Το Μάμμαρι βρίσκεται 16 χιλιόμετρα δυτικά της Λευκωσίας, δίπλα στην Πράσινη Γραμμή. Συνορεύει με την Κοκκινοτριμιθιά που είναι στα νότια του χωριού, τη Δένεια στα δυτικά και τον κατεχόμενο Γερόλακκο στα ανατολικά. Το χωριό είναι στη νεκρή ζώνη. Βόρεια του χωριού είναι η κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα περιοχή. Παρά το γεγονός ότι η γεωργική του γη συρρικνώθηκε σημαντικά, οι κάτοικοί του δεν το εγκατέλειψαν. Το Μάμμαρι βρίσκεται στο πάνω τμήμα της κοιλάδας του ποταμού Οβγού, κατά μήκος του οποίου είχαν αναπτυχθεί αρκετοί αρχαίοι οικισμοί. Φαίνεται ότι κατά την αρχαιότητα η περιοχή είχε κατοικηθεί, όμως δεν έγιναν συστηματικές ανασκαφές και έτσι δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες για αυτόν τον αρχαιολογικό χώρο.
Σε ένα μεγάλο κοίλωμα βρίσκεται ο οικισμός με τα πλινθόκτιστα σπίτια με τις καμάρες και τα χαρακτηριστικά στοιχεία του κυπριακού αγροτόσπιτου, σε αντίθεση με τα μοντέρνα σπίτια που είναι κτισμένα στη περιφέρεια και πάνω ψηλά στις παρυφές του χωριού. Στην ανατολική πλευρά του χωριού εντυπωσιάζει η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου και το Αγίασμα, που ανάβλυζε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται το άγαλμα του Σάββα Ροτσίδη, που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του 1955-59. Στους αντικρινούς λόφους φαίνονται τα τουρκικά φυλάκια.
Έχει διανοιχτεί νέος αυτοκινητόδρομος που περνά δίπλα από τα τελευταία σπίτια της κοινότητας, πάνω στο ύψωμα.
Πληροφορίες για τον πληθυσμό και το διάγραμμα από τα δεδομένα.
Ιστορία
Το Μάμμαρι πρωτοκτίστηκε κατά τα μεσαιωνικά χρόνια. Πολλοί αναζητούν το όνομα κάποιου φεουδάρχη για να συνδέσουν το όνομα του χωριού. Μια εκδοχή αναφέρει ότι το όνομά του πιθανώς να το οφείλει στο επώνυμο της οικογένειας των ευγενών που το κατείχαν κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας.Ο οίκος των ευγενών αυτών περιλαμβάνεται στον κατάλογο ευγενών της Κύπρου ως Mammares (γαλλικά) ή Mammari (ιταλικά). Αναφορά στο όνομα του Μάμμαρι κάνει και ο Κυπριανός, ενώ ο Μας Λατρί αναφέρει τον P. Cazagnia Mamari[26]. Ο Σακελλάριος υπαινίσσεται ότι ίσως το χωριό να πήρε το όνομα από τα μάρμαρα. «Της Λευκωσίας βορειοδυτικώς ου μακράν κείται κώμη Γερόλακκος, είτα δε κώμη Μάμμαρα, έχουσα 200 κατοίκους. Εν αυτοίς επί λόφων υπάρχουσι πολλοί αρχαίοι τάφοι».
Αρχικά το χωριό λεγόταν από το λαό τα κτήματα του Μάμμαρη. Το χωριό είναι επίσημα καταγραμμένο ως τα Μάμμαρη[27]. Οι κάτοικοι χρησιμοποιούν την ονομασία Μάμμαρι. Το σπίτι του Κόμη ντε Μάμμαρη βρισκόταν στο κέντρο του χωριού. Η οδός μπροστά από το σπίτι φέρει το όνομα του Κόμη.
Λατομείο Βούναρος και πουρόπετρα
Το Μάμμαρι ήταν γνωστό για την «πουρόπετρά» του. Λειτουργούσαν στο χωριό λατομεία γνωστά ως «σπηλιές» ή «ελληνόσπηλιοι», με σημαντικό βάθος και τετράγωνη δομή. Πολλά σπίτια της Λευκωσίας, εκκλησίες και καμπαναριά κτίστηκαν με την «πέτρα» του Μάμμαρι και του Γερόλακκου. Η μισή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και το καμπαναριό του είναι κτισμένα με μαμμαρίτικη «πουρόπετρα».
Το λατομείο Βούναρος, που βρίσκεται δυτικά του χωριού έβγαζε πέτρα από το 1920 μέχρι το 1970. Το 1963 η ΕΛΔΥΚ χρησιμοποίησε το λατομείο ως αποθήκη πυρομαχικών. Σήμερα πουρόχωμα βγαίνει μόνο από ένα λατομείο, στην τοποθεσία Παλλουρόκαμπος.
Σημαντικά κτήρια- μνημεία
Σημαντικά κτήρια στο Μάμμαρι είναι η Κοινοτική Βιβλιοθήκη, η Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, ο ανδριάντας του ήρωα του χωριού Σάββα Ροτσίδη, ο Βρεφοκομικός Σταθμός, το κτήριο του Σωματείου Ένωσης Νέων ΡΟΤΣΙΔΗ Μάμμαρι, το Βυρσοδεψείο (που λειτουργούσε μέχρι το 1981), το Μπακάλικο (από το 1940), το Καφενείο, το Σινεμά (που λειτουργούσε μέχρι το 1970).
Ο ήρωας του χωριού, Σάββας Ροτσίδης
Ο Σάββας Ροτσίδης ήταν ο τελευταίος νεκρός του απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων κατά των Άγγλων. Πολέμισε στα βουνά του Μαχαιρά. Είχε το ψευδώνυμο Πάλβης. Γεννημένος στο χωριό Μάμμαρι, σπούδασε αργότερα στην Εμπορική Σχολή Σαμουήλ. Εργαζόταν στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία ως λογιστής και μετά ως αποθηκάριος στο μεταλλείο Μιτσερού. Ύστερα ενώθηκε με την ΕΟΚΑ και είχε ιδιαίτερη δράση. Αργότερα συλλήφθηκε και βασανίστηκε από τους Άγγλους. Όταν ήταν στο βουνό, κατέγραψε ένα ερασιτεχνικό θεατρικό έργο που παρουσίαζε τις διάφορες πτυχές του Αγώνα. Στις 24 Νοεμβρίου του 1958 έπεσε μαζί με ένα σύντροφό του σε ενέδρα Άγγλων και σκοτώθηκε σε ηλικία 22 ετών.
Εκκλησίες
Στην ανατολική πλευρά του χωριού βρίσκεται η παλιά εκκλησία. Είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο τον Τροπαιοφόρο, που όπως η παράδοση αναφέρει επισκέφθηκε το χωριό καβάλα στο άλογο του. Ο Άγιος σύμφωνα με την παράδοση αυτή δίψασε, αλλά λόγω της ανομβρίας που επικρατούσε δεν έβρισκε πηγή για να πιεί νερό. Τότε το άλογο του Αγίου χτύπησε τα πόδια του πάνω σε έναν βράχο και από εκεί άρχισε να τρέχει νερό. Από τον βράχο αυτό ανέβλυζε νερό μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 90.
Το 2002 ξεκίνησαν οι εργασίες για ανέγερση νέας μεγαλύτερης εκκλησίας σε χώρο δίπλα από την παλιά. Η εκκλησία ολοκληρώθηκε το 2006 και είναι και αυτή αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο.