Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|26|12|2024}}
Τα βιντεοπαιχνίδια περιπέτειας (αγγλικά: adventure) είναι είδος βιντεοπαιχνιδιών, όπου ο παίκτης χειρίζεται τον πρωταγωνιστή του παιχνιδιού, ο οποίος έχει τη ικανότητα αλληλεπίδρασης με τα αντικείμενα του περιβάλλοντός του καθώς επίσης και συνομιλίας με άλλους χαρακτήρες. Βασικό στοιχείο κάθε παιχνιδιού περιπέτειας είναι η ύπαρξη μίας σειράς γρίφων που πρέπει να επιλύσει ο παίκτης για να εξελιχθεί η σεναριακή πλοκή. Τα παιχνίδια περιπέτειας καλύπτουν μια ευρεία θεματολογία, συμπεριλαμβανομένου της φαντασίας, της επιστημονικής φαντασίας, του μυστηρίου, του τρόμου και της κωμωδίας ή της σάτιρας.
Η «χρυσή εποχή» των παιχνιδιών περιπέτειας ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του '80. Για την επόμενη δεκαετία οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής βιντεοπαιχνιδιών (κυρίως οι αμερικανικές LucasArts και Sierra) θα κυκλοφορούσαν πολυάριθμους τίτλους με σημαντική εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ωστόσο, οι πωλήσεις των adventure άρχισαν να μειώνονται σημαντικά. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα για το τέλος της εποχής αυτής θα μπορούσε να αναφερθεί το παιχνίδι Grim Fandango (1998) της LucasArts, το οποίο παρά την υψηλή ποιότητά του και τα πολλά βραβεία που απέσπασε (συμπεριλαμβανομένου του «Καλύτερου Παιχνιδιού του 1998» από το GameSpot) δεν έγινε εμπορική επιτυχία. Η οικονομική αυτή αποτυχία φέρεται να επηρέασε τους μεγάλους και παραδοσιακούς παραγωγούς, με αποτέλεσμα να σταματήσουν την ανάπτυξη βιντεοπαιχνιδιών περιπέτειας μετά το 1999.
Τη σκυτάλη ανέλαβαν μικρότερες εταιρείες ανάπτυξης, κυρίως από την Ευρώπη και τον Καναδά, οι οποίες απευθύνονταν πλέον σε ένα μικρό αλλά αφοσιωμένο κοινό, στο περιθώριο της αγοράς βιντεοπαιχνιδιών.