Οι Σπέτσες είναι ιστορικό νησί του Αργοσαρωνικού κοντά στην Αργολική χερσόνησο, δεξιά της εισόδου του Αργολικού κόλπου. Βρίσκεται σε απόσταση 1,5 μιλίου από την Ερμιονίδα και 50 μιλίων από τον Πειραιά. Από το Πόρτο Χέλι αναχωρούν καθημερινά ιπτάμενα δελφίνια και πλοιάρια για τις Σπέτσες. Το νησιωτικό σύμπλεγμα των Σπετσών απαρτίζουν πέντε ακόμη νησίδες: η Σπετσοπούλα, ο Άγιος Ιωάννης και οι δύο γειτονικές νησίδες του, καθώς και το Μικρό Μπούρμπουλο (Πετροκάραβο), λίγο πάνω από το βόρειο ακρωτήρι των Σπετσών.
Ιστορία
Στην αρχαιότητα, το νησί ονομάζονταν "Πιτυόνησος" και "Πιτυούσα". Το σημερινό του όνομα το πήρε από τους ναυτικούς του ΜεσαίωναΚαταλανούς, τους Γενουάτες, τους Ενετούς και τους Φράγκους, που την αποκαλούσαν "Ιζόλα ντι Σπέτζια", που σημαίνει "Νησί των αρωμάτων", λόγω των πολλών λουλουδιών που υπήρχαν.
Στην εποχή της Φραγκοκρατίας οι Σπέτσες περιήλθαν στους Ενετούς (1220-1460) και εξ αυτών στους Τούρκους. Τον 17ο αιώνα ο πληθυσμός της ήταν κυρίως Αρβανίτες Χριστιανοί που είχαν εγκατασταθεί από τον 15ο αιώνα που αυξήθηκε στη συνέχεια με αποίκους από τις ακτές της Λακωνίας και της ΤσακωνιάςΤυρό και Λεωνίδιο την Ερμιονίδα και της Αργολίδας που ακολούθησαν νεότερες εποικίσεις τον 18ο αιώνα. Ο αρχικός μεσαιωνικός οικισμός ήταν βορειοδυτικά της σημερινής πόλης, σημερινή θέση "Καστέλι" όπου υπήρχε ακρόπολη επί λόφου (σημερινή θέση ο ναός του Αγίου Βασιλείου).
Οι κάτοικοι των Σπετσών έλαβαν μέρος στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1770) και υπέστησαν μεγάλη καταστροφή από τους Τούρκους. Μετά όμως 5 έτη (1774-1775) αμνηστεύθηκαν από τους Τούρκους. Τότε οι κάτοικοι κατέβηκαν στην παραλία και έκτισαν τη σημερινή πόλη. Τη φιλοπατρία τους όμως οι Σπετσιώτες την έδειξαν και το 1790 όταν έσπευσαν να βοηθήσουν τον Λάμπρο Κατσώνη που για την πράξη του αυτή υπέστησαν πάλι νέα καταστροφή από τους Τούρκους.
Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τα Σπετσιώτικα πληρώματα αποκαλούνταν "Τζαμουτζαλήδες" έναντι των Υδραίικων που αποκαλούνταν "Σουλουτζαλήδες" που όμως ήταν λίαν περιζήτητα ακόμη και από τους Οθωμανούς στόλαρχους όπως και από τον Καρά-Αλή.
Επανάσταση του 1821
Την περίοδο 1821-1832, οι Σπέτσες έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση. Οι Σπετσιώτες πρώτοι ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης την 2η και 3η (Κυριακή του Λαζάρου) Απριλίου του 1821, με μεγάλη τελετή και κανονιοβολισμούς.[1] Κατά τον σύγχρονο της Επανάστασης Ομηρίδη Σκυλίτση, αυτό έγινε στις 26 Μαρτίου.[2] Ο σπετσιωτικός στόλος, αποτελούμενος από εμπορικά πλοία σπετσιωτών, πήρε μέρος σε μεγάλο αριθμό ναυμαχιών, όπως της Αρμάτας, καθώς και σε αποκλεισμούς οχυρών, συγκεκριμένα του Ναυπλίου και της Μονεμβασιάς.
Την περίοδο αυτή κάνουν την εμφάνισή τους ηρωικά ονόματα όπως Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, Ανδρέας Μιαούλης, Χατζηγιάννης Μέξης και Κοσμάς Μπαρμπάτσης, ονόματα τα οποία σήμερα κατέχουν υψηλή θέση στην Ελληνική Ιστορία.
Αναπαράσταση της Ναυμαχίας της Αρμάτα
Το 1822 ο Τουρκικός στόλος κατευθύνεται προς τον Αργολικό κόλπο, με τελικό προορισμό το Ναύπλιο, σε μια ύστατη προσπάθεια ανεφοδιασμού του οχυρού. Στις 8 Σεπτεμβρίου ο στόλος εμφανίζεται ανατολικά των Σπετσών, μεταξύ Σπετσοπούλας και Τρικερίου και ο τρινήσιος στόλος των Σπετσών, της Ύδρας και των Ψαρών, υπό τον ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη, κινείται προς αντιμετώπιση των Τούρκων. Σύμφωνα με τον ιστορικό Χατζηανάργυρο, στη ναυμαχία που ακολούθησε μεταξύ των δυο στόλων, πήραν μέρος «140 και πλέον» πλοία. Σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή εμφανίζεται ο Σπετσιώτης πυρπολητής Κοσμάς Μπαρμπάτσης, ο οποίος καταφέρνει να εισέλθει στο κέντρο του τουρκικού σχηματισμού. Η ηρωική αυτή πράξη του Σπετσιώτη ναυτικού είχε ως αποτέλεσμα την υποχώρηση του τουρκικού στόλου από τον Αργολικό κόλπο. Σε ανάμνηση αυτού του ιστορικού γεγονότος οι Σπετσιώτες έκτισαν την εκκλησία της Παναγίας της Αρμάτας στην περιοχή του φάρου των Σπετσών.
Σήμερα το νησί των Σπετσών, γιορτάζει το ιστορικό αυτό γεγονός με το φεστιβάλ της Αρμάτας, το οποίο λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο τη δεύτερη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου. Το μεγάλο αυτό φεστιβάλ, συμπεριλαμβάνει θεατρικές παραστάσεις, πολιτιστικές εκθέσεις καθώς και μουσικές παραστάσεις και κλιμακώνεται με την αναπαράσταση της Ναυμαχίας των Σπετσών, μπροστά στο νέο λιμάνι του νησιού. Επίσης στο νησί γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου (Γενέσιο της Θεοτόκου) και η Παναγιά η Αρμάτα.
Νεότερη Ιστορία
Μετά το τέλος της Επανάστασης και τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους οι Σπέτσες επισκιάζονται από την οικονομική ανάπτυξη των Αθηνών και τη σταδιακή ανάδειξη του Πειραιά ως τον πυρήνα της Ελληνικής ναυτιλίας. Αρχίζουν να παρακμάζουν ως εμπορικό και ναυτιλιακό κέντρο και παράλληλα μειώνεται ο πληθυσμός τους. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, στις αρχές του 20ού αιώνα αρχίζει ο εκσυγχρονισμός του νησιού και η μεταμόρφωσή του σε θέρετρο της αφρόκρεμας της αθηναϊκής κοινωνίας, κυρίως με πρωτοβουλία του εθνικού ευεργέτη Σωτήριου Αναργύρου, γόνου πλούσιας Σπετσιώτικης οικογένειας εφοπλιστών. Αυτός είχε μεταναστεύσει παλιότερα σε μικρή ηλικία, το 1868 στην Αμερική λόγω οικονομικής δυσχέρειας αλλά το 1899 επιστρέφει πλέον ως ισχυρός μεγαλέμπορος καπνού και αρχίζει το έργο της αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού του αγαπημένου του νησιού.
Εκτός άλλων, πευκοφυτεύει το μεγαλύτερο μέρος του νησιού, που μέχρι τότε δεν είχε σημαντική βλάστηση, χτίζει το πρώτο υδραγωγείο του νησιού και το διάσημο ξενοδοχείο Ποσειδώνιο, που εγκαινιάζεται το 1914 και έχει ως πρότυπα πολυτελή ξενοδοχεία της Γαλλίας. Το 1927 γίνεται η έναρξη της λειτουργίας της Αναργυρείου και Κοργιαλένειου Σχολής Σπετσών, η οποία πραγματικά ανεβάζει το πολιτιστικό επίπεδο του νησιού. Η Σχολή υπήρξε ένα από τα καλύτερα πρότυπα κολέγια των Βαλκανίων και υπήρξε έμπνευση του Ελ. Βενιζέλου, προσωπικού του φίλου και δημιούργημα του Ανάργυρου. Λειτούργησε μέχρι το 1983 με Έλληνες και αλλοδαπούς μαθητές. Από το 1983 σε ένα από τα κτίρια της Σχολής λειτουργεί το Λύκειο του νησιού ενώ σε άλλα κτίρια φιλοξενήθηκε το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Σπετσών και το Τμήμα Τουριστικών Επιχειρήσεων (Παράρτημα του Τ.Ε.Ι Πειραιά).
Οι προσπάθειες αυτές της αναβάθμισης των Σπετσών από τον Σωτήριο Ανάργυρο απέδωσαν, αλλά οι καρποί των έργων του αρχίζουν πραγματικά να φαίνονται από τη δεκαετία του 60' και του 70' όταν Έλληνες και ξένοι αναγνωρίζοντας τις Σπέτσες ως ιδανικό παραθεριστικό προορισμό, συρρέουν στο νησί αυξάνοντας έτσι με την πάροδο του χρόνου την κίνηση και την τουριστική αξία του. Παράλληλα, εύποροι αγοράζουν και ανακαινίζουν πολλά από τα εγκαταλελειμένα αρχοντικά του νησιού. Τα έσοδα από τον τουρισμό σταδιακά μεταμορφώνουν τις Σπέτσες από ένα ήσυχο νησί σε έναν από τους πλέον δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς όπου καλοδιατηρημένα αρχοντικά και παραδοσιακή αρχιτεκτονική συνυπάρχουν με τη ζωντάνια των τουριστών και της πλούσιας νυχτερινής ζωής.
Έκταση - Ακρωτήρια
Οι Σπέτσες έχουν σχήμα ωοειδές, περίμετρο ακτογραμμής 11 μιλίων, έκταση 22,5 τ.χλμ. με μέγιστο μήκος 4 μίλια και μέγιστο πλάτος 2,5 μίλια. Διασχίζεται από βουνοσειρές με υψηλότερη κορυφή τον Προφήτη Ηλία (245μ.). Τα ακρωτήρια της νήσου είναι: Το Σουρμπούτι (ΒΑ.), το Κάβο - Φανάρι (Α.), ο Μαυρόκαβος (ΝΑ.), το Ζάστανο (Ν.) και το Μπουρμπούθι (ΒΔ.).
Παραγωγή - Κλίμα
Το έδαφος των Σπετσών είναι κυρίως πευκόφυτο, ενώ μεγάλο μέρος του είναι καλλιεργήσιμο. Κύρια προϊόντα που παράγονται είναι ελιές, λάδι, δημητριακά, σταφύλια, αμύγδαλα, σύκα και λίγα κτηνοτροφικά προϊόντα. Το κλίμα είναι δροσερό και υγιεινό και προσφέρεται ως τόπος παραθερισμού. Η εγχώρια παραγωγή του νησιού είναι επικεντρωμένη κυρίως στον τουρισμό/παρατουρισμό, ναυτιλία και αλιεία.
Ο πληθυσμός των Σπετσών απο το 1861 μέχρι και το 1951 γνώρισε μεγάλη μείωση. Απο το 1961 μέχρι και το 2011 ο πληθυσμός των Σπετσών αυξήθηκε σημαντικά. Το 2021 ωστόσο κατέγραψε μία αξιοσημείωτη μείωση. Οι Σπέτσες κατέγραψαν τον μεγαλύτερο πληθυσμό τους το 1861 (8.843) και τον μικρότερο το 1951 (3.166). Η μεγαλύτερη αύξηση του πληθυσμού έγινε το 1928 (12,6%) και η μικρότερη το 1971 (3,6%). Η μεγαλύτερη μείωση του πληθυσμού έγινε το 1920 (26,1%) και η μικρότερη το 1940 (0,2%).
Ο Δήμος Σπετσών περιλαμβάνει το νησί των Σπετσών και τις κοντινές του νησίδες, καθώς και τη νήσο Βελοπούλα που βρίσκεται 21,5 ν.μ. νοτιοανατολικά του ακρωτηρίου Άκρα Μπρακίτσι της Σπετσοπούλας. Στον Δήμο Σπετσών ανήκει και η νήσος Φαλκονέρα. Συστάθηκε το 1934 και προήλθε από την αναγνώριση σε Δήμο της Κοινότητας Σπετσών.[3] Παρέμεινε αμετάβλητος στη συνέχεια και με την εφαρμογή του σχεδίου Καποδίστριας το 1997 αλλά και του σχεδίου Καλλικράτης το 2010.
Δήμαρχοι Σπετσών
Δήμαρχοι Σπετσών διετέλεσαν τα ακόλουθα πρόσωπα[4]:
Ευγενία Φραγγιά (εκλεγείσα το 2023 με ποσοστό 60,85%)
Οικισμοί
Πρωτεύουσα του Δήμου είναι η ομώνυμη πόλη της νήσου ενώ αναγνωρισμένοι συνοικισμοί είναι η Αγία Παρασκευή, Άγιοι Ανάργυροι, Άγιοι Απόστολοι, Πίτερ Μίλερ, Βρέλος, Έλωνας, Ζωγερία, Λιγονέρι-Μπλούμπερι, Παραπόλα, Τζήλα, η γυναικεία Μονή Αγίων Πάντων και η νησίδα Σπετσοπούλα ιδιοκτησίας της Οικογένειας Νιάρχου.
Με την εφαρμογή της νέας διοικητικής διαίρεσης της χώρας κατά το Πρόγραμμα Καλλικράτης το 2011 ουδεμία μεταβολή επήλθε στον Δήμο, σύμφωνα με το άρθρο 1,§ 5.2.Γ αυτού.
Περιορισμοί οχημάτων
Το 1967 ο νομάρχης Πειραιά με απόφασή του επέβαλλε αυστηρούς περιορισμούς σχετικά με την κυκλοφορία οχημάτων στο νησί, την ισχύ της οποίας επιβεβαίωσε και το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ'αριθμ. 4433/1976 απόφασή του. Οι περιορισμοί αυτοί κρίθηκαν αναγκαίοι καθώς η παραδοσιακή πολεοδομία του νησιού δεν ήταν κατάλληλη για τη μαζική χρήση οχημάτων και εκτός άλλων θα προστάτευαν τον χαρακτήρα του νησιού. Συγκεκριμένα όλα τα αυτοκίνητα και τα οχήματα βαρέως τύπου απαγορεύτηκαν και η χρήση τους γίνεται μόνο με ειδική άδεια (ταξί, λεωφορεία κτελ) και σε περιορισμένους δρόμους. Κύριο μέσο μετακίνησης είναι δίτροχα μικρού κυβισμού και τετράτροχες μοτοσικλέτες (γουρούνες) ενώ για τους τουρίστες υπάρχει διαθέσιμη και η χρήση παραδοσιακής άμαξας. Στο ιστορικό κέντρο των Σπετσών οι περιορισμοί είναι ακόμα αυστηρότεροι και απαγορεύεται η χρήση οποιουδήποτε οχήματος. Λόγω των πολλών περιορισμών στη χρήση οχημάτων η θαλάσσια μετακίνηση είναι αρκετά διαδεδομένη ιδίως για τις μεγάλες αποστάσεις, τόσο με τη χρήση θαλάσσιων ταξί και καϊκιών όσο και με ιδιωτικά και ενοικιαζόμενα σκάφη.
Πλοήγηση
Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για τις Σπέτσες παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 2ος τόμος και ιδιαίτερα ο χάρτης ελληνικής έκδοσης: ΧΕΕ-135, που αποτελεί τον λιμενοδείκτη του λιμένα της, καθώς και ο ΧΕΕ-130 που καλύπτει όλες τις ΒΑ. ακτές της Πελοποννήσου και τον Αργολικό Κόλπο.