Το Σιστρούνι, επίσημα Σιστρούνιον, είναι ημιορεινό χωριό στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων στην Ήπειρο σε υψόμετρο 440 μέτρων[1][2].
Γεωγραφικά στοιχεία - αξιοθέατα
Το Σιστρούνι βρίσκεται στα νοτιοδυτικά του νομού κοντά στα όρια με το νομό Θεσπρωτίας. Είναι κτισμένο στους πρόποδες των Ορέων Σουλίου[2], κοντά στον ένα από τους τους δύο παραποτάμους που σχηματίζουν στο Πολυστάφυλο Πρεβέζης τον Αχέροντα ποταμό. Ο παραπόταμος αυτός λέγεται Στρουνιώτικος και η ονομασία του προέρχεται από την τοπική ονομασία του χωριού ως Σ'τρούνι. Το Σιστρούνι απέχει 49 χλμ. ΝΔ. από τα Ιωάννινα και 40 χλμ. ΒΔ. από τη Φιλιππιάδα[3]. Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται η ενοριακή εκκλησία του Αγίου Βασιλείου που κτίστηκε το 1876 και το καμπαναριό του (1910). Οι αγιογραφίες στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού είναι του 1884[4]. Υπάρχει ακόμα Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο της Συμπολιτείας των Σουλιωτών και έκθεση φωτογραφίας[2].
Στην περιοχή υπάρχουν πολλά μνημεία και αξιοθέατα που φανερώνουν διαρκή κατοίκησή της όπως τα:
ερείπια ακρόπολης ελληνιστικής περιόδου (4ου αιώνα) στη τοποθεσία "Άγιος Ιωάννης" που έχει χαρακτηριστεί με την ΥΑ 15794/19-12-1961 - ΦΕΚ 35/Β/2-2-1962 ιστορικό διατηρητέο μνημείο και αρχαιολογικός χώρος[5]. Έχει χρησιμοποιηθεί ως κάστρο από τους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς και τους Σουλιώτες. Στο εσωτερικό του υπάρχουν υπόγειες θολωτές κατακόμβες και πέτρινη κυκλική δεξαμενή νερού[2].
ο νερόμυλος που είναι ιδιοκτησίας της Ι. M. Μεταμόρφωσης του Σωτήρα Ρωμανού. Πρόκειται για πέτρινο διώροφο κτίσμα στο ισόγειο του οποίου βρίσκονται ο εξοπλισμός και τα μηχανήματα (φτερωτή, μυλόπετρα κ.λ.π.) ενώ στον πρώτο όροφο η κατοικία του μυλωνά. Με την ΥΑ ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/1642/34908/23-6-1992 - ΦΕΚ 493/Β/30-7-1992 έχει κηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο[6].
οι πηγές του Αχέροντα στη Λάκκα Σούλι ή "αρχικές πηγές Αχέροντα" στη βόρεια έξοδο του χωριού προς Μπεστιά και Άρδοση. Η περιοχή είναι δίπλα στις δυτικές όχθες του Στρουνιώτικου ποταμού, είναι κατάφυτη από πλατάνια, καρυδιές, ελιές, αγριοτριανταφυλλιές και εδώ βρίσκεται η Ι.Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου. Υπάρχουν επίσης και τα Δύο Γεφύρια, νεότερες κατασκευές του 2008, που γεφυρώνουν τον ποταμό Αχέροντα στις πηγές του[7].
Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου
Το μοναστήρι θεωρείται ένα από τα αρχαιότερα μοναστήρια της Δωδώνης με τη χρονολόγησή του να υπολογίζεται γύρω στο 1156. Η σημερινή κατασκευή είναι νεότερη και έγινε μετά από καταστροφή που έγινε από άγνωστη αιτία. Η εκκλησία είναι τρίκλιτη βασιλική με τρούλο, έχει εξωτερικά λιθόκτιστο χαγιάτι και περιβάλλεται από λιθόκτιστο περίβολο. Στο εσωτερικό του ναού υπάρχουν έξι κολόνες που τον χωρίζουν στα τρία κλίτη του και είναι διακοσμημένο με αξιόλογες τοιχογραφίες. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι η Παναγία ένθρονη με τον Χριστό στην αγκαλιά της και η κοίμηση της Θεοτόκου[8]. Το 1994, με την ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Β1/Φ33/47155/1033/17-11-1994 - ΦΕΚ 909/Β/8-12-1994 έχει χαρακτηριστεί ως "αρχαίο μνημείο, με ζώνη προστασίας 150 μ. περιμετρικά της περιβόλου της μονής"[9].
Ονομασία - ιστορικά στοιχεία
Το Σιστρούνι ιστορικά και πολιτισμικά ανήκει στα 27 χωριά της "Λάκκας Σουλίου" ή "Λακκοχώρια" και ειδικότερα στα 14 της "Λάκκας Μπότσαρη", έτσι όπως αυτά ονομάστηκαν την περίοδο της τουρκοκρατίας προς τιμή του ήρωα του 1821, Μάρκου Μπότσαρη, ο οποίος έζησε στην περιοχή για ένα διάστημα (βλ. Παλαιοχώρι Μπότσαρη)[10].
Μάχη Σιστρουνίου
Στις 9 Ιουνίου του 1800 στην περιοχή του Σιστρουνίου δόθηκε μάχη μεταξύ των Σουλιωτών και στρατευμάτων του Αλή Πασά. Μετά από ενέδρα που έστησε ο Φώτος Τζαβέλας και άλλοι αρχηγοί των Σουλιωτών παγίδευσαν τους Τούρκους που είχαν στρατοπεδεύσει στο χωριό και τους προξένησαν μεγάλες απώλειες. Τις επόμενες μέρες ακολούθησε η μάχη της Βυρτζάχας, στη περιοχή "Λιβάδι" του σημερινού Ζωτικού[11][12]. Ο ιστορικός και αγωνιστής του 1821Χριστόφορος Περραιβός αναφέρει:
«οι Σουλιώται τον σκοπόν του Πασά απεφάσισαν να τον ματαιώσουν, ει δυνατόν, με διακοσίων συμπολιτών δύναμιν, της οποίας αρχηγοί υπήρχον οι : Φώτος Τζαβέλλας, Γκόγκας Δαγκλής, Σκούμπος Δράκος, Κολιοδημήτρης, Κίτσος Πανομάρας, Πάσχος Λάλας και Τζάλας’, ούτοι πάντες ενεδρεύσαντες τη ιδία νυκτί επί το οχυρότερον πλησίον του χωρίου μέρος, ο δε αρχηγός αυτών Τουρκαλβανός (Μουσταφά Ζηγούρης) έχων χιλίους τριακόσιους εκλεκτούς στρατιώτας υπό την οδηγίαν του, αφελκούσας το ξίφος εφορμά ανυπερθέτως κατά των δύο, τον ακολουθεί συγχρόνως και όλον το σώμα δια των συνήθων αλαλαγμών, απροσδοκήτως όμως εμπίπτει εις την ενέδραν των Σουλιωτών , όπου κατά πρώτον πυροβολισμόν φονεύονται εξ αυτών υπέρ τους τριάκοντα εκτός των τραυματιών.
Το στρατήγημα και η συμβάσα φθορά πιθανόν να μη εξήρκουν δια την ασφάλειαν της νίκης, εάν ο Αρχηγός Τζαβέλλας δεν επρολάμβανε να φονεύσει τον στρατηγόν Ζηγούρην προπορευόμενον των στρατιωτών...»[13]