Ο Βίντιτς καθιερώθηκε με τη φανέλα του Ερυρθού Αστέρα, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ενώ το 2004, βρέθηκε στη Σπαρτάκ Μόσχας. Μετά την αναγνώριση που έλαβε από την Εθνική του, στα Προκριματικά του Μουντιάλ του 2006, κατευθύνθηκε στην Αγγλία για λογαριασμό της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, έναντι του ποσού των 7 εκατομμυρίων λιρών. Εκεί έκατσε έως το 2014. Και μαζί με τον Ρίο Φέρ, δημιούργησαν ένα από τα καλύτερα αμυντικά δίδυμα, παγκοσμίως. Έγινε γνωστός για τον δυναμισμό του και την αντίληψή του, αλλά και τις ηγετικές του ικανότητες και την ευχέρεια του στο ψηλό παιχνίδι.[4] Από την Μάντσεστερ έφυγε όταν έληξε και το συμβόλαιό του, και τον απέκτησε ως ελεύθερο η Ίντερ, στην οποία παρέμεινε για δύο χρόνια, τελειώνοντας και την καριέρα του, μετά από αμοιβαίο τερματισμό του συμβολαίου.[5] Στις 19 Ιανουαρίου του 2016, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση.[6]
Ο Βίντιτς, περισσότερο γνωστός, φυσικά, έγινε από την πολυετή θητεία του στη Μάντσεστερ, στην οποία κατέκτησε 5 συνολικά τίτλους: το Τσάμπιονς Λιγκ, το 2008, το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων και τρία Λιγκ Καπ Αγγλίας. Στην παραμονή του στο Νησί, είχε και αρκετές ατομικές διακρίσεις: Τέσσερις φορές στην καλύτερη εντεκάδα της χρονιάς, μία φορά καλύτερος παίχτης της χρονιάς, τη σεζόν 2008-09, ενώ έλαβε ονομάστηκε και από τους οπαδούς και τους παίχτες καλύτερος παίχτης της χρονιάς. Τη σεζόν 2010-11, γίνεται ξανά ο καλύτερος παίχτης της χρονιάς στην Πρέμιερ Λιγκ, σημαντικό κατόρθωμα, καθώς μόνο δύο ακόμα το έχουν καταφέρει: Τιερί Ανρί και Κριστιάνο Ρονάλντο.[7] Την ίδια σεζόν έγινε και αρχηγός της ομάδας του Μάντσεστερ, και αυτό κράτησε για τρεις σεζόν, μέχρι που έφυγε.[8]