Ο Δρ. Σόλομον Άντριους (αγγλικά: Solomon Andrews, 1806 – 1872)[1] ήταν αεροπόρος και εφευρέτης πηδαλιουχούμενων αεροπλοίων. Ο Άντριους εφηύρε ένα αερόπλοιο με όνομα Aereon το οποίο έλαβε σχετική δημοσιότητα την δεκαετία του 1860. Υποστήριξε πως το αερόπλοιο αυτό έπλεε όπως ένα σκάφος στο νερό.[2] Αναφέρθηκε πως ο κυβερνήτης και οι επιβάτες κινούνταν μπρος πίσω στο καλάθι μεταφοράς για να ελέγξουν και μεταβάλουν το υψόμετρο πλεύσης.[3] Ήταν κλινικός ιατρός και τρεις φορές εκλεγμένος δήμαρχος του Περθ Άμποϊ του Νιου Τζέρσεϊ. Κατασκεύασε το πρώτο αποχετευτικό σύστημα της πόλης.
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 1806 στο Χέρκιμερ της Νέας Υόρκης.[4] Ήταν ένα από τα πέντε τέκνα του ιερέα Τζοσάια Άντριους και της Μαίρη Μπίσελ. Αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ρούτγκερς το 1827. Δύο χρόνια αργότερα νυμφεύτηκε την Χάριετ Τζόνσον και μαζί απέκτησαν επτά παιδιά. Ακολουθώντας τα βήματα του πατέρα του άνοιξε ιατρείο στο Περθ Άμποϊ του Νιου Τζέρσεϊ, ενώ παράλληλα έγινε εφευρέτης αποκτώντας αρκετά διπλώματα ευρεσιτεχνίας για συσκευές που κατασκεύασε.[1]
Το πρώτο του "Aereon" πέταξε πάνω από το Περθ Άμποϊ τη 1η Ιουνίου 1863. Διέθετε τρία μακρόστενα αερόστατα 25 περίπου μέτρων με πηδάλια και γόνδολα. Η πλευστότητα ελεγχόταν με την ρίψη ερμάτων άμμου ή μέσω της αποδέσμευσης αερίου υδρογόνου.[2] Ο Δρ. Άντριους έγραψε επιστολή στον Αβραάμ Λίνκολν αργότερα το καλοκαίρι προσφέροντας το Aereon για χρήση στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο, στον οποίο υπηρέτησε ως εθελοντής χειρουργός στον Στρατό της Ένωσης.[4] Μετά από πολλές συζητήσεις, αποφασίστηκε να πραγματοποιήσει επίδειξη στις αρχές του 1864 στο Ινστιτούτο Σμιθσόνιαν. Περίπου έναν χρόνο αργότερα, ενημερώθηκε πως η κυβέρνηση δεν είχε έντονο ενδιαφέρον για την εφεύρεσή του, ενώ παράλληλα ο πόλεμος βρισκόταν προς το τέλος του
Στη συνέχεια ο Άντριους ίδρυσε την εταιρεία "Aerial Navigation Company" για την κατασκευή εμπορικών αεροπλοίων και την έναρξη τακτικού δρομολογίου μεταξύ Νέας Υόρκης και Φιλαδέλφειας.[5]
Το "Aereon #2" διέθετε ένα αερόστατο σε σχήμα λεμονιού, με αιχμηρές άκρες. Η πλευστότητα του ελεγχόταν από ένα σύστημα σχοινιών και τροχαλιών που συμπίεζαν το αέριο ή του επέτρεπαν να αποσυμπιεστεί.[2] Το αερόπλοιο αυτό πέταξε πάνω από την πόλη της Νέας Υόρκης στις 25 Μαΐου 1866 και στις 5 Ιουνίου 1866. Η δεύτερη του πτήση, στην οποία μεταφερόταν και ένας βοηθός-επιβάτης (ένας δημοσιογράφος έπρεπε να αποχωρήσει την τελευταία στιγμή λόγω προβλημάτων με το βάρος)[6] ολοκληρώθηκε στο Όιστερ Μπέι του Λονγκ Άιλαντ. Στο σημείο αυτό, η μεταπολεμική οικονομική κρίση και οι λανθασμένες κινήσεις του, οδήγησαν την εταιρεία σε διάλυση, με αποτέλεσμα ο ίδιος να μην πετάξει ποτέ ξανά.[5]
Η διαφορά της ειδικής βαρύτητας μεταξύ του αεροστάτου και της γύρω ατμόσφαιρας μπορούσε να μετατραπεί από ένα σύστημα κεκλιμένων επιπέδων ώστε το σκάφος να κινείται χωρίς κινητήρα.[7] Αναφερόμενος στην πρόωση του σκάφους του, την ονόμασε «έλξη της βαρύτητας».[8] Το σκάφος δεν ήταν φουσκωμένο κανονικά ώστε να έχει κανονική πλευστότητα. Αντ' αυτού η πλευστότητα του μεταβαλλόταν και λάμβανε θετικές και αρνητικές τιμές. Η επακόλουθη ροή αέρα κατά μήκος του σκάφους και των επισυναπτόμενων σε αυτό αεροτομών ήταν ο λόγος που κινούνταν.
Άλλες εφευρέσεις
Ο Άντριους εφηύρε επίσης μια ραπτική μηχανή, μηχανή κατασκευής βαρελιών, απολυμαντές με ατμό, πρέσες σφυρηλάτησης, μαγειρική θερμάστρα, μια λάμπα αερίου, μια πίπα φιλτραρίσματος νικοτίνης και κλειδαριά η οποία χρησιμοποιείται από το Ταχυδρομείο των ΗΠΑ από το 1842.[1]