Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 14/02/2020.
Ο Μάγκνους (γερμανικά: Magnus, π. 1045 - 23 Αυγούστου 1106) από τον Οίκο των Μπίλουνγκ ήταν δούκας της Σαξονίας (1072-1106), ο τελευταίος άρρην του οίκου του.
Το 1070, πριν γίνει δούκας, ακολούθησε τον Όθωνα δούκα της Βαυαρίας (από τον Οίκο των Νόρντχαϊμ) σε εξέγερση εναντίον τού Ερρίκου Δ΄ των Σαλίων της Γερμανίας. Όταν ο Όθων κατηγορήθηκε ότι συνωμοτούσε και ήταν έτοιμος να σκοτώσει τον βασιλιά, αποφασίστηκε ότι έπρεπε να διέλθει από τη δοκιμασία της μάχης με τον κατήγορό του. Ο δούκας ζήτησε να εξασφαλίσει την ασφαλή μετάβασή του προς τον τόπο της συνάντησης και την ασφαλή επιστροφή του, αλλά του το αρνήθηκαν, κι έτσι αυτός αρνήθηκε να εμφανιστεί. Ως συνέπεια, ο Όθων στερήθηκε τού δουκάτου του και οι γαίες του στη Σαξονία λεηλατήθηκαν. Η εξέγερση κατεστάλη το 1071, οπότε ο Μάγκνους αιχμαλωτίστηκε και φυλακίστηκε στο επιβλητικό κάστρο Χάρτσμπουργκ. Έτσι ο Ερρίκος Δ΄ έπληξε τους ελευθερόφρονες Σάξονες. Ακόμη και όταν ο Μάγκνους έπρεπε να διαδεχθεί τον πατέρα του, δεν αφέθηκε ελεύθερος, παρά μόνο όταν 70 Σουαβοί κρατήθηκαν στο Λύνεμπουργκ.
Όταν το 1073 το Χάρτσμπουργκ καταστράφηκε, ο Ερρίκος Δ΄ εξοργίστηκε. Ανανέωσε την αντιπαράθεση με τη Σαξονία και το 1075 στη μάχη του Λανγκενζάλτσα αιχμαλώτισε τον Μάγκνους ακόμη μία φορά. Όταν ο Μάγκνους αφέθηκε πάλι ελεύθερος, ακολούθησε τον Ροδόλφο του Ράινφελντεν δούκα της Σουαβίας και διεκδικητή βασιλιά· συμμετείχε στη μάχη τού Μέλλριχστατ το 1078, όπου έσωσε τη ζωή τού Ροδόλφου. Πάντως Ο Μάγκνους και οι Σάξονές του ποτέ δεν υποστήριξαν πλήρως τον Ροδόλφο και συμφιλιώθηκαν με τον Ερρίκο Δ΄, μάλιστα πολέμησαν τους Σλάβους μαζί με τον βασιλικό στρατό.
Έγινε εχθρός του Αδαλβέρτου αρχιεπισκόπου της Βρέμης, του οποίου την επισκοπή καταβασάνισε με επαναλαμβανόμενες λεηλασίες. Ήταν το τελευταίο άρρεν μέλος τού οίκου του. Το 1106 απεβίωσε ο Μάγκνους και ο βασιλιάς. Το δουκάτο δόθηκε αρχικά στον Λοθάριο Β΄ Σούπλινμπουργκ και μετά έγινε αντικείμενο διαμάχης μεταξύ των θυγέρων του: της Βουλφχίλντε, που παντρεύτηκε έναν των Γουέλφων και της Αϊλίκα, που παντρεύτηκε έναν των Ασκάνια.