Ο Νάβις ήταν ο τελευταίος Βασιλιάς της Αρχαίας Σπάρτης (207 π.Χ. - 192 π.Χ.) με καταγωγή από τους Ηρακλείδες.[1][2][3] Καταγόταν από την βασιλική οικογένεια των Ευρυποντιδών και ήταν γιος του Δημάρατου.[4] Σύζυγός του ήταν η Αγαπήνα (ή Απήγα ή Απία), ανιψιά του παλαιού τυράννου του Άργους Αριστομάχου, συμμάχου και φίλου του Κλεομένη Γ΄ και υιός του ο Αρμένας, ο οποίος αιχμαλωτίστηκε από τον Ρωμαίο Τίτο Φλαμινίνο και πέθανε ως αιχμάλωτος. Την εποχή της βασιλείας του ξέσπασαν ο Πρώτος Μακεδονικός Πόλεμος, ο Δεύτερος Μακεδονικός Πόλεμος και ο εναντίον του Πόλεμος κατά Νάβις, όταν πήρε τον θρόνο και εκτέλεσε τους άλλους δύο διεκδικητές και έβαλε στόχο να ιδρύσει ξανά την Σπαρτιάτικη ηγεμονία.[2] Όταν ξέσπασε ο Β΄ Μακεδονικός Πόλεμος ο Νάβις συμμάχησε με τους Μακεδόνες και ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας του έδωσε δώρο το Άργος. Ο Νάβις παίρνοντας το Άργος επέβαλε και εκεί τα ίδια μέτρα, διώχνοντας τους ολιγαρχικούς και μοιράζοντας την περιουσία τους. Όταν ηττήθηκε ο Φίλιππος οι Ρωμαίοι με παρακίνηση από την Αχαϊκή Συμπολιτεία επιτέθηκαν και νίκησαν τον Νάβις Κατόπιν συμμάχησε με την Αιτωλική Συμπολιτεία (192 π.Χ.) αλλά τον πρόδωσε και τον δολοφόνησε. Ο Νάβις θεωρείται ο τελευταίος μεγάλος μεταρρυθμιστής στην Αρχαία Σπάρτη.[5]
Στα χρόνια που ακολούθησαν όταν ηττήθηκε ο Κλεομένης Γ΄ της Σπάρτης στην Μάχη της Σελλασίας (222 π.Χ.) η Σπάρτη βρέθηκε σε μεγάλο κενό εξουσίας. Ο Νάβις αρχικά ήταν επίτροπος του ανήλικου Πέλοπα, γιου του Λυκούργου. Διαδέχθηκε στη θέση αυτή τον επίτροπο Μαχανίδα, που είχε σκοτωθεί σε μάχη από τον Φιλοποίμενα στη Μαντίνεια. Το 206 π.Χ. ο Νάβις παραγκώνισε τον Πέλοπα και κατέλαβε την εξουσία, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του βασιλιά, με τη βοήθεια μισθοφορικών στρατευμάτων και αφού πρώτα είχε αντιμετωπιστεί η επίθεση του Φιλοποίμενα [6]. Ο ισχυρισμός του ήταν ότι ήταν απόγονος του μεγάλου βασιλιά των Ευρυποντιδών της Σπάρτης Δημάρατου.[7] Στα νομίσματα του είχε τον τίτλο Βασιλεύς αλλά ο Τίτος Λίβιος και ο Πολύβιος τον καταγράφουν ως Τύραννος.[8] Ο Νάβις ακολούθησε πιστά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεομένη Γ΄, έστειλε τους πλούσιους στην εξορία και μοίρασε την περιουσία τους;.[9] Απελευθέρωσε τους δούλους και τους έκανε πολίτες, διατήρησε ωστόσο τον τίτλο του είλωτα ισχυριζόμενος ότι θέλει να αναβιώσει την νομοθεσία του Λυκούργου.[10] Ο μεγάλος αριθμός των πολιτών του παρείχε πολλούς μισθοφόρους για τον στρατό του. Ο Πολύβιος χρησιμοποιούσε βαριές εκφράσεις στο έργο του για τους οπαδούς του, τους χαρακτήριζε "ανδροφόνους", "λωποδύται" και "τοιχωρύχοι".[11] Ο Νάβις σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές εκτέλεσε όλους τους διεκδικητές του θρόνου από τις δύο βασιλικές δυναστείες, ο Πολύβιος και ο Τίτος Λίβιος τον περιγράφουν σαν αιμοσταγή και βίαιο. Ο Πολύβιος αναφέρει ότι έστελνε εξορία τους επιφανείς πολίτες των πόλεων που κατακτούσε και έδινε τις γυναίκες τους συζύγους σε δούλους. Σε κάποιο άλλο σημείο ο Πολύβιος γράφει ότι ζητούσε από τους πλούσιους γαιοκτήμονες τεράστια ποσά, αν το αρνούνται χρησιμοποιούσε απέναντι τους μια μηχανή βασανιστηρίων γνωστή σαν Απήγα του Νάβις που πήρε το όνομα από την σύζυγο του Απήγα.
Στην εξωτερική του πολιτική ο Νάβις ακολούθησε τους προκατόχους του, έκανε συγκρούσεις με την Αχαϊκή Συμπολιτεία και την Μακεδονία, μαζί του συμμάχησαν η Αιτωλική Συμπολιτεία, οι Ηλείοι και η Αρχαία Μεσσήνη.[12] Όταν ξέσπασε ο Πρώτος Μακεδονικός Πόλεμος συμμάχησε με την Ρώμη, ακολούθησε η Συνθήκη της Φοινίκης (205 π.Χ.).[13][14] Τα επόμενα χρόνια ο Νάβις επέκτεινε την εξουσία της Σπάρτης ανακτώντας όλες τις χαμένες περιοχές της Λακωνίας και της Μεσσηνίας, την περίοδο (204 π.Χ. - 202 π.Χ.) έκανε πολλές επιδρομές στην Μεγαλόπολη.[15] Δημιούργησε για πρώτη φορά στόλο με την βοήθεια Κρητών ναυτικών που ήταν γνωστοί σαν "πειρατές", φύλαγαν τις Λακωνικές ακτές, οικοδόμησε για πρώτη φορά στην Σπάρτη τείχη, μέχρι τότε την υπερασπίζονταν μόνο οι Οπλίτες. Ο Νάβις εισέβαλε στην Μεσσήνη που ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες σύμμαχος της Σπάρτης (201 π.Χ.), ήθελε να αποκαταστήσει την εξουσία που είχε στην περιοχή η Σπάρτη στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. Η Μεσσήνη έπεσε αλλά ο Νάβις οπισθοχώρησε όταν τον νίκησε ο Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης στην Τεγέα.[12] Οι μεγάλες φιλοδοξίες του Νάβις τον οδήγησαν σε σύγκρουση με τους Αχαιούς που κατείχαν το βόρειο τμήμα της Πελοποννήσου. Αν και ηττήθηκε πολλές φορές από τον Φιλοποίμην, οι Αχαιοί ανησυχούσαν ότι με άλλους στρατηγούς δεν θα είχαν την ίδια τύχη. Οι Αχαιοί ζήτησαν την βοήθεια του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Ε΄. Ο Νάβις εκμεταλλεύτηκε τους πολέμους του Φιλίππου με την Ρωμαϊκή Δημοκρατία για να κατακτήσει το Άργος. Το κράτησε χάρη στην φιλία του με την Ρώμη.
Ο Ρωμαίος Ύπατος Τίτος Κουίνκτιος Φλαμινίνος πείστηκε από την προπαγάνδα των Αχαιών ότι ο Νάβις είναι επικίνδυνος (195 π.Χ.) και του ζήτησε να του παραδώσει το Άργος.[16][17] Ο Νάβις το αρνήθηκε και ο Φλαμινίνος επιτέθηκε στην Λακωνία, ανάγκασε τον Νάβις να του παραδώσει το Άργος και το Γύθειο όπου είχε τον στόλο του.[18][19] Τα όρια του κράτους του περιορίστηκαν σε ένα μικρό κομμάτι γύρω από την πόλη, αφού αποσπάστηκαν 24 παραλιακές πόλεις, συγκροτώντας το Κοινό των Ελευθερολακώνων. Σύντομα ο Νάβις διεκδίκησε να πάρει ξανά τις περιοχές που είχε παλιότερα γι΄ αυτό συμμάχησε με τους εχθρούς της Ρώμης, τον βασιλιά της Συρίας Αντίοχο τον Μέγα και την Αιτωλική Συμπολιτεία. Οι προσπάθειες του Νάβις απέδωσαν στην αρχή, ανακατέλαβε το Γύθειο ύστερα από μια μικρή ναυμαχία με τους Αχαιούς.[20] Αμέσως κινήθηκε εναντίον του ο πανίσχυρος Φιλοποίμην που τον είχε νικήσει άλλες δυο φορές σε μάχη: το 201 π.Χ. στη Μεσσηνία και το 200 π.Χ. στην Αρκαδία.[21]. Σε αποφασιστική μάχη που έγινε στη δύσβατη περιοχή ανατολικά της οδού Τεγέας-Σπάρτης (ο Ρωμαίος ιστορικός Λίβιος μνημονεύει το όρος Βαρβοσθένη) ο Νάβις συνετρίβη. Ο ίδιος, με τα υπολείμματα του Σπαρτιατικού στρατού, κατέφυγε στη Σπάρτη, την οποία είχε φροντίσει να τειχίσει, ενώ ο στρατός της Αχαϊκής Συμπολιτείας λεηλατούσε ανενόχλητος επί ένα μήνα τα περίχωρα της πόλης.
Ο Νάβις ζήτησε απεγνωσμένα από την Αιτωλία που ήταν εχθρός με τους Αχαιούς και τους Ρωμαίους να τους στείλει βοήθεια.[20] Τελικά, όχι μόνο τον εγκατέλειψαν, αλλά και τον δολοφόνησαν ύπουλα, στέλνοντας στη Σπάρτη δύναμη χιλίων ιππέων, οι τριάντα από τους οποίους, μυημένοι στο δολοφονικό σχέδιο, επέπεσαν κατά του Νάβι τη στιγμή που επιθεωρούσε τον Σπαρτιατικό στρατό και τον σκότωσαν με τις λόγχες και τα σπαθιά τους.[22] Οι Αιτωλοί επιχείρησαν κατόπιν να καταλάβουν την πόλη αλλά συνάντησαν σκληρή αντίσταση από τους κατοίκους.[23] Οι Αχαιοί εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία και έστειλαν μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη στην Σπάρτη, την κατέκτησαν και την ενσωμάτωσαν στην Συμπολιτεία τους. Ήταν το τέλος της Αρχαίας Σπάρτης.[24]