Ο Ασότ/Ασώτιος Α΄ ο Μέγας, γεωργιανά: აშოტ I დიდი Αshot I Didi, (απεβ. το 826/830) ήταν πρίγκιπας της Ιβηρίας (σημερινής Γεωργίας), ο πρώτος του Οίκου των Βαγρατιδών-Ιβηρίας που έλαβε αυτό το αξίωμα περί το 813. Από την έδρα του στο Τάο-Κλαρτζέτι πολέμησε, για να διευρύνει τα εδάφη των Βαγκρατιδών και αναζήτησε τη Βυζαντινή υποτέλεια ενάντια στην Αραβική κατάκτηση, μέχρι που δολοφονήθηκε περί το 826. Ο Ασότ Α΄ είναι γνωστός και ως Ασότ Α΄ ο Κουροπαλάτης, από τον Βυζαντινό τίτλο του κουροπαλάτη που έφερε. Προστάτης του χριστιανικού πολιτισμού και φίλος της εκκλησίας, έχει αγιοποιηθεί από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας.
Βιογραφία
Ο Ασότ Α΄ ήταν γιος του Ίβηρα ευγενή Aδαρνάση Α΄, που είχε ιδρύσει το κληρονομικό φέουδο των Μπαγκρατόνι στο Tάο-Κλαρτζέτι (τώρα στη βορειοανατολική Τουρκία) και κληροδότησε στον γιο του εκτεταμένες περιουσίες, που απέκτησε όταν εξέλιπαν οι εξάδελφοί του Γκουαραμίδες και Χοσροείδες. Ο Ασότ Α΄ αρχικά απέτυχε να αποκτήσει βάση στην κεντρική Ιβηρική (Σίντα Κάρτλι)· οι προσπάθειές του ναυάγησαν από τον αραβικό έλεγχο της Τιφλίδας. Ο Ασότ Α¨ εγκαταστάθηκε στο πατρογονικό του δουκάτο Κλαρτζέτι, όπου αποκατέστησε το κάστρο του Αρτανούτζι που λέγεται ότι κτίστηκε από τον Ίβηρα βασιλιά Βάχτανγκ Α΄ Γκοργκασάλι τον 5ο αι., και έλαβε τη Βυζαντινή προστασία, αναγνωρίζοντας ως πρίγκιπα και Κουροπαλάτη της Ιβηρίας. Για να αναβιώσει τη χώρα που είχε καταστραφεί από τους Άραβες και τις επιδημίες χολέρας, προστάτευσε τις τοπικές μοναστικές κοινότητες, που ίδρυσε ο Γκριγκόλ Χαντζτέλι και ενθάρρυνε την εγκατάσταση των Γεωργιανών στην περιοχή. Ως αποτέλεσμα, το πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο της Ιβηρικής μεταφέρθηκε ουσιαστικά από την κεντρική Ιβηρική στα νοτιοδυτικά, στο Tάο-Κλαρτζέτι. [2]
Από τη βάση του στο Tάο-Κλαρτζέτι ο Ασότ Α΄ πολέμησε, για να ανακτήσει περισσότερα Γεωργιανά εδάφη από την Αραβική κατοχή και, αν και όχι πάντα επιτυχής, κατάφερε να πάρει πολλά από τα γειτονικά εδάφη από το Tάο στα νοτιοδυτικά ως το Σίντα Κάρτλι στα βορειοανατολικά, συμπεριλαμβανομένων των Kόλα, Aρτάνι, Τζαβαχέτι, Σάμτσχε, και Τριαλέτι. Από τις πρώην κτήσεις των Χοσροειδών, μόνο το Καχέτι στα ανατολικά του διέφυγε. Με τους εντόπιους Άραβες εμίρηδες στον Καύκασο να γίνονται όλο και πιο ανεξάρτητοι, ο χαλίφης αναγνώρισε τον Ασότ Α΄ ως πρίγκιπα της Ιβηρίας, προκειμένου να αντιμετωπίσει περί το 818 τον επαναστατημένο Ισμαΐλ ιμπν Σουάιμπ εμίρη της Τιφλίδας. Ο εμίρης είχε στρατολογήσει την υποστήριξη τού εχθρού τού Ασότ Α΄, τού Γκριγκόλ πρίγκιπα του Καχέτι, και των Γεωργιανών ορεσίβιων φυλών Mτιουλέτι και Tσαναρέτι. Ο Ασότ Α΄, μαζί με τον Βυζαντινό υποτελή Θεοδόσιο Β΄ ηγεμόνα της Αμπχαζίας, συνάντησε τον εμίρη στο Κσάνι, κέρδισε τη νίκη και απώθησε τους Καχέτιους από τα εδάφη της κεντρικής Ιβηρικής.
Οι τύχες των Βαγρατιδών αντιστράφηκαν, όταν ο Χαλίντ ιμπν Γιαζίντ, αντιβασιλιάς του χαλίφη στην Αρμενίγια, κινήθηκε για να ενισχύσει την κεντρική Αραβική εξουσία στις Καυκάσιες πολιτικές το 827/8. Ο Ασότ Α΄ πρέπει να ήταν ακόμη ζωντανός εκείνη την εποχή· οι πληροφορίες που παρέχονται από τον Γεωργιανό χρονικογράφο του 11ου αι. Σουμπάτ, σύμφωνα με τον οποίο ο Ασότ Α΄ δολοφονήθηκε το 826, είναι αμφίβολες. Το πιο πιθανό είναι ότι απεβίωσε τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 29 Ιανουαρίου 830. Διωκόμενος από τους Άραβες από την κεντρική Ιβηρία, ο Ασότ Α΄ οπισθοχώρισε στην κοιλάδα Nιγκάλι, όπου δολοφονήθηκε από αποστάτες επάνω στον βωμό μίας τοπικής εκκλησίας. [5] [6]
Μετά το τέλος του Ασότ Α΄, οι κτήσεις του παραχωρήθηκαν στους τρεις γιους του: τον Βαγράτ Α΄, τον Αδαρνάση Β΄ και τον Γκουάραμ. Η κόρη του παντρεύτηκε τον Θεοδόσιο Β΄ της Αμπχαζίας.
Παραπομπές
- ↑ 1,0 1,1 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
- ↑ Rapp, Stephen H. (2003), Studies in Medieval Georgian Historiography: Early Texts And Eurasian Contexts, passim. Peeters Publishers, (ISBN 90-429-1318-5)
- ↑ Rapp (2003), p. 356
- ↑ Toumanoff, Cyril (1956), "Date of the death of the Kouropalates Ashot". Le Muséon, LXIX, 1—2: 83—85
Πηγές