Ο Θεόδωρος ελευθερώθηκε όταν ο Βούλγαρος τσάρος έμεινε χήρος και παντρεύτηκε την κόρη του (1237). Αν και είχε τυφλωθεί ανέκτησε τη Θεσσαλονίκη από τον Μανουήλ και τοποθέτησε αυτοκράτορα τον μεγαλύτερο γιο του, Ιωάννη. Ο Μανουήλ κατέφυγε στη Νίκαια και με την υποστήριξη του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη ανέκτησε από τον αδελφό του τη Θεσσαλία (1239). Ο Ιωάννης πέθανε (1244) και τον διαδέχτηκε ο μικρότερος αδελφός του, Δημήτριος Αγγελοδούκας, υπό την υψηλή κυριαρχία του πατέρα του, Θεόδωρου, που δεν μπορούσε να κυβερνήσει ο ίδιος λόγω της ασθένειας του. Ο Δημήτριος, όντας ανίκανος και με τάσεις για διασκεδάσεις και σπατάλες, προκάλεσε την οργή των κατοίκων της πόλης, οπότε ο Βατάτζης ανέτρεψε εύκολα τη δυναστεία και διέλυσε την Αυτοκρατορία (1246).
Μετά την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης, η οποία στην κραταιά Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν η δεύτερη πόλη μετά την πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη, ο Θεόδωρος διεκδίκησε τον αυτοκρατορικό τίτλο για λογαριασμό του, αμφισβητώντας τα δικαιώματα της Νίκαιας. Με την υποστήριξη των επισκόπων από την Ήπειρο στέφθηκε αυτοκράτορας στη Θεσσαλονίκη και η στέψη του έγινε από τον αρχιεπίσκοπο της ΟχρίδαςΔημήτριο Χωματηνό. Η ημερομηνία της στέψης του είναι άγνωστη, άλλοι ιστορικοί την καταγράφουν το 1225, άλλοι τη διετία 1227 - 1228[11][12]. Οι μόνοι ικανοί να σταματήσουν τις αυτοκρατορικές του φιλοδοξίες ήταν ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης και ο τσάρος της Βουλγαρίας Ιβάν Ασέν Β΄. Οι Νικαιώτες κυρίευσαν την Αδριανούπολη από τους Λατίνους (1225), αλλά ο Θεόδωρος βάδισε γρήγορα στη Θράκη και τους ανάγκασε να του παραδώσουν όλες τις Ευρωπαϊκές τους κτήσεις. Ο Θεόδωρος ήταν έτοιμος να επιτεθεί στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η εκστρατεία καθυστέρησε για άγνωστους λόγους, οπότε οι Λατίνοι στο μεταξύ μπόρεσαν να προχωρήσουν σε συμμαχία με τον Βούλγαρο τσάρο Ιβάν Ασέν Β΄[13].
Συντριβή από τους Βούλγαρους
Ο Θεόδωρος αποφάσισε να κάνει την τελική του επίθεση στην Κωνσταντινούπολη (1230), αλλά για άγνωστο λόγο έκανε στροφή στα βόρεια για τη Βουλγαρία προκειμένου να αντιμετωπίσει απευθείας τον ίδιο τον Ιβάν Ασέν Β΄. Ακολούθησε η Μάχη της Κλοκοτνίτσας, στην οποία οι Ηπειρώτες γνώρισαν μεγάλη συντριβή από τους Βούλγαρους. O ίδιος ο Θεόδωρος συνελήφθη αιχμάλωτος του Ιβάν Ασέν Β΄ και αργότερα τυφλώθηκε[14][15].
Η συντριβή και η αιχμαλωσία του Θεόδωρου είχε σαν αποτέλεσμα την απώλεια ολόκληρου του βασιλείου του: η Θράκη, το μεγαλύτερο τμήμα της Μακεδονίας και η Αλβανία πέρασαν στα χέρια των Βουλγάρων που έγιναν η ισχυρότερη δύναμη στα Βαλκάνια[15][16]. Ο αδελφός του, Μανουήλ, κυβέρνησε την πόλη της Θεσσαλονίκης, τα περίχωρα της και τα οικογενειακά εδάφη στη Θεσσαλία και την Ήπειρο υπό την ψηλή κυριαρχία του ίδιου του Βούλγαρου βασιλιά που ήταν πεθερός του. Ο Μανουήλ στράφηκε στους παραδοσιακούς αντιπάλους του αδελφού του στη Νίκαια και αναζήτησε συμμαχία μαζί τους, αναγνώρισε την επικυριαρχία του Βατάτζη, τα δικαιώματά του στον αυτοκρατορικό θρόνο και την εκκλησιαστική κυριαρχία του πατριάρχη της Νίκαιας[17]. Ο Μιχαήλ Β΄ Κομνηνός Δούκας, νόθος γιος του Μιχαήλ Α΄, επέστρεψε στο Δεσποτάτο που ίδρυσε ο πατέρας του και ανέλαβε τη διακυβέρνηση του. Ο Μανουήλ τον αναγνώρισε και του έδωσε τον τίτλο του Δεσπότη υπό την προϋπόθεση να είναι υποτελής απέναντί του. Ο Μιχαήλ Β΄ αποκήρυξε σύντομα την υποτέλεια και κυβέρνησε σαν ανεξάρτητος Δεσπότης (1236 - 1237), κατέλαβε την Κέρκυρα και όλα τα διατάγματα που εκδόθηκαν εκείνη την εποχή εμφανίζουν το όνομα του[18].
Ανακατάληψη της Θεσσαλονίκης
Η κυβέρνηση του Μανουήλ στην Αυτοκρατορία της Θεσσαλονίκης διατηρήθηκε μέχρι το 1237. Την ίδια χρονιά ο Ιβάν Ασέν Β΄ έμεινε χήρος, προχώρησε σε δεύτερο γάμο με την κόρη του Θεοδώρου, Ειρήνη, και απελευθέρωσε τον αιχμάλωτο πεθερό του. Ο Θεόδωρος, αν και τυφλός, ανακατέλαβε εύκολα τη Θεσσαλονίκη από τον αδελφό του και τοποθέτησε αυτοκράτορα τον γιο του, Ιωάννη, αλλά ουσιαστικά εξουσίαζε ο ίδιος πίσω από τον θρόνο[19][20]. Ο Μανουήλ δραπέτευσε στον αντίπαλο του αδελφού του, Βατάτζη, με τη βοήθεια του οποίου ανακατέλαβε πολλές Θεσσαλικές πόλεις, όπως τη Λάρισα και τα Φάρσαλα, και ήταν έτοιμος να βαδίσει για τη Θεσσαλονίκη (1239). Ο Θεόδωρος, μπροστά στον καταστροφικό κίνδυνο εμφυλίου, δέχτηκε να αναγνωρίσει τον Μανουήλ ως βασιλιά της Θεσσαλίας υπό την προϋπόθεση να διατηρήσει ο ίδιος με τον γιο του την Αυτοκρατορία της Θεσσαλονίκης. Ο Μανουήλ κυβέρνησε τη Θεσσαλία μέχρι τον θάνατό του (1241) και στη συνέχεια ανακατέλαβε αμέσως την περιοχή ο ανιψιός του, Μιχαήλ Β΄ της Ηπείρου[21].
Το τέλος της Αυτοκρατορίας
Ο Θεόδωρος πήγε στη Νίκαια ως προσκεκλημένος του Βατάτζη (1241), αλλά ο Αυτοκράτορας της Νίκαιας τον αιχμαλώτισε με δόλο και προχώρησε για να κατακτήσει τη Θεσσαλονίκη. Διέκοψε όμως την εκστρατεία όταν έμαθε ότι οι Μογγόλοι έκαναν εισβολή στη Μικρά Ασία. Στην τελική συμφωνία που έγινε, ο γιος του Θεόδωρου, Ιωάννης, παρέμεινε αυτοκράτορας της Θεσσαλονίκης με τον τίτλο του Δεσπότη υπό την υψηλή κυριαρχία του Βατάτζη που θα είχε επίσης όλα τα αυτοκρατορικά δικαιώματα[19][22]. Ο Ιωάννης πέθανε (1244) και τον διαδέχτηκε ο μικρότερος αδελφός του, Δημήτριος Κομνηνός Δούκας, ο οποίος ήταν σπάταλος και επιπόλαιος ηγεμόνας, με αποτέλεσμα να προκαλέσει το μίσος των κατοίκων της πόλης[23]. Ο Βατάτζης ξεκίνησε εκστρατεία για την Ευρώπη (1246), κατέλαβε από τη Βουλγαρία τη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία, ενώ ο Μιχαήλ Β΄ της Ηπείρου κατέλαβε αντίστοιχα τη Δυτική Μακεδονία. Ο Βατάτζης βάδισε στη συνέχεια στη Θεσσαλονίκη και ζήτησε από τον Δημήτριο να εμφανιστεί. Εκείνος, καταλαβαίνοντας τους σκοπούς του, το αρνήθηκε, οι οπαδοί του Βατάτζη όμως στη Θεσσαλονίκη του άνοιξαν τις πύλες. H Αυτοκρατορία της Θεσσαλονίκης διαλύθηκε, ο Δημήτριος εξορίστηκε στη Βιθυνία και σε λίγο καιρό σε ολόκληρη τη Μακεδονία τοποθετήθηκε κυβερνήτης ο Μέγας ΔομέστικοςΑνδρόνικος Παλαιολόγος. Ο Θεόδωρος, τυφλός και απομονωμένος στην Έδεσσα, δεν μπορούσε να παρακολουθήσει τις εξελίξεις[19][24].
Η επόμενη μέρα
Οι φιλοδοξίες της οικογένειας συνεχίστηκαν με τον ανιψιό του Θεοδώρου, Μιχαήλ Β΄ της Ηπείρου, που έκανε επίμονες προσπάθειες να ανακαταλάβει τη Θεσσαλονίκη και να δημιουργήσει ξανά το νέο ισχυρό Ηπειρώτικο κράτος που θα διεκδικούσε την Κωνσταντινούπολη. Η πρώτη επίθεση έγινε την τριετία 1251 - 1253 με την προτροπή του ηλικιωμένου θείου του, Θεόδωρου, που ήθελε να εκδικηθεί την ανατροπή του γιου του. Ο Μιχαήλ Β΄ ηττήθηκε και αναγκάστηκε να δώσει όμηρο στον Βατάτζη τον Θεόδωρο, ο οποίος πέθανε σε αιχμαλωσία στη Νίκαια (1253). Ο Βατάτζης πέθανε και αυτός την επόμενη χρονιά (1254), αλλά οι διεκδικήσεις του Μιχαήλ Β΄ απέναντι στη Νίκαια συνεχίστηκαν και προχώρησε σε συμμαχίες με τον πανίσχυρο Πρίγκιπα της ΑχαΐαςΓουλιέλμο Β΄ Βιλλεαρδουίνο και τον Μανφρέδο της Σικελίας. Στη Μάχη της Πελαγονίας που ακολούθησε (1259) οι σύμμαχοι γνώρισαν τη συντριβή από τον στρατό του Ιωάννη Παλαιολόγου, αδελφού του μελλοντικού αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄. Ο θρίαμβος της Πελαγονίας οδήγησε στην ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τη Δυναστεία των Παλαιολόγων (15 Αυγούστου 1261)[25][26].
Hendy, Michael F. (1999). Catalogue of the Byzantine Coins in the Dumbarton Oaks Collection and in the Whittemore Collection, Volume 4: Alexius I to Michael VIII, 1081–1261 – Part 1: Alexius I to Alexius V (1081–1204) (στα Αγγλικά). Washington, District of Columbia: Dumbarton Oaks Research Library and Collection. ISBN0-88402-233-1.
Bredenkamp, François (1996). The Byzantine Empire of Thessaloniki (1224–1242) (στα Αγγλικά). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης. ISBN9608433177.
Σταυρίδου-Ζαφρακά, Αλκμήνη (1990). Νίκαια και Ήπειρος τον 13ο αιώνα. Ιδεολογική αντιπαράθεση στην προσπάθειά τους να ανακτήσουν την αυτοκρατορία. Θεσσαλονίκη.
Σταυρίδου-Ζαφρακά, Αλκμήνη (1992). «Η κοινωνία της Ηπείρου στο κράτος του Θεόδωρου Δούκα». Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου για το Δεσποτάτο της Ηπείρου (Άρτα, 27‐31 Μαΐου 1990). Άρτα: Μουσικοφιλολογικός Σύλλογος Άρτης «Ο Σκουφάς». σελίδες 313–333.
Σταυρίδου-Ζαφρακά, Αλκμήνη (1999). «The Empire of Thessaloniki (1224–1242). Political Ideology and Reality». Βυζαντιακά19: 211–222.