Η Κουγιαβία (πολωνικά: Kujawy, γερμανικά: Kujawien, λατινικά: Cuiavia) είναι ιστορική περιοχή στη βορειοκεντρική Πολωνία, στην αριστερή όχθη του Βιστούλα, καθώς και ανατολικά από τον ποταμό Νότετς και τη λίμνη Γκόπουο. Χωρίζεται σε τρία παραδοσιακά μέρη: βορειοδυτικό (με πρωτεύουσα το Μπίντγκοστς, εθνογραφικά θεωρείται συχνά ως μη κουγιαβικό), κεντρικό (πρωτεύουσα το Ινοβρότσουαφ ή την Κρουσφίτσα) και νοτιοανατολικό (πρωτεύουσα το Βουοτσουάβεκ ή το Μπζεστς Κουγιάφσκι) .
Ετυμολογία
Το όνομα Κουγιαβία εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε γραπτές πηγές στο παπικό διάταγμα του Γκνιέζνο του 1136 (πολωνικά: Bulla Gnieźnieńska, λατινικά: Ex commisso nobis) που εκδόθηκε από τον Πάπα Ιννοκέντιο Β΄, και στη συνέχεια αναφέρθηκε σε πολλά έγγραφα από τους μεσαιωνικούς χρόνους. Αναφέρεται επίσης στα χρονικά του Βιντσέτι Καντουούμπεκ.[1]
Γεωγραφία
Στα βόρεια, η Κουγιαβία συνορεύει με τις ιστορικές περιοχές Πομερανία του Γκντανσκ (Πομερηλία) και Γη του Χέουμνο, στα δυτικά με τη Μεγάλη Πολωνία, στα νότια με τη Γη της Γουεντσίτσα και στα ανατολικά με τη Μασοβία και τη Γη του Ντόμπζιν. Τα σύνορα της Κουγιαβίας εκτείνονται στην αριστερή όχθη του ποταμού Βιστούλα: από τις εκβολές του Σκρφα Λέβα στα νοτιοανατολικά, σχεδόν μέχρι τις εκβολές του ποταμού Βντα στα βόρεια. Τα σύνορα της Κουγιαβίας απλώνονται δυτικά από το Κορονόβο και το Νάκουο ναντ Νοτέτσια μέχρι τον ποταμό Νότετς, όπου στρίβουν νοτιοδυτικά, διασχίζουν τη λίμνη Τρλονγκ και συνεχίζουν στο δάσος Στσελνένσκι, φτάνοντας στη λίμνη Σκούλσκι και στον άνω ποταμό Νότετς. Τα σύνορα περικλείουν επίσης τη λίμνη Μπρντουφ, το Πσέντετς και το Λούμπιεν Κουγιάφσκι μέσω του Σκρφα Λέβα, που καταλήγει στον ποταμό Βιστούλα.[2]
Γενική περιγραφή
Τα πεδινά της Κουγιαβίας έχουν μέσο υψόμετρο 100–130 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Είναι μεταπαγετογενές τοπίο, ελαφρώς κυματοειδές, σε ορισμένα σημεία υπάρχουν λόφοι από λιθώνες και αμμώδεις αναχώματα με σκύρο. Σε βαθιά αναχώματα και κοιλώματα υπάρχουν περίπου 600 λίμνες μεγαλύτερες από 1 χλμ2. Κάτω από τους παγετώδεις σχηματισμούς υπάρχουν στρώματα πετρώματος-αλατιού και καλίου και κάτω από τα ιζήματα της Τριτογενούς Περιόδου υπάρχει λιγνίτης και κεραμικός πηλός. Στην Κουγιαβία υπάρχουν μαύρα γόνιμα εδάφη, χάρη στα οποία η Κουγιαβία ονομάζεται «ο σιτοβολώνας της Πολωνίας».[3]
Πρωτεύουσα και περιοχή
Η επισκοπική έδρα της Κουγιαβίας ήταν πιθανώς η Κρουσφίτσα και αργότερα το Βουοτσουάβεκ (μετά την επισκοπική έδρα στις αρχές του 12ου αιώνα). Πρωτεύουσα αυτού του Δουκάτου και - από τα τέλη του 14ου αιώνα - οι κατοικίες των κυβερνητών των βοεβόδων ήταν οι Ινοβρότσουαφ, Μπζεστς Κουγιάφσκι και Ραντζέγιουφ ως έδρα του κοινοτικού περιφερειακού συμβουλίου (σέιμικ) των δύο βοεβοδάτων. Σήμερα, το μεγαλύτερο κέντρο της Κουγιαβίας είναι το Μπίντγκοστς.[4] Επίσης το νότιο τμήμα του Τόρουν (Πόντγκους) βρίσκεται στην ιστορική περιοχή.[5]
Μερικοί εθνογράφοι και ιστορικοί, για παράδειγμα ο Όσκαρ Κόλμπεργκ και ο Ζίγκμουντ Γκλόγκερ, υπολογίζουν τα εδάφη των Ντόμπζιν και Χέουμνο βορειοανατολικά του Βιστούλα ως τμήματα της Κουγιαβίας.
Οι απαρχές του κράτους στην Κουγιαβία συνδέονται με το φυλετικό κράτος των Δυτικών Σλάβων Γκοπλάνων. Οι Γκοπλάνοι, τους οποίους ορισμένοι ερευνητές ταυτίζουν με τους Μασοβιανούς-Κλομπιανούς ή απλώς με τους Κουγιάβιους, είχαν δημιουργήσει μια χώρα με κύρια κέντρα την Κρουσφίτσα, στη βόρεια όχθη της λίμνης Γκόπουο. Κατά τη διάρκεια του 10ου αιώνα, η επικράτειά τους κατακτήθηκε από μια άλλη δυτικοσλαβική φυλή, οι Δυτικοί Πολάνοι εγκαταστάθηκαν στην γειτονική γη της Μείζονος Πολωνίας γύρω από το Πόζναν και το Γκνιέζνο και μετά το θάνατο του Δούκα Μιέσκο Α΄ της Πολωνίας το 992, τα εδάφη της Κουγιαβίας ήταν μέρος του πρώιμου Δουκάτου της Πολωνίας, που αναφέρεται ως Τσίβιτας Σκινέσγκε (Civitas Schinesghe), όπως περιγράφεται στο Dagome iudex.
Σύμφωνα με τον Άντζεϊ Μπανκόφσκι, οι Πολάνοι είχαν μετακομίσει στην περιοχή της Μείζονος Πολωνίας αφού έπρεπε να φύγουν μαζί με τους Μοραβιανούς από τα πρώην παννονικά εδάφη τους, που κατακτήθηκαν από τους Άβαρους. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Γκοπλάνους, οι Πολάνοι υποστηρίχθηκαν από έναν στρατό της Μεγάλης Μοραβίας. Ως αποτέλεσμα της κατάληψης του εδάφους των Γκοπλάνων, τα εδάφη της Κουγιαβίας ήταν υπό την ισχυρή επιρροή του παννονικού πολιτισμού και έχασαν το πρωταρχικό τους μασοβιανό πνεύμα.
Όταν το όνομα Cuiavia προέκυψε για πρώτη φορά στο παπικό διάταγμα του Γκνιέζνο του 1136, αναφερόταν στα εδάφη ανατολικά της Μείζονος Πολωνίας γύρω από την Κρουσφίτσα και το Βουοτσουάβεκ, που συνορεύουν με τον ποταμό Βιστούλα. Το παπικό διάταγμα επιβεβαίωσε τη θέση της Επισκοπής της Κουγιαβίας στο Βουοτσουάβεκ ως επισκοπής της Αρχιεπισκοπής του Γκνιέζνο.
↑Administrator. «Kujawy». www.nasze.kujawsko-pomorskie.pl. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Νοεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017.
↑Βαρντζίνσκα, Μάρια (2009). Był rok 1939. Operacja niemieckiej policji bezpieczeństwa w Polsce. Intelligenzaktion (στα Πολωνικά). Βαρσοβία: Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης. σελ. 158-161, 208-209.