Ο Χριστιανός Α΄ γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1426 στο Όλντενμπουργκ. Διαδέχτηκε τον πατέρα του Δημήτριο κόμη του Όλντενμπουργκ και του Ντέλμενχορστ. Η μητέρα του Χάιλβιχ του Χόλσταϊν, κόρη του Γκέρχαρτ ΣΤ΄ κόμη του Χόλσταϊν-Ρέντσμπουργκ, ήταν η δεύτερη σύζυγος τού πατέρα του. Ο Χριστιανός Α΄ είχε δύο αδελφούς, τον Μαυρίκιο (1428-1464) και τον Γεράρδο (1430-1500) και μία αδελφή, την Αδελαΐδα.[1][2]
Βασιλιάς της Δανίας
Ο Χριστόφορος της Δανίας, Νορβηγίας και Σουηδίας απεβίωσε τον Ιανουάριο του 1448. Ο θάνατός του οδήγησε στη διάλυση της ένωσης των τριών βασιλείων, καθώς η Νορβηγία και η Σουηδία αποσχίστηκαν από τη Δανία. Την 1η Σεπτεμβρίου 1448, ο Χριστιανός κόμης του Όλντενμπουργκ εξελέγη βασιλιάς της Δανίας. Ο Χριστιανός Α΄ ήταν από τη μητέρα του: 6ος απόγονος του Ερρίκου Ε΄ της Δανίας και 7ος απόγονος του Άβελ της Δανίας. Ο θρόνος αρχικά προσφέρθηκε στον θείο τού Χριστιανού, τον Αδόλφο Η΄, δούκα του Χόλσταϊν, όμως εκείνος, όντας γηρασμένος και άτεκνος, αρνήθηκε και πρότεινε τον ανιψιό του.[1][2][3]
Βασιλιάς της Σουηδίας και της Νορβηγίας
Η Σουηδία εξέλεξε στις 20 Ιουνίου 1448 τον Κάρολο Η΄ ως Βασιλιά της. Η Νορβηγία βρέθηκε τότε στο δίλημμα της επιλογής μεταξύ μιας ένωσης με τη Σουηδία ή τη Δανία, ή με την εκλογή ξεχωριστού Βασιλιά. Η τελευταία επιλογή γρήγορα απορρίφθηκε, και μια διαμάχη εξουσίας ακολούθησε ανάμεσα στους υποστηρικτές του Χριστιανού της Δανίας και του Καρόλου της Σουηδίας. Το νορβηγικό βασιλικό συμβούλιο ήταν επίσης διχασμένο. Τον Φεβρουάριο του 1449 ένα μέρος του συμβουλίου τάχθηκε υπέρ του Καρόλου, όμως στις 15 Ιουνίου του ίδιου έτους μια διαφορετική ομάδα του συμβουλίου υπέβαλε την υποτέλειά της στον Χριστιανό. Στις 20 Νοεμβρίου ο Κάρολος στέφθηκε Βασιλιάς της Νορβηγίας στο Τρόντχαϊμ. Ωστόσο, η σουηδική αριστοκρατία πήρε μέτρα για να αποφευχθεί ο πόλεμος με τη Δανία. Τον Ιούνιο του 1450 το σουηδικό βασιλικό συμβούλιο ανάγκασε τον Κάρολο να αποκηρύξει την αξίωσή του για τη Νορβηγία υπέρ του Χριστιανού. Το καλοκαίρι του 1450 ο Χριστιανός έφθασε στη Νορβηγία, με συνοδεία μεγάλου στόλου, και στις 2 Αυγούστου στέφθηκε Βασιλιάς της Νορβηγίας στο Τρόντχαϊμ. Στις 29 Αυγούστου υπεγράφη μια συνθήκη ένωσης της Δανίας και της Νορβηγίας στο Μπέργκεν. Η συνθήκη όριζε ότι η Δανία και η Νορβηγία θα είχαν τον ίδιο Βασιλιά στο διηνεκές.[1][2][3]
Ο Κάρολος γινόταν όλο και περισσότερο αντιδημοφιλής ως Βασιλιά της Σουηδίας, ενώ το 1457 οδηγήθηκε στην εξορία. Ο Χριστιανός πέτυχε το στόχο του και εξελέγη Βασιλιάς της Σουηδίας, στη θέση του Καρόλου, αναβιώνοντας έτσι εκ νέου την Ένωση του Κάλμαρ. Έλαβε την εξουσία από την προσωρινή αντιβασιλεία των Γιονς Μπένγκτσον Ούξενχανα και Έρικ Άξελσον Τοτ. Ωστόσο, με τη Σουηδία να παραμένει ασταθής και διχασμένη από φατρίες, η βασιλεία του εκεί τελείωσε το 1464, όταν ο επίσκοπος Σέτιλ Κάρλσον Βάσα ανέλαβε τη νέα περίοδο αντιβασιλείας. Ο Κάρολος ανακλήθηκε για Βασιλιάς της Σουηδίας, ωστόσο αργότερα θα σταλεί για δεύτερη φορά στην εξορία, θα ξαναανακληθεί και πάλι και θα πεθάνει κατά τη διάρκεια της τρίτης θητείας του ως Βασιλιάς. Η τελική προσπάθεια του Χριστιανού να ανακτήσει τη Σουηδία, τον Οκτώβριο του 1471, κατέληξε σε μαζική στρατιωτική αποτυχία του έξω από τη Στοκχόλμη. Ο Χριστιανός διατήρησε της διεκδικήσης του έναντι της Σουηδίας μέχρι το θάνατό του το 1481.[1][2][3]
Δούκας και Κόμης
Το 1460 ο Βασιλιάς Χριστιανός έγινε επίσης Δούκας του Σλέσβιχ, ενός φέουδου της Δανίας, καθώς και Κόμης του Χόλσταϊν-Ρέντσμπουργκ, ενός υποφέουδου της Σαξονίας-Λάουενμπουρκ εντός της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Χριστιανός κληρονόμησε το Χόλσταϊν-Ρέντσμπουργκ και το Σλέσβιχ μετά από μια σύντομη μεσοβασιλεία ως ο μεγαλύτερος γιος της αδερφής του τελευταίου Δούκα Αδόλφου Η΄ του Χόλσταϊν, ο οποίος πέθανε στις 4 Δεκεμβρίου του 1459, χωρίς να έχει αποκτήσει παιδιά. Το 1474 ο Αυτοκράτορας Φρειδερίκος Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έχρισε τον Χριστιανό Δούκα του Χόλσταϊν.[1][3]
Το τέλος της βασιλείας του
Η έκταση του εδαφών του Χριστιανού έφτασε στο αποκορύφωμά της κατά τα έτη 1460-1464, δηλαδή πριν από την απώλεια της Σουηδίας. Ωστόσο, πολλά μέρη του βασιλείου του ήθελε να διαθέτουν αυτοδιοίκηση, κάτι που προκαλούσε διαμάχες. Η Δανία θεωρούνταν το σημαντικότερο και πιο σταθερό κέντρο της εξουσίας του. Το 1474 ο Χριστιανός πραγματοποίησε δύο ταξίδια. Τον Απρίλιο πήγε στο Μιλάνο και την Ρώμη, όπου συναντήθηκε με τον Πάπα Σίξτο Δ΄. Η γυναίκα του Δωροθέα έλαβε από τον Πάπα άδεια για την ίδρυση του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους επισκέφθηκε τον Κάρολο της Βουργουνδίας, ο οποίος έπαιξε το ρόλο του διαμεσολαβητή ανάμεσα στον Χριστιανό και τον μελλοντικό Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανό Α΄. Στο Δουκάτο της Βουργουνδίας παρέμεινε για αρκετούς μήνες, από όπου στις αρχές του 1475 κινήθηκε προς την Ολλανδία.[2][3][4]
Ο Βασιλιάς Χριστιανός Α΄ απεβίωσε στις 21 Μαΐου 1481 στην Κοπεγχάγη, σε ηλικία 55 ετών. Ενταφιάστηκε στον Καθεδρικό Ναό του Ροσκίλντε.[1][3]
Οι απόγονοι του Χριστιανού παραμένουν ακόμα και σήμερα στην εξουσία της Δανίας, ενώ κατείχαν τον έλεγχο της Νορβηγίας μέχρι το 1814, και ξανά από το 1905 έως σήμερα.[5]
Η αρίθμηση των Έρικ αρχίζει από τον Έρικ ΣΤ΄, που είναι στην πραγματικότητα ο Α΄, καθώς οι πρώτοι πέντε είναι μυθικοί. Το ίδιο και οι πρώτοι έξι Κάρολοι είναι μυθικοί: ο Κάρολος Ζ΄ θα έπρεπε να είναι ο Α΄.