Ο Σιγισμούνδος, αφού εκλέχθηκε από την Κοινοπολιτεία της Πολωνίας με το μεγάλο δουκάτο της Λιθουανίας το 1587, κατάφερε να γίνει το 1592 και βασιλιάς της Σουηδίας, επιτυγχάνοντας έτσι να ενώσει τις χώρες αυτές στο πρόσωπό του. Αλλά το 1599 εκτοπίστηκε από τη Συνέλευση[2] της Σουηδίας και το θείο του Κάρολο Θ΄, που έγινε βασιλιάς της Σουηδίας. Δεν έπαυσε να προσπαθεί να ανακτήσει τη χαμένη θέση.
Αφού νίκησε εσωτερικούς εχθρούς, εκμεταλλεύτηκε την Περίοδο των Αναστατώσεων στη Ρωσία και κατέλαβε τη Μόσχα (1610-12) και μετά το Σμολένσκ. Καθώς πολεμούσε τους Οθωμανούς στη Μολδαβία (1617-21) εισέβαλε στη χώρα του ο υιός του Καρόλου Θ΄, ο Γουσταύος Β΄ Αδόλφος αποσπώντας του τη Ρίγα και την Πολωνική Λιβονία. Έτσι η προσπάθειά του για ανάκτηση του Σουηδικού στέμματος τον ζημίωσε εδαφικά και μείωσε το διεθνές κύρος του.
Στην εποχή του η δύναμη της Κοινοπολιτείας Πολωνίας-Λιθουανίας έφτασε στο απόγειό της ως προς το κύρος και την οικονομική της επιρροή. Ο υιός του Βλαδίσλαος Δ΄ ανήγειρε μια στήλη προς τιμήν του. Ταυτόχρονα εκδηλώθηκαν συμπτώματα παρακμής, που θα οδηγήσουν την Κοινοπολιτεία στη διάλυσή της. Λαϊκές ιστορίες τον παρουσιάζουν ως την αιτία της καταστροφής αυτής. Είναι λοιπόν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.
Η αρίθμηση των Έρικ αρχίζει από τον Έρικ ΣΤ΄, που είναι στην πραγματικότητα ο Α΄, καθώς οι πρώτοι πέντε είναι μυθικοί. Το ίδιο και οι πρώτοι έξι Κάρολοι είναι μυθικοί: ο Κάρολος Ζ΄ θα έπρεπε να είναι ο Α΄.