Η διάλυση της Βουλής και η προκήρυξη των εκλογών του 1952 επέτεινε τη ροή κεντρώων στελεχών προς τον Ελληνικό Συναγερμό. Το κόμμα ενισχύθηκε με τις προσχωρήσεις επιπλέον βουλευτών του Κέντρου, όπως του Εμμανουήλ Τσουδερού και άλλων 23, προερχόμενων από το Κόμμα Φιλελευθέρων, ενώ ακολούθησε και η μαζική προσχώρηση πολιτευτών και μικρότερου βεληνεκούς στελεχών. Στις 25 Οκτωβρίου οριστικοποιήθηκε και η κάθοδος του ίδιου του Γεωργίου Παπανδρέου, με την ιδιότητα, ωστόσο, του ανεξαρτήτου. Στις εκλογές ο Συναγερμός κέρδισε 247 έδρες και με την επιτυχία αυτή έγινε το πρώτο κόμμα που εξασφάλισε μεταπολεμικά απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή των Ελλήνων.
Κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου ο Ελληνικός Συναγερμός υπήρξε ο νικητής όλων των επαναληπτικών εκλογών που διεξήχθησαν για την πλήρωση κενωθεισών εδρών, ενώ δέχτηκε και προσχωρήσεις βουλευτών από το Κόμμα Φιλελευθέρων. Ωστόσο, στις 13 Απριλίου1953 ο Γεώργιος Παπανδρέου αποχώρησε από το Συναγερμό, διαφωνώντας με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.[4]
Τον Απρίλιο του 1954 επήλθε διαφωνία μεταξύ Παπάγου και Μαρκεζίνη, που είχε ως αποτέλεσμα την παραίτηση του δευτέρου από την κυβέρνηση. Το Νοέμβριο του ίδιου έτους ακολούθησε η ανεξαρτητοποίηση του Μαρκεζίνη μαζί με άλλους 22 βουλευτές φιλικά προσκείμενων σε αυτόν, ενώ λίγους μήνες αργότερα ίδρυσε το Κόμμα Προοδευτικών καταφέρνοντας να πάρει μαζί του άλλους επτά βουλευτές.[5]
Στις 21 Νοεμβρίου διεξήχθησαν οι δημοτικές εκλογές. Στις εκλογές αυτές, αν και το κόμμα δεν έδωσε πολιτικό χαρακτήρα, ούτε χρίσματα σε υποψηφίους δημάρχους, ο συναγερμικός χώρος κέρδισε στην πλειονότητα των δήμων, ωστόσο έχασε στις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς, Ηράκλειο) από υποψηφίους με αντιπολιτευτικό και αντισυναγερμικό λόγο.
Από τα τέλη του 1954 η υγεία του Παπάγου είχε αρχίσει να κλονίζεται και συνεχώς επιδεινωνόταν με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να ασκήσει επαρκώς τα καθήκοντά του. Γι' αυτό το λόγο κρίθηκε σκόπιμος ο διορισμός των Κανελλόπουλου και του Στεφανόπουλου ως αντιπροέδρων. Στις 4 Οκτωβρίου1955, και ενώ η κατάσταση της υγείας του είχε χειροτερέψει κατά πολύ, ο Παπάγος όρισε το Στεφανόπουλο ως αναπληρωτή πρωθυπουργό. Ωστόσο, λίγες ώρες μετά πέθανε.
Στις μετέπειτα διεργασίες για τη διάδοχη κατάσταση στην Κυβέρνηση και στο κόμμα, υπήρξε η πρόθεση σύγκλησης της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, η οποία θα εξέλεγε τον αρχηγό του κόμματος και προτεινόμενο πρωθυπουργό. Ο βασιλιάς διαφώνησε με αυτή τη διαδικασία και έδωσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο Καραμανλής σχημάτισε ταχύτατα κυβέρνηση παρά τις αντιδράσεις των ηγετικών παραγόντων του Ελληνικού Συναγερμού. Μετά την ορκωμοσία της κυβέρνησης, συνεκλήθη η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, η οποία αποφάσισε να στηρίξει τον Καραμανλή, ενώ εξέλεξε και πενταμελή διοικούσα επιτροπή αποτελούμενη από τους Τσουδερό, Κανελλόπουλο, Στεφανόπουλο, Καραμανλή και Ροδόπουλο. Η κυβέρνηση Καραμανλή έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, ενώ ο Ηρακλής Σακκαλής διαφώνησε και ανεξαρτητοποιήθηκε.
Η νέα κυβέρνηση είχε δικαίωμα διάλυσης της Βουλής και προκήρυξης εκλογών. Προς τούτο, στις 4 Ιανουαρίου1956 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανακοίνωσε την ίδρυση της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως (Ε.Ρ.Ε.), στην οποία προσχώρησαν 174 βουλευτές του Συναγερμού και η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών και οπαδών του κόμματος, ενώ την ίδια ημέρα ο Στέφανος Στεφανόπουλος ανακοίνωσε την ίδρυση του Λαϊκού Κοινωνικού Κόμματος (Λ.Κ.Κ.), στο οποίο εντάχθηκαν 13 βουλευτές. Από τους υπόλοιπους βουλευτές του Συναγερμού, ένας μικρός αριθμός συντάχθηκε με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, χωρίς ωστόσο να προσχωρήσουν στην Ε.Ρ.Ε., άλλοι τήρησαν αδιευκρίνιστη στάση και άλλοι δεν θα πολιτεύονταν.
Οι εξελίξεις αυτές σήμαναν την αδρανοποίηση του Ελληνικού Συναγερμού.
↑Roudometof, Victor (2002), Collective Memory, National Identity, and Ethnic Conflict: Greece, Bulgaria, and the Macedonian Question, Praeger Publishers, p. 98