Ο Πόλεμος της Ευβοϊκής Διαδοχής[1] διεξήχθη το 1256–1258 μεταξύ του Γουλιέλμου Β΄ του Βιλλαρντουέν, πρίγκιπα της Αχαΐας και ενός ευρύτερου συνασπισμού άλλων ηγεμόνων από όλη τη Φραγκική Ελλάδα, που ένιωθαν ότι απειλούνται από τις φιλοδοξίες του Γουλιέλμου Β΄. Ο πόλεμος πυροδοτήθηκε από την προσπάθεια του Γουλιέλμου Β΄ να αποκτήσει τον έλεγχο του ενός τρίτου του νησιού της Εύβοιας, στο οποίο αντιστάθηκαν οι τοπικοί Λομβαρδοί βαρόνοι -κάτοχοι των άλλων δύο τρίτων, οι λεγόμενοι τριτημόριοι (tercieri)- με τη βοήθεια της Δημοκρατίας της Βενετίας. Ο Γκυ Α΄ του Λα Ρος, κύριος της Αθήνας και της Θήβας μπήκε και αυτός στον πόλεμο κατά του Γουλιέλμου Β΄, μαζί με άλλους βαρόνους της Στερεάς Ελλάδας. Η ήττα τους στη μάχη του Καρυδιού τον Μάιο/Ιούνιο του 1258 οδήγησε ουσιαστικά στο τέλος του πολέμου, με μία νίκη της Αχαΐας, αν και μία οριστική συνθήκη ειρήνης συνήφθη μόλις το 1262.
Ιστορικό
Μετά την Δ΄ Σταυροφορία, η νότια Ελλάδα είχε χωριστεί μεταξύ πολλών Λατινικών ηγεμονιών, η πιο ισχυρή από τις οποίες ήταν το πριγκιπάτο της Αχαΐας, το οποίο ήλεγχε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ο Γουλιέλμος Β΄ του Βιλλαρντουέν, ο οποίος το 1246 είχε διαδεχτεί τον μεγαλύτερο αδελφό του ως πρίγκιπας της Αχαΐας, ήταν ένας πιο ενεργητικός ηγεμόνας, ο οποίος είχε στόχο να επεκτείνει και να εδραιώσει την κυριαρχία του στα άλλα Λατινικά κράτη. [2] Ο Γκυ Α΄ του Λα Ρος, μεγάλος Κύρης της Αθήνας και της Θήβας, ήταν ήδη υποτελής του για το φέουδο τουύ Άργους και της Ναυπλίας, τα οποία βρίσκονταν στην Πελοπόννησο [3] και ο Γουλιέλμος Β΄ ήταν επίσης επικυρίαρχος των τριών Λομβαρδικών βαρονιών (τρίτων, terzieri) του Nεγκροπόντε (το μεσαιωνικό όνομα της Χαλκίδας και γενικότερα της Εύβοιας). [4]
Το 1255 η (δεύτερη) σύζυγος του Γουλιέλμου Β΄, η Καριντάνα νταλλε Κάρτσερι, βαρόνη του ενός τρίτου (του βόρειου μέρους) του νησιού, απεβίωσε και ο σύζυγός της διεκδίκησε την κληρονομιά της, κόβοντας ακόμη και νομίσματα με τον εαυτό του ως «τριτημόριο του Νεγκροπόντε». Οι άλλοι δύο τριτημόριοι ωστόσο, ο Γουλιέλμος Α΄ ντα Βερόνα και ο γαμπρός του Ναρτζόττο νταλλε Κάρτσερι, απέρριψαν τον ισχυρισμό του. Αν και ήταν τυπικά υποτελείς του Γουλιέλμου Β΄ και, στην περίπτωση του Γουλιέλμου Β΄ σχετίζονταν ακόμη και με γάμο, δεν ήθελαν να παραδώσουν την Ευβοϊκή αυτή επικράτεια σε κάποιον εκτός των οικογενειών τους. Αντίθετα, παραχώρησαν τη βαρονία της Καριντάνας στον συγγενή τους, Γκραπέλα νταλε Κάρτσερι. [4][2] Σε αυτό, τους υποστήριξε ο Πάολο Γραδενίγο, ο Βενετόςαντιπρόσωπος (bailo, βάιλος) στο Nεγκροπόντε, την πρωτεύουσα της Εύβοιας. Η Βενετία είχε μακρά παρουσία στο Νεγκροπόντε, που ήταν σημαντικός εμπορικός σταθμός, και ασκούσε σημαντική επιρροή στο νησί και στους τριτημόριους. [5]
Σύσταση της αντι-Aχαϊκής συμμαχίας
Σύμφωνα με τον ιστορικό Mαρίνο Σανούντο, ο Γουλιέλμος Β΄ κάλεσε τον Γουλιέλμο Α΄ και τον Nαρτζότο να του παρουσιαστούν. Περιορισμένοι από τους φεουδαρχικούς τους όρκους πίστης, το έκαναν και φυλακίστηκαν από τον πρίγκιπα της Αχαΐας. Οι σύζυγοι των τριτημορίων, συνοδευόμενες από πολλούς ιππότες και άλλους συγγενείς, πήγαν στη συνέχεια στον Βενετό βάιλο και παρακάλεσαν τη βοήθειά του. «Κινούμενος εξίσου από την πολιτική και τη συμπάθεια», όπως γράφει ο ιστορικός Γουίλιαμ Μίλερ, «ο Πάολο Γραδενίγο συμφώνησε». [2][6] Ο Σανούντo αναφέρει αυτό ως την αρχή της Βενετικής βοήθειας προς τους τριτημορίους, και ισχυρίζεται ότι οι βαρόνοι παρέμειναν φυλακισμένοι και μετά τη σύλληψη του ίδιου του Γουλιέλμου Β΄ στη μάχη της Πελαγονίας το 1259, [7][4] αλλά αυτό μπορεί στην πραγματικότητα να αντανακλά μία σύντομη φυλάκιση, αφού οι δύο τριτημόριοι ήταν σαφώς ελεύθεροι τον Ιούνιο του 1256 και τον Ιανουάριο του 1257 [6].
Στις 14 Ιουνίου 1256 υπογράφηκε συνθήκη μεταξύ των Λομβαρδών βαρόνων και του Γραδενίγο στη Θήβα, την κύρια κατοικία του Γκυ Α΄ του Λα Ρος. Οι τριτημόριοι απέρριψαν το ότι ήταν υποτελείς (vassales, βασάλοι) στην Αχαΐα και ανακήρυξαν επικυρίαρχο (liege, λίζιο) την Κοινότητα της Βενετίας. Ως ένδειξη υποτέλειας θα έστελναν ένα ετήσιο δώρο από δύο χρυσά υφάσματα στη Βενετία, ένα για τον δόγη και ένα για τον καθεδρικό του Αγίου Μάρκου και θα έκαναν εορταστικές λειτουργίες προς τιμή της Βενετίας τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και στην εορτή του Αγίου Μάρκου. Οι προηγούμενες συμφωνίες του 1209 και του 1216 ανανεώθηκαν, αλλά, ενώ οι βαρόνοι και οι επικράτειές τους απαλλάχθηκαν από κάθε δασμό και τον μεγάλο φόρο που απέδιδαν μέχρι τότε στη Βενετία, παραχώρησαν με τη σειρά τους τα δικαιώματα όλων των τελωνειακών εσόδων στη Δημοκρατία. Η Βενετία έλαβε επίσης περαιτέρω παραχωρήσεις, όπως το δικαίωμα να ρυθμίζει τα σταθμά, τα μέτρα και τις υποδιαιρέσεις για όλη την Εύβοια και προνόμια για τους πολίτες της. [7][6] Πιο σημαντικό, οι τριτημόριοις παραχώρησαν στη Δημοκρατία την πλήρη κατοχή τού στρατηγικού πύργου, που φύλαγε τη γέφυρα επάνω από το στενό του Ευρίπου και εκτεταμένων ιδιοκτησιών στην ίδια την πόλη του Νεγκροπόντε. Αυτό σηματοδότησε την ίδρυση μίας ξεχωριστής Βενετικής αποικίας στο Νεγροπόντε και ξεκίνησε τη μακρά και σταδιακή διαδικασία, με την οποία ολόκληρη η πόλη και το νησί του Νεγκροπόντε θα περνούσαν υπό την κυριαρχία των Βενετών. [4]
Αντιμέτωπος με την αντίθεση της Βενετίας, η Γουλιέλμος Β΄ στράφηκε στην αντίπαλό της Γένουα για υποστήριξη. Οι Γενουάτες, πάντα πρόθυμοι να αντιπράξουν τους Βενετούς, χρωστώντας χάρη στον πρίγκιπα της Αχαΐας για τη βοήθειά του σε αυτούς στη Ρόδο λίγα χρόνια πριν, δέχτηκαν πρόθυμα. Με έδρα τη Μονεμβασιά, οι γαλέρες με Γενουατικά πληρώματα έπληξαν τη Βενετική ναυτιλία. Στο πλευρό του Γουλιέλμου Β΄ τάχθηκε και ο Όθων ντε Σικόν κύριος της Καρύστου στη νότια Εύβοια, που έλεγχε το στρατηγικό πέρασμα του Κάβο Ντ' Όρο. [8][9] Αλλού ωστόσο, οι εκκλήσεις του Γουλιέλμου Β΄ αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα και δυσπιστία, λόγω των αξιώσεων του πρίγκιπα της Αχαΐας περί επικυριαρχίας σε όλους τους Λατίνους πρίγκιπες της νότιας Ελλάδας. Από το καλοκαίρι του 1256, ο Γκυ Α΄ του Λα Ρος και ο εξάδελφός του Γουλιέλμος του Λα Ρος, είχαν ενταχθεί στο Βενετικό στρατόπεδο, αν και ήταν και οι δύο υποτελείς του πρίγκιπα της Αχαΐας (ο Γκυ Α΄ ως κύριος του Άργους και της Ναυπλίας και ο εξάδελφός του ως βαρόνος της Βελιγοστής και του Δαμαλά). Μαζί τους προστέθηκαν ο Θωμάς Β΄ ντ'Ωτρεμανκούρ και ο Ουμπερτίνο Παλαβιτσίνιμαρκήσιος της Bοδονίτσας. [10][2]
Τον Οκτώβριο του 1256 ένα νέος βάιλος, ο Mάρκος Γραδενίγο, στάλθηκε στο Νεγκροπόντε με τρεις γαλέρες (επτά, σύμφωνα με τον Αντρέα Ντάντολο) και πλήρη εξουσία να μεταχειριστεί τους τριτημόριους, όπως αυτός θα έκρινε κατάλληλα. [10] Στις 25 Ιανουαρίου 1257 ο Γραδενίγο και οι βαρόνοι συνήψαν μία πλήρη συμμαχία κατά του πρίγκιπα της Αχαΐας, με τις δύο πλευρές να δεσμεύονται να μην συνάψουν χωριστή ειρήνη χωρίς διαβούλευση με την άλλη. [7][10]
Ανταγωνισμός για το Nεγκοροπόντε
Ήδη το 1256 ο Γουλιέλμος Β΄, κινούμενος γρήγορα για να υποστηρίξει τις δικές του αξιώσεις, κατέλαβε το Νεγκροπόντε, αλλά η πόλη ανακτήθηκε από τους Βενετούς υπό τον Πάολο Γραδενίγο. [4][11][12] Ο Γουλιέλμος Β΄ ανταποκρίθηκε στέλνοντας τον ανιψιό του, τον Γοδεφρείδο του Μπιέλ βαρόνο της Καρύταινας, ο οποίος ανακατέλαβε το Nεγκροπόντε και εξαπέλυσε καταστροφικές επιδρομές στην Εύβοια. [4]
Αφού έφτασε στην Ελλάδα, ο Μάρκο Γραδενίγο πολιόρκησε την πόλη, η οποία άντεξε δεκατρείς μήνες. Η βοήθεια των δύο εξαδέλφων ντε Λα Ρος αποδείχθηκε κρίσιμη για τον εξαναγκασμό της συνθηκολόγησης του στις αρχές του 1258. Μία αντεπίθεση από την Αχαΐα αποκρούστηκε από Βενετούς πεζούς λογχοφόρους, που προωθήθηκαν και νίκησαν το φημισμένο ιππικό της Αχαΐας μπροστά από τα τείχη της πόλης. [10][11][12] Κάποια στιγμή, στην αντι-Αχαϊκή συμμαχία προσχώρησε επίσης ο Γοδεφρείδος του Μπριέλ, που θεωρήθηκε «ο καλύτερος στρατιωτικός σε όλο το βασίλειο της Ρωμανίας [δηλ. τη Λατινική Ελλάδα]», που εγκατέλειψε το μέρος του θείου του [8],
Η μάχη στο Καρύδι και το τέλος του πολέμου
Ο Γουλιέλμος Β΄ απάντησε, με αυτό που ο Γουίλιαμ Μίλερ περιέγραψε ως «ανήσυχη δραστηριότητα»: πολιόρκησε ανεπιτυχώς το Βενετικό φρούριο της Κορώνης και οδήγησε μία επιδρομή στην Αττική, όπου παραλίγο να αιχμαλωτιστεί, προτού αποφασίσει να εξαπολύσει μία πλήρους κλίμακας εισβολή στα εδάφη του ντε Λα Ρος. Ο στρατός του συγκεντρώθηκε στο Νίκλι, πέρασε τον Ισθμό της Κορίνθου και στο πέρασμα του όρους Καρύδι, στο δρόμο από τα Μέγαρα προς τη Θήβα, ο στρατός του νίκησε αποφασιστικά τον στρατό του συνασπισμού. Ο Γκυ Α΄ ντε Λα Ρος και οι άλλοι βαρόνοι έφυγαν από το πεδίο και βρήκαν καταφύγιο στην ακρόπολη της Θήβας. Ο Γουλιέλμος Β΄ τους ακολούθησε και ετοιμάστηκε να πολιορκήσει την πόλη, αλλά υποχώρησε, όταν ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος και πολλοί από τους ευγενείς του παρακάλεσαν να δείξοει αυτοσυγκράτηση και να τερματίσει τη σύγκρουση. Αφού έλαβε υπόσχεση από τον Γκυ Α΄ ότι θα εμφανιστεί ενώπιον τού Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αχαΐας, της συνέλευσης των βαρόνων για να δικαστεί, τα στρατεύματα τού Γουλιέλμου Β΄ αποχώρησαν. [2][9]
Το Ανώτατο Δικαστήριο συγκεντρώθηκε γρήγορα στο Nίκλι. Ο Γκυ Α΄ ντε λα Ρος παρουσιάστηκε ενώπιόν του συνοδευόμενος από τους δικούς του ιππότες, αλλά οι συγκεντρωμένοι βαρόνοι αποφάσισαν, ότι δεν είχαν την εξουσία να τον κρίνουν και παρέπεμψαν το θέμα στον βασιλιά Λουδοβίκο Θ΄ της Γαλλίας (βασ. 1226–1270 ). Ο Γκυ Α΄ ταξίδεψε στη Γαλλία το 1259, αλλά ο Λουδοβίκος Θ΄ όχι μόνο τον συγχώρησε, αλλά του απένειμε τον τίτλο του δούκα, τον οποίο επρόκειτο να φέρει ο ίδιος και οι διάδοχοί του στη συνέχεια. [2] Ο αποστάτης Γοδεφρειδος του Μπριέλ επίσης οδηγήθηκε για δίκη ενώπιον του Γουλιέλμου και ήταν μόνο η αποφασιστική και περιπαθής μεσολάβηση των άλλων βαρόνων, που έσωσε τη ζωή του και εξασφάλισε χάρη από τον εκδικητικό πρίγκιπα. Ωστόσο, στερήθηκε την κατοχή των περιοχών του, που τις είχε αποκτήσει με το αναφαίρετο δικαίωμα της κατάκτησης, και τις διατήρησε στο εξής ως δώρο από τον πρίγκιπα, πράγμα που σημαίνει ότι αυτές θα χάνονταν μετά το τέλος του, εκτός εάν είχε άμεσους απογόνους. [13]
Συνέπεια
Η νίκη του Γουλιέλμου Β΄ στο Καρύδι, σε συνδυασμό με μία νίκη των στρατευμάτων του εναντίον των Βενετών κοντά στους Ωρεούς, έφεραν αποτελεσματικό τέλος στη σύγκρουση. Στις 6 Αυγούστου 1258, ο Γουλιέλμος ντα Βερόνα και ο Nαρτζότο νταλε Κάρτσερι συναίνεσαν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για ειρήνη μέσω του δόγη της Βενετίας και στις αρχές του 1259 ο δόγης εξουσιοδότησε τον νέο βάιλο Ανδρέα Μπαρότσι, να υπογράψει μία συνθήκη με τον πρίγκιπα της Αχαΐας. Όμως λόγω της μετέπειτα εμπλοκής του Γουλιέλμου Β΄ στη μεγάλη Ηπειρωτική-Αχαϊκή-Σικελική συμμαχία ενάντια στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας, την ήττα του στην Πελαγονία το 1259 και την αιχμαλωσία του στα χέρια του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (βασ. 1259–1282), μία τελική συνθήκη ειρήνης καθυστέρησε μέχρι την απελευθέρωση του πρίγκιπα της Αχαΐας το 1262. [9][2]
Η συνθήκη, που υπογράφηκε στην κατοικία του αρχιεπισκόπου Θηβών, ουσιαστικά αποκατέστησε το status quo ante: ο Γουλιέλμος Β΄ αναγνώρισε τον Γουλιέλμο, τον Ναρτζότο και τον Γκραπέλλα ως τριτημορίους και εκείνοι με τη σειρά τους ορκίστηκαν την πίστη τους σε αυτόν. Το φρούριο του Νεγκροπόντε κατεδαφίστηκε, αλλά η Βενετία διατήρησε και μάλιστα αύξησε τη συνοικία της στην πόλη, καθώς και το αποκλειστικό της δικαίωμα να επιβάλλει τελωνεία στην Εύβοια, εκτός από τους βαρόνους, τον πρίγκιπα και τους πράκτορές τους. Έτσι η Βενετία διατήρησε ορισμένα από τα κέρδη της του 1256, αλλά συνολικά η συνθήκη θεωρήθηκε ως οπισθοδρόμηση, λόγω των σημαντικών δαπανών που είχαν πραγματοποιηθεί. Για αρκετό καιρό αργότερα η Βενετία αρκέστηκε στην άσκηση των οικονομικών της προνομίων και απέφυγε να ανακατευτεί στην πολιτική του νησιού. [2][6]
Dourou-Iliopoulou, Maria (2005). Το Φραγκικό Πριγκιπάτο της Αχαΐας (1204-1432). Ιστορία. Οργάνωση. Κοινωνία. [The Frankish Principality of Achaea (1204-1432). History. Organization. Society.] (in Greek). Thessaloniki: Vanias Publications. ISBN 960-288-153-4.
Fine, John Van Antwerp (1994) [1987]. The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest. Ann Arbor, Michigan: University of Michigan Press. ISBN 0-472-08260-4.
Miller, William (1908). The Latins in the Levant: A History of Frankish Greece (1204–1566). London: John Murray. OCLC 563022439.
Setton, Kenneth M. (1976). The Papacy and the Levant (1204–1571), Volume I: The Thirteenth and Fourteenth Centuries. Philadelphia: The American Philosophical Society. ISBN 0-87169-114-0.
Strategi Solo vs Squad di Free Fire: Cara Menang Mudah!