Ο Ζακ Ταρντί (Γαλλικά: Jacques Tardi, 30 Αυγούστου1946) είναι Γάλλος δημιουργός κόμικς και εικονογράφος, με μια βιβλιογραφία άνω των πενήντα τίτλων.[4] Είναι γνωστός κυρίως για κόμικς που εκτυλίσσονται στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και για μεταφορές αστυνομικών μυθιστορημάτων. Έχοντας λάβει πληθώρα βραβείων σε διάφορες χώρες, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή Ευρωπαίους δημιουργούς και μια από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της ένατης τέχνης.[5][6][7] Εκτός από τα κόμικς, έχει σχεδιάσει εξώφυλλα βιβλίων και αφίσες ταινιών.
Πρώτα χρόνια
Ο Ταρντί γεννήθηκε το 1946 στην πόλη Βαλάνς του νομού Ντρομ. Πέρασε ένα μέρος της παιδικής του ηλικίας στην κατεχόμενη τότε Γερμανία, καθώς ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός.[8] Φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Λυών και στη Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών του Παρισιού.[4]
Και οι δύο παππούδες του Ταρντί πολέμησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μάλιστα ο ένας σκοτώθηκε σε αυτόν. Ο παππούς από τη μεριά του πατέρα του δε μιλούσε για αυτό το θέμα, αλλά η γιαγιά του εξιστορούσε όσα έζησε ο άντρας της.[9] Αυτές οι ιστορίες προκαλούσαν εφιάλτες στον μικρό Ταρντί,[4] αλλά μεγαλώνοντας έγιναν πηγή έμπνευσης. Ο πατέρας του Ταρντί βίωσε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και είχε αιχμαλωτιστεί στην αρχή του.[10]
Καριέρα
Αρχή
Ο Ταρντί ξεκίνησε την καριέρα του στο περιοδικό Pilote.[7] Η πρώτη μεγάλη ιστορία την οποία σχεδίασε ήταν το Rumeurs sur le Rouergue (1972), σε σενάριο του Πιέρ Κριστίν.[11] Ακολούθησαν το Adieu Brindavoine (1974) και το Le Démon des glaces (1974), που θυμίζει την αισθητική των βιβλίων του Ιουλίου Βερν.[12]
Όταν το 1975 η εκδοτική Casterman του ζήτησε μια νέα σειρά, ο Ταρντί οραματίστηκε μια σειρά που διαδραματίζεται σε μια εναλλακτική Μπελ Επόκ, με τρελούς επιστήμονες και ανεξέλεγκτα τέρατα, η οποία παράλληλα αποτελεί παρωδία αναγνωσμάτων του 19ου αιώνα.[13] Ως πρωταγωνίστρια έθεσε μια δυναμική φεμινίστρια[4] και το Les Aventures extraordinaires d'Adèle Blanc-Sec ξεκίνησε να κυκλοφορεί το 1976. Μέχρι το 2007 είχαν βγει εννιά άλμπουμ και έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πιο δημοφιλή κόμικς του Ταρντί.[14]
Μεταξύ 1978 και 1979 κυκλοφόρησε σε συνέχειες στο περιοδικό (À suivre) το Ici Même, σε σενάριο του Ζαν-Κλωντ Φορέστ. Το κόμικ, που το 1979 συγκεντρώθηκε σε ένα άλμπουμ, αποτελεί έναν συνδυασμό μαύρου χιούμορ και του φανταστικού. Βραβευμένο στο Διεθνές Φεστιβάλ του Ανγκουλέμ, θεωρείται επίσης ένα από τα κορυφαία έργα του.[15]
Πρώτα νουάρ και πολεμικά κόμικς
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 άρχισε η ενασχόληση του Ταρντί με το νουάρ. Αρχικά συνεργάστηκε με τον Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ για το Griffu (1978). Λίγο αργότερα, καταπιάστηκε με τη μεταφορά των περιπετειών του Νέστορ Μπούρμα, χαρακτήρα του συγγραφέα Λεό Μαλέ και πρώτο ιδιωτικό ντετέκτιβ της γαλλικής λογοτεχνίας.[16] Το πρώτο άλμπουμ, ονόματι Brouillard au pont de Tolbiac, κυκλοφόρησε το 1982 και ακολούθησαν άλλα τέσσερα (120, rue de la Gare - 1988, Une gueule de bois en plomb - 1990,[α]Casse-pipe à la Nation - 1996, M'as-tu vu en cadavre? - 2000).
Το 1984 εκδόθηκε το πρώτο κόμικ του πάνω στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Le Trou d'obus. Όπως και στα μεταγενέστερα πολεμικά του έργα, δεν προβάλλει τον ηρωισμό των στρατιωτών, αλλά αναδεικνύει τη βαρβαρότητα του πολέμου.[6] Το 1993 εκδόθηκε το σημαντικότερο ίσως κόμικ του Ταρντί πάνω σε αυτό το θέμα, το C'était la guerre des tranchées. Θεωρείται ένα από τα κορυφαία του δημιουργήματα[17][18] και η αγγλική έκδοση (It was the War of the Trenches - 2010) κέρδισε δύο βραβεία Άισνερ.[19]
Άλλα σημαντικά κόμικς του Ταρντί την δεκαετία του 1990 είναι τα αστυνομικά Jeux pour mourir (1992), μεταφορά του ομώνυμου βιβλίου του Ζεό-Σαρλ Βεράν που απέσπασε το Βραβείο Κοινού στο Διεθνές Φεστιβάλ του Ανγκουλέμ, και Le der des ders (1997), σε σενάριο του Ντιντιέ Ντενένξ.
21ος αιώνας
Το 2001 ο Ταρντί άρχισε ακόμη μία μεταφορά βιβλίο υπό τη μορφή κόμικς. Ήταν η σειρά Le Cri du peuple (2001-2004), που βασίστηκε στο ομότιτλο βιβλίο του Ζαν Βωτρέν και διαδραμαρίζεται τον καιρό της Παρισινής Κομμούνας. Το 2005 προτάθηκε για το Βραβείο Καλύτερης Σειράς, ενώ το πρώτο άλμπουμ είχε ήδη κερδίσει τα Βραβεία Καλύτερου Σχεδίου και Κοινού στο Φεστιβάλ του Ανγκουλέμ το 2002.[20]
Ακολούθησαν διάφοροι νουάρ τίτλοι, μεταξύ των οποίων το Le Petit Bleu de la côte ouest (2005). Ο Ταρντί επέστρεψε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη σειρά Putain de guerre! (2008-2009), στην οποία συμμετείχε ο ιστορικός Ζαν-Πιερ Βερνέ με συνοδευτικά κείμενα και φωτογραφίες.[21] Το 2012 κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος του Acheter Moi René Tardi, prisonnier de guerre au Stalag IIB, για το οποίο Ταρντί ζήτησε από τον πατέρα του να καταγράψει τις αναμνήσεις του ως στρατιώτης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[22]
Σχεδιαστικό και αφηγηματικό στυλ
Το σχέδιο του Ταρντί είναι άμεσα αναγνωρίσιμο.[4] Έχει μεν υιοθετήσει τη λεγόμενη ligne claire, αλλά με μια προσωπική, πιο χαλαρή τεχνική.[23] Οι επιρροές του περιλαμβάνουν τον Χοσέ Μουνιόθ[24] και τον Ζαν Ζιρώ, με τον οποίο συνεργάστηκε στα πρώτα του βήματα στο Pilote.[25]
Είναι γνωστός για την εκτεταμένη έρευνα που πραγματοποιεί, ώστε να είναι σε θέση να κάνει πιστή αναπαράσταση χώρων και αντικειμένων.[15] Σύμφωνα με τον ίδιο, επιζητεί την πιστότητα σε ό,τι σχεδιάζει και όσο πιο αληθινά είναι αυτά που απεικονίζει στις ιστορίες του, τόσο πιο ελεύθερος αισθάνεται.[4] Όσον αφορά το σενάριο, ο Ταρντί ήταν από τους πρώτους κομίστες που πειραματίστηκαν με νέες αφηγηματικές τεχνικές και σε γενικές γραμμές, διακατέχεται από μια μινιμαλιστική τάση.[15]
Κληρονομιά και διακρίσεις
Τα έργα του έπαιξαν καθοριστικό στην απόδοση ρεαλισμού στα γαλλοβελγικά κόμικς. Το ψυχολογικό βάθος που δίνει ο Ταρντί στους χαρακτήρες των πολεμικών του κόμικς, έχει συγκριθεί με αυτό μεγάλων λογοτεχνών όπως ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και ο Ζωρζ Ντυαμέλ. Όπως έκανε το χιουμοριστικό Αστερίξ, έτσι και τα πολεμικά κόμικς του Ταρντί βοήθησαν τους Γάλλους να συνδεθούν με το συλλογικό τους παρελθόν.[7] Γάλλοι θεωρητικοί των κόμικς τον συνδέουν με το Νέο Ρεαλισμό.[β][6][26] Το έργο του έχει επηρεάσει την Σαντάλ Μοντελιέ,[24] τον Γκάι Ντέιβις,[27] τον Τεντ Μπενουά[28] και άλλους.
Την 1 Ιανουαρίου του 2013, ο Ταρντί ανακηρύχθηκε Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής. Την επόμενη ημέρα, αρνήθηκε την τιμή, δηλώνοντας μεταξύ άλλων: «Όντας έντονα συνδεδεμένος με την ελευθερία της σκέψης μου και της δημιουργικότητας, δεν θέλω να λάβω τίποτα, ούτε από αυτή την κυβέρνηση ή από οποιαδήποτε άλλη πολιτική δύναμη. Ως εκ τούτου, αρνούμαι το μετάλλιο με το μεγαλύτερη αποφασιστικότητα. [...] Δεν είμαστε κατ' ανάγκη χαρούμενοι όταν αναγνωριζόμαστε από άτομα που δεν εκτιμούμε».[30][31]
Ο Ταρντί γνωρίστηκε με τη σημερινή του σύζυγο, τη μουσικό Ντομινίκ Γκρανζ, στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Παρότι ήταν ενάντια στις πεποιθήσεις τους, παντρεύτηκαν το 1983 ώστε να μπορέσουν να υιοθετήσουν τέσσερα παιδιά από τη Χιλή, τότε υπό τη δικτατορία του Πινοσέτ.[10] Η Γκρανζ έχει συνεργαστεί μερικές φορές με τον Ταρντί ως σεναριογράφος, όπως στη σύντομη ιστορία It's so hard (1981) και στο graphic novel Le dernier assaut (2016).
Ο Ταρντί ποτέ δεν έκρυψε τις αριστερές του απόψεις, οι οποίες συχνά διαφαίνονται μέσα στα κόμικς του.[40][41] Έχει επανειλημμένως ασκήσει κριτική στο καπιταλιστικό σύστημα[9][41] και δεν έχει διστάσει να κάνει συγκεκριμένες πολιτικές δηλώσεις, όπως να εναντιωθεί στις επιθέσεις του Ισραήλ στη Λωρίδα τη Γάζας.[42] Η Γκρανζ έχει επίσης μακρά πορεία στον αριστερό χώρο, καθώς συμμετείχε στα γεγονότα του Μάη του '68 και έχει συνδεθεί μια διάφορες αριστερές ομάδες.[10]
Επιλεγμένη βιβλιογραφία
Le Démon des glaces (1974, Casterman)
Les Aventures extraordinaires d'Adèle Blanc-Sec (1976 - 2007, Casterman)
↑Ahmed, Maaheen (2016). Openness of Comics: Generating Meaning within Flexible Structures. University Press of Mississippi. ISBN9781496805942.
↑Lecigne, Bruno· Tamine, Jean-Pierre (1983). Fac-similé - Essai paratactique sur le nouveau réalisme de la bande dessinée. Futuropolis. ISBN2-7376-5350-9.