Το Μίσκολτς (ουγγρικά: Miskolc, τσεχικά και σλοβακικά: Miškovec, γερμανικά: Mischkolz, γίντις: Mishish, ρουμανικά: Mișcolț) είναι πόλη στη βορειοανατολική Ουγγαρία, γνωστή για τη βαριά της βιομηχανία. Με πληθυσμό 161.265 (1 Ιανουαρίου 2014), το Μίσκολτς είναι η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της Ουγγαρίας (μετά τη Βουδαπέστη, το Ντέμπρετσεν και το Σέγκεντ), ενώ το πολεοδομικό συγκρότημά του έχει 216.470 κατοίκους και είναι το τρίτο μεγαλύτερο στη χώρα. Είναι επίσης πρωτεύουσα της περιφέρειας Μπόρσουντ-Αμπάουτζ-Ζέμπλεν και το περιφερειακό κέντρο της βόρειας Ουγγαρίας.
Ετυμολογία
Το όνομα προέρχεται από το Miško, σλαβικό τύπο του Μιχαήλ.[5][6]Miškovec → Miskolc με την ίδια εξέλιξη με το Lipovec → Lipólc, Lipóc. Το όνομα σχετίζεται με τη φυλή Miskolc (επίσης Miskóc ή Myscouch, σλοβακικά Miškovec, πληθυντικός Miškovci) που πήρε το όνομά του από τον οικισμό ή το αντίστροφο. Παλαιότερες αναφορές είναι que nunc vocatur Miscoucy (περίπου 1200), de Myschouch (1225), Ponyt de genere Myscouch (1230), in Miscovcy (1245).[6]
Γεωγραφία
Η πόλη βρίσκεται στο σημείο συνάντησης διαφορετικών γεωγραφικών περιοχών - ανατολικά από τα όρη Μπουκ, στην κοιλάδα του ποταμού Σάγιο και στα ρέματα Χέγιο και Σίνβα. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 η πόλη έχει συνολική έκταση 236,68 τ.χλμ.. Το επίπεδο του εδάφους είναι επικλινές και η διαφορά μεταξύ της υψηλότερης και της χαμηλότερης περιοχής είναι περίπου 800 μέτρα.
Οι χαμηλότερες περιοχές είναι οι όχθες του ποταμού Σάγιο, με υψόμετρο 110–120 μ. Η περιοχή ανήκει στη Μεγάλη Πεδιάδα και αποτελείται από ιζηματογενή πετρώματα. Μεταξύ του λόφου Aβας και της πόλης Ντίοσγκερ βρίσκεται η λοφώδης περιοχή των Κάτω Μπουκ (250–300 μ.) που αποτελείται από ψαμμίτη, άργιλο, αργιλοάσβεστο, στρώματα άνθρακα της τριτογενούς περιόδου και ηφαιστειακά πετρώματα του Μειόκαινου.
Τα Κεντρικά Μπουκ, μια ορεινή περιοχή με ήπια κλίση και υψόμετρο μεταξύ 400 και 600 μ., βρίσκεται μεταξύ του Ντίοσγκερ και του Λίλαφυρεντ. Η περιοχή αποτελείται από ασβεστόλιθο, σχιστόλιθο, δολομίτη και άλλα πετρώματα της Τριαδικής περιόδου. Η επιφάνεια σχηματίστηκε κυρίως από καρστικές διαβρώσεις.
Η υψηλότερη περιοχή, τα υψηλά Άνω Μπουκ, 600–900 μ., με τα Υψίπεδα Μπουκ ξεκινούν από το Λίλαφυρεντ. Αυτή αποτελείται κυρίως από θαλάσσια ιζήματα (ασβεστόλιθο, σχιστόλιθο, δολομίτη) του Παλαιοζωικού και του Μεσοζωικόύ αιώνα, καθώς και από ηφαιστειακά πετρώματα όπως δολερίτη και πορφυρίτη. Στην περιοχή υπάρχουν πολλά σπήλαια. Η πόλη είναι επίσης γνωστή για τη χαμηλότερη καταγεγραμμένη θερμοκρασία ποτέ στην Ουγγαρία με −35 ° C. [7]
Κλίμα
Τα καλοκαίρια είναι δροσερά αλλά μερικές φορές ζεστά και υγρά στο Μίσκολτς. Θερμοκρασίες της ημέρας 20-30 ° C ή υψηλότερες είναι συνηθισμένες. Το χιόνι και ο πάγος κυριαρχούν κατά τη χειμερινή περίοδο. Το Μίσκολτς δέχεται περίπου 120 εκατοστά χιονόπτωσης ετησίως. Μέρες με ολικό παγετό και νύχτες με κάτω από −20 ° C παρατηρούνται τον χειμώνα.
Η περιοχή κατοικήθηκε από τους αρχαίους χρόνους - αρχαιολογικά ευρήματα χρονολογούνται από την Παλαιολιθική εποχή, αποδεικνύοντας την ανθρώπινη παρουσία για πάνω από 70.000 χρόνια. Οι πρώτοι γνωστοί κάτοικοι ήταν οι Γκοτίνοι, μια από τις Κελτικές φυλές. Η περιοχή καταλήφθηκε από Ούγγρους κατά την Κατάκτηση στα τέλη του 9ου αιώνα. Αναφέρθηκε για πρώτη φορά με αυτό το όνομα γύρω στο 1210 μ.Χ. Η πόλη πήρε το όνομά της από την παλιά ουγγρική βασιλική οικογένεια Μίσκολτς, και αναφέρεται στο Gesta Hungarorum, αγνώστου συγγραφέα, το 1173. Η οικογένεια έχασε αυτά τα εδάφη το 1312, επειδή στη μάχη με τον βασιλιά Κάρολο Α΄ υποστήριξαν τον Ματέ Κσακ. Η γη δόθηκε από τον βασιλιά στην οικογένεια Σέτσι και το χωριό αναπτύχθηκε σε πόλη.
Το Μίσκολτς αναβαθμίστηκε σε oppidum (πόλη-αγορά) το 1365 από τον Βασιλιά Λουδοβίκο Α΄, που επίσης μετέτρεψε το κάστρο της γειτονικής πόλης Ντίοσγκερ (σήμερα συνοικία του Μίσκολτς) σε γοτθική φρούριο. Η πόλη αναπτύχθηκε με δυναμικό τρόπο, αλλά κατά την Οθωμανική κατοχής του μεγαλύτερου μέρους της Ουγγαρίας η ανάπτυξή της σταμάτησε. Οι Τούρκοι κατέλαβαν το Μίσκολτς το 1544 και η πόλη ευημερούσε περισσότερο μέχρι το 1687. Μετά τη Μάχη του Κερεστές το 1596 κυβερνήθηκε από τους Οθωμανούς ως μέρος του Εγιαλετίου του Έγκερ έως το 1687. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών έγινε σημαντικό κέντρο οινοπαραγωγής. Στο τέλος του 17ου αιώνα ο πληθυσμός της πόλης ήταν τόσο μεγάλος όσο και του Κάσα/Κόσιτσε και είχαν ιδρυθεί 13 συντεχνίες.
Κατά τον πόλεμο της ανεξαρτησίας κατά της κυριαρχίας των Αψβούργων στις αρχές του 18ου αιώνα ο Πρίγκιπας Φραγκίσκος Β΄ Ράκοτσι, αρχηγός των Ούγγρων, είχε την έδρα του στο Μίσκολτς. Οι αυτοκρατορικές δυνάμεις λεηλάτησαν και έκαψαν την πόλη το 1707. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο μισός πληθυσμός έπεσε θύμα επιδημίας χολέρας. Το Μίσκολτς ανέκαμψε γρήγορα και μια άλλη εποχή ευημερίας ξεκίνησε πάλι. Το 1724 η πόλη επιλέχθηκε για να χτιστεί εκεί το κτίριο της κομητείας του Μπόρσοντ. Πολλά άλλα σημαντικά κτίρια χτίστηκαν τον 18ο και τον 19ο αιώνα, όπως το δημαρχείο, σχολεία όπως το Lévay József Református Gimnázium és Diákotthon, εκκλησίες, η συναγωγή και το θέατρο. Το θέατρο θεωρείται συνήθως ως το πρώτο πετρόχτιστο θέατρο της Ουγγαρίας, αν και το πρώτο χτίστηκε στην πραγματικότητα στο Κόλοζβαρ (τότε τμήμα της Ουγγαρίας, σήμερα Κλουζ-Ναπόκα της Ρουμανίας). Σύμφωνα με την πρώτη απογραφή σε εθνικό επίπεδο (1786) η πόλη είχε πληθυσμό 14.719 και 2.414 σπίτια.
Αυτά τα χρόνια έφεραν ευημερία, αλλά η επιδημία χολέρας του 1873 και η πλημμύρα του 1878 πήραν πολλές ζωές. Πολλά κτίρια καταστράφηκαν από την πλημμύρα αλλά στη θέση τους χτίστηκαν μεγαλύτερα και μεγαλοπρεπέστερα. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν επηρέασε άμεσα την πόλη, αλλά πολλοί άνθρωποι πέθαναν, είτε από τον πόλεμο είτε από επιδημία χολέρας. Μετά τον Πόλεμο ήταν κατεχόμενη από στρατεύματα της Τσεχοσλοβακίας το 1918-1919.
Με τη Συνθήκη του Τριανόν η Ουγγαρία έχασε το Κάσα (σήμερα Κόσιτσε της Σλοβακίας) και το Μίσκολτς έγινε το μοναδικό περιφερειακό κέντρο της Βόρειας Ουγγαρίας. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους για την τεράστια ανάπτυξη της πόλης τις δεκαετίες του 1930 και του 1940.
Στις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Ουγγαρία έγινε σύμμαχος της Ναζιστικής Γερμανίας. Δυσαρεστημένα με την Ουγγρική κυβέρνηση τα Γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν τη χώρα στις 19 Μαρτίου 1944 και έθεσαν το αντισημιτικό Κόμμα Τοξωτού Σταυρού υπεύθυνο για την κυβέρνηση. ΟΙ Εβραίοι στο Μίσκολτς και αλλού διατάχθηκαν να φορούν κίτρινα αστέρια στα ρούχα τους. [7] Υπό την επίβλεψη του Ναζί επικεφαλής των ssΆντολφ Άιχμαν οι "απελάσεις" από το Μίσκολτς ξεκίνησαν στις 11 ή 12 Ιουνίου 1944. Πάνω από 14.000 Εβραίοι ενήλικες και παιδιά στάλθηκαν με οχήματα μεταφοράς βοοειδών στο Άουσβιτς, όπου οι περισσότεροι θανατώθηκαν με αέριο κατά την άφιξή τους. Πάνω από 130 συγκεντρώθηκαν από μέλη του τοπικού Κόμμα Τοξωτού Σταυρού και δολοφονήθηκαν συνοπτικά. Το εβραϊκό νεκροταφείο σε ένα λόφο με θέα στο Μίσκολτς [8] έχει ένα μνημείο για αυτούς. Περιλαμβάνει τις 10 εντολές, λαξευμένες σε πέτρα, όλες γραμμένες στα εβραϊκά, εκτός από το ότι δεν θα σκοτώσετε, το οποίο είναι γραμμένο στα Ουγγρικά. Μετά τον πόλεμο οι Εβραίοι που επέζησαν από το ολοκαύτωμα επέστρεψαν στο Μίσκολτς ελπίζοντας να ανακτήσουν τη γη και τα υπάρχοντά τους
Η προετοιμασία για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθιέρωσε το Μίσκολτς ως το εθνικό κέντρο της βαριάς βιομηχανίας, μια θέση που διατηρούσε η πόλη μέχρι τη δεκαετία του 1990. Αν και το Μίσκολτς υπέφερε πολύ κατά τον τελευταίο χρόνο του πολέμου, ανέκαμψε γρήγορα και απορροφώντας τα γύρω χωριά, έγινε η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ουγγαρίας με περισσότερους από 200.000 κατοίκους.
Στις 30 Ιουλίου και 1 Αυγούστου 1946 το πογκρόμ του Μίσκολτς κατέληξε στον θάνατο ενός κατηγορουμένου Εβραίου μαυραγορίτη, του τραυματισμού ενός άλλου και στη συνέχεια του θανάτου ενός Εβραίου αστυνομικού. Τις ταραχές προκάλεσαν οι οικονομικές δυσκολίες και ο αντισημιτισμός.
Το 1949 ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο του Μίσκολτς (ως διάδοχος της Μεταλλευτικής Ακαδημίας, που βρισκόταν στο Σέλμετσμπανια, σήμερα Μπάνσκα Στιάβνιτσα της Σλοβακίας).
Κατά τη μακρά ιστορία του το Μίσκολτς επέζησε από πυρκαγιές, πλημμύρες, επιδημίες και ξένες εισβολές και διατήρησε τη θέση του ως το κέντρο της βορειοανατολικής Ουγγαρίας. Η δεκαετία του 1990 έφερε μια κρίση στη βιομηχανία σιδήρου με μείωση του πληθυσμού.
Το Μίσκολτς προσπαθεί σήμερα να γίνει γνωστός ως πολιτιστική - και όχι απλώς βιομηχανική - πόλη. Μεταξύ των διαφόρων πολιτιστικών εκδηλώσεων μια από τις σημαντικότερες είναι το Διεθνές Φεστιβάλ Όπερας, που πραγματοποιείται κάθε καλοκαίρι.
Οι τουριστικοί προορισμοί του Μίσκολτς περιλαμβάνουν την Τάπολκα, το Λίλφυρεντ και το Φέλσεμπαμορ. Η Τάπολκα διαθέτει ένα πάρκο με μια λίμνη για βαρκάδες και τα μοναδικά Σπηλαιόλουτρα. Το Λίλφυρεντ και το Φέλσεμπαμορ είναι όμορφα χωριά σε μια κοιλάδα που περιβάλλεται από βουνά και δάση. Τα αξιοθέατα τους περιλαμβάνουν το Hotel Palace στην όχθη της λίμνης Χόρι, τον καταρράκτη Σίνβα (τον υψηλότερο της χώρας) και τα σπήλαια Αννας και Ιστβαν.
Iστορική εξέλιξη πληθυσμού
Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος
Πληθ.
±%
1870
21.199
—
1890
30.408
+43.4%
1900
61.160
+101.1%
1910
76.207
+24.6%
1920
85.151
+11.7%
1930
93.877
+10.2%
1941
114.674
+22.2%
1949
109.124
−4.8%
1960
143.903
+31.9%
1970
180.581
+25.5%
1980
207.303
+14.8%
1990
196.442
−5.2%
2001
185.567
−5.5%
2011
167.754
−9.6%
2020
152.901
−8.9%
Ο πληθυσμός (γύρω στο 1910) είναι πολυεθνικός και οι διαφορές στο επίπεδο εκπαίδευσης αντικατοπτρίζουν τη διαστρωμάτωση της κοινωνίας.
Οιοκονομία
Το Μίσκολτς θεωρείται γενικά βιομηχανική πόλη και η μεγαλύτερη ώθηση στην οικονομία της προήλθε πράγματι από την εκβιομηχάνιση κατά τη σοσιαλιστική εποχή. Στην πραγματικότητα η βιομηχανία (συμπεριλαμβανομένης της μεταλλουργίας) έχει μακρά ιστορία στην πόλη.
Το Μίσκολτς ήταν ήδη μια σημαντική πόλη-αγορά κατά τον Μεσαίωνα, κυρίως λόγω της εγγύτητάς της με τους κύριους εμπορικούς δρόμους της περιοχής. Όσον αφορά την οικονομία η πραγματική ανάπτυξη ξεκίνησε μόνο μετά την οθωμανική κατοχή. Τον 18ο αιώνα η πόλη είχε ήδη έναν μύλο κοπής ξυλείας, μια χαρτοποιία, ένα ζυθοποιείο, ένα εργοστάσιο πυρίτιδας και δεκαπέντε μύλους στο ρέμα Σίνβα. Τα υαλουργεία και οι κλίβανοι τήξης σιδήρου εμφανίστηκαν στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο πρώτος κλίβανος σιδήρου, που κατασκευάστηκε από τον Χένρικ Φάζολα γύρω στο 1770 δεν διασώθηκε, αλλά ο δεύτερος, του 1813, εξακολουθεί να είναι επισκέψιμος. Αρκετοί νέοι οικισμοί δημιουργήθηκαν στα βουνά Μπουκ για να παρέχουν κατοικίες στους εργάτες των υαλουργεία και των κλιβάνων. Πολλοί από αυτούς - συμπεριλαμβανομένων των Alsóhámor, Felsőhámor, Ómassa και Bükkszentlászló - αποτελούν πλέον μέρος του Μίσκολτς.
Η ανάπτυξη επιταχύνθηκε από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, εν μέρει λόγω της πολιτικής κατάστασης (μετά την ίδρυση της Αυστροουγγαρίας) και εν μέρει λόγω της νεοκατασκεασθείσας σιδηροδρομικής γραμμής. Ένας μεγάλος κλίβανος (ο δεύτερος μεγαλύτερος στη χώρα) κατασκευάστηκε στο Ντίοσγκερ, καθώς και πολλά άλλα εργοστάσια. Η εξορυκτική βιομηχανία έγινε όλο και πιο σημαντική. Μέσα σε σαράντα χρόνια ο πληθυσμός διπλασιάστηκε. Η εκβιομηχάνιση οδήγησε στη δημιουργία του Μείζονος Μίσκολτςμε την ενοποίησή του με το Ντίοσγκερ (1945) και αρκετά κοντινά πόλεις και χωριά (μεταξύ 1950 και 1981). Η ενοποίηση ήταν μόνο το πρώτο βήμα για την εξέλιξη του Μίσκολτς σε βιομηχανικό κέντρο. Η ανάπτυξη έφτασε στο υψηλότερο σημείο της τη δεκαετία του 1980, όταν το εργοστάσιο μεταλλουργίας είχε περισσότερους από 18.000 εργαζόμενους και η παραγωγή ήταν πάνω από ένα εκατομμύριο τόνους ετησίως. Ο πληθυσμός έφτασε στο ρεκόρ όλων των εποχών (πάνω από 200.000 κάτοικοι) και τα δύο τρίτα των εργαζομένων εργάζονταν στη βαριά βιομηχανία.
Η οικονομική ύφεση μετά το τέλος της σοσιαλιστικής εποχής έπληξε σκληρότερα από όλες τις βιομηχανικές πόλεις της Βόρειας Ουγγαρίας. Το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε ως ότου έγινε ένα από τα υψηλότερα στη χώρα, ο πληθυσμός του Μίσκολτς μειώθηκε δραματικά (όχι μόνο λόγω της ανεργίας, αλλά και λόγω της προαστικοποίησης που έγινε κυρίαρχη σε εθνικό επίπεδο). Η οικονομική κατάσταση της πόλης υπέστη αλλαγές, μικρότερες επιχειρήσεις εμφανίστηκαν στη θέση των μεγάλων κρατικών εταιρειών.
Μετά το 2000, η δεκαετία των αλλαγών τελείωσε και η πόλη πέρασε με επιτυχία την ύφεση. Διεθνείς εταιρείες και σούπερ μάρκετ εμφανίστηκαν στην περιοχή. Η τοπική αυτοδιοίκηση προσπαθεί να ενισχύσει τον ρόλο της πόλης στον πολιτισμό και τον τουρισμό. Το τέλος του 2004 έφτασε στην πόλη ο αυτοκινητόδρομος Μ3.
Αθλητισμός
Το πιο δημοφιλές άθλημα στο Μίσκολτς είναι το ποδόσφαιρο. Ο κορυφαίος σύλλογος της πόλης είναι ο Ντιόσγκιορι ΒΤΚ [10] (σύντομο όνομα: DVTK). Έχει κερδίσει αρκετές φορές το Κύπελλο Ουγγαρίας και έχει εκπροσωπήσει την Ουγγαρία πολλές φορές στην Ευρώπη. Η χωρητικότητα του σταδίου DVTK Stadion είναι 26.000 (15.000 εκ των οποίων χρησιμοποιούνται), αλλά τώρα είναι σε κακή κατάσταση λόγω φθοράς, εκτός από τη νέα εξέδρα. Το νέο διοικητικό συμβούλιο σχεδιάζει να χτίσει ένα νέο γήπεδο 15.000 θέσεων με υποδαπέδια θέρμανση και πλήρως καλυμμένες εξέδρες.
Η άλλη ομάδα, η Miskolci VSC, παίζει στην κατηγορία της περιφέρειας. Το Μίσκολτς έχει άλλους πρώην εκπροσώπους της πρώτης κατηγορίας, τον Miskolci Attila (επτά σεζόν στην πρώτη κατηγορία) και τον Perecesi TK (μια).
Η καλύτερη ομάδα μπάσκετ γυναικών του Μίσκολτς, η DKSK Miskolc MISI, έχει κερδίσει δύο φορές το Εθνικό Κύπελλο.
Η ομάδα χόκεϊ επί πάγου DVTK Jegesmedvék παίζει στην Tipsport Liga. Το παγοδρόμιο της ομάδας, το Miskolc Ice Hall, βρίσκεται στον Λαϊκό Κήπο, στο κέντρο της πόλης. Έχει 1 304 θέσεις, συνολική χωρητικότητα 2.200 και άνοιξε το 2006.
Η γυναικεία ομάδα βόλεϊ του MVSC παίζει επίσης στην ανώτερη κατηγορία.
Η Speedway Miskolc εντάχθηκε στην Πολωνική Δεύτερη Λίγκα το 2005 και πέτυχε σοβαρά αποτελέσματα. Κέρδισε το 2007 το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Speedway.
Μέρη της πόλης του Μίσκολτς
Aβας
ο Aβας είναι ένας λόφος (234 μ.) στην καρδιά του Μίσκολτς. Στην κορυφή του λόφου βρίσκεται ο πύργος-παρατηρητήριο του Aβας, το σύμβολο της πόλης. Στο βόρειο τμήμα του λόφου, κοντά στο κέντρο της Πλατείας Eλισάβετ, βρίσκεται η Γοτθική Προτεσταντική Εκκλησία του Aβας, ένα από τα δύο παλαιότερα κτίρια του Μίσκολτς (το άλλο είναι το Κάστρο του Ντίοσγκερ.) Οι ασβεστολιθικές σπηλιές του λόφου χρησιμοποιούνται ως κελάρια κρασιού. Οι στενοί, ελικοειδείς δρόμοι δίνουν μια μεσογειακή ατμόσφαιρα σε αυτό το μέρος του λόφου. Στο νότιο τμήμα του βρίσκεται το μεγαλύτερο συγκρότημα κατοικιών της πόλης, με δεκαόροφα κτήρια από μπετόν σοσιαλιστικού ρυθμού, που στεγάζουν περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της πόλης.
Μπέλβαρος (κέντρο της πόλης)
Το κέντρο της πόλης του Μίσκολτς δεν είναι τόσο πλούσιο σε μνημεία όσο άλλων πόλεων. Μόνο ο κεντρικός Δρόμος (Οδ. Σέτσενι), η Városház tér (Πλατεία Δημαρχείου) και η ΄΄Erzsébet tér (Πλατεία Eλισάβετ) έχουν διατηρήσει το ύφος της πόλης του 19ου αιώνα. Δεν υπάρχουν μόνο ιστορικά κτίρια, αλλά και μοντέρνα εμπορικά κέντρα και γραφεία στο κέντρο της πόλης.
Ντίοσγκερ
Η άλλη πόλη που συγκροτεί το σημερινό Μείζον Μίσκολτς είναι κυρίως γνωστή για το μεσαιωνικό κάστρο της. Η ομάδα ποδοσφαίρου του Μίσκολτς πήρε και το όνομά της από το Ντίοσγκερ, καθώς το γήπεδο τους βρίσκεται εκεί. Το Παλιό Ντίοσγκερ συνδέεται με το Παλιό Μίσκολτς με μια περιοχή που ονομάζεται Új(diós)győr (Újgyőr), της οποίας η κεντρική πλατεία της είναι ένας σημαντικός κυκλοφοριακός κόμβος. Επίσης στο Új (diós) győr (Diósgyőr-Vasgyár) βρίσκεται το χαλυβουργείο που έκανε το Μίσκολτς τη σημαντικότερη βιομηχανική πόλη της Ουγγαρίας (και του χάρισε το ψευδώνυμο "Πόλη του Χάλυβα"). Το Diósgyőri Gimnázium βρίσκεται επίσης σε αυτήν την περιοχή.
Εγκετεμβαρος (Πανεπιστημιούπολη)
Το Πανεπιστήμιο του Μίσκολτς είναι από τα νεότερα. Ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1950, οπότε τα κτίριά του δεν είναι παλιά, ιστορικά. Η Πανεπιστημιούπολη είναι ένα από τα νεότερα μέρη της πόλης και βρίσκεται ανάμεσα στο Μίσκολτς και το τουριστικό θέρετρο Μίσκολτσταπολκα. Το πανεπιστήμιο, η πανεπιστημιούπολη και οι αθλητικές εγκαταστάσεις περιβάλλονται από ένα μεγάλο πάρκο.
Χέγετσαμπα και Γκέρεμπελι
Δύο πρώην χωριά που προσαρτήθηκαν στην πόλη το 1945 και το 1950. Το Γκέρεμπελι μοιάζει ακόμα το ίδιο με μια μικρή πόλη.
Λίλαφυρεντ
Ένα άλλο θέρετρο διακοπών, το Μίσκολτς-Λίλαφυρεντ, είναι ένα χωριό που περιβάλλεται από τα βουνά Μπουκ. Το πιο αξιοσημείωτο κτίριο είναι το Ξενοδοχείο Παλάς (Palotaszálló).
Μάρτιν-Κέρτβαρος
Το Μάρτιν-Κέρτβαρος (στα σλοβακικά: Martinská osada) είναι μια προαστιακή περιοχή.
Μίσκολτσταπολκα
Ένα από τα πιο γνωστά θέρετρα διακοπών στη χώρα, η Tάπολκα (επίσημα Μίσκολτσταπολκα ή Μίσκολτς-Tάπολκα για να αποφευχθεί η σύγχυση με την πόλη με το ίδιο όνομα της Υπερδουναβίας) έχει τα μοναδικά Σπαλαιόλουτρα, ενός φυσικού σπηλαίου με ιαματικό νερό. Η Tάπολκα απέχει πολύ από το κέντρο της πόλης και θεωρείται μια από τις πολυτελείς περιοχές της. Είναι δημοφιλές τουριστικό αξιοθέατο.
Αυτά τα πρώην χωριά προσαρτήθηκαν στην πόλη το 1950 και είναι ακόμη ξεχωριστά χωριά, που συνδέονται με την πόλη μόνο με το σύστημα δημόσιων μεταφορών.
Κύρια αξιοθέατα
Κέντρο
Κεντρικός δρόμος και Πλατεία Δημαρχείου με την ατμόσφαιρα των ουγγρικών πόλεων του 19ου αιώνα
Γοτθική Προτεσταντική Εκκλησία του Λόφου Aβας
Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία με το μεγαλύτερο τέμπλο στην Κεντρική Ευρώπη
Οικος Τεχνών με δύο κινηματογράφους τέχνης
Οικία Κος (σχεδιάστηκε από τον Kάρολυ Kος σε αρ νουβό και παραδοσιακό ρυθμό, 1931)
Εκκλησία Μίντσεντ
Εκκλησία Μίντσεντ και Πλατεία Ηρώων
Πύργος Tηλεόρασης
Εθνικό Θέατρο του Μίσκολτς
Κουκλοθέατρο Τσόνταμαλομ
Μουσείο Oτο Χέρμαν
Μέγαρο Μουσικής
Ξύλινη Εκκλησία
Ντίοσγκερ
Το Κάστρο του Ντίοσγκερ (χτίστηκε τον 13ο αιώνα, άκμασε κατά τη βασιλεία του Λουδοβίκου του Μεγάλου, μεσαιωνικές παραστάσεις κάστρου ανεβάζονται κάθε Αύγουστο)
Λουθηρανική εκκλησία του Ντίοσγκερ
Προτεσταντική εκκλησία του Ντίοσγκερ (Μπαρόκ, χτισμένη πάνω στα ερείπια ενός μεσαιωνικού μοναστηριού)
Λίλαφυρεντ
Σπήλαιο Αννας, Σπήλαιο Ιστβαν, Σπήλαιο Σέλετα
Ξενοδοχείο Παλάς
Λίμνη Χάμορι
Εκτροφείο Πέστροφας
Καταρράκτης (ο υψηλότερος στην Ουγγαρία)
Υπάρχει μια στενή σιδηροδρομική γραμμή που συνδέει το Λίλαφυρεντ με το Μίσκολτς γνωστ;h ως Lillafüredi Állami Erdei Vasút (Δασικός Κρατικός Σιδηρόδρομος του Λίλαφυρεντ). Περνάει μέσα από γραφικά δάση και η διαδρομή διαρκεί μισή ώρα ως 45 λεπτά. Η στάση του Μίσκολτς βρίσκεται στο Ντίοσγκερ.
Μίσκολτσταπολκα
Σπηλαιόλουτρα
Κοντά στην πόλη
Χιονοδρομικό κέντρο Μπάνκουτ
Βουνά Μπουκ
Ζωολογικός κήπος
Ερείπια του μοναστηριού στο Σέντλελεκ
Πύργος του Κόμη Αντρασι Τίσαντομπ
Φεστιβάλ
Θέατρο Κάστρου Ντίοσγκερ (κάθε Μάιο και Αύγουστο)
Διεθνές Φεστιβάλ Στρατιωτικών Συγκροτημάτων (κάθε δύο χρόνια τον Αύγουστο)
Φεστιβάλ Πηχτής (Φεβρουάριος)
Φεστιβάλ Όπερας Μίσκολτς (κάθε καλοκαίρι)
Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Μίσκολτς (κάθε Σεπτέμβριο)
Δημόσιες μεταφορές
Τα μέσα μαζικής μεταφοράς στο Μίσκολτς παρέχονται από την εταιρεία "MVK Zrt.", που ανήκει στην τοπική αυτοδιοίκηση. Υπάρχουν 36 λεωφορειακές γραμμές και 2 γραμμές τραμ. Το πρώτο τραμ τέθηκε σε λειτουργία στις 10 Ιουλίου 1897 (καθιστώντας το Μίσκολτς την τρίτη πόλη της Ουγγαρίας με γραμμή τραμ), η πρώτη τακτική γραμμή λεωφορείου λειτούργησε στις 8 Ιουνίου 1903 (πρώτη στη χώρα επίσης.) Οι μεταφορές του Μίσκολτς είναι από τις καλύτερες στην Ουγγαρία. Υπάρχουν επίσης πολλές εταιρείες ταξί.
Το Δασικό Τρένο Λίλαφυρεντ συνδέει το Ντίοσγκιερ με το Λίλαφυρεντ. Είναι κυρίως τουριστικό αξιοθέατο.
Η πόλη έχει δύο σιδηροδρομικούς σταθμούς (Tiszai και Gömöri) και ένα μικρό άστρωτο αεροδρόμιο, που δεν είναι ανοιχτό στο κοινό, χρησιμοποιείται κυρίως ως αθλητική εγκατάσταση και δεν έχει κανένα ρόλο στις δημόσιες συγκοινωνίες από το 1963.
Πολιτική
Δήμαρχος του Μίσκολτς είναι ο Παλ Βέρες (ανεξάρτητος).
Το τοπικό δημοτικό συμβούλιο, που εκλέχθηκε στις εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση του 2019, απαρτίζεται από 28 μέλη, που ανήκουν στα εξής πολιτικά κόμματα και συμμαχίες: [9]
Περιλαμβάνονται άνθρωποι που γεννήθηκαν στο Μίσκολτς καθώς και στο Ντίοσγκερ και σε άλλα μέρη της πόλης, που ήταν ανεξάρτητες πόλεις κατά τη στιγμή της γέννησής τους.