Στην Αρμενία διεξάγονται εκλογές για Πρόεδρο και για Κοινοβούλιο.
Ο πρόεδρος εκλέγεται από το λαό για θητεία 5 ετών. Το Κοινοβούλιο έχει ένα σώμα (unicameral) και λέγεται Azgayin Zhoghov δηλαδή Εθνοσυνέλευση. Τον έλεγχό του ασκεί συνασπισμός από τρία πολιτικά κόμματα: το συντηρητικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, το Κόμμα Αρμενία σε Ευημερία και την Αρμενική Επαναστατική Ομοσπονδία. Τα κύρια κόμματα της Αντιπολίτευσης είναι το Κυριαρχία του Νόμου του Αρτούρ Μπαγκντασαριάν, όπως επίσης και το κόμμα Κληρονομιά, του τα οποία αμφότερα είναι υπέρ της ένταξης της Αρμενίας στην ΕΕ και στο NATO. Ωστόσο στη χώρα υπάρχει πολύ εύθραυστή πολιτική κατεύθυνση, και κατά μεγάλα διαστήματα ακυβερνησία και αναρχία, ενώ οι κυβερνήσεις της Αρμενίας, δεν φαίνεται ακόμα να είναι έτοιμες να ενταχθούν πλήρως στην Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω άλυτων ζητημάτων, ακόμα και των πιο απλών όπως ζητήματα για το Περιβάλλον, τα Ανθρώπινα δικαιώματα, την εγκληματικότητα και την Ευρωπαϊκή Προοπτική της χώρας, ενώ αντίστοιχα οι σχέσεις με όλες τις γειτονικές τις χώρες είναι εξαιρετικά κακές (Αζερμπαϊτζάν, Τουρκία, Γεωργία και Ιράν), και υπάρχουν συρράξεις και πολιτικές διαφορές σε διεθνή ζητήματα (παραδείγματα Ναγκόρνο - Καραμπάχ, Αρμένο-Αζερικές Σχέσεις, Άρνηση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τους Τούρκους, ζητήματα Αρμενίων με την Γεωργία κ.α.).
Στις επόμενες προεδρικές εκλογές στις 22 Σεπτεμβρίου 1996 ο Τερ Πετροσιάν επανεξελέγη με ποσοστό 51,3%, με τη συμμετοχή να διαμορφώνεται στο 60,3%.[3] Οι παρατηρητές του ΟΑΣΕ επεσήμαναν "σοβαρές παραβιάσεις του εκλογικού νόμου."[4]
1998
Οι εκλογές του 1998 έγιναν σε 2 γύρους στις 16 και στις 30 Μαρτίου. Ο Ρόμπερτ Κοχαριάν εξελέγη πρόεδρος στον δεύτερο γύρο στις 30 Μαρτίου 1998 με ποσοστό 58,9%.[5]
2003
Στις προεδρικές εκλογές του 2003 αναδείχθηκε νικητής στον δεύτερο γύρο ο Ρόμπερτ Κοχαριάν, ο οποίος κέρδισε επανεκλογή.[6]
Οι παρατηρητές του ΟΑΣΕ ανέφεραν εκτεταμένη νοθεία και αρκετοί υποστηρικτές του υποψηφίου Ντεμιρτσιάν συνελήφθησαν.[6]
Στις προεδρικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 19 Φεβρουαρίου 2008 αναδείχθηκε νικητής ο Σερζ Σαρκισιάν από τον πρώτο γύρο με περισσότερο από 50% των ψήφων. Η Αντιπολίτευση έκανε λόγο για νοθεία και αρνήθηκε να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα. Ως αποτέλεσμα, τις επόμενες ημέρες έγιναν αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, που κατεστάλησαν βίαια και σκοτώθηκαν οκτώ άτομα. Η χώρα κηρύχθηκε[7] σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στις αρχές Μαρτίου του 2008. Στις επόμενες προεδρικές εκλογές στις 18 Φεβρουαρίου 2013, ο Σερζ Σαρκσιάν επανεξελέγη πρόεδρος με ποσοστό 59% των ψήφων. Ο αντίπαλός του, Ραφί Χοβανισιάν, ήρθε 2ος με ποσοστό 37%.[8] Η αντιπολίτευση κατήγγειλε νοθεία στις
εκλογές.[9]
Στις προεδρικές εκλογές στις 18 Φεβρουαρίου 2013, ο Σερζ Σαρκσιάν επανεξελέγη πρόεδρος με ποσοστό 59% των ψήφων. Ο αντίπαλός του, Ραφί Χοβανισιάν, ήρθε 2ος με ποσοστό 37%.[8] Η αντιπολίτευση κατήγγειλε νοθεία στις εκλογές.[9]
Προεδρικές εκλογές διεξήχθησαν στις 2 Μαρτίου 2018.[10] Ως αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που διενεργήθηκε το 2015, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας ο πρόεδρος εξελέγη από την Εθνοσυνέλευση και όχι με λαϊκή ψήφο.[11] Πρόεδρος εξελέγη χωρίς αντίπαλο ο μοναδικός υποψήφιος, Αρμέν Σαρκισιάν, με ποσοστό 90% των ψήφων.
Οι πρώτες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν για πρώτη και μοναδική φορά στην Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας στις 21-23 Ιουνίου 1919.[1] Το αποτέλεσμα ήταν η συντριπτική νίκη για την Αρμενική Επαναστατική Ομοσπονδία, η οποία κέρδισε 72 από τις συνολικά 80 έδρες. Ωστόσο στις εκλογές δεν έλαβαν μέρος το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Χουντσακιάν και οι Λαϊκιστές.[13] Η συμμετοχή ήταν 71,2%.
1990 - 2003
Βουλευτικές εκλογές έγιναν το 1990 (20 Μαΐου) και επιπλέον γύροι έγιναν στις 3 Ιουνίου και στις 15 Ιουλίου λόγω χαμηλής συμμετοχής, με αποτέλεσμα τη νίκη του κομμουνιστικού Κόμματος της Αρμενίας, με 136 έδρες επί συνόλου 259.[1] Ακολούθησε η διεξαγωγή εκλογών στις 5 και στις 29 Ιουλίου 1995, στις οποίες κέρδισε το Ρεπουμπλικανικό Μπλοκ και στις 30 Μαΐου 1999, στις οποίες νίκησε το Ενωτικό Μπλοκ.[14]
Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 25 Μαΐου 2003 και αποτέλεσμα ήταν η νίκη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος της Αρμενίας.[15]
2007
Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, που έγιναν στις 12 Μαΐου 2007, κέρδισε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα της Αρμενίας.[16] Το όριο για να εισέλθει ένα κόμμα στη βουλή ήταν το 5%.
Διεξήχθησαν στην Αρμενία την 9 Δεκεμβρίου 2018[19] και ήταν οι πρώτες εκλογές μετά τις ταραχές του 2018,.[20] Έγιναν πρόωρα επειδή τα κόμματα της Εθνοσυνέλευσης δεν εξέλεξαν νέο Πρωθυπουργό εμπρόθεσμα, δηλαδή εντός δύο εβδομάδων από την παραίτηση του πρώην πρωθυπουργού Νικόλ Πασινιάν την 16η Οκτωβρίου.[21][22][23]
Το αποτέλεσμα ήταν συντριπτική νίκη για την Συμμαχία Το Βήμα Μου του Πασινιάν, που συγκέντρωσε το 70% των ψήφων και κέρδισε τις 88 από τις 132 έδρες της Εθνοσυνέλευσης.
Δημοψηφίσματα
1991
Το πρώτο δημοψήφισμα στη χώρα ήταν για να αποφανθούν οι πολίτες για το αν θα γίνει ανεξάρτητη από τη Σοβιετική Ένωση. Έγινε στις 21 Σεπτεμβρίου 1991 και υπερψηφίστηκε από το 99,5% των ψηφοφόρων.Η συμμετοχή ήταν 95%.[24]
1995
Στις 5 Ιουλίου 1995 διεξήχθη δημοψήφισμα για αλλαγές στο σύνταγμα.[1] Οι αλλαγές υπερψηφίστηκαν από το 70,3% των πολιτών, με συμμετοχή 55,6%.[25]
2003
Στο επόμενο δημοψήφισμα εγκρίθηκαν οριακά (με 50,56% ) και νέες αλλαγές στο σύνταγμα, στις 25 Μαΐου 2003.[26] Η συμμετοχή ήταν 52,1% και με τις τροποποιήσεις θα περιορίζονταν μερικές εξουσίες του Προέδρου.[27] Ωστόσο, τα αποτελέσματα ακυρώθηκαν εξαιτίας της χαμηλής συμμετοχής σε σχέση με τον αριθμό των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων.
2005
Το δημοψήφισμα του 2005 έγινε στις 27 Νοεμβρίου και εγκρίθηκαν αλλαγές στο σύνταγμα από το 94,5% των πολιτών.[28] Με τις αλλαγές στο σύνταγμα μεταφέρθηκαν ορισμένες από τις αρμοδιότητες του προέδρου προς την εθνοσυνέλευση, τον πρωθυπουργό και τους άλλους υπουργούς. Επίσης, ο πρόεδρος απομακρύνθηκε από το συμβούλιο των δικαστών, το οποίο διορίζει τους δικαστές στη χώρα.[29]
2015
Στο δημοψήφισμα του 2015 που έγινε στις 6 Δεκεμβρίου, υπερψηφίστηκαν οι τροπολογίες στο σύνταγμα που ουσιαστικά καθιστούν το ρόλο του προέδρου ως διακοσμητικό.[30] Οι πολίτες ψήφισαν υπέρ της μετατροπής του πολιτεύματος σε κοινοβουλευτική δημοκρατία σε ποσοστό 66,2%, με τη συμμετοχή να διαμορφώνεται μόλις στο 50,8%.[31] Η αντιπολίτευση που ήταν υπέρ του "όχι" ισχυρίστηκε ότι έγιναν παρατυπίες κατά τη διενέργεια του δημοψηφίσματος.[31]