Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 17/07/2015.
Η οικογένειά του ήταν μια από τις πιο εύπορες στη Φρανκφούρτη και του πρόσφερε πολλές δυνατότητες μόρφωσης. Στην ηλικία των 15 ετών έγραψε τα πρώτα του ποιήματα, τα οποία στη συνέχεια κατέστρεψε. Το 1765 ξεκίνησε σπουδές Νομικής στη Λειψία κατόπιν επιθυμίας του πατέρα του. Παράλληλα με τις σπουδές του, ασχολήθηκε με τις εικαστικές τέχνες. Στη Λειψία ήρθε σε επαφή με το έντονο ελληνικό στοιχείο της πόλης. Ως φίλος των Ελλήνων και της Ελλάδας, αφιέρωσε πολλά έργα του στην ελληνική αρχαιότητα.[1]
Το 1769 αρρώστησε και επέστρεψε στη Φρανκφούρτη. Την ίδια περίοδο άρχισε να ανακαλύπτει μέσα του και τον ήρωά του, Γιόχαν Φάουστ. Το 1770 ολοκλήρωσε τις σπουδές Νομικής και παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα Ιατρικής, Χημείας και Βοτανικής. Επέστρεψε στη Φρανκφούρτη και ασχολήθηκε με τη δικηγορία. Το 1774, συγκλονισμένος από την αυτοκτονία ενός φίλου του, έγραψε Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου, ένα μυθιστόρημα που λάτρεψε ο Ναπολέων Βοναπάρτης και έγινε λάβαρο του ηθικού και πνευματικού κινήματος Θύελλα και ορμή. Η Βαϊμάρη υπήρξε σημαντικός σταθμός στη σταδιοδρομία του Γκαίτε, καθώς είχε αναλάβει εκεί καθήκοντα υπουργού του δούκα της. Ένα από τα σημαντικότερα έργα του Γκαίτε είναι το Ταξίδι στην Ιταλία, το οποίο έγραψε κατά τη διαμονή του στη νότια Ιταλία. Μέχρι το 1805 είχε στενή επαφή και φιλία με τον Σίλλερ και μια βαθιά φιλία αναπτύχθηκε μεταξύ τους.
Το 1806 νυμφεύτηκε την Κριστιάνε Βούλπιους, με την οποία είχε ένα γιο από το 25 Δεκεμβρίου του 1789, τον Άουγκουστ φον Γκαίτε,[2] τον οποίο γαλούχησε με τα φιλελληνικά του ιδεώδη και ο οποίος αργότερα παντρεύτηκε την επίσης φιλελληνίδα Οττιλί φον Πόγκβις.[3]
Ο Φάουστ, το έργο ζωής του, ολοκληρώθηκε με τον δεύτερο τόμο έναν χρόνο πριν από τον θάνατό του, το 1832 στη Βαϊμάρη. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: "Φως, περισσότερο φως" (στα γερμανικά: "Mehr Licht!").[4][5]
Περί Τέχνης, μτφρ.-εισαγ. Βασίλης Τομανάς, εκδ. Printa, Αθήνα 2006
Υπάρχουν Όρια, μετάφρ. Γιώργος Δεπάστας, εκδ. Ολκός, 1998
Ο Πενηντάρης, μετάφρ. Καίτη Οικονόμου, εκδ. Το Ποντίκι, 2006
Η Νουβέλα του Λιονταριού, μετάφρ. Μυρτώ Σταμιλιώτη, εκδ. Μαΐστρος
Βιβλιογραφία
Βαροπούλου, Ελένη: «Ζωγραφική, μεταμόρφωση, παντομίμα στο μονόδραμαProserpina του Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε», στο: ΣΤΕΦΑΝΟΣ Τιμητική Προσφορά στον Bάλτερ Πούχνερ. Επιμέλεια Ιωσήφ Βιβιλάκης, Αθήνα: Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, εκδ. Ergo (2007), σελ. 159-165.
Κανελλόπουλος, Παναγιώτης: Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, τόμ. Α΄, εκδ. «Οι φίλοι του Βιβλίου», χ.χ., σελ. 473-493
Κεντρωτής, Γιώργος: «Το καλό και το κακό στον Φάουστ του Γκαίτε», περιοδικό Διαβάζω, τ. 154 (1986), σελ. 27-35.
Λάμπρου, Θανάσης: Κάτω απ' τον ανοιχτό ουρανό: Εισαγωγή στον Γκαίτε — Η τραγωδία του «Φάουστ» — Η αγαλλιαστική περιπλάνηση του Βίλχελμ Μάιστερ, εκδ. Περισπωμένη, Αθήνα (2014), ISBN 978-618-80542-1-9
Παραπομπές
↑Το Και εγώ στην Αρκαδία παρερμηνεύτηκε αργότερα ως άγνοια της Ελλάδας, καθώς ποτέ δεν είχε επισκεφτεί την Αρκαδία. Αυτό όμως δεν έχει καμία σημασία, διότι η Αρκαδία είχε εντελώς διαφορετική έννοια για τους ποιητές και καλλιτέχνες της εποχής της Αναγέννησης και του Μπαρόκ. Συμβόλιζε έναν εξιδανικευμένο τρόπο ζωής, όπου οι άνθρωποι ζουν απλά ως βοσκοί σε αρμονία με τη φύση και αφιερώνουν τον χρόνο τους στην ποίηση, τη μουσική, τον έρωτα, την ανεμελιά. Ο φανταστικός τόπος αυτός τοποθετείται στην ελληνική Αρκαδία. Η ανωτέρω φράση απαντάται για πρώτη φορά στα λατινικά σε έναν ζωγραφικό πίνακα του Ιταλού ζωγράφου μπαρόκ, Γκουερτσίνο, με τίτλο Et in Arcadia Ego.