Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το Δεκέμβριο του 1979 υποκίνησε τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ να εκδώσει τελεσίγραφο για τις 20 Ιανουαρίου 1980: εάν τα σοβιετικά στρατεύματα δεν αποσυρθούν μέσα σε ένα μήνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να μποϊκοτάρουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας το καλοκαίρι του 1980.[1][3] Πρότεινε εναλλακτικά τη μεταφορά των Αγώνων σε άλλο μέρος ή μέρη, ή την αναβολή τους.[4] Μετά από μια συνάντηση στις 24 Ιανουαρίου, ο επικεφαλής της Ολυμπιακής Επιτροπής των Ηνωμένων Πολιτειών (USOC) Ρόμπερτ Κέιν ενημέρωσε τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (IOC) ότι η Αμερικανική Επιτροπή θα ήταν έτοιμη να στείλει μια ομάδα στη Μόσχα εάν υπήρχε μια «δραματική αλλαγή στη διεθνή κατάσταση».[5] Στις 26 Ιανουαρίου 1980, ο Καναδός πρωθυπουργός Τζο Κλαρκ ανακοίνωσε ότι, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, έτσι και ο Καναδάς θα μπορούσε να μποϊκοτάρει τους Ολυμπιακούς Αγώνες εάν οι Σοβιετικοί δεν είχαν εγκαταλείψει το Αφγανιστάν μέχρι 20 Φεβρουαρίου 1980.[6] Ο Κάρτερ πρότεινε επίσης τη μεταφορά των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα σε μόνιμη βάση (κάτι που ήταν σύμφωνο με αντίστοιχη πρόταση του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή[7]) για να εξαλειφθεί το θέμα της πολιτικοποίησης της φιλοξενίας των Αγώνων, αλλά η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή απέρριψε αυτή την ιδέα.[8]
Σε μια προσπάθεια να σώσουν τους Αγώνες, ο πρόεδρος της IOC Μάικλ Μόρις, ο Τζίμι Κάρτερ και ο Σοβιετικός ηγέτης Λεονίντ Μπρέζνιεφ συμφώνησαν να συναντηθούν και να συζητήσουν το μποϊκοτάζ πριν από τη λήξη της προθεσμίας της 24 Μαΐου. Ο Μόρις επέμεινε οι Αγώνες να συνεχιστούν όπως είχε προγραμματιστεί, αλλά ο Τζίμι Κάρτερ επιβεβαίωσε τη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών εκτός και αν η ΕΣΣΔ αποχωρούσε από το Αφγανιστάν.[9] Η κυβέρνηση Κάρτερ τελικά ανακοίνωσε το μποϊκοτάζ των Αγώνων και άσκησε μεγάλη πίεση στα μέλη του ΝΑΤΟ, με την υποστήριξή τους όμως να μην ήταν καθολική.
Οι εθνικές Ολυμπιακές Επιτροπές διαμαρτυρήθηκαν ότι η πίεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες για μποϊκοτάζ είναι ένα ακατάλληλο μέσο για έναν πολιτικό σκοπό και τα θύματα αυτής της ενέργειας θα είναι οι αθλητές.[10] Ο Δυτικογερμανός Καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ δήλωσε ότι οι σύμμαχοι «θα πρέπει απλώς να κάνουν ό,τι τους λένε». [11]
Ο πυγμάχος Μοχάμεντ Άλι διορίζεται από την αμερικανική κυβέρνηση για να πείσει τους ηγέτες της Τανζανίας, της Νιγηρίας και της Σενεγάλης να συμμετάσχουν στο μποϊκοτάζ. Αυτή η αποστολή ήταν αποτυχημένη και αυτές οι τρεις χώρες συμμετείχαν στους Αγώνες.[12]
Ορισμένες χώρες προσχωρούν στις Ηνωμένες Πολιτείες στην προσέγγισή τους όπως η Ιαπωνία και η Δυτική Γερμανία. Η Κίνα, οι Φιλιππίνες, η Αργεντινή και ο Καναδάς μποϊκοτάρουν επίσης τους Αγώνες. Οι κυβερνήσεις της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Αυστραλίας υποστήριξαν το μποϊκοτάζ, αλλά αφήνουν τις αντίστοιχες Ολυμπιακές Επιτροπές και τους αθλητές τους να επιλέξουν εάν θα συμμετάσχουν ή όχι στους Αγώνες. Οι αντιπροσωπείες από τις δύο πρώτες χώρες ήταν μικρότερες από ό,τι είχε αρχικά προγραμματιστεί. Ωστόσο, η Βρετανία είχε την πιο πολυάριθμη αποστολή από τη Δυτική Ευρώπη με 170 αθλητές.[13]
Η Ισπανία, η Ιταλία, η Σουηδία, η Ισλανδία και η Φινλανδία συμμετέχουν επίσης στους Αγώνες, ωστόσο οι Ιταλοί αθλητές που υπηρετούν στο στρατό δεν επιτρέπεται να αγωνιστούν. Εχθρός των Ηνωμένων Πολιτειών, το Ιράν ωστόσο μποϊκόταρε τους Αγώνες υπό την ηγεσία του Αγιατολάχ Χομεϊνί αφού η Ισλαμική Διάσκεψη για την Εισβολή στο Αφγανιστάν εκφράστηκε ευνοϊκά για αυτό το θέμα ανεξάρτητα από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παράλληλα με τη σύγκρουση στο Αφγανιστάν, ο Χομεϊνί κατηγόρησε τη Μόσχα ότι εξόπλισε τους αντιπάλους του καθεστώτος του.[14][15]
Αθλητές που στερήθηκαν σημαίες και ύμνους
Ο πρόεδρος της ΔΟΕ επέτρεψε σε ορισμένους αθλητές με τα κατάλληλα αγωνιστικά προσόντα να αγωνιστούν στους Αγώνες με το έμβλημα των Ολυμπιακών Αγώνων ενώ οι χώρες τους συμμετείχαν στο μποϊκοτάζ.[5][16] Αν και η Νέα Ζηλανδία συμμετείχε στο μποϊκοτάζ, τέσσερις από τους αθλητές της αποφάσισαν να αγωνιστούν ανεξάρτητα μετά από τη στάση της κυβέρνησή τους. Κατά τη διάρκεια των Αγώνων, πολλές ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας, της Δυτικής Γερμανίας, της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιταλίας, οι σημαίες τους δεν ανυψωθηκαν στις τελετές απονομής και οι ύμνοι τους δεν παίκτηκαν, δίνοντας τη θέση τους στη σημαία και τον Ολυμπιακό ύμνο. Στην τελετή των μεταλλίων υψώθηκε η Ολυμπιακή σημαία.
Η τελετές των Αγώνων διαταράχθηκαν από το μποϊκοτάζ. Ο δήμαρχος του προηγούμενου οικοδεσπότη των Αγώνων του Μόντρεαλ, δεν συμμετείχε στην τελετή έναρξης όπου αντικαταστάθηκε από τους δύο τελευταίους φορείς της Ολυμπιακής φλόγας κατά τη διάρκεια των Αγώνων του 1976. Κατά τη διάρκεια της τελετής λήξης, η σημαία της πόλης του Λος Άντζελες (αντί αυτής των Ηνωμένων Πολιτειών) υψώθηκε για να συμβολίσει τον επόμενο διοργανωτή των Αγώνων. Η Ολυμπιακή σημαία δόθηκε σε ένα μέλος της USOC που αντικατέστησε τον δήμαρχο του Λος Άντζελες Τομ Μπράντλεϊ που μποϊκόταρε την τελετή.[17]
Με μόνο ογδόντα χώρες που συμμετέχουν, τον χαμηλότερο αριθμό από το 1956, οι Αγώνες της Μόσχας είχαν την ιδιαιτερότητα να δουν περισσότερα παγκόσμια ρεκόρ να καταγράφονται από ότι στους προηγούμενους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Μόντρεαλ το 1976.
Διαφοροποιήσεις στην τελετή έναρξης
Παρά τη συμμετοχή τους στους Αγώνες, επτά χώρες επέλεξαν να μην λάβουν μέρος στην τελετή έναρξης: το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία, ο Άγιος Μαρίνος και η Ελβετία.[18]
Δύο χώρες έστειλαν τους πρεσβευτές τους για να εκπροσωπήσουν τις αντίστοιχες αντιπροσωπείες τους για να δείξουν την υποστήριξή τους στους αθλητές που επιτρέπεται να συμμετάσχουν στους αγώνες από την κυβέρνηση παρά την πολιτική υπέρ του μποϊκοτάζ της τελευταίας, η Μεγάλη Βρετανία και η Ιρλανδία.[19]
Αθλητές από τουλάχιστον πέντε χώρες επέλεξαν να παραταχθούν κάτω από το λάβαρο των Ολυμπιακών Αγώνων και όχι κάτω από τη σημαία του έθνους τους παρά τη συμμετοχή του έθνους τους: Αυστραλία, Ανδόρα, Δανία, Πουέρτο Ρίκο, Ιρλανδία.[18]
Η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Νέα Ζηλανδία συμμετείχαν υπό τη σημαία της Ολυμπιακής τους Επιτροπής.[20]
Χώρες που συμμετείχαν στο μποϊκοτάζ
67 χώρες που προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1980 δεν το έκαναν, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης για το μποϊκοτάζ και οικονομικούς λόγους. Η Ταϊβάν αρνήθηκε να συμμετάσχει μετά την απόφαση της ΔΟΕ (Νοέμβριος 1979) να την αναγνωρίσει με το όνομα Κινεζική Ταϊπέι.[21]
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1984, που διεξήχθησαν στο Λος Άντζελες, μποϊκοτάρονταν με τη σειρά τους από διάφορες χώρες υπό την ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης, δικαιολογώντας τη στάση της λόγω «σωβινιστικών συναισθημάτων και σαφώς αντισοβιετικής υστερίας που επιδεικνύεται σε δημόσιους χώρους στις Ηνωμένες Πολιτείες».[22] 13 χώρες που συμμάχησαν με τη Μόσχα συμμετείχαν στο μποϊκοτάζ. Το Ιράν και η Αλβανία ήταν οι μόνες χώρες που μποϋκοτάρουν τους Αγώνες και το 1980 και το 1984, η Ρουμανία και η Γιουγκοσλαβία ήταν οι μόνες κομμουνιστικές χώρες της Ευρώπης που συμμετείχαν στους Αγώνες του 1984.
↑Secretary of State Memorandum to All Diplomatic and Consular Posts Immediate, "Olympics: Mid-May Update", 16 Μαρτίου 1980, US Department of State, FOIA