Ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος (Guillaume II de Villehardouin, 1211 – 1 Μαΐου 1278) από τον Οίκο των Βιλλεαρδουίνων ήταν ηγεμόνας της Αχαΐας (1246-1278), νεότερος αδελφός και διάδοχος του άτεκνου Γοδεφρείδου Β΄ και γιος του Γοδεφρείδου Α΄. Γεννήθηκε στην Καλαμάτα.
Κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του το Πριγκιπάτο της Αχαΐας απέκτησε τεράστια ισχύ και πλούτο.[2][3][4] Παράλληλα όμως, στα χρόνια του σημειώθηκε το πρώτο πλήγμα κατά της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο.
Σημαντικό τμήμα του Χρονικού του Μορέως είναι αφιερωμένο στον Γουλιέλμο Β΄ Βιλλεαρδουίνο.
Σταθεροποίηση της κυριαρχίας του στην Πελοπόννησο
Τη διακυβέρνηση του πριγκιπάτου την ανέλαβε μετά τον θάνατο του Γοδεφρείδου Β΄ το 1246. Αμέσως ξεκίνησε την πολιορκία της Μονεμβασίας (τελευταίου Βυζαντινού ερείσματος στην Πελοπόννησο). Γι' αυτό τον σκοπό δέχθηκε βοήθεια από τους υποτελείς του ηγεμόνες, τον Δούκα των Αθηνών, τον Δούκα του Αρχιπελάγους, τον Παλατινό Κόμη της Κεφαλληνίας και της Ζακύνθου, τους Λομβαρδούς τριτημορίους της Εύβοιας, αλλά και από τους Βενετούς. Το 1248 η Μονεμβασία παραδόθηκε. Την παράδοσή της ακολούθησε η υποταγή των ορεινών Τσακώνων και Μηλιγγών, με αποτέλεσμα να περιέλθει στην εξουσία του όλη η Πελοπόννησος, εκτός από την Κορώνη και τη Μεθώνη, που κατεχόταν από τους Βενετούς. Για να εξασφαλίσει την εξουσία του έκτισε (τέλη του 1248 - αρχές του 1249) τρία κάστρα, του Μυστρά, της Μαΐνης και του Λεύκτρου (Beaufort).
Εκστρατείες εκτός Πελοποννήσου
Τον ίδιο χρόνο (1249) έσπευσε να συμπράξει με τον Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο Θ΄ στη σταυροφορία του κατά της Αιγύπτου (Ζ΄ Σταυροφορία) με 400 ιππότες και 28 πλοία και με την άδειά του άρχισε να κόβει δικά του νομίσματα (τα γνωστά ως τορνέζια).
Το 1255 η δεύτερη σύζυγός του, Καριντάνα νταλλε Κάρτσερι, απεβίωσε. Ο Γουλιέλμος Β΄ διεκδίκησε τη βαρονία της Β. Εύβοιας (του Ωρεού), που είχε στην κατοχή της και με αυτή την αφορμή ήρθε σε σύγκρουση με τους βαρόνους υποτελείς του στην Εύβοια, αλλά και με τον Δούκα των Αθηνών και τους Βενετούς, που είχαν αρχίσει να φοβούνται τη συνεχιζόμενη αύξηση της δύναμής του. Το 1256 ο Γουλιέλμος Β΄ εισέβαλε στην Εύβοια και κατέλαβε τον Ωρεό και τη Χαλκίδα. Στις αρχές του 1258 οι Βενετοί ανακατέλαβαν τη Χαλκίδα, μετά από πολιορκία περίπου ενός έτους. Η επίθεσή τους, όμως, εναντίον του Ωρεού τον ίδιο χρόνο αποκρούστηκε, ενώ στη μάχη του Καρυδιού, περιοχής μεταξύ Μεγάρων και Θήβας, ο Γουλιέλμος Β΄ κατάφερε να νικήσει τον δούκα των Αθηνών, Γκυ Α΄ ντε Λα Ρος και να επεκτείνει την επιρροή του μέχρι τις Θερμοπύλες. Ο δούκας των Αθηνών αναγκάστηκε να παρουσιαστεί στη συνέλευση των υποτελών τού Γουλιέλμου Β΄ στο Νύκλι για να δικαστεί για τη συμπεριφορά του απέναντι στον επικυρίαρχό του. Τα μέλη της συνέλευσης, όμως, παρέπεμψαν το θέμα στην κρίση του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου Θ΄. Παράλληλα η Βενετία αποφάσισε να διαπραγματευθεί ειρήνη με τον Γουλιέλμο Β΄, αλλά οι διαπραγματεύσεις δεν έλαβαν χώρα πριν το 1262.
Η ανάμειξή του όμως στη διαμάχη ανάμεσα στο Δεσποτάτο της Ηπείρου και στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας υπήρξε καταστρεπτική. Αποβλέποντας σε επέκταση της κυριαρχίας του στη Βόρεια Ελλάδα (και ίσως στον Λατινικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης), συμμάχησε με τον πεθερό του και δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Δούκα και με τον βασιλιά της Σικελίας, Μανφρέδο Χοενστάουφεν, εναντίον του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου της Νίκαιας. Όμως στη μάχη της Πελαγονίας τον Σεπτέμβριο του 1259, ο στρατός της Νίκαιας θριάμβευσε επί των συμμάχων. Ο ίδιος ο Γουλιέλμος Β΄ βρέθηκε από στρατιώτες της Νίκαιας να κρύβεται σε μία θημωνιά, συνελήφθη (όταν τον αναγνώρισαν από τον έντονο προγναθισμό του) και φυλακίστηκε.
Απελευθέρωση και συνέχιση των εχθροπραξιών
Το 1262 ελευθερώθηκε από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο (που είχε ανακαταλάβει την Κωνσταντινούπολη έναν χρόνο πριν), αφού υποσχέθηκε να παραδώσει στην Αυτοκρατορία τα κάστρα του Μυστρά, της Μονεμβασιάς και της Μαΐνης. Ταυτόχρονα τιμήθηκε με τον τίτλο του μεγάλου δομέστικου, που συμβόλιζε την υποτέλειά του στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Μετά την επιστροφή του στην Πελοπόννησο, συμφώνησε ειρήνη με τους Βενετούς και τους τριτημορίους της Εύβοιας και για επιστροφή στην κατάσταση πριν το 1255 (ο Γουλιέλμος Β΄ παραιτείτο από τη διεκδίκηση της βαρονίας του Ωρεού και οι τριτημόριοι συνέχιζαν να τον αναγνωρίζουν ως επικυρίαρχό τους, μία σχέση υποτέλειας που αποδεχόταν επίσημα και η Βενετία). Με τη συνθήκη που υπογράφηκε στη Θήβα, ο Γουλιέλμος Β΄ έκλεισε ένα μέτωπο και εξασφάλισε την πολύτιμη συμπαράσταση των Βενετών, που είχε χάσει με τη σύγκρουση στην Εύβοια. Σύντομα, ξεκίνησε πόλεμο εναντίον των Βυζαντινών και προσπάθησε να ανακαταλάβει τα κάστρα, που τους είχε παραδώσει στην Πελοπόννησο. Παρόλο που είχε μερικές τοπικές επιτυχίες, όπως στη μάχη του Μακρυπλαγίου το 1264, δεν κατόρθωσε να εκδιώξει τους Βυζαντινούς από την Πελοπόννησο.
Στην προσπάθειά του να εκδιώξει τους Βυζαντινούς από την Πελοπόννησο αναζήτησε και αλλού συμμάχους. Το 1267 με τη συνθήκη του Βιτέρμπο, στην οποία συμμετείχε και ο Πάπας Κλήμης Δ΄, ο Γουλιέλμος Β΄ δέχθηκε να γίνει υποτελής του Καρόλου Α΄ του Ανδεγαυού (Ανζού), νέου βασιλιά της Σικελίας, που τον προηγούμενο χρόνο είχε νικήσει και σκοτώσει τον προηγούμενο σύμμαχο του Γουλιέλμου, τον Μανφρέδο των Χοενστάουφεν. Η συμφωνία επισφραγίστηκε με τη μνηστεία του γιου του Καρόλου Α΄, Φιλίππου, με την κόρη του Γουλιέλμου, Ισαβέλλα. Η συμφωνία αυτή όμως δεν είχε ακριβώς τα αποτελέσματα που περίμενε ο Γουλιέλμος. Το 1268 με 400 ιππότες πολέμησε στη μάχη του Ταλιακότσο μαζί με τον Κάρολο Α΄, ως υποτελής του, εναντίον του διεκδικητή του βασιλείου της Σικελίας Κορραδίνου των Χοενστάουφεν, ανιψιού του Μανφρέδου. Αν και τα επόμενα χρόνια η ενίσχυση σε χρήματα και άνδρες από τη Σικελία ήταν σημαντική, δεν οδήγησε σε ουσιαστικά αποτελέσματα εναντίον των Βυζαντινών. Το 1275 οι Βυζαντινοί κατάφεραν να νικήσουν τους Φράγκους και τις ενισχύσεις των Ανζού, που είχαν ως αρχηγό τον Γοδεφρείδο ντε Μπρυγέρ στη μάχη της Μεγάλης Αράχωβας (στην Πελοπόννησο).
Ο Γουλιέλμος πέθανε το 1278. Ο Φίλιππος, σύζυγος της μεγαλύτερης κόρης του της Ισαβέλλας, είχε πεθάνει το 1277. Ο Κάρολος Α΄, σύμφωνα με τη συνθήκη του 1267, διαδέχθηκε ο ίδιος στη διακυβέρνηση του πριγκιπάτου τον Γουλιέλμο Β΄, αν και ο τελευταίος είχε συντάξει λίγο πριν πεθάνει μυστική διαθήκη υπέρ της νεότερης κόρης του Μαργαρίτας.
Ήταν ποιητής και τροβαδούρος και το Manuscrit du Roi, που περιέχει και δύο δικές του συνθέσεις, γράφτηκε στο πριγκιπάτο της Αχαΐας, την περίοδο που αυτός ήταν πρίγκιπας. Ήξερε να μιλά άριστα Γαλλικά και Ελληνικά.
Οικογένεια
Νυμφεύτηκε πρώτα με την κόρη του Ναρζό του Τουσύ (απεβ. 1241).
Μετά σε δεύτερο γάμο την Καριντάνα νταλλε Κάρτσερι.
Με την τρίτη σύζυγό του Άννα Αγγελίνα, κόρη του Μιχαήλ Β΄ δεσπότη της Ηπείρου, είχε δύο κόρες:[5]
- Μαργαρίτα 1266-1315, κυρία (βαρόνη) της Άκοβας. Παντρεύτηκε πρώτα τον Ισνάρ ντε Σαμπράν κύριο του Ανσουί και έπειτα τον Ρικάρντο Ορσίνι παλατινό κόμη (δούκα) της Κεφαλληνίας, Ζακύνθου & Ιθάκης. Από τον 1ο γάμο της είχε κόρη την:
Γενεαλογία Βιλλεαρδουίνων, πριγκίπων Αχαΐας
Παραπομπές
- ↑ «Identifiants et Référentiels» (Γαλλικά) Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. 167908766. Ανακτήθηκε στις 5 Μαρτίου 2020.
- ↑ L'Achaïe féodale: étude sur le moyen âge en Grèce (1205-1456). Diane de Guldencrone, Diane Gabrielle Victoire Marie Clémence Gobineau Guldencrone. Published in 1886 by E. Leroux. Book Collection from the University of Michigan. Pages 48, 59 and 81.
- ↑ Libro de los fechos et conquistas del principado de la Morea. 1885. Juan Fernández de Heredia, Alfred Morel -Fatio. Imprimerie Jules -Guillaume Fick.
- ↑ Teresa Shawcross, The Chronicle of Morea: Historiography in Crusader Greece Oxford Studies in Byzantium, (Oxford: University Press, 2009).
- ↑ E. Arnold, The princes of Achaia and the Chronicles of Morea: a study of Greece in the middle ages, Volume 1, (Madison: University of Wisconsin, 1907)
Πηγές
- Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό της Εγκυκλοπαίδειας της Εκδοτικής Αθηνών.
- Δεσποτάτο του Μυστρά της ελληνικής Βικιπαίδειας,
- "Οι Φράγκοι στο Αιγαίο 1204-1500", Peter Lock, (μετάφραση Γιώργος Κουσουνέλος), εκδόσεις Ενάλιος, 1998, ISBN 960-536-016-0.
Δείτε Επίσης