Ο Δημήτριος Λιακόπουλος γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στην Κάτω Μηλιά Πιερίας. Κατάγονταν από οικογένεια με μακρά κλέφτικη παράδοση. Η οικογένειά του διατηρούσε συγγενικούς δεσμούς με την οικογένεια του Διαμαντή Νικολάου, στο αρματολίκι του οποίου υπηρετούσε. Από τα παιδιά του, είναι γνωστός ο γιος του, Αναστάσιος Λιακόπουλος. Αρχικά δρούσε στον Όλυμπο ως κλεφταρματολός.
Ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης
Με το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, συνεργάστηκε με τον οπλαρχηγό Διαμαντή Νικολάου. Τον Ιούνιο του 1821, με διαταγή του Διαμαντή Νικολάου, αναχώρησε για τη Χαλκιδική μαζί με τον Κωνσταντίνο Μπίνο και τετρακόσιους άνδρες. Εκεί, πολέμησε σε πολλές μάχες στο πλευρό του Αρχιστρατήγου Κασσάνδρας, Αγίου Όρους και Θεσσαλονίκης, Εμμανουήλ Παπά. Το Σεπτέμβριο του 1821 και ενώ οι επαναστάτες είχαν υποστεί βαριές ήττες και είχαν περιοριστεί στη χερσόνησο της Κασσάνδρας, διέβλεψε την καταστροφή και προτίμησε να επιστρέψει με το σώμα του στον Όλυμπο, γεγονός που προκάλεσε την οργή του Εμμανουήλ Παπά[1]. Το 1822, αφού είχε επιστρέψει στον Όλυμπο, συμμετείχε στην εξέγερση των Ολυμπίων και της Νάουσας. Η κατάρρευση της Νάουσας μετά την πολιορκία της, δεν επέτρεψε στους Ολύμπιους να εκμεταλλευτούν τις αρχικές νίκες που σημείωσαν στον Όλυμπο και να καταλάβουν τη Βέροια, όπως είχε σχεδιαστεί. Οι Οθωμανοί καταδίωξαν τα σώματα των Διαμαντή Νικολάου, Γούλα Δράσκου, Τόλιου Λάζου, Κωνσταντίνου Μπίνου και Μήτρου Λιακόπουλου στα Πιέρια και τον Όλυμπο, και συγκρούστηκαν στη Μάχη της Καστανιάς και στη Μάχη της Μηλιάς. Κατόπιν, σε σύσκεψη στη Μονή Αγίου Διονυσίου, αποφασίστηκε η εγκατάλειψη του Ολύμπου και ο Μήτρος Λιακόπουλος με τους Διαμαντή Νικολάου, Γούλα Δράσκο και Κωνσταντίνο Μπίνο προσέφυγαν με τις οικογένειές τους, στη Σκόπελο και τη Σκιάθο.[εκκρεμεί παραπομπή]
Η ενότητα αυτή δεν τεκμηριώνεται επαρκώς με παραπομπές. Παρακαλούμε βοηθήστε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Ατεκμηρίωτο υλικό μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
(Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 18/06/2020)
Το 1828 ο Μήτρος Λιακόπουλος φυλακίστηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια στις φυλακές τις Αίγινας, για τις κλοπές στις Βόρειες Σποράδες. Στις 12 Ιουνίου του 1828 ο Μήτρος Λιακόπουλος, μαζί με τους Κωνσταντίνο Δουμπιώτη, τον Γ. Ζορμπά και τον Στεργιανό Μαρίνο, απηύθηναν επιστολή στον Καποδίστρια, όπου αποποιούνταν των ευθυνών τους για τις κλοπές και ζητούσαν την απελευθέρωσή τους, αίτημα που δεν έγινε δεκτό. Μετά τη μεταφορά τους στις φυλακές Ελευσίνας, δραπέτευσαν και επιδόθηκαν σε πειρατική δράση στις Βόρειες Σποράδες. Στη συνέχεια ο Μήτρος Λιακόπουλος μετέφερε την οικογένειά του από τη Σκιάθο, στη Σκύρο και συνθηκολόγησε με τον Ομέρ πασά της Εύβοιας, καθώς καταδιώκονταν από τις ελληνικές αρχές. Ο Ομέρ τον δέχτηκε και τον εγκατέστησε στο Ξηροχώρι με αντάλλαγμα την επίθεση στις Βόρειες Σποράδες. Η ελληνική κυβέρνηση συνέλαβε την οικογένεια του Λιακόπουλου και τη μετέφερε στη Σκόπελο.
Οι τελευταίες του μάχες
Η ενότητα αυτή δεν τεκμηριώνεται επαρκώς με παραπομπές. Παρακαλούμε βοηθήστε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Ατεκμηρίωτο υλικό μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
(Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 18/06/2020)
Έτσι, ο Μήτρος Λιακόπουλος απελευθέρωσε την Αιδηψό και στη συνέχεια πέρασε στη Φθιώτιδα, όπου απελευθέρωσε την Αταλάντη στις 6 Νοεμβρίου του 1828[εκκρεμεί παραπομπή]. Το 1829 προήχθη σε πεντακοσίαρχο και πολέμησε στη Μάχη του Ανηφορήτου, επικεφαλής 400 ανδρών και στη Δεύτερη Μάχη της Θήβας, όπου και σκοτώθηκε[3]. Συγκεκριμένα, την πρώτη μέρα της μάχης, στις 21 Ιουνίου 1829, ο Μήτρος Λιακόπουλος με τους Ρούκη, Ιωάννη Σπύρου (Μπαϊρακτάρη) και Σκουρτανιώτη, έστησαν ενέδρα έξω από τη Θήβα στη θέση Μακροβούνι, απ' όπου θα περνούσε οθωμανικό στρατιωτικό σώμα, το οποίο εκστράτευε από τη Χαλκίδα. Μετά από τετράωρη μάχη οι Οθωμανοί άφησαν στο πεδίο της μάχης 100 νεκρούς, ενώ οι Έλληνες 9. Ο Μήτρος Λιακόπουλος τραυματίστηκε βαριά και εξέπνευσε μετά από λίγες ημέρες. Μετά τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στη Νέα Πέλλα Αταλάντης.