελικών του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, ο Άγιαξ συνέτριψε με 4–0 την Μπάγερν Μονάχου δίνοντας μία από τις μεγαλύτερες παραστάσεις του, η οποία όμως έμελλε να είναι και από τις τελευταίες εκείνης της ομάδας. Ο Κρόιφ σημείωσε το τέταρτο γκολ. Ο αγώνας ψηφίστηκε ως ο καλύτερος για τα Ευρωπαϊκά Κύπελλα όλων των εποχών από τη γαλλική εφημερίδα L'Équipe το 2005. Η εφημερίδα χαρακτήρισε το παιχνίδι ως την καλύτερη επίδειξη του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου.[98][99][100] Στον επαναληπτικό η νίκη των Δυτικογερμανών με 2–1 ήταν χωρίς αντίκρυσμα. Η πορεία ολοκληρώθηκε με ένα τρίτο διαδοχικό Ευρωπαϊκό Κύπελλο Πρωταθλητριών με νίκη 1–0 επί της Γιουβέντους στον τελικό της 30ής Μαΐου 1973 στο Βελιγράδι με τον Κρόιφ εμπνευστή ενός από τα συναρπαστικότερα εικοσάλεπτα στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου.[59][101][102] Η λαμπρή αυτή πορεία έμεινε στην παγκόσμια ποδοσφαιρική ιστορία και ήταν η μέχρι τότε καλύτερη συλλόγου μετά από αυτή της Ρεάλ Μαδρίτης της δεκαετίας του 1950.[103][104]
Η πρώτη θητεία του Κρόιφ στον ολλανδικό σύλλογο ολοκληρώθηκε το 1973 με την ομάδα να θεωρείται μία από τις καλύτερες όλων των εποχών και για πολλούς η σημαντικότερη[105][106][107] έχοντας κατακτήσει με τον Κρόιφ 16 τίτλους σε όλα τα επίπεδα (έξι εθνικά πρωταθλήματα, τέσσερα Κύπελλα, δύο Σούπερ Κύπελλα Ευρώπης, τρία συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών Ευρώπης, ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο) και παίζοντας ποδόσφαιρο πρωτοποριακού χαρακτήρα με αποτέλεσμα να κερδίσει θαυμαστές παγκόσμια.[108][109] Στα οκτώ πρώτα χρόνια του επαγγελματικού πρωταθλήματος, ο Άγιαξ είχε κατακτήσει δύο, και μετά τον ερχομό του Κρόιφ έξι σε εννέα χρόνια.[110] Η τροπαιοθήκη του συλλόγου γέμισε χάρη στο σύνολο που έγινε γνωστό και ως οι 12 Apostles (12 Απόστολοι).[111] Το τελευταίο του παιχνίδι με το σύλλογο του Άμστερνταμ ήταν στις 19 Αυγούστου 1973 απέναντι της ΦΚ Άμστερνταμ που έληξε με 6–1 υπέρ του Άγιαξ σημειώνοντας ένα γκολ και δίνοντας τρεις τελικές πάσες (ασίστ).[47][104][112]
Εκτός γηπέδου ο Κρόιφ καθημερινά λάμβανε δεκάδες γράμματα θαυμαστών και θαυμαστριών του, προσκλήσεις όλων των ειδών, ηχογράφησε δίσκο με τη φωνή του διηγούμενος διάφορα κατορθώματά του στο ποδόσφαιρο, συμμετείχε σε διαφημίσεις προϊόντων, αθλητικών και μη, ενώ κινούνταν μπροστά στις κάμερες σαν τηλεοπτικός αστέρας.[113][114][115]
Ακόμα, νωρίς στην καριέρα του διεκδίκησε δικαιώματα για τους ποδοσφαιριστές, που στην εποχή εκείνη ήταν περιορισμένα λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του αθλήματος στη χώρα του που έγινε επαγγελματικό το 1954, αλλά η μετάβαση γινόταν σταδιακά. Συνέβαλε έτσι στη σημαντική αύξηση του βιοτικού επιπέδου των ομολόγων του. Ανακάλυψε επίσης ότι οι Ολλανδοί αξιωματούχοι της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας ήταν ασφαλισμένοι για ταξίδια στο εξωτερικό, αλλά οι παίκτες δεν ήταν, ζήτησε - και πέτυχε - το ίδιο και γι' αυτούς αρνούμενος να αγωνιστεί σε αγώνα με την Πολωνία.[108][116][117]
Η δεύτερη περίοδος στην Ισπανία
Εκείνο το χρόνο (1973), η Μπαρτσελόνα απέκτησε τον 26χρονο τότε Κρόιφ με συμφωνία που υπογράφηκε στις 13 Αυγούστου πληρώνοντας δύο εκατομμύρια δολάρια, ποσό που ήταν ρεκόρ για την εποχή του.[118][119] Το ποσό ήταν διπλάσιο από το υψηλότερο που είχε δοθεί μέχρι τότε για μεταγραφή ποδοσφαιριστή.[51] Κατά πολλούς η μετακίνηση αυτή, με την ιστορική της συνέχεια, άλλαξε την πορεία του συνόλου του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.[120][121][122] Το ενδιαφέρον του συλλόγου της Καταλονίας χρονολογούταν από το 1970, όταν προπονητής ήταν ο πρώην προπονητής του Βιμ Μπάκινγκχαμ αλλά η απαγόρευση μεταγραφής ξένων παικτών ή όσων δεν είχαν ισπανικές ρίζες στην Ισπανία δεν επιτρέπονταν τότε και η προσπάθεια ορισμένων συλλόγων να την ανατρέψουν απέτυχε. Μάλιστα, ο Κρόιφ υπέγραψε επταετές συμβόλαιο συνεργασίας το 1971 με τον «Αίαντα» και φαινομενικά δέσμευσε μακροχρόνια το μέλλον του με το σύλλογο.[123][124] Η μεταγραφή τελικά ολοκληρώθηκε περιπετειωδώς με τις διαπραγματεύσεις να κρατούν πάνω από ένα μήνα, μιας και ο Άγιαξ είχε αρχικά συμφωνήσει με τη Ρεάλ Μαδρίτης με την οποία διατηρούσε καλές σχέσεις με ήδη υψηλό αντίτιμο. Η άρνηση όμως του κορυφαίου παίκτη έκαμψε τελικά και τα γραφειοκρατικά εμπόδια που δημιούργησε δευτερευόντως η ομάδα της ισπανικής πρωτεύουσας, που οδήγησαν στην ολοκλήρωση της μεταγραφής σε σχεδόν τρεις μήνες.[125][126][127] Καταλυτικό ρόλο στην πραγματοποίηση της μετακίνησης του Ολλανδού έπαιξε η μη επανεκλογή του ως αρχηγού του Άγιαξ στην εσωτερική αρχαιρεσία της ομάδας που επανεξέλεξε τον Πιέτ Κάιζερ. Ο Κρόιφ θεώρησε το αποτέλεσμα ως έλλειψη εμπιστοσύνης από τους συμπαίκτες του και αμφισβήτησης του ηγετικού του ρόλου στην ομάδα.[104][119][128] Έχοντας κατακτήσει τα πάντα με τον ολλανδικό σύλλογο, η δυσαρέσκεια του ήταν τέτοια που είχε διευκρινίσει ότι αν δεν ολοκληρώνονταν η μεταγραφή θα σταματούσε το ποδόσφαιρο.[129] Οι διαδικασίες αυτές καθυστέρησαν την επίσημη εμφάνισή του με την ομάδα έχοντας κάνει στις 5 Σεπτεμβρίου 1973 την πρώτη συμμετοχή του σε φιλικό αγώνα με τη Σερκλ Μπρυζ μπροστά σε 75.000 θεατές, που τον είδαν να σημειώνει δύο γκολ στη νίκη με 6–0.[130]
«Όταν παίκτες σαν τον Γκάρεθ Μπέιλ και τον Κριστιάνο Ρονάλντο κοστίζουν περίπου 100 εκατομμύρια ευρώ, ο Κρόιφ θα πήγαινε στα δισεκατομμύρια!»
—Φραντς Μπεκενμπάουερ, σε συνέντευξη στη Bild.de για το κόστος της μεταγραφής του Κρόιφ το 1973 (Σεπτέμβριος 2014).[131][132]
Ο Κρόιφ επανενώθηκε στο ισπανικό σωματείο με το Μίχελς (που είχε φύγει από τον Άγιαξ το 1971) και έδωσε αυτοπεποίθηση στην ομάδα: έκανε το ντεμπούτο του στις 28 Οκτωβρίου με αντίπαλο τη Γρανάδα σημειώνοντας δύο τέρματα στη νίκη με 4–0, ακολουθούμενο από άλλους 24 αήττητους αγώνες με 18 νίκες. Πριν την πρεμιέρα του η ομάδα είχε γνωρίσει τρεις εκτός έδρας ήττες. Η ήττα τελικά ήρθε από την πρωταθλήτρια Ατλέτικο Μαδρίτης με 2–0, χάνοντας ο καταλανικός σύλλογος την ευκαιρία να καταρρίψει το ρεκόρ της Ρεάλ Μαδρίτης που ήταν αήττητη για 29 αγώνες τη χρονιά 1968–69.[129][133][134] Στον αγώνα του πρώτου γύρου απέναντι στην Ατλέτικο (που έληξε με νίκη της Μπαρτσελόνα με 2–1, 22 Δεκεμβρίου 1973), ο Κρόιφ σημείωσε ένα γκολ στο οποίο πήδηξε στον αέρα, γύρισε το σώμα του έτσι ώστε να απομακρύνεται από την εστία και κλώτσησε τη μπάλα με τη δεξιά πτέρνα (η μπάλα ήταν περίπου στο ύψος του λαιμού και είχε ήδη έρθει από μεγάλη απόσταση). Το γκολ εμφανίστηκε στο ντοκιμαντέρ En un momento dado, στο οποίο οι οπαδοί προσπάθησαν να αναδημιουργήσουν εκείνη τη στιγμή. Το γκολ ονομάστηκε Le but impossible de Cruyff («το αδύνατο γκολ του Κρόιφ»).[135][136][137] Ήταν η αφορμή για να του δοθεί ο χαρακτηρισμός «ο ιπτάμενος Ολλανδός».[66][138][139] Στα τέλη του 1973 κέρδισε τη δεύτερη από τις τρεις Χρυσές Μπάλες της σταδιοδρομίας του (με την τρίτη να έρχεται την αμέσως επόμενη χρονιά - 1974), και ήταν ο πρώτος που πέτυχε κάτι τέτοιο.[90][140]
Στην πρώτη αγωνιστική περίοδο στη Βαρκελώνη σημείωσε 16 τέρματα, (δεύτερος σκόρερ της ομάδας και τέταρτος του πρωταθλήματος), που ήταν και η καλύτερη επίδοσή του στην περίοδο παραμονής του στην Ιβηρική χώρα.[141] Με την πρώτη του χρονιά την οδήγησε στην κατάκτηση του τίτλου του πρωταθλήματος, κάτι που είχε να συμβεί 14 χρόνια, συνοδευόμενη και από εκθαμβωτική νίκη επί της Ρεάλ Μαδρίτης στο Στάδιο Σαντιάγο Μπερναμπέου το Φεβρουάριο του 1974 με 0–5, όπου ο ίδιος σημείωσε ένα γκολ και μοίρασε άλλα τρία.[127][142][143] Παραμένει η μεγαλύτερη σε διαφορά τερμάτων νίκη σε εκτός έδρα αγώνα στην ιστορία των Ελ Κλάσικο.[144][145] Οι οπαδοί της Μπαρτσελόνα ξεχύθηκαν στους δρόμους της Καταλονίας για να πανηγυρίσουν μια τόσο εμφατική και κομψή νίκη εναντίον όχι μόνο των μεγαλύτερων αντιπάλων τους αλλά και αυτού που έβλεπαν ως το ίδιο το καθεστώς. Ο Κρόιφ είχε αναμφισβήτητα κάνει περισσότερα για τον καταλανικό σκοπό σε 90 λεπτά από ό,τι οποιοδήποτε δημόσιο πρόσωπο ή ρήτορας κατά τη διάρκεια των τρεισήμισι δεκαετιών από το τέλος του ισπανικού εμφυλίου πολέμου.[146] Παράλληλα, έγινε και ιδιαίτερα δημοφιλής στους οπαδούς του συλλόγου, καθώς έδωσε καταλανικό όνομα στο γιο του (Γιόρντι), παρά την κρατική απαγόρευση, παρακάμπτοντας το εμπόδιο μέσω της διπλής ιθαγένειας.[97][147][148] Στην Ισπανία απέκτησε το προσωνύμιο El flaco («Ο λιγνός») λόγω της σωματοδομής του.[41][145]
Στην Ισπανία ο ρόλος του χρειάστηκε να είναι πιο δημιουργικός, συμμετέχοντας περισσότερο στη λειτουργία της ομάδας, που αναζητούσε τη σταθερή αγωνιστική της ανάκαμψη που είχε χαθεί με την κυριαρχία της Ρεάλ από τη δεκαετία του 1950. Η απόκτηση του τότε ήδη θεωρούμενου καλύτερου παίκτη του κόσμου ήταν στα πλαίσια της σημαντικότερης προσπάθειας όλων αυτών των χρόνων.[69][149][150] Ο ερχομός και του Νέσκενς το 1974 ισχυροποιούσε θεωρητικά την ομάδα, όμως αυτό δεν αποδείχθηκε στην πράξη, η οποία έμεινε μακριά από την εφαρμογή λειτουργίας ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου. Ο Κρόιφ έγινε αρχηγός από τη δεύτερη χρονιά και αξιοσημείωτα βοήθησε τους νέους ηλικιακά ποδοσφαιριστές.[151] Μετά την πρώτη του χρονιά βρέθηκε αντιμέτωπος και με το σκληρό παιχνίδι των Ισπανών αμυντικών.[40] Τη δεύτερη χρονιά στον ισπανικό σύλλογο η ομάδα κατετάγη τρίτη μένοντας μακριά από την πρωταθλήτρια Ρεάλ, ενώ ο Κρόιφ σημείωσε μόνο επτά γκολ σε 30 αγώνες που συμμετείχε. Στο Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης του 1974-75 η Μπαρτσελόνα έφτασε μέχρι τα ημιτελικά όπου αποκλείστηκε από τη Λιντς Γιουνάιτεντ.[152][153] Η γαλλική Παρί Σεν Ζερμέν (με την οποία αγωνίστηκε τον Ιούνιο του 1975 σε φιλικό τουρνουά στο Παρίσι[154]) τον Ιούνιο του 1975 του έκανε δελεαστική πρόταση που ο ίδιος απέρριψε.[155] Την σεζόν 1975–76 άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα με τον Γερμανό προπονητή Χένες Βάισβαϊλερ (Hennes Weisweiler) σε μια διαμάχη στην οποία μάλιστα ο Κρόιφ δήλωσε ότι σχεδίαζε να φύγει από τον σύλλογο στο τέλος της σεζόν. Η υποστήριξη των φιλάθλων ήταν τόσο μεγάλη που ο προπονητής τελικά αναγκάστηκε να φύγει.[43] Στο σωματείο της Καταλονίας αγωνίστηκε για περίπου πέντε χρόνια (μέχρι το 1978 που άφησε τη Βαρκελώνη), σημείωσε 85 τέρματα σε 227 επίσημους αγώνες έχοντας κατακτήσει ένα πρωτάθλημα και ένα Κύπελλο Ισπανίας, με τη Μπαρτσελόνα να μην διαθέτει ακόμα την ισχύ του Άγιαξ περιορίζοντας τη δυνατότητα κατάκτησης πολυάριθμων συλλογικών τίτλων.[150] Στον αντίποδα, η πρώην ομάδα του μπήκε άμεσα σε αγωνιστική κρίση με την αποχώρησή του καταττασόμενη τρίτη στο πρωτάθλημα την πρώτη χρονιά χωρίς αυτόν και αποκλειόμενη μόλις από το δεύτερο γύρο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της σεζόν 1973–74,[84][128] ενώ και μακροχρόνια εξαφανίστηκε από το ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα.[156] Επιπλέον, ο Κρόιφ δεν συμμετείχε σε αγώνες του Κυπέλλου τα τέσσερα πρώτα χρόνια, καθώς δεν επιτρεπόταν η συμμετοχή ξένων ποδοσφαιριστών στη διοργάνωση μέχρι το 1977. Το 1976–77 και το 1977–78 αναδείχθηκε καλύτερος ξένος παίκτης του πρωταθλήματος κερδίζοντας το βραβείο Don Balón, διάκριση που ξεκίνησε το 1975–76.[157]
Ο Jean-Philippe Réthacker σχολίασε την εποχή εκείνη στο France Football ότι ο Κρόιφ ήταν το αρχέτυπο του αστέρα του 2000 λόγω της ταχύτητας, της δημιουργικότητας και της συνολικής του απόδοσης.[158] Οι μνήμες που άφησε στην Ισπανία ήταν τέτοιες που ο Αργεντινός διεθνής Χόρχε Βαλντάνο που αγωνίστηκε εναντίον του σε συνέντευξη το 2016 είπε: «Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω δει παίκτη σαν τον Κρόιφ. Ήταν ο ιδιοκτήτης της παράστασης. Πολύ περισσότερο από την ομάδα του, το διαιτητή ή τους οπαδούς. Ήταν ταυτόχρονα παίκτης, προπονητής και διαιτητής».[159] Ο Κρόιφ δήλωσε αργότερα ότι είχε μετανιώσει που πήγε να παίξει στην Ισπανία τα χρόνια της δικτατορίας του Φράνκο. «Το πρωτάθλημα του 1977 μας το έκλεψαν. Παίζαμε εναντίον της Μάλαγα και ο διαιτητής με απέβαλλε. Χωρίς αιτία. Σύμφωνα με τα όσα είχε πει, τον είχα αποκαλέσει "μπάσταρδο". Μέχρι σήμερα αυτή η λέξη δεν έχει βγει από το στόμα μου» διευκρίνησε αργότερα.[160]
Το καλοκαίρι του 1978, ο 31χρονος παίκτης αποφάσισε απρόσμενα να θέσει τέρμα στην καριέρα του, παρά την κατάκτηση του Κυπέλλου Ισπανίας μετά από χρόνια εκείνη τη σεζόν.[140][145] Με νίκη με 3–1 επί του Άγιαξ, είπε αντίο στο καταλανικό κοινό στις 27 Μαΐου. Διοργανώθηκε ένας αποχαιρετιστήριος αγώνας από τον Άγιαξ στις 7 Νοεμβρίου 1978: η Μπάγερν Μονάχου προσκλήθηκε στο τιμητικό αγώνα που διεξήχθη στο Ολυμπιακό Στάδιο μπροστά σε 55.000 θεατές. Δεν ήταν τελικά μια εορταστική ημέρα και όχι το συνηθισμένο αποτέλεσμα για μία τιμητική συνάντηση. Σε ένα πλήρες γήπεδο και με εκατομμύρια τηλεθεατές σε όλο τον κόσμο, ο Άγιαξ ηττήθηκε με 0–8. Μετά το όγδοο γκολ, ο Κρόιφ εγκατέλειψε το γήπεδο. Ήταν η μεγαλύτερη ήττα του Κρόιφ στην καριέρα του. Τον Μάιο του 2006, ορισμένοι πρώην παίκτες της Μπάγερν Μονάχου ζήτησαν συγνώμη γι' αυτόν τον αγώνα καθώς τον αντιμετώπισαν με υπερβάλλοντα ανταγωνιστικό ζήλο.[161][162][163]
Τα τελευταία χρόνια
Στις Ηνωμένες Πολιτείες
Επανήλθε όμως σύντομα το 1979 και για δύο χρόνια αγωνίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες και συγκεκριμένα στους Λος Άντζελες Άζτεκς (Los Angeles Aztecs) την περίοδο 1979–80, και στους Ουάσινγκτον Ντίπλοματς (Washington Diplomats) το 1980–81. Αρχικά είχε υπογράψει συμβόλαιο με τη Νιου Γιορκ Κόσμος, η οποία μετά την αποχώρηση του Πελέ έψαχνε αντικαταστάτη. Ωστόσο, ο Ολλανδός συμμετείχε μόνο σε δύο φιλικούς αγώνες προετοιμασίας και τελικά βρέθηκε στην ανατολική ακτή στο Λος Άντζελες, υπογράφοντας συμβόλαιο με τους Λος Άντζελες Άζτεκς ύστερα από πολύ σύντομες διαπραγματεύσεις και κάνοντας το ντεμπούτο του μόλις σε τέσσερις ώρες μετά την προσγείωση του αεροπλάνου του στην πόλη.[164][165] Ο οικονομικός παράγοντας δεν ήταν ο κύριος λόγος μεταπήδησής του στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, παρά το γεγονός αποτυχημένων επενδύσεων εκείνη την περίοδο.[166] Ο ίδιος επιθυμούσε να αγωνιστεί σε ένα λιγότερο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα.[167] Στην ομάδα του Λος Άντζελες επανενώθηκε με τον μέντορά του Ρίνους Μίχελς και κέρδισε τον τίτλο του καλύτερου παίκτη του NASL το 1979 έχοντας σημειώσει 13 τέρματα και έχοντας δώσει 13 τελικές πάσες στους 23 αγώνες πρωταθλήματος.[168] Πριν την άφιξή του οι Άζτεκς είχαν τερματίσει σε εξαιρετικά χαμηλή θέση του Δυτικού πρωταθλήματος χωρίς να έχουν προκριθεί στα πλέι οφ. Χάρη στη φόρμα του, που φάνηκε με το πρώτο παιχνίδι με αντίπαλο τους Λόντστεστερ Λάνσερς (23 Μαΐου), όπου σημείωσε δύο από τα τρία τέρματα της ομάδας μέσα σε 10 λεπτά, το 1979 ο σύλλογος τερματίσε δεύτερος και συμμετείχε στους ημιτελικούς των πλέι οφ, με τον Ολλανδό να σημειώνει ένα εκπληκτικό γκολ με ατομική προσπάθεια ξεκινώντας πίσω από το κέντρο του γηπέδου στα τελευταία οκτώ λεπτά απέναντι στους Ουάσινγκτον Ντίπλοματς.[35][169][170] Το γκολ αυτό ψηφίστηκε ως το καλύτερο της χρονιάς στο πρωτάθλημα. Η παρουσία του στο σύλλογο προσέλκυσε μεγάλο αριθμό φιλάθλων, με τη μέση παρουσία στους αγώνες να αυξάνεται από 9.301 το 1978 σε 14.334 το 1979. Επίσης, συμμετείχε σε διαφημιστικές δραστηριότητες για το σύλλογο και το πρωτάθλημα στο σύνολό του. Ωστόσο, παρά την επιρροή του, ο σύλλογος αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα στο τέλος της χρονιάς και εξαγοράστηκε από Μεξικανούς επενδυτές. Η επιθυμία τους όχι μόνο να μειώσουν το κόστος αλλά και να χτίσουν την ομάδα από παίκτες από την πατρίδα τους, οδήγησε στην απόφαση πώλησής του.[171]
Τον επόμενο χρόνο ο Κρόιφ υπέγραψε τριετές συμβόλαιο με τους Ουάσινγκτον Ντίπλοματς. Οι σημαντικές διαφωνίες νοοτροπίας στην ανάπτυξη του παιχνιδιού με τον Άγγλο προπονητή Γκόρντον Μπράντλεϊ και τα αρνητικά αποτελέσματα προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια των φιλάθλων. Στην ομάδα της Ουάσιγκτον η σύντομη παραμονή του σχετίστηκε ακόμα με τις δυσκολίες προσαρμογής του στον τεχνητό χλοοτάπητα, στοιχείο εντελώς άγνωστο στην Ευρώπη. Ο ίδιος είχε 10 γκολ και 20 τελικές πάσες (δεύτερος στο πρωτάθλημα[172] μέχρι το τέλος της χρονιάς, η ομάδα έφτασε στα πλέι οφ, αλλά έχασε από τους Άζτεκς (την προηγούμενη ομάδα του) στους προημιτελικούς.[166][171] Συμπεριλήφθηκε επίσης στην καλύτερη ομάδα του πρωταθλήματος.[173]
Σε μία χώρα που ανακάλυπτε το δημοφιλέστερο άθλημα της υφηλίου, ο Κρόιφ άφησε το ίχνος του εμπνέοντας μια νέα γενιά Αμερικανών παικτών. Ο ίδιος απέκτησε γνώσεις για τη διαχείριση συλλόγων και τη φιλανθρωπική δράση.[24][174] Ενδεικτικό είναι ότι υπήρχε όρος στο συμβόλαιό του ότι, σε κάθε εκτός έδρας παιχνίδι, θα προπονούσε παιδιά με προβλήματα αναπηρίας. Λίγους μήνες μετά την αποχώρησή του, η ομάδα διαλύθηκε.[164]
Στην Ευρώπη
Στα τέλη του 1980 βρίσκονταν σχεδόν χωρίς επαγγελματικό συμβόλαιο - οι ομάδες των Η.Π.Α., που πρόσφεραν μεγάλα συμβόλαια χωρίς να καταφέρνουν να προσελκύσουν μεγάλο κοινό, αντιμετώπιζαν μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Εκτός από αυτό, ήθελε να γυρίσει στην Ευρώπη, καθώς απώτερος στόχος του ήταν να επανέλθει στην Εθνική Ολλανδίας. Στις 30 Νοεμβρίου 1980 επέστρεψε στον Άγιαξ στη θέση του τεχνικού συμβούλου, καθώς δεν είχε δικαίωμα να αγωνιστεί εκείνη τη χρονική στιγμή. Δέχθηκε πολλαπλές προτάσεις από ευρωπαϊκές ομάδες και τελικά το 1981 επανήλθε και αγωνιστικά στην Ευρώπη στην ισπανική Λεβάντε, τη δεύτερη ομάδα της Βαλένθια που αγωνίζονταν στη δεύτερη κατηγορία του ισπανικού πρωταθλήματος, υπογράφοντας συμβόλαιο τεσσάρων μηνών. Αγωνίστηκε για σχεδόν τρεις μήνες με αρχή την 1η Μαρτίου και τελευταία εμφάνιση στις 17 Μαΐου συμμετέχοντας σε δέκα αγώνες πρωταθλήματος και σημειώνοντας δύο γκολ.[175][176][177] Η παρουσία του συνοδεύτηκε από αύξηση των εισιτηρίων αλλά όχι ανάλογα αποτελέσματα με το στόχο της ανόδου της ομάδας στην πρώτη κατηγορία να μην επιτυγχάνεται. Η αδυναμία του συλλόγου στην εκπλήρωση των οικονομικών υποχρεώσεών του[178] οδήγησε τον Κρόιφ στην επιστροφή στον Άγιαξ, όπου αγωνίστηκε από το 1981 έως το 1983. Η επανεμφάνισή του με τον Άγιαξ πραγματοποιήθηκε στις 6 Δεκεμβρίου 1981 με αντίπαλο τη Χάαρλεμ σημειώνοντας το 1–0 στο 21ο λεπτό, σε ένα αγώνα με 12.000 περισσότερους θεατές από το μέσο όρο των προηγούμενων συναντήσεων.[179] Με την άφιξή του η ομάδα από την τρίτη θέση στο βαθμολογικό πίνακα το χειμώνα της πρώτης χρονιάς 1982–83 κατέκτησε το πρωτάθλημα έχοντας συντελεστή τερμάτων 117–42.[180][181] Άξια αναφοράς είναι μία εκτέλεση πέναλτι με αντίπαλο τη Χέλμοντ Σπορτ το Δεκέμβριο του 1982. Δεν συνήθιζε να τα εκτελεί αλλά αυτό το ανέλαβε ο ίδιος, δίνοντας πάσα στον συμπαίκτη του Γέσπερ Όλσεν. Ο Όλσεν τράβηξε τον σαστισμένο τερματοφύλακα επάνω του και έδωσε την μπάλα πίσω στον Κρόιφ που την έσπρωξε στο κενό τέρμα.[97][182][183] Η σκηνή αυτή του «έμμεσου πέναλτι» επαναλήφθηκε από τους Λιονέλ Μέσι και Λουίς Σουάρες της Μπαρτσελόνα στις 14 Φεβρουαρίου 2016.[184][185][186] Στη δεύτερη από αυτές τις δύο χρονιές έχασε 13 αγώνες πρωταθλήματος λόγω τραυματισμών σημειώνοντας, ωστόσο, 9 γκολ και δίνοντας 14 ασίστ. Επιπλέον, πέτυχε και το τελευταίο γκολ στον τελικό του Ολλανδικού Κυπέλλου έναντι της Ενεσέ Ναϊμέχεν κατακτώντας το νταμπλ.[187] Η συνέχεια της καριέρας του 36χρόνου πια παίκτη στον «Αίαντα» εμποδίστηκε από τη σύγκρουσή του με τη διοίκηση για οικονομικούς λόγους, η ηλικία του ήταν αρνητικός παράγοντας σε σχέση με τις οικονομικές του απαιτήσεις και μία ακόμα απομάκρυνση από το σύλλογο ήρθε στο τέλος της αγωνιστικής περιόδου.[188][189] Κλείνοντας την καριέρα στην ομάδα του Άμστερνταμ ήταν ο δεύτερος σκόρερ στην ιστορία του σωματείου με 271 γκολ σε επίσημους αγώνες, θέση που εξακολουθεί να κατέχει.[190]
Την περίοδο 1983–84 έκλεισε την καριέρα του στη Φέγενορντ σε ηλικία 37 χρονών, βοηθώντας σημαντικά την ομάδα να πάρει το πρωτάθλημα και το Κύπελλο Ολλανδίας ανατρέποντας με αυτόν τον τρόπο πλήρως την εικόνα της προηγούμενης χρονιάς.[180][191][192] Η μεταγραφή στη μεγαλύτερη αντίπαλο του Άγιαξ δεν ήταν εύκολη υπόθεση όχι μόνο για τον ίδιο αλλά περισσότερο για τους φιλάθλους της νέας ομάδας, οι οποίοι πάρα το καλό ξεκίνημα είδαν την ομάδα να συντρίβεται με 8–2 από τη μεγάλη αντίπαλο στο πρώτο ντέρμπι. Η κατάσταση βελτιώθηκε με μία σειρά 15 αγώνων χωρίς ήττα και τη νίκη στο ντέρμπι-ρεβάνς με 4–1 με τον Κρόιφ να σημειώνει ένα τέρμα. Περισσότερο ως μέσος παρά επιθετικός, ο Κρόιφ περισσότερο οργανωτικά για να εξυπηρετήσει τους συμπαίκτες του με ακριβείς πάσες και να λειτουργήσει ως στοιχείο αντεπιθέσεων. Μετά από δέκα χρόνια η Φέγενορντ πήρε τίτλο πρωταθλητή, ο δε Κρόιφ αποθεώθηκε και ανακηρύχθηκε καλύτερος ποδοσφαιριστής στην Ολλανδία για πέμπτη φορά στην καριέρα του.[193][194][195] Αυτός ήταν ο 10ος τίτλος πρωταθλήματος που κατέκτησε στη σταδιοδρομία του.[45] Η παρουσία του στην ομάδα αύξησε τη μέση προσέλευση των φιλάθλων στους εντός έδρας αγώνες κατά 6.500, γεγονός που είχε να κάνει με τις εμφανίσεις του και όχι με τη δημοτικότητά του.[196] Στις 13 Μαΐου 1984, έπαιξε τον τελευταίο επίσημο αγώνα της ποδοσφαιρικής του καριέρας στο Ντε Κάιπ. Το ολλανδικό πρωτάθλημα είχε ήδη κριθεί, οπότε η συνάντηση απέναντι στην ΠΕΚ Ζβόλε αφορούσε στον αποχαιρετισμό του Ολλανδού παίκτη. Μετά από ένα γκολ που σημείωσε, ο Κρόιφ έκανε σήμα στον διαιτητή ότι ήρθε η ώρα να αποχωρήσει από την επαγγελματική του καριέρα ως παίκτης. Ο διαιτητής του έδειξε συμβολικά κόκκινη κάρτα. Οι συμπαίκτες τον ανύψωσαν στους ώμους τους, και έτσι βίωσε τα τελευταία λεπτά της ποδοσφαιρικής του διαδρομής.[197]
Κλείνοντας την καριέρα του είχε σημειώσει 405 τέρματα σε επίσημους αγώνες, ενώ συμπεριλαμβανομένων και των φιλικών το γενικό σύνολο είναι 594 γκολ (10 μόνο με πέναλτι) και τουλάχιστον 438 τελικές πάσες (ασίστ) με 358 σε επίσημους αγώνες (ανεπίσημα στοιχεία, με άλλες πηγές να ανεβάζουν τον αριθμό κατά πέντε[198]), στους τέσσερις υψηλότερους αριθμούς ασίστ στη ιστορία.[199][200][201]
Διεθνής καριέρα
Πρώτα χρόνια
Σε ηλικία 19 ετών και 135 ημερών το 1966 και συγκεκριμένα στις 7 Σεπτεμβρίου, αγωνίστηκε για πρώτη φορά με την Εθνική Ολλανδίας με αντίπαλο την Ουγγαρία σε συνάντηση που έγινε για τα προκριματικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1968 και έληξε με 2–2 με ένα δικό του τέρμα. Στο δεύτερο όμως διεθνή αγώνα του απέναντι στην Τσεχοσλοβακίααποβλήθηκε για υπερβολική διαμαρτυρία και παρέμεινε εκτός διεθνούς δραστηριότητας για ένα χρόνο, ο πρώτος παίκτης που αποβλήθηκε στην ιστορία της εθνικής ομάδας της Ολλανδίας. Ήταν μία από τις φορές που η εκρηκτική του ιδιοσυγκρασία απείλησε να υπονομεύσει το ταλέντο του.[45][202][203] Η εθνική Ολλανδίας την εποχή εκείνη βασίστηκε στην ομάδα του Άγιαξ και με εντυπωσιακό τρόπο επανήλθε στο διεθνές στερέωμα έχοντας να συμμετάσχει σε Παγκόσμιο Κύπελλο από το μακρινό 1938, ενώ μεταπολεμικά μεταξύ Ιουνίου 1949 και Απριλίου 1955 έπαιξε 27 αγώνες και κέρδισε μόνο τους δύο.[139][204][205]
Στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970, Ολλανδία απέτυχε να προκριθεί με τη Βουλγαρία να παίρνει το εισιτήριο από τον όμιλο για την τελική φάση του Μεξικού. Ο Κρόιφ συμμετείχε σε δύο μόνο αγώνες (από τους έξι) της ομάδας και σημείωσε ένα γκολ.[206] Στην προκριματική φάση για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1972 η Ολλανδία απέτυχε να προκριθεί στους τέσσερις των τελικών με το ενδιαφέρον της ομάδας να στρέφεται στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1974.
Ο Φράντισεκ Φάντρονκ ήταν ο προπονητής της εθνικής στην προκριματική φάση της διοργάνωσης του 1974, η οποία είχε ιδιαίτερη σημασία για τους Ολλανδούς, καθώς επιθυμούσαν την ανάδειξη του ποδοσφαίρου τους μέσω και της εθνικής τους ομάδας. Στα προκριματικά Νορβηγία και Ισλανδία ήταν πολύ αδύναμες, με συνέπεια η πρόκριση να αποτελέσει ζήτημα των Κάτω Χωρών. Ολλανδία και Εθνική Βελγίου τερμάτισαν τον όμιλο με τέσσερις νίκες και δύο ισοπαλίες με 0–0 στα μεταξύ τους παιχνίδια. Η δεύτερη από αυτές, στο Άμστερνταμ, ήταν ο τελευταίος αγώνα του ομίλου κι έτσι απέκτησε υπόσταση τελικού. Οι Βέλγοι, που δεν είχαν δεχθεί γκολ μέχρι τότε, τα κατάφεραν μέχρι το τέλος και οι Ολλανδοί με το 0–0 και με διαφορά τερμάτων πήραν την πρόκριση για την τελική φάση. Η Ολλανδική Ομοσπονδία ανησύχησε από την κακή απόδοση της εθνικής στα μοναδικά κρίσιμα παιχνίδια στα προκριματικά και έκρινε ότι ο Φάντρονκ δεν επαρκούσε γι’ αυτό προσκάλεσε τον άνθρωπο που ξεχώρισε στον ίδιο ρόλο σε διασυλλογικό επίπεδο. Με το τέλος των προκριματικών, ο Φάντρονκ παρέμεινε bondscoach της ομάδας, αλλά ο ρόλος του «επιβλέποντος» (supervisor) ανατέθηκε στο Μίχελς. Ο τεχνικός της Μπαρτσελόνα είχε τον πρώτο λόγο σε οποιαδήποτε προπονητική απόφαση, με τον Φάντρονκ να λειτουργεί περισσότερο ως βοηθός του, έστω κι αν στα χαρτιά ήταν ο πρώτος προπονητής. Ο Κρόιφ ήταν ο πρώτος σκόρερ του ομίλου με επτά τέρματα.[207][208][209]
Παγκόσμιο Κύπελλο 1974
Παρά τα μη ενθαρρυντικά αποτελέσματα στα φιλικά, οι τρεις αλλαγές του Μίχελς στη βασική ενδεκάδα τροποποίησαν την εικόνα της με αποτέλεσμα την πρωταγωνιστική παρουσία του Κρόιφ και των Ολλανδών στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Δυτικής Γερμανίας το 1974.[210] Σε αυτή τη διοργάνωση, η ολλανδική ομάδα έκανε μία μνημειώδη εμφάνιση του «συνολικού ποδοσφαίρου» που τους έδωσε το ψευδώνυμο Clockwork Orange (ένα όνομα που προήλθε από το μυθιστόρημα αλλά εμπνευσμένο από τις πορτοκαλί φανέλες της ομάδας και την τελειότητα των κινήσεών της).[211][212][213] Η Ολλανδία συμμετείχε σε όμιλο με τη Σουηδία, τη Βουλγαρία και την Ουρουγουάη. Το πρώτο της παιχνίδι εναντίον των Νοτιοαμερικανών ήταν μία άνετη νίκη με 2–0 παρά το σκληρό παιχνίδι στο οποίο ήταν συνηθισμένη η ομάδα της Ουρουγουάης.[149][214] Η επόμενη αποστολή ήταν με αντίπαλο τη Σουηδία, που τελείωσε χωρίς σκορ (0–0). Στο 24ο λεπτό εκείνης της συνάντησης ο Κρόιφ έκανε μία μοναδική ντρίμπλα του αντιπάλου του Γιαν Όλσον που έμεινε στην ιστορία ως Cruyff's turn : υποδυόμενος κίνηση με την μπάλα προς μία κατεύθυνση, την έσυρε πίσω από το σταθερό πόδι του κάνοντας στροφή του σώματος 180 μοιρών.[192][215][216] Έτσι απελευθερώθηκε εύκολα από την επιτήρηση του αντιπάλου του, ο οποίος έβαλε το αριστερό του πόδι για να προσπαθήσει να σταματήσει την πάσα. Το Cruyff's turn σταδιακά καθιερώθηκε και είναι ένα από τα βασικά στοιχεία του σύγχρονου παιχνιδιού υψηλού επιπέδου, αλλά το ντεμπούτο του προκάλεσε σε εκείνους που το είδαν έκπληξη και εντυπωσιασμό. Ο Όλσον μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα The Times το 2016, είπε χαρακτηριστικά ότι εκείνη η φάση ήταν η πιο υπερήφανη στιγμή της καριέρας του.[216][217][218] Σημειωτέον, ότι ο Κρόιφ δεν ήταν άνθρωπος που ενέκρινε τις πρακτικές «σόου».[120][142][219] Απέναντι στη Βουλγαρία οι Ολλανδοί ήταν επιβλητικοί σημειώνοντας τέσσερα γκολ, με τον Κρόιφ να κερδίσει το πέναλτι για το πρώτο γκολ. Στη δεύτερη φάση των ομίλων, η Ολλανδία συνέτριψε την Αργεντινή, κερδίζοντας με 4–0 δίνοντας πραγματική παράσταση. Ο τερματοφύλακας της ομάδας άγγιξε τη μπάλα μία μόνο φορά και ο Κρόιφ σκόραρε δύο εξαιρετικά τέρματα (το πρώτο και το τελευταίο).[214][220][221] Στον τρίτο αγώνα που θα καθόριζε και τις προκρίσεις, οι «Οράνιε» και η παγκόσμια πρωταθλήτρια Βραζιλία έδωσαν μεταξύ τους τη μεγάλη μάχη για την πρωτιά στον όμιλο και το εισιτήριο για τον τελικό. Η Βραζιλία του 1970, απείχε σημαντικά ποιοτικά από εκείνη που παρατάχθηκε στα γήπεδα της Δυτικής Γερμανίας τέσσερα χρόνια αργότερα. Από τα πέντε «δεκάρια» στη σύνθεση έμειναν μόνο οι Ζαϊρζίνιο και Ρομπέρτο Ριβελίνο, ο Πελέ είχε αποχωρήσει τη «σελεσάο» από το 1971, ενώ δύο χρόνια αργότερα αποχώρησαν οι Ζέρσον και Τοστάο. Η Ολλανδία θα μπορούσε να αρκεστεί σε μία ισοπαλία αλλά αυτό ήταν εντελώς έξω από τη νοοτροπία του αρχηγού (από το 1971) Κρόιφ. Με ένα δικό του γκολ και ένα του Γιόχαν Νέσκενς η Ολλανδία πέρασε δικαιωματικά στον τελικό.[222][223] Οι Βραζιλιάνοι εκτέθηκαν, αναγκαζόμενοι να παίξουν ένα, ως επί το πλείστον, παθητικό παιχνίδι. Η Ολλανδία ήταν μόνο η πρώτη από τις ομάδες που νίκησαν τη Βραζιλία για τα επόμενα 20 χρόνια, αλλά ήταν η μόνη που το έκανε τόσο πειστικά και που ανέδειξε τη διαφορά της με το ποδόσφαιρο που παιζόταν έως τότε.[224] Φτάνοντας στον τελευταίο της αγώνα η Ολλανδία είχε πέντε νίκες και μία ισοπαλία, τέρματα 14–1 (και αυτό το ένα που είχε δεχθεί ήταν αυτογκόλ) και είχε αποκλείσει την παγκόσμια πρωταθλήτρια Βραζιλία (που οι Ολλανδοί υπολόγιζαν περισσότερο), ενώ είχαν νικήσει και αποκλείσει και τις τρεις μεγάλες δυνάμεις του ποδοσφαίρου της Νότιας Αμερικής.[225][226]
Στον τελικό απέναντι στην πρωταθλήτρια Ευρώπης Δυτική Γερμανία η σέντρα και η κατοχή της μπάλας ήταν στους «Οράνιε» και μέσα σε λίγες στιγμές μετά από 16 πάσες μεταξύ οκτώ Ολλανδών παικτών, ο Κρόιφ πήρε την μπάλα περίπου στο κέντρο του γηπέδου. Μετά από δευτερόλεπτα κατοχής έκανε την επιλογή κίνησής του και ξαφνικά με εκρηκτικό τρέξιμο κινήθηκε προς την περιοχή, κυνηγημένος από τον προσωπικό του φρουρό Μπέρτι Φογκτς. Καθώς έφτασε στη όριο της γραμμής της μεγάλης περιοχής ασταμάτητος, ο Ούλι Χένες στην προσπάθεια να τον ανακόψει τελικά τον ανέτρεψε πριν καν συμπληρωθεί το πρώτο λεπτό της συνάντησης.[227][228][229] Ο Άγγλος διαιτητής Τζακ Τέιλορ επισήμανε το σημείο του πέναλτι - το πρώτο που δόθηκε σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου - που εκτέλεσε εύστοχα ο Νέσκενς.[230][231] Ο πρώτος Δυτικογερμανός παίκτης που άγγιξε την μπάλα ήταν ο τερματοφύλακας του Σεπ Μάιερ. Οι Ολλανδοί φάνηκε να μην έχουν τον επιθετικό οίστρο και την ουσία που τους διέκρινε στους προηγούμενους αγώνες, η ισοφάριση των γηπεδούχων και η ανατροπή του σκορ στο πρώτο ημίχρονο ήρθε με την άμυνα αποδιοργανωμένη. Παρά τη υπεροχή τους με την κατοχή της μπάλας και στο δεύτερο ημίχρονο, η πίεση που άσκησαν ήταν αναποτελεσματική χάνοντας ουσιαστικά μία μόνο μεγάλη ευκαιρία με το Τζόνι Ρεπ μετά από ασίστ του αρχηγού (που και αυτός δεν είχε ανάλογη εμφάνιση με προηγούμενους αγώνες[220]) και τελικά οι Δυτικογερμανοί πέτυχαν με 2–1 να είναι αυτοί οι παγκόσμιοι πρωταθλητές. Η Ολλανδία ουσιαστικά ηττήθηκε χάριν της τέχνη της.[221][232][233] Παρά την ήττα τους, οι Ολλανδοί έδωσαν μαθήματα σύγχρονου ποδοσφαίρου - ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο στο υψηλότερο επίπεδο, που η ιστορία έδειξε την πρωτοπορία και μακροβιότητα των όσων λειτουργικά παρουσιάστηκαν εντός των αγωνιστικών χώρων. Ακόμα και στον 21ο αιώνα πολλοί Γερμανοί φίλαθλοι παραδέχονται ότι οι Ολλανδοί έπαιξε μακράν το πιο όμορφο ποδόσφαιρο μέχρι τότε.[234] Η άποψη που θέλει την εθνική ομάδα του Κρόιφ πρωταθλήτρια στη συνείδηση του κοινού έχει πολλούς υποστηρικτές.[221][235][236][237][238] Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο έγραψε σχετικά: «Η Ολλανδία είχε μουσική και αυτός που μετέφερε τη μελωδία, κρατώντας τόσες πολλές ταυτόχρονες νότες στο γήπεδο και σε αρμονία, ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ. Διευθύνοντας την ορχήστρα και παίζοντας το δικό του όργανο ταυτόχρονα, ο Κρόιφ δούλεψε σκληρότερα από τον καθένα».[239] Ο ίδιος ο Κρόιφ αντιμετώπισε, ωστόσο, την ήττα λέγοντας: «Χάσαμε το πιο σημαντικό παιχνίδι της ζωής μας, αλλά νομίζω πως αυτό μας έφερε μεγαλύτερη δόξα απ' όση θα μας έφερνε η νίκη. Διότι όλοι ήθελαν να μας δουν να κερδίζουμε κι η ήττα έφερε ακόμα μεγαλύτερη προσοχή, συμπάθεια και δέσιμο. Για τέσσερις εβδομάδες κανείς δεν μιλούσε για νίκη ή ήττα, αλλά όλοι ήθελαν να δουν το ποδόσφαιρο που παίζαμε. Δεν είναι δικαιολογία, είναι αλήθεια: το αποτέλεσμα του τελικού δεν με ενοχλεί»,[240][241] και πολύ αργότερα: «Νομίζω ότι ο κόσμος θυμάται περισσότερο την ομάδα μας. Ίσως ήμασταν οι πραγματικοί νικητές στο τέλος».[242][243] Αυτό έδωσε το δικαίωμα σε ορισμένους επικριτές του να υποστηρίξουν την άποψη ότι το αποτέλεσμα ήταν περισσότερο από ότι έπρεπε υποβαθμισμένο στη συνείδησή του σε σχέση με τον τελικό στόχο που δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από τη νίκη.[244] Και αυτή όμως η θέση των επικριτών έρχεται σε αντίθεση με την ολλανδική νοοτροπία του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου της εποχής που δεν έδινε την προτεραιότητα στο τελικό αποτέλεσμα.[245] Υπήρξε επίσης η άποψη που υποστήριξε ότι οι Ολλανδοί ενδιαφέρονταν περισσότερο να «εξευτελίσουν» τους Γερμανούς για ιστορικούς λόγους και με βάση αυτό λειτούργησαν στον τελικό.[246][247][248]
Ο Κρόιφ ψηφίστηκε ως ο καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης και στην καλύτερη ομάδα, δημιούργησε 36 ευκαιρίες για επίτευξη τέρματος (επίδοση που παραμένει ακατάρριπτο ρεκόρ στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων[249]), είχε 37 επιτυχημένες ντρίμπλες και έδωσε τρεις ασίστ.[45][250][251] Ο αριθμός των ευκαιριών ήταν κατά μέσο όρο 5,1 ανά 90 λεπτά, ο υψηλότερος σε σύγκριση με τους Πελέ (4,7 το 1970) και Ντιέγκο Μαραντόνα (3,9 το 1986).[141] Ο Κρόιφ και η οικογένειά του τιμήθηκαν ως ήρωες μόλις προσγειώθηκαν στο αεροδρόμιο του Άμστερνταμ και στη συνέχεια τους υποδέχθηκαν η βασίλισσα και ο πρωθυπουργός της χώρας, προτού αποθεωθούν από χιλιάδες οπαδούς σε καθαρά εορταστική ατμόσφαιρα στο κέντρο της πόλης.[252][253] Το ολλανδικό ποδόσφαιρο με τον πιο ανανεωτικό τρόπο μπήκε στο χάρτη του αθλήματος και σε επίπεδο εθνικών ομάδων.[212][254] Η μοναδική συμμετοχή του Κρόιφ στην κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση ήταν αρκετή για να συμπεριληφθεί στην καλύτερη ομάδα των Παγκοσμίων Κύπελλων το 1994 και στην ομάδα-όνειρο των διοργανώσεων το 2002, θεωρούμενος ως σήμερα ως ο κορυφαίος παίκτης που αγωνίστηκε και δεν κατέκτησε το μεγαλύτερο τρόπαιο.[255][256]
Τελευταία χρόνια
Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1976 η Ολλανδία απρόσμενα έχασε στον ημιτελικό από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Τσεχοσλοβακία με 3–1 στην παράταση μετά από ένα σκληρό αγώνα με τρεις αποβολές (δύο από τις οποίες των Ολλανδών), ενώ στο μικρό τελικό της διοργάνωσης νίκησε τη Γιουγκοσλαβία κατακτώντας την τρίτη θέση. Οι εμφανίσεις του Κρόιφ ήταν κατώτερες των προσδοκιών, η πλειοψηφία των Ολλανδών ποδοσφαιριστών μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο είχαν μεταγραφεί σε συλλόγους του εξωτερικού, η συνοχή της ομάδας ήταν περιορισμένη και έτσι ο μεγάλος εθνικός τίτλος δεν ήρθε ούτε σε αυτή τη διοργάνωση.[257][258] Στην εθνική Ολλανδίας αγωνίστηκε 48 φορές, από τις οποίες τις 34 ως αρχηγός και πέτυχε 33 γκολ. Σε όσους αγώνες σκόραρε η Ολλανδία δεν έχασε. Μεταξύ 1970 και 1974 σε όσους αγώνες της εθνικής ομάδας συμμετείχε, η νίκη ήταν το αποτέλεσμα εκτός του τελικού του Παγκοσμίου Κυπέλλου.[32][45][259]
Το 1977 έκανε και την τελευταία εμφάνισή του με τους «Οράνιε» (συγκεκριμένα στις 26 Οκτωβρίου 1977 σε αγώνα με το Βέλγιο), χωρίς να συμμετάσχει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978.[260][261] Η προσωπική του αυτή απόφαση συζητήθηκε ιδιαίτερα την εποχή εκείνη χωρίς να δίδεται πειστική απάντηση γι'αυτήν, παρά μόνο από τον ίδιο 30 ολόκληρα χρόνια αργότερα: είχε πέσει θύμα απόπειρας απαγωγής στο σπίτι του στη Βαρκελώνη, γεγονός που επηρέασε και τις μετέπειτα χρονικά σύντομες αποφάσεις του.[262][263][264] Αποχώρησε από το διεθνές ποδόσφαιρο μετά από συνομιλία με τον προπονητή, το οποίο ήταν χαρακτηριστικό ενός ανθρώπου που γνωστοποιούσε τα συναισθήματά του, τόσο εντός όσο και εκτός του γηπέδου.[71][265] Στην αυτοβιογραφία του εξέφρασε την απογοήτευσή του για την απόφαση αυτή έχοντας την πίστη ότι με την παρουσία του η κατάκτηση του παγκοσμίου τίτλου θα ήταν γεγονός, έμμεσο ίσως στοιχείο μεταγενέστερης πικρίας για τον ανεπιτυχή τελικό του Μονάχου.[254][266] Ο Σέζαρ Λουίς Μενότι, προπονητής της νικήτριας εθνικής Αργεντινής στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978
σε συνάντησή τους του είχε πει: «Είμαι βαθιά ευγνώμων σε σένα, με έκανες διάσημο σε όλο τον κόσμο». Ο Κρόιφ τον κοίταξε τότε, έκπληκτος και δεν κατάλαβε αρχικά. «Επειδή δεν αγωνίστηκες στο Παγκόσμιο Κύπελλο! Χάρη σε εσένα καταφέραμε να γίνουμε παγκόσμιοι πρωταθλητές», του υπενθύμισε χαμογελώντας.[267]
Χαρακτηριστικά παιxνιδιού
Ο Κρόιφ υπήρξε ο πιο αντιπροσωπευτικός ποδοσφαιριστής που αφομοίωσε το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο (total football), όρος που αναγνωρίστηκε διεθνώς στις αρχές της δεκαετίας του 1970[268][269] που εφάρμοσε ο Μίχελς σταδιακά και στην εθνική ομάδα και ο ίδιος αργότερα ως προπονητής φέρνοντας επανάσταση στον τρόπο παιχνιδιού.[270][271] Αν και η θέση του Κρόιφ και στην εθνική ομάδα, ήταν τυπικά αυτή του κεντρικού επιθετικού, κινούταν με τον ίδιο τρόπο όπως και στον Άγιαξ. Όχι σπάνια, ειδικοί του αθλήματος τον περιγράφουν δυνητικά και ως επιθετικό μέσο.[122][234][272] Ήταν γρήγορος (περισσότερο όμως ως δρομέας μεγάλων αποστάσεων), με βασικό χαρακτηριστικό την ικανότητά του να είναι μισό δευτερόλεπτο ταχύτερος των αντιπάλων του, λειτουργώντας με βάση το μυαλό του και όχι το ένστικτο.[221][273] Συχνά έβρισκε απρόβλεπτες λύσεις.[122] Αδύναμο κομμάτι του αγωνιστικού του ταλέντου ήταν οι περιορισμένες δυνατότητες στο ψηλό παιχνίδι.[227] Στην οριζόντια φιλοσοφία του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου, ο Κρόιφ ήταν αυτός με την περισσότερη δύναμη από τους υπόλοιπους, υπαγορεύοντας το ρυθμό και τους μετασχηματισμούς της δραστηριότητας.[23][274] Ο κορυφαίος αθλητικογράφος των The Times Ντέιβιντ Μίλερ τον χαρακτήρισε «Πυθαγόρα με ποδοσφαιρικά παπούτσια» εξαιτίας της ακρίβειας με την οποία συνήθιζε να πασάρει και να κινείται υπολογίζοντας τη γεωμετρία των παικτών σε κίνηση.[275][276] Η λογική των κινήσεων του βασίζονταν στη φράση του «το απλό ποδόσφαιρο είναι το πιο όμορφο, αλλά το να παίξεις απλό ποδόσφαιρο είναι το πιο δύσκολο».[277] Στον τυπικό ευρωπαϊκό τρόπο παιχνιδιού, ο Ολλανδός ήταν περισσότερο ομαδικός παρά ένα πρότυπο ατομικών δεξιοτήτων που οι ομάδες της Νότιας Αμερικής συχνά προωθούν. Όπως θυμούνται οι θεατές, πέρασε μεγάλο μέρος του χρόνου του στο γήπεδο φωνάζοντας στους συμπαίκτες του, τοποθετώντας τους κατάλληλα πριν παίξει, συμβουλεύοντάς τους πως να χειριστούν ένα συγκεκριμένο αντίπαλο. Και έκανε τις απαραίτητες τακτικές προσαρμογές κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού χωρίς καν να ρίξει δεύτερη ματιά στον πάγκο. «Μην τρέχεις», συχνά έλεγε ο Κρόιφ, «παίζεις ποδόσφαιρο με το κεφάλι σου». Στο δημιουργικό τομέα του παιχνιδιού θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «προπονητής» μέσα στο γήπεδο με την εικόνα του να καθοδηγεί τους συμπαίκτες του μέσα στο γήπεδο με συνεχείς χειρονομίες να έχουν περάσει στο πάνθεον των μοναδικών στιγμών της ιστορίας γιατί ποτέ μέχρι τη δική του εμφάνιση ένας μεγάλος παίκτης δεν ενδιαφέρονταν για το σύνολο όσο αυτός,[28][76] ή ως «μαέστρος» σε συμφωνική ορχήστρα.[142][278] Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο τον περιγράφει ως μαέστρο και μουσικό μαζί.[279]
Μερικές φορές περιγράφεται ως ένα είδος «καλλιτέχνη-ποδοσφαιριστή» ή «ποδοσφαιριστή-στοχαστή» που θεωρεί το ποδόσφαιρο, το λεγόμενο «όμορφο παιχνίδι», όχι έναν καθαρά αθλητικό-σωματικό άθλημα αλλά ένα καλλιτεχνικό παιχνίδι μυαλού-σώματος.[20][280][281][282][283] Η ανάλυση των τεκτενόμενων εντός αγωνιστικού χώρου αποτελούσε κυρίαρχο στοιχείο της νοοτροπίας του.[266] Το 2010 οι ακαδημαϊκοί Teresa Lacerda και Stephen Mumford δημοσίευσαν μία μελέτη τους στην οποία χρησιμοποίησαν τις «γρήγορες και ευγενικές κινήσεις» του κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού του σε συνδυασμό με τη δημιουργικότητα θεωρώντας το ως παράδειγμα της αισθητικής αξίας στον αθλητισμό.[284] Ο διάσημος Ρώσος χορευτής Ρούντολφ Νουρέγιεφ εντυπωσιάστηκε από το κινήσεις του Ολλανδού, δηλώνοντας ότι τόσο το σώμα όσο και το μυαλό του ήταν υπερφυσικά γρήγορα. Και αυτό ακόμη και στην πρώιμη ατελή ανάπτυξη της καριέρας του, που είχε δυσάρεστο αποτέλεσμα για τους αντιπάλους του.[117] Λόγω των χαρακτηριστικών του ποδοσφαιρικών απόψεων, ο Κρόιφ ονομάστηκε και
«Σπινόζα του ποδοσφαίρου».[285][286] Πίστευε σε ένα συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού, που έχει τη δύναμη να κάνει τα πρόσωπα των ανθρώπων να χαμογελούν απολαμβάνοντας την ομορφιά του αθλήματος περισσότερο από τα αποτελέσματα όπως ο ίδιος το περιέγραψε.[282][287]
Μία άλλη καινοτομία που εισήγαγε ο Ολλανδός, ήταν και η φανέλα με το νούμερο 14.[288][289] Μέχρι τη δεκαετία του 1990 τα νούμερα στις φανέλες των ποδοσφαιριστών δεν ήταν προσωπικά και σε κάθε αγώνα οι βασικοί παίκτες χρησιμοποιούσαν νούμερα από το 1 έως το 11 και οι αναπληρωματικοί τα νούμερα από το 12 έως το 16 (τότε οι αποστολές ήταν δεκαεξάδες). Κάθε παίκτης συνήθιζε να έχει συγκεκριμένο νούμερο, αλλά αν για τον όποιο λόγο δεν ήταν βασικός, το νούμερο αυτό δινόταν σε άλλον παίκτη. Ο Κρόιφ αρχικά αγωνιζόταν με το νούμερο 9. Κατά την έναρξη της αγωνιστικής περιόδου 1970–71 όμως, ένας τραυματισμός τον κράτησε εκτός αγώνων μέχρι την 30ή Οκτωβρίου 1970. Όταν επέστρεψε σε αγώνα με αντίπαλο την Αϊντχόφεν, ο συμπαίκτης του Γκάρι Μιούρεν δεν μπορούσε να βρει τη συνηθισμένη του φανέλα με το νούμερο 7. Ο Κρόιφ πρόσφερε τη συνηθισμένη του φανέλα με το 9 και πήγε στο καλάθι με τις εφεδρικές φανέλες. βγάζοντας το 14. Ο Άγιαξ νίκησε στο παιχνίδι με 1–0 και ο Κρόιφ επέμεινε ότι θα κρατήσουν τους ίδιους αριθμούς και στο επόμενο παιχνίδι, προς περιφρόνηση της Ολλανδικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου. Το γεγονός αυτό ξένισε τους ποδοσφαιρόφιλους σε όλο τον κόσμο, αλλά κατέληξε να γίνει το σήμα κατατεθέν του Κρόιφ. Μάλιστα, αρχικά η χρήση του 14 δεν επιτρεπόταν στους διεθνείς αγώνες, είτε του Άγιαξ είτε της εθνικής Ολλανδίας και τότε αγωνιζόταν πάλι με το 9. Το 2007 στην επέτειο των 60 χρόνων του, ο Άγιαξ απέσυρε τη φανέλα με το νούμερο 14.[290][291][292] Στην αυτοβιογραφία του (κυκλοφόρησε μετά το θάνατό του) διευκρίνισε ότι η επιλογή του αριθμού έγινε με βάση την ημερομηνία του γάμου του: «Η αριθμολογία με ενδιαφέρει. Έτσι, για παράδειγμα, παντρεύτηκα τη Ντάνι τη δεύτερη ημέρα του δωδέκατου μήνα, του Δεκεμβρίου. Δύο συν δώδεκα παράγουν τον αριθμό στην πλάτη μου: τον αριθμό δεκατέσσερα».[160][293]
Προπονητής
Όταν αποχώρησε από το ποδόσφαιρο ακολούθησε καριέρα προπονητή. Ξεκίνησε το 1986 με τον Άγιαξ (που παρέμεινε η μεγάλη του αγάπη) μέχρι το 1988,[294] οπότε και ανέλαβε την Μπαρτσελόνα στην οποία παρέμεινε έως το 1996. Από το 2009 έως το 2013 ήταν προπονητής της μη επίσημα αναγνωρισμένης Εθνικής Καταλονίας.[295]
Στις 6 Ιουνίου 1985 υπέγραψε το πρώτο συμβόλαιο ως προπονητής.[296] Ενώ η τάση στη δεκαετία του 1980 ευνοούσε όλο και πιο αμυντικούς σχηματισμούς (η Αργεντινή κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 εφαρμόζοντας ένα σύστημα 3–5–2), υιοθέτησε ένα τολμηρό σύστημα 3–4–3 με έναν από τους μέσους να έχει καθαρά ανασταλτική λειτουργία. Θα παραμείνει ο προτιμώμενος σχηματισμός του συλλόγου για τουλάχιστον μία δεκαετία έως τη νίκη του 1995 στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ.[55][57][297] Στην Ολλανδία δόθηκε ιδιαίτερη εκτίμηση για την επιθετική αίσθηση που επέβαλε, αλλά και για την αξιέπαινη δουλειά του με τα ταλέντα μετά από αναδιάρθρωση των ακαδημιών, εντοπίζοντας ενδεικτικά τους Μάρκο Βαν Μπάστεν, Φρανκ Ράικαρτ και Ντένις Μπέργκαμπ.[244][269][298] Η προπονητική του φιλοσοφία εμπεριείχε ως σημαντικό συστατικό της τη δουλειά των παικτών του στα αδύναμα σημεία τους. Περνούσε πολλές ώρες με τους παίκτες μεμονωμένα προσπαθώντας να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τις αδυναμίες τους.[149] Στην αγωνιστική περίοδο 1985–86 ο Άγιαξ έπαιξε το γνωστό επιθετικό ποδόσφαιρο που υποστήριζε ο νέος προπονητής σημειώνοντας 120 τέρματα σε 34 αγωνιστικές στο πρωτάθλημα έχοντας θετικό ισοζύγιο 85 γκολ, αλλά ισοβάθμησε με την Αϊντχόφεν και έχασε τον τίτλο παρά τη μεγάλη διαφορά τερμάτων.[25][42][297] Την επόμενη χρονιά κατέκτησε το Κύπελλο Ολλανδίας και το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης νικώντας στον τελικό τη Λοκομοτίβ Λειψίας με 1–0 στον τελικό της Αθήνας. Το 1988 ο Άγιαξ έφτασε και πάλι στον τελικό της διοργάνωσης αλλά αυτή τη φορά ηττήθηκε από τη βελγική Μέχελεν στο Στρασβούργο.[25][299]
Ο Κρόιφ επέστρεψε στη Βαρκελώνη και υπέγραψε συμβόλαιο στις 4 Μαΐου 1988 για την αγωνιστική περίοδο 1988–89, αυτή τη φορά για να αναλάβει το νέο του ρόλο ως προπονητής της πρώτης ομάδας στοχεύοντας να σπάσει την κυριαρχία της Ρεάλ Μαδρίτης, που είχε κατακτήσει πέντε διαδοχικά πρωταθλήματα.[300][301] Στο τέλος της ποδοσφαιρικής του παρουσίας στη Βαρκελώνη είχε πρότεινε στο σύλλογο να χρησιμοποιήσει το κτίριο αγροικίας Λα Μασία ως σχολή για νέους παίκτες. Είχε δει την ανάλογη διαδικασία από πρώτο χέρι στον Άγιαξ και ήξερε τις μεγάλες δυνατότητες. Η Μπαρτσελόνα υιοθέτησε τότε την ιδέα και εγκαινιάστηκε το παλαιό Masía de Can Planes στις 20 Οκτωβρίου 1979.[302][303] Η πρώτη ομιλία του Ολλανδού τεχνικού ήταν ενδεικτική της νοοτροπίας του: «Δεν υπόσχομαι τίτλους, αλλά θέαμα. Ο στόχος μου είναι να γεμίσω ένα γήπεδο που ήταν άδειο την τελευταία σεζόν».[304] Έτσι άρχισε να παραλαμβάνει τα αποτελέσματα της παλαιότερης πρωτοβουλίας του: ανανέωσε τον τρόπο παιχνιδιού της Μπαρτσελόνα εφαρμόζοντας το ελκυστικό του ποδόσφαιρο στην ουσία του οποίου ήταν η υπεροχή της κατοχής της μπάλας και η επιθετική πρωτοβουλία και τα αποτελέσματα φάνηκαν με την πρώτη χρονιά με την κατάκτηση του πρώτου ευρωπαϊκού τίτλου. Από τεχνικής άποψης βελτίωσε τον τρόπο με τον οποίο επιθυμούσε την ανάπτυξη του παιχνιδιού, χρησιμοποίησε εναλλακτικά και το σύστημα 4–3–3 και η ομάδα θαυμάστηκε για τον τρόπο παιχνιδιού της.[305][306][307] Όμως, αυτό δεν συνέβη μόνο με την πρώτη ομάδα: οι ομάδες των μικρότερων τμημάτων αναδιοργανώθηκαν, άρχισαν να λειτουργούν με τη νοοτροπία του και έδειξαν επίσης το ίδιο επιθετικό χαρακτήρα παιχνιδιού, κάτι που διευκόλυνε νέους και εφεδρικούς παίκτες να κάνουν τη μετάβαση στην πρώτη ομάδα.[9][308][309] Η ομάδα είχε καταταγεί στην έκτη θέση στο πρωτάθλημα του 1987–88, η χειρότερη από το 1941–42 και με την πρώτη χρονιά του Ολλανδού ανέβηκε στη δεύτερη πίσω από τη Ρεάλ Μαδρίτης, γεγονός που επαναλήφθηκε την επόμενη περίοδο. Επιπλέον, διοικητικά προβλήματα περιέπλεκαν την κατάσταση στην ομάδα.[309][310] Όπως σημείωσε ο χρονογράφος Σιντ Λόου (Sid Lowe) στο βιβλίο του Fear and Loathing, η Μπαρτσελόνα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 «ήταν ένας συλλογος με χρέη και σε κρίση, τα αποτελέσματα ήταν άσχημα, οι επιδόσεις ήταν οι χειρότερες, η ατμόσφαιρα κακή και η προσέλευση του κόσμου χαμηλή. Δεν λειτούργησε αμέσως, αλλά ο Κρόιφ ανέκτησε την ταυτότητα που είχε ενσωματώσει ως παίκτης. Πήρε ριψοκίνδυνες αποφάσεις και ακολούθησαν ανταμοιβές».[68]
Ο Κρόιφ ξεκίνησε με νέους παίκτες τους οποίους προώθησε στην πρώτη ομάδα. Ακόλουθα, προχώρησε στην απόκτηση εγχώριων παίκτων σημαντικής αξίας και ξένους κορυφαίας κλάσης όπως οι Χρίστο Στόιτσκοφ, Ντένις Μπέργκαμπ, Ρόναλντ Κούμαν και Ρομάριο δημιουργώντας μια καινούρια ομάδα, η οποία γνώρισε περίοδο λαμπρής αγωνιστικής παρουσίας. Για να γίνει αυτό χρειάστηκε να απομακρύνει 15 ποδοσφαιριστές από την πρώτη του χρονιά, ενώ 12 νέοι ήρθαν στην ομάδα. Ήταν ένας από τους μεγαλύτερους μετασχηματισμούς σε ποδοσφαιρικό σύλλογο.[308][309][311] Ξεκινώντας από την προπόνηση, αυτή ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη οι παίκτες που είχαν συνηθίσει. Τη δεκαετία του 1990 είχε αρχίσει η κυριαρχία του δυναμικού τρόπου παιχνιδιού, η φυσική κατάσταση των παικτών ήταν το πιο σημαντικό στοιχείο. Τώρα, η τεχνική θα έπρεπε να υπερέχει. Η βασική αρχή «αν έχεις την μπάλα πρέπει να κάνεις το γήπεδο όσο το δυνατόν μεγαλύτερο, και αν δεν έχεις την μπάλα πρέπει να το κάνεις όσο το δυνατόν μικρότερο» παρέμεινε αναλλοίωτη.[306][312][313] Στο διάστημα των πέντε ετών (1989–94), οδήγησε το σύλλογο σε τέσσερις ευρωπαϊκούς τελικούς (δύο τελικούς του Κυπέλλου Κυπελλούχων και δύο τελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών).[9][119][314] Τα χαρακτηριστικά παιχνιδιού όμως της ομάδας δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο», καθώς δεν βασίζονταν στις εναλλαγές των θέσεων των παικτών αλλά στον τρόπο λειτουργίας τους με τη μπάλα.[40][306]
Ο πρώτος τίτλος ήρθε το 1989–90 με την κατάκτηση του Κυπέλλου Ισπανίας νικώντας στον τελικό τη Ρεάλ Μαδρίτης με 2–0, νίκη εφαλτήριο για τις επόμενες διακρίσεις.[127][310] Η ομάδα κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα στη σειρά (1991–94), τρία Σούπερ Κύπελλα Ισπανίας και κέρδισε τη Σαμπντόρια τόσο στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Κυπελλούχων του 1989, όσο και στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1992, θεωρούμενη ως η καλύτερη ομάδα στην ιστορία του συλλόγου μέχρι τότε[305][315] και μια από τις καλύτερες όλων των εποχών.[316] Στις 10 Μαΐου 1989, οι γηπεδούχοι με το Χούλιο Σαλίνας και τον Λοπέ Ρεκάτε οδήγησαν τη Μπαρτσελόνα σε νίκη απέναντι στη Σαμπντόρια. Πάνω από 25.000 οπαδοί ταξίδεψαν στην Ελβετία για να υποστηρίξουν την ομάδα. Έτσι ήρθε το τρίτο Κύπελλο Κυπελλούχων στην ιστορία του συλλόγου. Το όνειρο του μεγάλου Ευρωπαϊκού Κυπέλλου έγινε πραγματικότητα στις 20 Μαΐου 1992 στο Λονδίνο, όταν η Μπαρτσελόνα νίκησε τη Σαμπντόρια με 1–0 στην παράταση με γκολ φάουλ του Ρόναλντ Κούμαν. Η τελευταία οδηγία του Κρόιφ στους παίκτες του προτού να βγουν στο γήπεδο ήταν Salid y disfrutad («Βγείτε έξω και να το απολαύσετε» ή «πηγαίνετε εκεί έξω και να απολαύσετε τον εαυτό σας»).[317][318] Είχαν προηγηθεί δύο χαμένοι τελικοί το 1961 και το 1986 και στην πρώτη νίκη στην ιστορία του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, 25.000 οπαδοί συνοδεύσαν την ομάδα στο Στάδιο Γουέμπλεϊ, ενώ η ολοκλήρωση του από δεκαετίες ονείρου του συλλόγου για την κατάκτηση της ευρωπαϊκής κορυφής έβγαλε ένα εκατομμύριο κόσμου στους δρόμους της Βαρκελώνης για το καλωσόρισμα των ευρωπαίων πρωταθλητών.[309][314] Τη χρονιά εκείνη ο σύλλογος κατέκτησε τέσσερις τίτλους με την προσθήκη και του Ευρωπαϊκού Σούπερ Κυπέλλου με την επικράτηση επί της Βέρντερ Βρέμης με συνολικό αποτέλεσμα των δύο αγώνων 3–2.[94][319][320] Στον τελικό του Διηπειρωτικού Κυπέλλου στο Τόκιο, η Μπαρτσελόνα έχασε με 2–1 από την Σάο Πάολο. Αξιοσημείωτο όμως είναι το γεγονός ότι 25 χρόνια μετά αποκαλύφθηκε μυστική συμφωνία των δύο προπονητών (προπονητής της Σάο Πάολο ήταν ο Τέλε Σαντάνα) δύο ημέρες πριν τον αγώνα ότι όποιος παίκτης παραβίαζε τους κανόνες του καλού ποδοσφαίρου θα απομακρυνόταν από αυτούς από το γήπεδο.[321][322] Οι νίκες του συλλόγου εκείνη την εποχή περιλαμβάνουν και το 5–0 επί της Ρεάλ Μαδρίτης στη Βαρκελώνη τον Ιανουάριο του 1994.[323][324] Παραμένει ο μοναδικός προπονητής της ιστορίας ισπανικού πρωταθλήματος που κέρδισε τέσσερις διαδοχικούς τίτλους πρωταθλήματος.[55]
Το τέλος της αποκαλούμενης «ομάδας-όνειρο» (dream team) ήρθε στην Αθήνα το 1994 στην απρόσμενη συντριβή από τη Μίλαν με 4–0 στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, διοργάνωσης που διαδέχθηκε το Κύπελλο Πρωταθλητριών.[325][326][327] Από την επόμενη αγωνιστική περίοδο απομάκρυνε σταδιακά αρκετά βασικά στελέχη, άρχισε να ενσωματώσει στην ομάδα νέους ποδοσφαιριστές προερχόμενους από τις ακαδημίες αλλά αυτοί οι νεαροί χρειάζονταν χρόνο και οι συγκρίσεις με τα καθιερωμένα στοιχεία πρόσφατων επιτυχιών δεν τους βοήθησαν. Η Μπαρτσελόνα δεν κατάφερε να κερδίσει κανένα τίτλο και η Ρεάλ Μαδρίτης τη συνέτριψε σε αγώνα πρωταθλήματος με 5–0.[144][324][328] Η μεταγραφή του Λουίς Φίγκο δεν βελτίωσε την κατάσταση τη χρονιά 1995–96 (αποκλεισμός από τη Μπάγερν στα ημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, ήττα στον τελικό του Κυπέλλου Ισπανίας από την Ατλέτικο Μαδρίτης) και έτσι η σταδιοδρομία του Ολλανδού στον ισπανικό σύλλογο τελείωσε. Το 1996, έπειτα από δύο απανωτές και αναπάντεχες εντός έδρας ήττες στο Καμπ Νόου από τη Ρεάλ Μπέτις και την Ατλέτικο Μαδρίτης, ο Ολλανδός τεχνικός απομακρύνθηκε από την τεχνική ηγεσία του συλλόγου.[308][329]
Με 11 τρόπαια, ο Κρόιφ ήταν ο πιο επιτυχημένος προπονητής του συλλόγου, αλλά από τότε έχει ξεπεραστεί από τον πρώην παίκτη του Πεπ Γκουαρντιόλα, ο οποίος πήρε 15. Στις τελευταίες δύο χρονιές του, ωστόσο, δεν κατάφερε να κερδίσει κανένα τρόπαιο.[64][315][330] Παρ' αυτά είναι ο προπονητής με τους περισσότερους αγώνες στην ιστορία της Μπαρτσελόνα και με τις περισσότερες νίκες.[331][332]
Το 1997 αντιμετώπισε επιπλέον καρδιολογικά προβλήματα που τον οδήγησαν στην απόφαση να απομακρυνθεί από τους πάγκους.[333]
Την ευθύνη της εθνικής ομάδας της Καταλονίας την είχε σε συνολικά τέσσερις αγώνες μόνο, μιας και η ομάδα δεν είναι επίσημα αναγνωρισμένη. Είχε δύο νίκες και δύο ισοπαλίες.[334][335] Στις 22 Δεκεμβρίου 2009 η Καταλονία σημείωσε μία αξιομνημόνευτη νίκη επί της Αργεντινής του Ντιέγκο Μαραντόνα με 4–2.[336][337]
Ο τρόπος παιχνιδιού του Ολλανδού και η ποδοσφαιρική του φιλοσοφία επηρέασε πολλούς προπονητές και παίκτες, όπως οι Αρίγκο Σάκι, Άλεξ Φέργκιουσον, Αρσέν Βενγκέρ, Νιλς Λίντχολμ, Κάρλο Αντσελότι, Λουίς Ενρίκε, Πεπ Γκουαρδιόλα, Φρανκ Ράικαρτ, Μίκαελ Λάουντρουπ, Ερίκ Καντονά, Ντιντιέ Ντεσάν κ.α.[108][338][339][340][341][342] Επιπλέον, η ξεκάθαρη γνώμη του για το πως πρέπει να παίζεται το δημοφιλεστερο των αθλημάτων και η επιτυχημένη μετάδοση αυτών των γνώσεων και εμπειριών του ήταν ο σημαντικότερος λόγος που ο Κρόιφ δημιούργησε πολλούς επιτυχημένους μαθητές-προπονητές, η πλειοψηφία των οποίων ήταν ποδοσφαιριστές του.[266][297] Ένας από τους πρώην παίκτες του που αναδείχθηκε στην εποχή του ως προπονητή και από τους καλύτερους μαθητές του, ο Πεπ Γκουαρντιόλα είπε για τη συμβολή του στην ομάδα της Βαρκελώνης: «Έχει σημασία πως οι προπονητές επηρεάζουν τη νέα γενιά και τους παίκτες τους. Η επιρροή του Γιόχαν είναι εξαιρετική, καταπληκτική, τεράστια. Ήταν σαν να πηγαίνεις στο πανεπιστήμιο κάθε μέρα. Ο Γιόχαν ήταν το πιο σημαντικό άτομο στην ιστορία του ποδοσφαίρου».[302]
Μετά το 1996 παρέμεινε στο χώρο του αθλήματος, τόσο στην Ολλανδία, όσο και στη Βαρκελώνη. Το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ήταν αφιερωμένος στη Μπαρτσελόνα λειτουργώντας ως τεχνικός σύμβουλος των εκάστοτε διοικήσεων, όμως οι ιδιαιτερότητες του χαρακτήρα του δεν επέτρεψαν σταθερότητα.[346][347] Οι απόψεις του συχνά ήταν αποδεκτές αλλά όχι πάντα. Στην Ολλανδία ίδρυσε διάφορους κοινωνικούς φορείς, οι οποίοι επικεντρώνονται κυρίως στους νέους και στον αθλητισμό. Σημαντικότερο είναι το «Ιδρύμα Γιόχαν Κρόιφ» που ιδρύθηκε το 1997 και βοηθά παιδιά με αναπηρία μέσω του αθλητισμού και του Cruyff Academics International, το οποίο μέσω του ινστιτούτου, της «Ακαδημίας Γιόχαν Κρόιφ» και του «Κολεγίου Γιόχαν Κρόιφ», προσφέρει ακαδημαϊκά προγράμματα που σχετίζονται με τη διοίκηση αθλητισμού. Υπάρχουν πέντε Ινστιτούτα Κρόιφ, τρεις Ακαδημίες Κρόιφ και τέσσερα Κολέγια Κρόιφ στο Μεξικό, το Περού, την Ισπανία και την Ολλανδία, με στόχο τη συνολική εξειδίκευση του αθλήματος.[259][347][348] Επιπλέον, παρέμεινε στο ποδόσφαιρο, μεταξύ άλλων ως αναλυτής, πρεσβευτής, σύμβουλος και αρθρογράφος.[118][349]
Όταν έγινε 50 ετών το 1997, σχεδόν κάθε εφημερίδα και περιοδικό στην Ολλανδία δημοσίευσε ένα ειδικό αφιέρωμα στον Κρόιφ. Προσκλήθηκε σε εκατοντάδες εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν προς τιμή του γεγονότος. Ένα έθνος που δεν είχε εκτιμήσει όσο έπρεπε το διαπρεπέστερο πολίτη του εξέφραζε την αναγνώριση που δεν έτυχε τις προηγούμενες δεκαετίες. Αυτή ήταν η κορυφή της φήμης του. Ολλανδοί έλεγαν ο ένας στον άλλο ανέκδοτα για την ιδιοφυΐα που είχε παραμείνει ένας συνηθισμένος άνθρωπος: ο ίδιος έτρωγε στον πάγκο σε μπαρ του Άμστερνταμ ή έκανε ποδηλασία περνώντας από το σπίτι ενός ξένου και χαιρετώντας.[40] Μελέτη της εποχής απέδειξε ότι δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι στην υφήλιο γνώριζαν τον Κρόιφ.[350]
Τα τέλη του 20ού αιώνα οι τιμές και οι βραβεύσεις ήταν συχνές όπως η ονομασία του τρόπαιου του Ολλανδικού Σούπερ Κυπέλλου σε «Γιόχαν Κρόιφ Τρόπαιο» ( Johan Cruijff Schaal),[351] ενώ το 1999 αναδείχθηκε κορυφαίος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής του αιώνα από την IFFHS και κορυφαίος Ολλανδός αθλητής του 20ού αιώνα.[7][352][353] Στις 10 Μαρτίου 1999 η Μπαρτσελόνα διοργάνωσε ένα αγώνα φόρο προς τιμή του ως προπονητή. Διεξήχθη στο Καμπ Νόου ανάμεσα στην ομάδα του συλλόγου εκείνης της χρονιάς και σε ομάδα από παίκτες της Dream Team της εποχής του Κρόιφ.[354] Σχεδόν ένα μήνα αργότερα, στις 6 Απριλίου, ο Άγιαξ με πρωτοβουλία του Κρόιφ διοργάνωσε παιχνίδι προς τιμή του στην έδρα του μπροστά σε 50.000 θεατές. Η συνάντηση έφερε αντιμέτωπες τις ομάδες του Άγιαξ των αρχών της δεκαετίας του 1970 και αυτών των τελευταίων τότε χρόνων του συλλόγου και την έδωσε την ευκαιρία στον Κρόιφ να αγωνιστεί και πάλι με τη φανέλα του Άγιαξ, καθώς συμμετείχε για αρκετά λεπτά, φορώντας το χαρακτηριστικό του νούμερο 14.[355] Το 2000 ήταν πέμπτος (από κοινού με τον Τζορτζ Μπεστ) στην ψηφοφορία των ειδικών της FIFA και του περιοδικού της μετά τους Πελέ, Αλφρέδο Ντι Στέφανο, Ντιέγκο Μαραντόνα και Φραντς Μπεκενμπάουερ.[356] Το 2002 σε διαδικτυακή ψηφοφορία της FIFA ψηφίστηκε στην Ομάδα Όνειρο των Παγκοσμίων Κύπελλων.[357][358]
Το 2003 επελέγη από την Ομοσπονδία της Ολλανδίας ως ο «χρυσός παίκτης» της χώρας για τον εορτασμό των 50 χρόνων της UEFA.[359] Το 2006 τιμήθηκε από τη Βουλή της Καταλονίας με το «Σταυρό του Αγίου Γεωργίου» (Creu de Sant Jordi)- ο πρώτος ποδοσφαιριστής- για την πολιτιστική του συμβολή, που αποτελεί την ύψιστη διάκριση.[360]
Η ταινία En un momento dado (2004), είναι αφιερωμένη στον Κρόιφ.[361] Η σχέση του Ολλανδού με τον κόσμο της Καταλονίας ήταν ισχυρή από την εποχή που αγωνίστηκε ως παίκτης και έγινε ακόμα πιο δυνατή τα χρόνια της προπονητικής περιόδου που τον αποκαλούσαν El Salvador («Ο Σωτήρας»).[177][275] Ένας ηλικιωμένος οπαδός της Μπαρτσελόνα «βουρκώνει» προσπαθώντας να θυμηθεί τα κατορθώματα του αγαπημένου του ποδοσφαιρικού ήρωα.
«Ακόμη και σήμερα δεν έχουμε καταφέρει να τον ευχαριστήσουμε στο βαθμό που του αξίζει για όσα πρόσφερε στην Καταλονία. Μας έκανε ξανά υπερήφανους. Ήταν ο σωτήρας μας...».[362]
Το 2008 κλήθηκε να βοηθήσει τον Άγιαξ ως τεχνικός σύμβουλος που για πάνω από μία δεκαετία βρίσκονταν μακριά από τις επιτυχίες. Εξήγησε το πως ήθελε να κάνει επανάσταση στις ακαδημίες του συλλόγου, όμως ο Μάρκο φαν Μπάστεν, πνευματικό του παιδί, και προπονητής της ομάδας του αρνήθηκε. Σε 17 ήμερες έφυγε από την Ολλανδία επιστρέφοντας στην Ισπανία.[363] Το 2011 επέστρεψε στην ίδια θέση παραμένοντας για περίπου ένα χρόνο. Επιθυμούσε τη ριζικές αλλαγές στο σύλλογο για μία ακόμη φορά, προωθούντας μια «βελούδινη επανάσταση».[188][364][365] Από τον ολλανδικό σύλλογο παραιτήθηκε το 2012 με τη διοίκηση να διευκρινίζει ότι ο Κρόιφ θα «συνεχίσει να συμμετέχει στην υλοποίηση του ποδοσφαιρικού του οράματος εντός του συλλόγου».[346][366][367] Συνέχισε άτυπα τη σχέση του με το σύλλογο μέχρι τα τέλη του 2015 διευκρινίζοντας τότε ότι οι προτάσεις του δεν λαμβάνονταν υπόψη με το σύλλογο να απομακρύνεται από τη φιλοσοφία του.[368] Ο κάθετος τρόπος σκέψης του αρκετές φορές τον έφερε σε ισχυρή αντιπαράθεση με ιθύνοντες του αθλήματος προβάλλοντας ενίοτε και τις αρνητικές πτυχές του χαρακτήρα του.[149][369]
Ο υπέρμετρος επαγγελματισμός της δεκαετίας του 2010, όπως αυτός εκφράστηκε στη Μπαρτσελόνα με τη διαφήμιση ιδιωτικής επιχείρησης μετά από 110 χρόνια ζωής του συλλόγου τον έβρισκε αντίθετο. Όπως είχε πει σε συνέντευξή του το 2014, «Όλοι θα πρέπει να μπορούν να παίξουν ποδόσφαιρο, αλλά αυτές οι αξίες χάνονται. Πρέπει να τις φέρουμε πίσω», κρούωντας τον κώδωνα του κινδύνου για την πορεία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, που σταδιακά απομακρύνεται από τη φιλοσοφία και τον τρόπο καλλιέργειας που ο ίδιος πρέσβευε.[286][370][371] Ο ίδιος είχε συμβάλλει ως ένα βαθμό στην εμπορικοποίηση των αθλητών με τη συμμετοχή του σε διαφημίσεις από τη δεκαετία του 1970, θέλοντας όμως οι ποδοσφαιριστές να έχουν το δικαίωμα διαχείρισης των συμφερόντων τους και όχι οι σύλλογοι.[171][372]
Το 2010 ο αστεροειδής 14282 πήρε το όνομά του, και ήταν το τρίτο ουράνιο σώμα με όνομα ποδοσφαιριστή μετά τους Γιόζεφ Μπίτσαν και Φέρεντς Πούσκας.[373][374] Το 2011 ήταν ένα από τα 15 πρώτα μέλη που εισήχθησαν στην Αίθουσα Φήμης του Ποδοσφαίρου (Salón de la Fama del Fútbol) που βρίσκεται στην Πατσούκα, της πολιτείας Ιδάλγο του Μεξικού.[375][376]
Ο Γιόχαν Κρόιφ έφυγε από τη ζωή στις 24 Μαρτίου2016 στη Βαρκελώνη σε ηλικία 68 ετών, από καρκίνο του πνεύμονα.[343][344][352] Το πρόβλημα υγείας του δημοσιοποιήθηκε πέντε μήνες νωρίτερα[345] αλλά ήταν γνωστό στον ίδιο για 18 μήνες. Αποτεφρώθηκε εντός 24 ωρών.[377][378][379] Ο Φραντς Μπεκενμπάουερ τον αποχαιρέτησε χαρακτηρίζοντάς τον ως τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή που έβγαλε ποτέ η Ευρώπη, διαχρονική εκτίμηση που είναι ευρέως αποδεκτή στην ποδοσφαιρική κοινότητα.[3][21][380][381][382][383][384] Ο Μισέλ Πλατινί τον χαρακτήρισε ως τον κορυφαίο του κόσμου και όλων των εποχών.[385] Η L'Équipe κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο τη φωτογραφία του και τον τίτλο «Ήταν το ποδόσφαιρο».[241] Επτά μήνες μετά, κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του με τίτλο
«Johan Cruyff : My turn», η οποία μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.[386] Ήταν παντρεμένος από τις 2 Δεκεμβρίου του 1968 με τη Ντάνι Κόστερ με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά: τη Σαντάλ, τη Σουσίλα και τον Γιόρντι, ο οποίος έγινε κι αυτός ποδοσφαιριστής και αγωνίστηκε, μεταξύ άλλων, στην Μπαρτσελόνα και στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.[23][203]
Από το 2018 (η απόφαση του συλλόγου λήφθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2017) το στάδιο του Άγιαξ
«Άμστερνταμ Αρένα» μετονομάστηκε προς τιμή του σε «Γιόχαν Κρόιφ Αρίνα».[387][388][389] Η Μπαρτσελόνα ονόμασε το νέο της στάδιο για τη δεύτερη ομάδα της και τους αγώνες γυναικών σε Στάδιο Γιόχαν Κρόιφ (Estadi Johan Cruyff), ενώ ένα άγαλμα ύψους 3,5 μέτρων διακοσμεί το γήπεδο του συλλόγου Καμπ Νόου από τον Αύγουστο του 2019, στη βάση του οποίου είναι γραμμένη η φράση του Salid y disfrutad.[347][390] Στις 21 Αυγούστου 2020 παρουσιάστηκε άγαλμά του έξω από το γήπεδο του Άγιαξ.[391][392]
Η κληρονομιά του
Το σημαντικότερο στοιχείο στη ζωή του Κρόιφ είναι η κληρονομιά που άφησε στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.[18][234][393][394][395] Οι καριέρες άλλων κορυφαίων παικτών χαρακτηρίζονται από στιγμές μαγείας ή είναι γεμάτες νίκες αλλά η διαδρομή του Κρόιφ μπορεί να θεωρηθεί μοναδική. Αρκετοί έφτασαν στην κορυφή και ως παίκτες και ως προπονητές, όμως ο Κρόιφ είναι ο μόνος που εντυπωσίασε τον πλανήτη ως παίκτης και μετά άλλαξε για πάντα το ποδόσφαιρο ως προπονητής. Ως παίκτης, μπορεί να καυχηθεί ότι έχτισε το μύθο τριών μεγάλων ομάδων, δύο μεγάλων συλλόγων και της εθνικής ομάδας της χώρας του.[21][143][247][396][397]
Στο σημερινό κόσμο υπάρχουν λίγοι σύλλογοι με μία φιλοσοφία - κουλτούρα τόσο βαθιά ριζωμένη και ευρέως αναγνωρισμένη όπως ο Άγιαξ. Οι εγγενείς αρχές του συλλόγου ίσως τονίστηκαν καλύτερα το 1995, όταν η ομάδα εξασφάλισε τον τέταρτο ευρωπαϊκό τίτλο. Πάνω από δύο δεκαετίες μετά την τριάδα των ευρωπαϊκών τίτλων της δεκαετίας του 1970, ήταν απόδειξη ότι η μεθοδολογία του Άγιαξ εξακολουθούσε να λειτουργεί. Εννέα από τους 16 ποδοσφαιριστές του τελικού είχαν κάνει το επαγγελματικό τους ντεμπούτο με τον ολλανδικό σύλλογο.[17][398][399] Και κατά την τελευταία χρονικά παρουσία του στην ομάδα του Άμστερνταμ το 2012, η επάνοδός του μαζί με παλαιούς καταξιωμένους παίκτες που είχαν προέλθει από τις ακαδημίες είχε ως στόχο την επαθεμελίωση της De Toekomst (ολλανδικά για «το μέλλον», οι ομάδες των τμημάτων υποδομής). Η νέα γενιά παικτών που αναδύθηκαν έφεραν την ομάδα και πάλι στο προσκήνιο στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2010, έστω και χωρίς τα εντυπωσιακά αποτελέσματα του παρελθόντος.[347][365][400]
Αντίστοιχη θεωρείται και η επίδρασή του Κρόιφ ως προπονητή στο σωματείο της Καταλονίας, επηρεάζοντας το μέλλον της πολύ περισσότερο απ’ όσο ως ποδοσφαιριστής:[134][312] είναι μεγαλύτερη από οποιοδήποτε άλλον στο σύλλογο θέτοντας τα θεμέλια για μία οργάνωση νέων που συνεχίζει να θέτει πρότυπα στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.[62][398][401] Όταν ανέλαβε τον ισπανικό σύλλογο το 1988, η ομάδα είχε κερδίσει δύο τίτλους πρωταθλήματος σε 28 χρόνια. Στα 27 χρόνια μέχρι το 2015, έχει κατακτήσει 13 τίτλους πρωταθλήματος και πέντε τίτλους του κορυφαίου ευρωπαϊκού τροπαίου.[16][330] Η Μπαρτσελόνα του Κρόιφ όχι μόνο νίκησε, αλλά θαυμάστηκε για τον τρόπο παιχνιδιού της και επιχειρήθηκε να αντιγραφεί: ήταν σαν μια φιλοσοφική επανεκκίνηση για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και, για χρόνια, αυτή η εποχή ήταν υπόδειγμα της ομορφιάς του αθλήματος και κάτι για το οποίο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μίλησαν με σεβασμό.[402][403][404][405] Η εύστοχη περιγραφή του Γκουαρντιόλα (ενός από τους πολλούς παίκτες που τον είχαν προπονητή και ακολούθησαν επιτυχημένη πορεία στην προπονητική)[406][407] είναι χαρακτηριστική: «Ο Γιόχαν Κρόιφ ζωγράφισε το παρεκκλήσι, και οι προπονητές της Μπαρτσελόνα από τότε το αποκατέστησαν ή το βελτίωσαν».[219][408] Και ο Ισπανός τεχνικός συνεχίζει: «Ως παίκτης και ως προπονητής κέρδισε πολλούς τίτλους, αλλά αυτό δεν είναι η κληρονομιά του. Οι τίτλοι μόνο βοηθούν. Άλλαξε δύο συλλόγους, τον Άγιαξ και τη Μπαρτσελόνα αλλά έπειτα και τις ολλανδικές και ισπανικές εθνικές ομάδες. Ξεχάστε τους τίτλους. Έχω κερδίσει περισσότερους τίτλους από αυτόν. Ο Μέσι, για παράδειγμα, είναι κάποιος που τρέχει λιγότερο και είναι ο καλύτερος μαθητής του. Δεν θα μπορούσα να κάνω ότι έκανε στη Μπαρτσελόνα. Άλλαξε τα πάντα, τα έκανε όλα. Αυτό που έκανε ο Κρόιφ για το ποδόσφαιρο δεν μπορεί να συγκριθεί. Μας έκανε να αγαπάμε αυτό το άθλημα τόσο ανοικτά που δεν υπάρχει τρόπος να τον ξεχάσουμε».[409][410]
Η κληρονομιά που άφησε ο Κρόιφ στο σύλλογο της Βαρκελώνης όμως, ήταν κάτι περισσότερο από απλά τρόπαια και ρεκόρ, καθώς έδωσε νοοτροπία νικητή και ποδοσφαιρική ταυτότητα/ιδεολογία που διατρέχει το σύλλογο μέχρι σήμερα.[269][411][412] Ως προπονητής της Μπαρτσελόνα έθεσε τα θεμέλια για μία διακεκριμένη σχολή ποδοσφαίρου μεταφέροντας τις βάσεις της ολλανδικής ομάδας: «σχολή Barçajax» ή «σχολή Barça-Ajax», όπως την έχουν αποκαλέσει πολλοί από τα τέλη της δεκαετίας του 1990.[413][414][415] Ο κυρίαρχος τρόπος παιχνιδιού, τώρα γνωστό ως τίκι-τάκα (ισπανικά: tiqui-taca), που μεταφέρθηκε και βελτιώθηκε από τον Άγιαξ στη Μπαρτσελόνα προσαρμόστηκε στην καταλανική ομάδα έτσι ώστε να ταιριάζει περισσότερο στο δικό της τρόπο παιχνιδιού.[416][417] Στη Μπαρτσελόνα, για πάνω από 30 χρόνια και αυτό από την ηλικία των 12, παίζουνε για τους άλλους, βάζοντας τον εαυτό τους στην υπηρεσία της ομάδας και του παιχνιδιού. Και η μπάλα κυκλοφορεί συνεχώς χαμηλά, μέχρι σε αυτόν που έχει την ευκαιρία και την ευχέρεια να γίνει επικίνδυνος. Το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η επιτυχία των Λιονέλ Μέσι, Τσάβι και Αντρές Ινιέστα, γνήσιων προϊόντων της καταλανικής σχολής, που γεννήθηκαν μαζί στη Λα Μασία και του συνόλου της πορείας της Μπαρτσελόνα.[394][402][418][419] Η ακαδημία του καταλανικού σωματείου παρουσίασε σε ολόκληρη την υφήλιο στην εποχή του Γκουαρντιόλα ίσως το πιο χαρισματικό σύνολο παικτών, μετά τον Άγιαξ της δεκαετίας του 1970. Και αυτοί οι ποδοσφαιριστές, όπως και πολλοί άλλοι, δεν θα είχαν την ευκαιρία να παίξουν στην καταλανική ομάδα αν δεν αποφασιζόταν η κατάργηση, μετά από απαίτηση του Κρόιφ, της μέχρι τότε πρακτικής, της λεγόμενης Prueba de la muneca («δοκιμασία κούκλας»), σύμφωνα με την οποία οι νέοι που δεν προβλεπόταν στην ηλικία των 15 ετών να γίνουν ψηλότεροι από 1,80 μέτρα δεν μπορούσαν να συνεχίσουν στην ομάδα. Η πρακτική αυτή βρισκόταν σε εφαρμογή από το 1972 και σταδιακά άλλαξε φέρνοντας τίτλους στις μικρές ομάδες του σωματείου.[290][311][318][408] Η αξία της πορείας του φαίνεται από την αναγνώρισή του ως του σημαντικότερου προσώπου στον τελευταίο μισό αιώνα της ιστορίας της Μπαρτσελόνα.[420]
Θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών μαζί με τους Πελέ, Ντιέγκο Μαραντόνα και Αλφρέδο Ντι Στέφανο που όρισαν περιόδους ιστορίας του αθλήματος.[395][421][422] Όμως ο Κρόιφ ήταν κάτι περισσότερα από αυτό: η καριέρα ως προπονητή ήταν εξίσου διαπρεπής πραγματοποιώντας ριζικές αλλαγές στα σωματεία που βρέθηκε, αφήνοντας ανεξίτηλο και διαχρονικό το στίγμα του σε αυτές.[108][423][424] Άλλαξε οριστικά τον τρόπο αντίληψης της τακτικής στο ποδόσφαιρο, τις μεθόδους κατάρτισης και ανάπτυξης των ποδοσφαιριστών και κατά συνέπεια του αθλήματος.[396][397][425] Πολλοί τον θεωρούν αρχιτέκτονα του μοντέρνου ποδοσφαίρου ή εφευρέτη του.[15][16][70][426][427] Η εξελικτική διαδικασία της ποδοσφαιρικής ιστορίας είναι αρκετή ώστε να θεωρείται ως ο άνθρωπος που αναγέννησε το ποδόσφαιρο στην Ευρώπη. Μία από τις βασικές αρχές του ήταν ότι δεν ήθελε να κερδίζει με κάθε τρόπο ή όπως δήλωσε ο ίδιος το 2005 «η απλή νίκη δεν είναι αρκετή», κεντρική ιδέα που ξεκίνησε από τον πρώτο διδάξαντα Ρίνους Μίχελς.[271][306][428] Ακόμη πιο σημαντικό, το αποτύπωμα του Ολλανδού έγινε αισθητό περισσότερο στη σύγχρονη φιλοσοφία του αθλήματος: σχεδόν κάθε μεγάλη επιτυχημένη ομάδα στον κόσμο σήμερα οφείλει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην κληρονομιά του Κρόιφ. Η ευχέρεια στην κατοχή της μπάλας και η ικανότητα δημιουργίας επιθετικών πρωτοβουλιών από όλους τους παίκτες απαντάται εκτεταμένα στον 21ο αιώνα. Αυτό που τον έκανε ολοκληρωμένο ως αθλητή ήταν ο τρόπος που εξύψωσε την πατρίδα του από την ποδοσφαιρική ανυποληψία στην παγκόσμια αναγνώριση. Η εθνική Ολλανδίας από την «τριτοκοσμική» κατάσταση στην οποία βρίσκονταν στον παγκόσμιο ποδοσφαιρικό χάρτη, έφτασε ταχύτατα στην κορυφή του κόσμου και διατηρήθηκε εκεί φτάνοντας στον τελικό του επόμενου Παγκοσμίου Κυπέλλου και συνέχισε να πρωταγωνιστεί με την οργάνωσή του όχι μόνο τη δεκαετία του 1980 αλλά με συνεχόμενες γενιές σπουδαίων ταλέντων να βρίσκεται σε πρωταγωνιστικό ρόλο σχεδόν μισό αιώνα μετά την εκτόξευσή του. Αυτό απαιτούσε δεξιότητα, αυτοπεποίθηση, στρατηγική, φιλοδοξία, και όταν το απαιτούσαν οι καιροί, ακόμη και επιχειρηματολογία, αλαζονεία και οργή, στοιχεία που ο ίδιος διέθετε σε αφθονία.[254][270][429] Ακόμη και εκείνοι που δίνουν προτεραιότητα στους τίτλους σε σχέση με το στυλ, θα παραδεχθούν τελικά ότι παιχνίδι της εθνικής Ολλανδίας το 1974 παραμένει πιο σεβαστό και αγαπημένο από αρκετούς άλλους που επέστρεψαν στη χώρα τους με το τρόπαιο.[243][249] Αξιοπρόσεκτη είναι και η παρατήρηση ότι στις μεταβολές του διεθνούς ποδοσφαίρου το τελευταίο μισό αιώνα, ο τελευταίος ανανεωτής του ποδοσφαίρου ήταν εκείνη η ομάδα.[204][271][430][431] Παρά την ήττα της, η The Telegraph και το βρετανικό περιοδικό World Soccer σε ψηφοφορία ειδικών που διοργάνωσε το 2007 την ανέδειξε ως τρίτη καλύτερη ομάδα στην ιστορία, μετά τη Βραζιλία του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970 και την Ουγγαρία του 1953,[316][432] ενώ εξακολουθεί να αναγνωρίζεται ως μία από τις καλύτερες όλων των εποχών.[433][434][435][436]
Ενδεικτική ακόμα είναι μία δήλωση του Φάμπιο Καπέλο: «Η εποχή του Γκουαρντιόλα είναι μία από τις τρεις μεγαλύτερες κληρονομιές στη σύγχρονη ιστορία του ποδοσφαίρου: η εποχή του Σάκι (στη Μίλαν), η εποχή των Ολλανδών και η εποχή της Μπαρτσελόνα». Και οι τρεις είναι κληρονομιά του Ολλανδού.[364] Ακόμα και η ιδιαιτέρα επιτυχημένη εθνική Ισπανίας της περιόδου 2008–12 λειτούργησε με βασικές αρχές προερχόμενες από την δική του ποδοσφαιρική φιλοσοφία.[16][29][393][437] Ήταν αυτός που έκανε τα περισσότερα για να γίνει το «όμορφο παιχνίδι» ακόμα πιο όμορφο, κάτι που βασίστηκε στην καινοτόμο παρουσία του.[10][15][65][438][439] Οι απαιτήσεις των συστημάτων που ήθελε να εφαρμόσει ήταν υψηλές και γι' αυτό οι δυσκολίες δεδομένες. Η εξέλιξη του αθλήματος τον 21ο αιώνα είναι σε διαφορετική κατεύθυνση: το ποδόσφαιρο έχει γίνει ταχύτερο και με μεγαλύτερη έμφαση στις φυσικές δυνατότητες των παικτών. Η εξειδίκευση των παικτών στις θέσεις γίνεται όλο και πιο επιθυμητή, γεγονός που έβρισκε πάντα αντίθετο τον Κρόιφ.[440][441]
Η αναγνώριση της ποδοσφαιρικής του αξίας παραμένει και μετά το θάνατό του καθώς όλο και λιγότεροι παίκτες λειτουργούν εγκεφαλικά στην πορείας του αθλήματος, ενώ το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για τους προπονητές.[412][442][443] Υποστήριζε αδιάκοπα τα ιδανικά του επιθετικού ποδοσφαίρου με χαρακτηριστική τη φράση
«προτιμώ να κερδίζω με 5–4 παρά με 1–0», αφήνοντας ως κληρονομιά ως παίκτης, ποδοσφαιριστής και οραματιστής του αθλήματος ένα πιο όμορφο τρόπο παιχνιδιού.[75][408][419] Κατά μία άποψη, ακόμη και αν απλοποιηθεί, η ιστορία του του αθλήματος στην Ευρώπη θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο εποχές (τουλάχιστον για το διάστημα μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο): μία πριν από τον Άγιαξ και την Ολλανδία του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου στη δεκαετία του 1970 και σε αυτή που ακολουθεί το πέρασμα του Κρόιφ. Τα ξεπερασμένα συστατικά του αθλήματος παραμερίστηκαν και αυτό «ανακατασκευάστηκε» με τρόπο ήταν αισθητικά πιο ευχάριστο αλλά και ιδιαίτερα αποτελεσματικό. Το «προϊόν» ήταν μία προσέγγιση που φάνηκε να λειτουργεί με ένα νέο σύνολο δεξιοτήτων και να βασίζεται σε διαφορετική νοοτροπία.[60][349][444]
Πολλές από τις φράσεις που χρησιμοποίησε δεν αφορούσαν μόνο το άθλημα αλλά αποτελούσαν εκφράσεις της προσωπικότητάς του και της στάσης ζωής απέναντι σε πολυάριθμα θέματα και έχουν μείνει κλασικές, σε βαθμό που να θεωρείται «φιλόσοφος» και όχι μόνο στο χώρο του ποδοσφαίρου.[282][445][446][447]
Ίσως το σημαντικότερο, πέρα από τη λειτουργική του παρουσία στο ποδόσφαιρο, να είναι ότι ήταν ένας χαρακτήρας με ξεχωριστά στοιχεία. Ένας άνθρωπος με γνώμη σχεδόν για τα πάντα, με βαρύτητα που ξεπέρασε τα όρια του αθλήματος. Διέθετε ικανότητα και αξιοπιστία να λέει πράγματα που ποτέ κανείς δεν είπε σε δημοσιογράφους, μερικές δε φορές με αδόκιμο φραστικό τρόπο. «Αν ήθελα να το καταλάβετε, θα το εξηγούσα καλύτερα» είναι μία ενδεικτική φράση που χρησιμοποίησε σε συνέντευξή του. Θα μπορούσε να γοητεύσει χιλιάδες ανθρώπους (και όχι μόνο φιλάθλους) με τη μεταφορική έννοια των λεγόμενών του, συχνά με δόσεις χιούμορ. Παρ' όλα αυτά, δεν φάνηκε ποτέ να απολαμβάνει το προσκήνιο.[71] Η παρουσία του απέκτησε μεγάλη δημοσιότητα και πολλοί τον παρομοίασαν με τους μεγαλύτερους ροκ σταρ, που την εποχή που αναδύθηκε γνώρισαν πρωτοφανή φήμη.[113][163][448]
Οι συνολικές αξίες του Κρόιφ τόσο στο ποδόσφαιρο όσο και στη ζωή φαίνονται από τους «14 κανόνες» του, οι οποίοι εμφανίζονται σε κάθε ένα από τα 200 γήπεδα που έχουν δημιουργηθεί σε όλο τον κόσμο. Θέματα όπως ο σεβασμός, η ομαδική εργασία, η δημιουργικότητα και η πρωτοβουλία χρησιμεύουν ως οδηγός για να ενημερώσουν τα παιδιά για την ευθύνη τους. Είναι χρήσιμοι για να τους ακολουθήσουν οι παίκτες, αλλά προσφέρει επίσης καθοδήγηση για αξίες στη ζωή καθώς μπορούν να εφαρμοστούν τόσο στις προσωπικές, όσο και στις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Αυτοί οι 14 κανόνες είναι πολύ πιο σημαντικοί από το απλό ποδόσφαιρο, καθώς βοηθούν να ζήσει κανείς με ήθος με τους άλλους, ενώ εξακολουθούν να αναζητούν την επιτυχία.[286][449][450] Στην αυτοβιογραφία του έγραψε ότι μπορούσε μόνο «να σκεφτεί να είναι στην κορυφή» και ότι «δεν ήταν ικανός να κάνει κάτι σε χαμηλό επίπεδο».[397]
↑«De "extra's" van Cruijff» (στα Ολλανδικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2020.CS1 maint: Unfit url (link)
Winner, David : Brilliant Orange: The Neurotic Genius of Dutch Football. (London: Bloomsbury Publishing, 2000), ISBN 978-1590200551
Wilson, Jonathan : Inverting the Pyramid: The History of Football Tactics. (London: Orion Books, 2010), ISBN 978-9606829192
Wilson, Jonathan : The Barcelona Inheritance: The Evolution of Winning Soccer Tactics from Cruyff to Guardiola. (New York: Nation Books, 2018) ISBN 978-1568587851
Brian Glanville : The Story of the World Cup. (London: Faber & Faber) ISBN 978-0571325566
Chérif Ghemmour : Johan Cruyff, génie pop et despote. (Paris: Hugo Sport, 2015) ISBN 978-2755618945
Sid Lowe : Fear and Loathing in La Liga. (Bold Type Books, 2014) ISBN 978-1568584508
Untuk tokoh Alkitab yang menjadi nama dari kitab ini, lihat Nahum. Untuk kegunaan lain, lihat Nahum (disambiguasi). Bagian dari Alkitab KristenPerjanjian LamaYosua 1:1 pada Kodeks Aleppo Taurat Kejadian Keluaran Imamat Bilangan Ulangan Sejarah Yosua Hakim-hakim Rut 1 Samuel 2 Samuel 1 Raja-raja 2 Raja-raja 1 Tawarikh 2 Tawarikh Ezra Nehemia Ester Puisi Ayub Mazmur Amsal Pengkhotbah Kidung Agung Kenabian Besar Yesaya Yeremia Ratapan Yehezkiel Daniel Kecil Hosea Yoël Amos Obaja Yunus Mikha Nah...
Nacida para triunfar Serie de televisiónGénero Drama/biográficoGuion por Pedro VásquezDirigido por Efraín Aguilar PardavéProtagonistas Nidia BermejoCristina UruetaAngelita VelásquezFernando VásquezDoris María RamírezPaís de origen Perú PerúIdioma(s) original(es) EspañolN.º de episodios 20ProducciónProductor(es) ejecutivo(s) Manolo Castillo G.Productor(es) Efraín Aguilar PardavéDuración 42 minutos aprox.LanzamientoMedio de difusión América TelevisiónHorario Lunes a vierne...
كيانوش رستمي کیانوش رستمی كيانوش رستمي مع الميدالية الذهبية من الألعاب الألمبية الصيفية سنة 2016 معلومات شخصية الميلاد 23 يوليو 1991 (العمر 32 سنة)إسلام آباد غرب، إيران الطول 1.75 متر (5 قدم 9 بوصة)* (2016) الإقامة كرمانشاه، إيران الجنسية إيراني الوزن 85 كـغ (187 رطل) (2016) الحياة ا
Lực lượngKhông quân Tiêm kíchQuân đội Nhân dân Việt NamQuân kỳQuân hiệuQuốc gia Việt NamQuân chủng Phòng không – Không quânxts Lực lượng Không quân Tiêm kích là một Binh chủng thuộc Quân chủng Phòng không-Không quân, Quân đội nhân dân Việt Nam có nhiệm vụ và chức năng sử dụng các loại máy bay tiêm kích phối hợp cùng lực lượng phòng không đánh chặn nhằm tiêu diệt các máy bay cường k...
Mexican footballer (born 1994) In this Spanish name, the first or paternal surname is Abella and the second or maternal family name is Fanjul. José Abella Abella with Santos Laguna in 2016Personal informationFull name José Javier Abella Fanjul[1]Date of birth (1994-02-10) 10 February 1994 (age 29)Place of birth Córdoba, Veracruz, MexicoHeight 1.75 m (5 ft 9 in)Position(s) Right-backTeam informationCurrent team AtlasNumber 4Youth career2008–2013 Santos ...
Tak BiasaSutradaraProduserDitulis oleh Hilman Mutasi PemeranAkhdiyat Duta ModjoMiea KusumaMelanie PutriaNovie EmersonRama SukmonoLia ChandraAom KusmanDistributorJose Poernomo Films; Ezy ProductionTanggal rilis2004Durasi146 menitNegara Indonesia Bahasa Indonesia Tak Biasa adalah sebuah film komedi Indonesia yang dirilis pada tahun 2004. Sinopsis Abi (Akhdiyat Duta Modjo), gagal masuk Fakultas Ekonomi UI. Rencananya ia akan ikut kursus bimbingan belajar, tetapi malah terlibat dalam 3 kisah cint...
Credit Institute of CanadaAbbreviationCICFormationJune 11, 1928TypeNot-for-profitPurposeCredit Management EducationHeadquartersToronto, Ontario, CanadaRegion CanadaMembership 10000+Official language English & FrenchGeneral ManagerNawshad Khadaroo, CCPWebsitewww.creditinstitute.org The Credit Institute of Canada (CIC) (French: Institut de crédit du Canada) is a not-for-profit organization created by a special Act of Parliament on June 11, 1928. The CIC provides credit management resources...
Eliminatórias da Ásia Copa do Mundo FIFA de 2014 Dados Participantes 43 Período 29 de junho de 2011 – 10 de setembro de 2013 Gol(o)s 432 Partidas 148 Média 2,92 gol(o)s por partida Melhor marcador JPN Shinji Okazaki – 8 gols Público 3 566 388 Média 24 261,1 pessoas por partida ◄◄ Eliminatórias 2010 Eliminatórias 2018 ►► A zona asiática das eliminatórias para a Copa do Mundo FIFA de 2014 no Brasil indicou 4 representantes diretos e um para a repescagem inte...
American multinational company This article is about a company. For other uses, see national instrument (disambiguation). NATI redirects here. For other uses, see Nati. A major contributor to this article appears to have a close connection with its subject. It may require cleanup to comply with Wikipedia's content policies, particularly neutral point of view. Please discuss further on the talk page. (September 2013) (Learn how and when to remove this template message) National Instruments Cor...
Theatre in Brno, Czech Republic Reduta TheatreDivadlo RedutaThe Reduta Theatre buildingAddressZelný trh 313BrnoCzech RepublicCoordinates49°11′31.67″N 16°36′34.59″E / 49.1921306°N 16.6096083°E / 49.1921306; 16.6096083Opened1608WebsiteOfficial website The Reduta Theatre (center) in an 1827 lithograph The Reduta Theatre (Czech: Divadlo Reduta) is a theatre in Brno, Czech Republic. It was built on the city's oldest square, Zelný trh) and began its life in Ren...
Бібліотека № 149 (Київ)Країна: УкраїнаРозташування Печерський районАдреса Київ, вул. Липська, 12/5Заснована 1992Фонди: ~ 17200 виданьЧитачів: 2400 читачів Бібліоте́ка № 149 Печерського району м. Києва. Зміст 1 Адреса 2 Характеристика 3 Історія бібліотеки 4 Посилання Адреса 01021...
Nagroda im. Raya Bradbury’egoRay Bradbury Award Nagroda za twórczość scenariuszową Przyznawana przez Science Fiction and Fantasy Writers of America Lokalizacja Stany Zjednoczone Pierwsze rozdanie 1992 Strona internetowa Nagroda im. Raya Bradbury’ego za Wyjątkową Prezentację Dramatyczną (ang. Ray Bradbury Award for Outstanding Dramatic Presentation) – nagroda za scenariusz filmowej bądź telewizyjnej produkcji z dziedziny fantastyki przyznana po raz pierwszy w 1992 roku. W...
Clade of arthropods ArachnomorphaTemporal range: Cambrian - Recent PreꞒ Ꞓ O S D C P T J K Pg N Fossil of Bellacartwrightia calliteles, a trilobite Lychas variatus, a scorpion chelicerate Scientific classification Domain: Eukaryota Kingdom: Animalia Phylum: Arthropoda Clade: ArachnomorphaLameere, 1890 Subgroups †Artiopoda †Megacheira ?†Marrellomorpha Chelicerata Synonyms Arachnata Paulus, 1979 Palaeopoda Packard, 1903 Arachnomorpha is a proposed subdivision or clade of Arthropoda, co...
This article includes a list of references, related reading, or external links, but its sources remain unclear because it lacks inline citations. Please help to improve this article by introducing more precise citations. (April 2020) (Learn how and when to remove this template message) 1984 studio album by The Gap BandGap Band VIStudio album by The Gap BandReleasedDecember 6, 1984StudioTotal Experience Recording Studios(Hollywood, California)GenreR&B, funkLength42:32LabelTotal Exp...
1976 studio album by Jaco PastoriusJaco PastoriusStudio album by Jaco PastoriusReleasedAugust 1976RecordedOctober 1975StudioCamp Colomby Studios, Columbia Recording Studios C&B, New York CityGenreJazz fusion, post-bop, funkLength42:09 / 55:13 (remastered edition with bonus tracks)LabelEpic/Legacy (Sony)ProducerBobby ColombyJaco Pastorius chronology Jaco(1974) Jaco Pastorius(1976) Word of Mouth(1981) Professional ratingsReview scoresSourceRatingAllMusic[1]Sputnikmusic[2...
Chief of Staff of the Revolutionary Insurgent Army of Ukraine Viktor BilashВіктор БілашOtaman of the MakhnovshchinaIn office13 August 1921 (1921-08-13) – c. 1923 (1923)Preceded byNestor MakhnoSucceeded byPosition disestablished Personal detailsBorn1893 (1893)Novospasivka, Mariupolsky, Katerynoslav, Russian EmpireDied24 January 1938(1938-01-24) (aged 44–45)Kharkiv, Ukrainian SSR, Soviet UnionCause of deathExecution by firing squad...
Ettlingen West Der Bahnhof Daten Betriebsstellenart Bahnhof Lage im Netz Trennungsbahnhof Bauform Durchgangsbahnhof Bahnsteiggleise 3 Abkürzung RETL IBNR 8001926 Preisklasse 5 Eröffnung 1. Mai 1844 bahnhof.de Ettlingen West Architektonische Daten Architekt Friedrich Eisenlohr Lage Stadt/Gemeinde Ettlingen Land Baden-Württemberg Staat Deutschland Koordinaten 48° 56′ 49″ N, 8° 23′ 16″ O48.947022578.38783961Koordinaten: 48° 56′ 49″ N...
Carles Escolà Sánchez Carles Escolà (2021) Alcalde de Sardañola del Vallés 13 de junio]] de 2015-15 de junio]] de 2019Predecesor Carmen CarmonaSucesor Carlos Cordón Núñez Información personalNacimiento 12 de julio de 1978 (45 años)Sabadell, España EspañaNacionalidad EspañolaEducaciónEducado en Universidad Autónoma de BarcelonaInformación profesionalOcupación Ingeniero informáticoPartido político Compromís per Cerdanyola[editar datos en Wikidata] Carles ...
Arthur Wing Pinero Sir Arthur Wing Pinero (24 Mei 1855 – 23 November 1934) adalah seorang pengarang sandiwara dan pemeran asal Inggris. Pinero menjadi pemeran profesional dalam usia 19 tahun. Sumber Dawick, John (1993). Pinero: A Theatrical Life. Niwot: University of Colorado Press. ISBN 978-0-87081-302-3. Duncan, Barry (1964). St James's Theatre, Its Strange and Complete History, 1835–1857. London: Barrie and Rockliff. OCLC 979694996. Griffin, Penny (1...