Το 1993, χειροτονείται Διάκονος, υπηρετώντας ως Αρχιδιάκονος του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού. Το 1999, χειροτονείται Πρεσβύτερος, μετονομασθείς σε Ιάκωβο, από τον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Στυλιανό. Το 2000, χειροθετήθηκε σε Αρχιμανδρίτη. Έχει υπηρετήσει ως Εφημέριος στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Σίδνεϊ, στον Ιερό Ναό Αναστάσεως του Κυρίου Κόγκαραχ Σίδνεϊ. Παράλληλα διετέλεσε Επιμελητής της Θεολογικής Σχολής του Αγίου Ανδρέου μέχρι το 2001. Το 2002, μετατίθεται στη Μελβούρνη ως Ιερατικώς Προϊστάμενος στον Ιερό Ναό Αγίων Αναργύρων Όουκλι Μελβούρνης. Παράλληλα, δίδασκε στο Ημερήσιο Κολέγιο της Κοινότητας «Άγιοι Ανάργυροι» και εργαζόταν στα Γραφεία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, κοντά στον Επίσκοπο Δέρβης Ιεζεκιήλ.
Στις 11 Ιανουαρίου 2011, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε παμψηφεί Επίσκοπο Μιλητουπόλεως, Βοηθό Επίσκοπο του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας[1]. Στις 20 Φεβρουαρίου 2011 χειροτονήθηκε Επίσκοπος, από τον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Στυλιανό, στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Σίδνεϊ[2]. Ως Επίσκοπος έχει υπηρετήσει ως Βοηθός Επίσκοπος - Αρχιεπισκοπικός Επίτροπος της Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας Βικτόριας και Τασμανίας, της Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας Βρισβάνης[3][4] και της Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας Κουίνσλαντ [5].