Ως χρηματοοικονομικός κίνδυνος ορίζεται η μεταβλητότητα των δυνητικών αποτελεσμάτων μιας επένδυσης γύρω από την αναμενόμενη τιμή ή τον αριθμητικό τους μέσο.
Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζει ένας επενδυτής να διαφέρει το πραγματικό αποτέλεσμα μιας επένδυσης από το αναμενόμενο μπορεί να πηγάζει από τους εξής επιμέρους κινδύνους:
Σημειώνεται ότι η σύγχρονη προσέγγιση διαχωρίζει τους κινδύνους σε 2 κατηγορίες:
Έτσι, στη σύγχρονη ανάλυση επενδύσεων ισχύει η σχέση : Συνολικός Κίνδυνος = Συστηματικός Κίνδυνος + Μη Συστηματικός Κίνδυνος [2].
Ο κίνδυνος μετράται με την τυπική απόκλιση σ. Εάν ένα αξιόγραφο παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις στην αξία του, τότε μεγαλύτερες είναι και οι διακυμάνσεις γύρω από τη μέση τιμή του, συνεπώς μεγαλύτερος είναι και ο κίνδυνος που εμπεριέχει, και αντίστροφα.[3]
Για την εκτίμηση της διασποράς των δυνητικών αποτελεσμάτων μιας επένδυσης γύρω από την αναμενόμενη τιμή τους, χρησιμοποιούμε κατανομή πιθανοτήτων. Για την κατανομή χρησιμοποιούμε την τυπική απόκλιση σ και για μια σχετικά εκτίμηση του κινδύνου χρησιμοποιούμε τον παρακάτω τύπο, λαμβάνοντας υπόψιν τις πιθανότητες P να συμβούν τα δυνητικά αποτελέσματα της επένδυσης:
Ένα μέσο μέτρησης της διασποράς των δυνητικών αποδόσεων, στην πείπτωση που συγκρίνουμε τον κίνδυνο εναλλακτικών επενδύσεων με μεγάλες αποκλίσεις στις τιμές των αξιογράφων, είναι ο συντελεστής μεταβλητότητας CV. Ο συντελεστής αυτός μετρά τον κίνδυνο σ ανά μονάδα αναμενόμενης απόδοσης Ε(R) και καθορίζεται από τον τύπο: