Στην σύνοδο συμμετείχαν 35 επίσκοποι υπό την προεδρία του Καισαρίου Αρελάτης.
Η σύνοδος εξέδωσε 47 κανόνες σχετικούς με την εκκλησιαστική πειθαρχία[2]. Γενικά, οι κανόνες της αντανακλούν τις ηθικές συνθήκες του κλήρου και των λαϊκών στην ιστορική περιοχή της Σεπτιμανίας στην αρχή της μετάβασης από τη ρωμαϊκή κοινωνική δομή εντός της ρωμαϊκής επαρχίας της Ναρβωνικής Γαλατίας σε αυτή των επήλυδων Βησιγότθων. Έχουν επίσης κάποια σημασία για τη μελέτη ορισμένων πρώιμων εκκλησιαστικών θεσμών.
Ο κανόνας 7, που απαγορεύει στους κληρικούς να πουλούν ή να ιδιοποιούνται την περιουσία της εκκλησίας από την οποία αντλούσαν τα προς το ζην, είναι η πρώτη ένδειξη του μεταγενέστερου συστήματος των ωφελημάτων. Στον Κανόνα 9, η σύνοδος αποφαίνεται ότι εάν παντρεμένοι διάκονοι ή ιερείς επιθυμούν να επιστρέψουν στις συζυγικές τους σχέσεις, θα πρέπει να στερηθούν όλες τις εκκλησιαστικές τους τιμές και αξιώματα. Όσοι, ωστόσο, αγνοούσαν την ύπαρξη αυτής της απαγόρευσης, θα μπορούσαν να διατηρήσουν το αξίωμά τους εάν απείχαν στο μέλλον. Στον κανόνα 10, απαγορεύτηκε στους κληρικούς να επισκέπτονται γυναίκες με τις οποίες δεν είχαν συγγένεια και μπορούσαν να έχουν στο σπίτι τους μόνο τη μητέρα, την αδελφή, την κόρη ή την ανιψιά τους[3]. Διάκονος δεν επιτρεπόταν να χειροτονηθεί εάν δεν είχε ακόμη συμπληρώσει τα εικοσιπέντε έτη του. Για να χειροτονηθεί κάποιος ιερέας ή επίσκοπος, θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον τριάντα ετών. Εάν ένας νέος παντρεμένος άνδρας ήθελε να χειροτονηθεί, απαιτούνταν η συγκατάθεση της γυναίκας του (κανόνας 16).
↑Sirmond, Jacques, επιμ. (1789). «Concilium Agathense». Conciliorum Galliae tam editorum quam ineditorum collectio, temporum ordine digesta, ab anno Christi 177 ad ann. 1563, cum epistolis pontificum, principum constitutionibus, et aliis ecclesiasticae rei gallicanae monimentis (στα Λατινικά). 1. Paris: P. Didot.