Στη Δομινικανή Δημοκρατία, το πολίτευμα της οποίας είναι αντιπροσωπευτική δημοκρατία, διεξάγονται εκλογές για πρόεδρο, κοινοβούλιο (Βουλή και Γερουσία) και δημοτικές-τοπικές εκλογές.
Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος εκλέγονται ταυτόχρονα από το λαό για θητεία 4 ετών. Με την αναθεώρηση του συντάγματος του 2010 επιτρέπεται να διεκδικήσει και δεύτερη θητεία ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος. Οι εκλογές διεξάγονται σε έτη που διαιρούνται ακριβώς με το 4.
Το Κογκρέσο (Congreso de la República) αποτελείται από δύο σώματα. Η άνω βουλή ή Γερουσία (Senado) αριθμεί 32 μέλη, που εκλέγονται για 4ετή θητεία σε μονοεδρικές περιφέρειες. Η κάτω βουλή ή Βουλή των Αντιπροσώπων (Cámara de Diputados) απαρτίζεται από 178 μέλη, που εκλέγονται επίσης για θητεία 4 ετών με το σύστημα της απλής αναλογικής ανάλογα με την κάθε περιφέρεια: ανά 50.000 κατοίκους εκλέγεται ένας βουλευτής και όχι λιγότεροι από 2 σε κάποιες περιπτώσεις.
Στη χώρα επικρατεί ο πολυκομματισμός.
Προεδρικές εκλογές έγιναν στη χώρα τα έτη 1866, 1874, 1876, 1878, 1880, 1882, 1884, 1886, 1888, 1892, 1896, 1899, 1903, 1904, 1908, 1912, 1914, 1924, 1930, 1934, 1938, 1942, 1947, 1952, 1957, 1962, 1966, 1970, 1974, 1978, 1982, 1986, 1990, 1994, 1996, 2000, 2004, 2008, 2012 , 2016 και 2020.
Προεδρικές εκλογές διεξήχθησαν στις 16 Μαΐου 2004.[1] Ο πρώην πρόεδρος Λεονέλ Φερνάντες κέρδισε τον μέχρι τότε πρόεδρο, Ιπόλιτο Μεχία. Η συμμετοχή έφτασε το 72,8%.[2]
Στις προεδρικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 16 Μαΐου 2008 επανεξελέγη ο κεντροδεξιός Λεονέλ Φερνάντες από το Κόμμα Απελευθέρωσης με ποσοστό περίπου 53% έναντι περίπου 41% για τον κεντροαριστερό επιχειρηματία Μιγκέλ Βάργκας Μαλδονάδο, ηγέτη του Επαναστατικού Δομινικανού Κόμματος[3]. Ο Αρίστι Κάστρο έλαβε 5% και λιγότερο οι λοιποί υποψήφιοι για το προεδρικό αξίωμα. Κατά τη διεξαγωγή των εκλογών τραυματίστηκαν οκτώ άτομα σε σποραδικά περιστατικά βίας.
Οι προεδρικές εκλογές του 2012 διεξήχθησαν στις 20 Μαΐου. Ο αριθμός των εγγαγραμμένων ψηφοφόρων ήταν 6,5 εκατομμύρια.[4] Πρόεδρος εξελέγη ο Ντανίλο Μεδίνα με ποσοστό 51,2% από τον πρώτο γύρο.[5]
Οι προεδρικές εκλογές του 2016 διεξήχθησαν ταυτόχρονα με τις βουλευτικές.
Βουλευτικές εκλογές έγιναν τα έτη 1924, 1927, 1929, 1930, 1934, 1938, 1941, 1942, 1946, 1947, 1952, 1955, 1957, 1962, 1966, 1970, 1974, 1978, 1982, 1986, 1990, 1994, 1998, 2002, 2006, 2010 , 2016 και 2020.
Το Προοδευτικό Μπλοκ αναδείχθηκε νικητής των βουλευτικών εκλογών του 2006. Ο εν λόγω συνασπισμός κομμάτων με επικεφαλής το Δομινικανό Κόμμα Απελευθέρωσης κατέλαβε 96 από τις συνολικά 178 έδρες της Βουλής και 22 από τις συνολικά 32 της Γερουσίας.
Στις βουλευτικές εκλογές που διενεργήθηκαν στις 16 Μαΐου 2010, το Δομινικανό Κόμμα Απελευθέρωσης κέρδισε την πλειοψηφία τόσο στη Βουλή (105 επί συνόλου 183 εδρών) όσο και στη Γερουσία (31 επί συνόλου 32 εδρών).[6]
Στη Δομινικανή Δημοκρατία διεξήχθησαν και τρία δημοψηφίσματα, όλα τον 19ο αιώνα.
Στο πρώτο δημοψήφισμα που διεξήχθη στην ιστορία της χώρας, στις 19 Φεβρουαρίου 1870, οι κάτοικοι ερωτήθηκαν για την προσάρτηση της χώρας τους στις ΗΠΑ.[7] Η πρόταση υπερψηφίστηκε από το 99,93% των ψηφοφόρων, παρότι η συμμετοχή ήταν μόλις 30%. Ωστόσο, η προσάρτηση απορρίφθηκε από τη Γερουσία των ΗΠΑ με ψήφους 28-28, στις 30 Ιουνίου 1870.[8]
Στο επόμενο δημοψήφισμα, που έγινε στις 19 Φεβρουαρίου 1873, οι πολίτες ψήφισαν σε ποσοστό 99,91% την πρόταση να επινοικιαστεί η χερσόνησος Σαμανά προς τις ΗΠΑ, για 99 χρόνια.[9] Η πρόταση δεν εφαρμόστηκε ποτέ, καθώς ο πρόεδρος Μπουεναβεντούρα Μπάες ανατράπηκε στις 2 Ιανουαρίου 1874.
Το τελευταίο μέχρι στιγμής δημοψήφισμα στην ιστορία της χώρας διεξήχθη στις 2 Ιουνίου 1895.[10] Οι ψηφοφόροι ρωτήθηκαν για το αν έπρεπε να ιδρυθεί ένα δικαστήριο διαιτησίας, αν ο Πάπας θα ήταν ένας κατάλληλος διαιτητής, τι αποζημίωση θα δινόταν στην Αϊτή σε περίπτωση που η έκβαση του δημοψηφίσματος ήταν θετική και εάν η κυβέρνηση όφειλε να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις του δικαστηρίου εάν δεν ήταν ευνοϊκές για τη Δομινικανή Δημοκρατία. Και οι 4 προτάσεις εγκρίθηκαν από τους ψηφοφόρους.
Ως αποτέλεσμα, οι 2 χώρες υπέγραψαν συμφωνία διαιτησίας στις 3 Ιουλίου 1895. Ωστόσο το Βατικανό αρνήθηκε να εφαρμόσει τη συμφωνία, σημειώνοντας ότι "περιοριζόταν στην απλή ερμηνεία του Άρθρου 4 της Συνθήκης του 1874." Συνακόλουθα οι χώρες συμφώνησαν στη σύσταση μιας μικτής επιτροπής για τη χάραξη των συνόρων στις 28 Μαΐου 1899.