Περιγράφεται ως ιδιαίτερα ελεήμων, αλλά και κάπως ράθυμος[β], αφελής και περιορισμένης μόρφωσης[3], παρά ταύτα υπήρξε θερμός προστάτης της ελληνικής παιδείας. Ανήγειρε κτήριο στην Ξηροκρήνη (Κουρούτσεσμε), στο οποίο στεγάστηκε η Πατριαρχική Σχολή Ξηροκρήνης (μετέπειτα Μεγάλη του Γένους Σχολή), πράγμα το οποίο φαίνεται ότι κατόρθωσε χάρη στην εύνοια του Σουλτάνου Σελίμ Γ΄[1]. Συνέβαλε στην εύρυθμη λειτουργία της μοναστικής πολιτείας του Άθω εκδίδοντας πατριαρχικά σιγίλια σχετικά με την κοινοβιοποίηση ιδιόρρυθμων μονών: Σίμωνος Πέτρας, Εσφιγμένου (Δεκέμβριος 1801), Ξενοφώντος (Σεπτέμβριος 1802), Αγίου Παντελεήμονος (Αύγουστος 1803), Διονυσίου (1805), την οριακή διαφορά των μονών Αγίου Παντελεήμονος-Μεγίστης Λαύρας (Σεπτέμβριος 1802), την επικύρωση των ορίων της μονής Κωνσταμονίτου (Ιανουάριος 1803), κοκ[4].
Παραιτήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου1806[5] κατόπιν πιέσεων που δέχθηκε από τους νέους τότε Ηγεμόνες της Μολδοβλαχίας Αλέξανδρο Σούτσο και Σκαρλάτο Καλλιμάχη υπέρ της επανεκλογής του Γρηγορίου Ε΄ και αποσύρθηκε στο Διπλοκιόνιο του Βοσπόρου[3]. Επανεξελέγη πατριάρχης στις 10 Σεπτεμβρίου1808, μετά την παραίτηση του Γρηγορίου Ε΄. Αναφέρεται ότι για να επανεκλεγεί δωροδόκησε με μεγάλο ποσό τον μέγα βεζίρη Mustafa Bayraktar[1]. Κατά τη σύντομη δεύτερη πατριαρχία του επιμελήθηκε την ανοικοδόμηση του Ναού της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα, καθώς και την ίδρυση νοσοκομείου στην Προύσα[6]. Η Σύνοδος του Πατριαρχείου τον απομάκρυνε στις 23 Απριλίου1809 με το δικαιολογητικό του γήρατος και ασθένειας, οπότε κατόπιν αποσύρθηκε οριστικά στο Διπλοκιόνιο. Εκεί πέθανε και ετάφη, άγνωστο πότε[1].
Υποσημειώσεις και παραπομπές
Υποσημειώσεις
↑Αναφέρεται ως Καλλίνικος Δ΄ από αυτούς που δεν συναριθμούν στους Πατριάρχες τον Καλλίνικο Γ΄, ο οποίος πέθανε στο άκουσμα της εκλογής του και δεν πρόλαβε να ενθρονιστεί[1].
↑Ο Μάθας ισχυρίζεται ότι ο Καλλίνικος ήταν «άνθρωπος τρυφηλός μεν και φιλαναπαυτικός και περί τα εκκλησιαστικά ράθυμος και νωθρός, αλλ’ όμως λόγιος, και άλλως αφιλάργυρος και ελεημονητικός»[1]