Ο Δωρόθεος Κοτταράς (1888 - 26 Ιουλίου1957) ήταν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κατά τα έτη 1956-1957.
Βιογραφικά στοιχεία
Ο κατά κόσμος Ιωάννης Κοτταράς του Γεωργίου γεννήθηκε στην Ύδρα το 1888[1]. Ο πατέρας του ήταν φτωχός ναυτικός. Σε μικρή ηλικία, αφού έμαθε τα πρώτα γράμματα στη γενέτειρά του, μετακόμισε με την οικογένειά του στον Πειραιά. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών υπό δύσκολες οικονομικές συνθήκες και αποφοίτησε αριστούχος το 1909. Συνέχεια σπούδασε νομικά στην Αθήνα και Λειψία ειδικεύθηκε στο εκκλησιαστικό (κανονικό και διοικητικό) δίκαιο. Για κάποιο διάστημα υπήρξε καθηγητής στο ελληνικό σχολείο στο Ξηροκάμπι της Σπάρτης[1].
Ασπασθείς το μοναχικό βίο χειροτονήθηκε Διάκονος στις 18 Σεπτεμβρίου1910 από τον Επίσκοπο Ύδρας και Σπετσών Ιωάσαφ και επί 9 έτη διακόνησε στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου Καρύτση στην Αθήνα. Παράλληλα εργαζόταν στο Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο και φοιτούσε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε, επίσης αριστούχος, το 1921. Στις 18 Δεκεμβρίου1922 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από το Μητροπολίτη Ύδρας Σπετσών και Αιγίνης Προκόπιο και μετά από δύο ημέρες Επίσκοπος, καθώς εξελέγη Μητροπολίτης Κυθήρων και Αντικυθήρων[2].
Στις 15 Ιανουαρίου1935 μετατέθηκε στη Μητρόπολη Λαρίσης και Πλαταμώνος. Εκεί παρέμεινε για 21 χρόνια, μεταξύ των οποίων και τα δύσκολα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής, κατά τα οποία βομβαρδίστηκε και το σπίτι του[2]. Κατά την παραμονή του εκεί εξεδόθη ακολουθία για τον Άγιο Αχίλλιο, Αρχιεπίσκοπο
Λαρίσης, στην οποία ο ίδιος συνέγραψε το Απολυτίκιο του Αγίου[3]. Από εκεί κλήθηκε στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο Αθηνών ως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος[4] στις 29 Μαρτίου1956, διαδεχόμενος τον Αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα (κατά κόσμον Βλάχο).
Κατά τη σύντομη αρχιεπισκοπία του είχε παραιτηθεί των αποδοχών του, προκειμένου αυτές να διατεθούν για την ανέγερση νοσοκομείου για κληρικούς[5]. Ως αρχιεπίσκοπος επισκέφτηκε την τότε Γιουγκοσλαβία και απέτρεψε επίσκεψη του Πάπα στην Ελλάδα. Διετέλεσε Πρόεδρος της «Πανελληνίου Ἐπιτροπής Αυτοδιαθέσεως της Κύπρου[5]».
Στις 13 Ιουνίου1957, κατόπιν συνάντησης στο Λονδίνο με τον εκεί Έλληνα πρέσβυ Γεώργιο Σεφεριάδη, αισθάνθηκε αδιαθεσία και μετά από εξετάσεις διαπιστώθηκε ότι είχε όγκο στον εγκέφαλο[6]. Στις 5 Ιουλίου αναχώρησε για τη Στοκχόλμη της Σουηδίας, προκειμένου να χειρουργηθεί. Μετεγχειρητικά παρουσίασε υψηλό πυρετό και τελικά απεβίωσε στις 26 Ιουλίου1957. Κηδεύτηκε στις 3 Αυγούστου1957 στην Αθήνα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος ήταν βαθιά μορφωμένος, δραστήριος, φιλόπατρις και φιλάνθρωπος[7]. Υπήρξε ικανότατος ομιλητής και ιεροκήρυκας, και η γνώμη του ήταν πάντα βαρύνουσα κυρίως επί θεμάτων εκκλησιαστικού και κανονικού δικαίου. Με τη διαθήκη του άφησε όλη την περιουσία του προς βελτίωση της θέσης του κλήρου.
Συγγραφικό έργο
Συνέγραψε πάνω από σαράντα πραγματείες επί νομοκανονικού δικαίου. Σημαντικότερα εξ αυτών είναι:
"Ακολουθία εις τον Άγιον Γεδεών τον εν Τυρνάβω αθλήσαντα" (1936).
"Λόγοι εις τα κατά Κυριακήν Ευαγγέλια" (1949).
"Νομοκανονικαί έρευναι" (1951-1952).
"Η Εξέλιξις του αναπαλλοτριώτου της εκκλησιαστικής περιουσίας" (1951)