Ο Ιταλικός Πόλεμος του 1494-1495, αναφέρεται και ως Πρώτος ιταλικός πόλεμος ή Ιταλικός πόλεμος του Καρόλου Η', ήταν ο εναρκτήριος των Ιταλικών πολέμων.[1]
Από στρατιωτική άποψη, η γαλλική εκστρατεία απέτυχε. Όμως, κατέδειξε την αδυναμία και τον πολιτικό κατακερματισμό των ιταλικών κρατών και έστρεψε το ενδιαφέρον και άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων στην Ιταλική χερσόνησο, αρχίζοντας την περίοδο των Ιταλικών πολέμων.
Ακόμη, ο Πάπας Ιννοκέντιος Η', σε διένεξη με τον βασιλιά Φερδινάνδο Α' της Νάπολης που αρνήθηκε να πληρώσει φεουδαρχικά τέλη για τον παπισμό, τον αφόρισε και ήρθε σε επικοινωνία με τον Κάρολο Η'. Ο Ιννοκέντιος αργότερα διευθέτησε τη διαμάχη του με τον Φερδινάνδο πριν πεθάνει το 1492, αλλά η προσφορά παρέμεινε ως αφορμή εμπλοκής στην ιταλική πολιτική.
Το σχέδιό του, φιλόδοξο και μη ρεαλιστικό, συνίστατο, μετά την κατάληψη του βασιλείου της Νάπολης, να αναλάβει μια νέα σταυροφορία ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία του Βαγιαζήτ Β΄, ο τελικός στόχος της οποίας ήταν η ανάκτηση της Ιερουσαλήμ.[3]
Ο πόλεμος
Το 1494 ο Κάρολος Η', αφού εξασφάλισε τη Γαλλία από εξωτερικές επιθέσεις με μεγάλες παραχωρήσεις προς την Αγγλία, Ισπανία και την Αυτοκρατορία, εισέβαλε στην Ιταλική χερσόνησο με στρατό 30.000 ανδρών (συμπεριλαμβανομένων 8.000 Ελβετών μισθοφόρων) και πυροβολικό, ελπίζοντας αργότερα να χρησιμοποιήσει τη Νάπολη ως βάση για μια σταυροφορία εναντίον των Οθωμανών. Για αρκετούς μήνες, οι γαλλικές δυνάμεις κινήθηκαν μέσω της Ιταλίας ουσιαστικά χωρίς αντίσταση και χωρίς να εμπλακούν σε κάποια πραγματική μάχη, καθώς οι κοντοτιέροι των ιταλικών πόλεων-κρατών δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στον ισχυρό γαλλικό στρατό.
Ο Κάρολος Η' έκανε θριαμβευτική είσοδο στην Πίζα, στη Φλωρεντία και στη Ρώμη. Δεν συνάντησε καμία αντίσταση από τον Πέτρο των Μεδίκων, γεγονός που του στοίχισε την απώλεια της ηγεμονίας του, ούτε τον Πάπα Αλέξανδρο ΣΤ', που άφησε τον Γάλλο βασιλιά να περάσει από τα παπικά κράτη. Μέσα σε διάστημα πέντε μηνών (Σεπτέμβριος-Φεβρουάριος 1495) διέσχισε τη χερσόνησο και έφθασε στη Νάπολη, όπου τοπικοί βαρώνοι πιστοί στους Ανδεγαυούς στασίασαν και ενώθηκαν μαζί του. Όμως, η αλαζονεία και η σκληρότητα των στρατευμάτων και των Ελβετών μισθοφόρων που πολεμούσαν με τους Γάλλους, προκάλεσαν την εχθρότητα του πληθυσμού.[4]
Οι Ιταλοί ηγεμόνες, που υπολόγιζαν αρχικά να εκμεταλλευτούν την εκστρατεία του Καρόλου Η΄ διευθετώντας τις δικές τους εσωτερικές αντιθέσεις, είδαν τον Γάλλο βασιλιά να εκμεταλλεύεται τη διχόνοιά τους και να κατακτά το βασίλειο της Νάπολης.
Η Συμμαχία της Βενετίας προσπάθησε να κλείσει στους Γάλλους τον δρόμο της επιστροφής. Στη σύγκρουση που έλαβε χώρα στο Φορνόβο κοντά στην Πάρμα τον Ιούλιο του 1495 οι Γάλλοι κατάφεραν να απωθήσουν τους εχθρούς τους και να διαφύγουν. Ο ιστορικός Φραντσέσκο Γκουιτσαρντίνι έγραψε ότι και οι δύο παρατάξεις προσπάθησαν να παρουσιαστούν ως νικητές σ' αυτήν τη μάχη, αλλά θεωρεί ότι επρόκειτο για γαλλική νίκη, επειδή οι Γάλλοι κατάφεραν να προχωρήσουν, ο οποίος ήταν και ο λόγος της μάχης.[5]
Στις συνέπειες της πρώτης γαλλικής εκστρατείας στην Ιταλική χερσόνησο περιλαμβάνεται η τετραετής εκδίωξη των Μεδίκων από τη Φλωρεντία, καθώς οι Φλωρεντινοί δεν μπόρεσαν να συγχωρήσουν στον Πέτρο των Μεδίκων την παράδοση της πόλης και της περιοχής στους Γάλλους. Έτσι, ο Δομινικανός ιεροκήρυκας Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα εγκαθίδρυσε ένα θεοκρατικό καθεστώς μέχρι το 1512 (με τον ίδιο μέχρι το 1498) με ευρεία λαϊκή συμμετοχή, ισονομία αλλά και ασκητικά ήθη, οι υπερβολές της οποίας όμως σύντομα κούρασαν και ανετράπη.[7]
Τα αντικρουόμενα συμφέροντα των συνεχώς ισχυροποιούμενων ηγεμονιών της Ιταλίας κατέδειξαν ότι, παρά τον πλούτο τους, τα μεμονωμένα ιταλικά κράτη ήταν συγκριτικά αδύναμα και δεν μπορούσαν να διαθέσουν στρατούς συγκρίσιμους με αυτούς των μεγάλων μοναρχιών της Ευρώπης σε αριθμό και εξοπλισμό, γεγονός που συντέλεσε στους επόμενους Ιταλικούς πολέμους.