Η Φιλαρμονική Σχολή Πάλλης αποτελεί Σωματείο που εδρεύει και δραστηριοποιείται στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς. Σκοπός του σωματείου, όπως ορίζεται από τα Καταστατικά του (1904 και 1972) είναι «η δωρεάν διδασκαλία και εκπαίδευσις των νέων αμφοτέρων των φύλων εκ της Επαρχίας Πάλλης καταγομένων φωνητικής και οργανικής μουσικής, η συντήρησις μουσικού σώματος, η διατήρησις της μουσικής παραδόσεως εν Ληξουρίω και εν τη Επαρχία Πάλλης γενικότερον, η προαγωγή της μουσικής εν Ληξουρίω ….».
Κατά τη βιβλιογραφία και τις αρχικές πληροφορίες προσδιορίζεται η ίδρυση της Σχολής μεταξύ των ετών 1834 – 1839. Πρόκειται δηλαδή, πιθανότατα, για την αρχαιότερη Φιλαρμονική στην Ελλάδα. Με την ίδρυση, τότε, της Φιλαρμονικής του το Ληξούρι πρωτεύει στο «πολιτιστικό κίνημα» κατά το οποίο, εντός μιας πεντηκονταετίας περίπου, ιδρύθηκαν στα Επτάνησα Φιλαρμονικές Σχολές, με στόχο την πολιτιστική ανάπτυξη αλλά και την Εθνική συνειδητοποίηση των κατοίκων τους, κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας. Η ίδρυση των Φιλαρμονικών αυτών, δεν αφορά απλώς τη διατήρηση και «οργάνωση» μιας υπάρχουσας παράδοσης, αλλά πρόκειται για το γενεσιουργό παράγοντα μιας σημαντικότατης συνιστώσας του Ελληνικού Πολιτισμού: της έντεχνης μουσικής έκφρασης μέσα από οργανικά σύνολα, την οποία αρχικά δι’ αυτών ακριβώς των Φιλαρμονικών και αργότερα μέσα από Συμφωνικές Ορχήστρες υπηρέτησαν μεγάλοι Κεφαλλονίτες μουσουργοί (Λαυράγκας, Τζανής – Μεταξάς, Τ. Δελλαπόρτας κλπ.).
Στο Αρχείο του ιστορικού Ηλία Τσιτσέλη σώζεται αντίγραφο του πρώτου «Καταστατικού» της Σχολής το οποίο εντόπισε και δημοσίευσε ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου ΠατρώνΓεώργιος Μοσχόπουλος σε ανακοίνωσή του στο Συνέδριο Ιστορίας της Επτανησιακής Μουσικής με τίτλο «Συμβολή στην Ιστορία της Επτανησιακής Μουσικής», που διεξήχθη στο Αργοστόλι και στο Ληξούρι το 1995.[1] Στο Καταστατικό αυτό, που χρονολογείται από το έτος 1839, υπογραμμίζονται οι δημοκρατικές διαδικασίες της ομάδας που ίδρυσε τη Σχολή, της οποίας δραστήριο μέλος ήταν ο δεκαεξαετής Πέτρος Ιακώβου Σκαρλάτος. Επιπλέον, ορίζεται σαφώς ότι οι μετέχοντες στην κίνηση αυτή νέοι του Ληξουρίου συνέρχονται σε σώμα προκειμένου να διδαχθούν την Τέχνη της Μουσικής και προς το σκοπό αυτό αποφασίζουν την δι’ εξόδων τους πρόσληψη διδασκάλου και καταστρώνουν κανονισμό για την εκπαίδευσή τους. Πρόκειται δηλαδή για την πρώτη στον Ελληνικό χώρο οργάνωση Σχολής με σκοπό την παροχή μουσικής παιδείας, για το πρώτο σωματείο με κύριο σκοπό τη μουσική λαϊκή επιμόρφωση.
Ο μουσικολόγος Γεώργιος Ραυτόπουλος σε τόμο που αφιερώνει στον Πέτρο Ι. Σκαρλάτο, ιδρυτή της Σχολής και διακεκριμένο μουσουργό, παρουσιάζει φωτογραφίες του θυρεού της Φιλαρμονικής, όπου αναγράφεται ως ημερομηνία ίδρυσης το 1834. Ο ιστορικός της Κεφαλλονιάς Ηλίας Α. Τσιτσέλης, που χρημάτισε Πρόεδρος της Φιλαρμονικής, αναφέρει στα Σύμμικτά του (τ. Α’), βιογραφώντας τον Πέτρο Σκαρλάτο, ως χρονολογία ιδρύσεως το 1837. Ο Κεφαλλονίτης σατυρικός και ιστοριοδίφης Χρήστος Βουνάς αναφέρει ως χρονολογία ίδρυσης το 1837 ή το 1836. Ενώπιον της διακύμανσης αυτών των χρονολογιών υποθέτουμε ότι η ίδρυση της Σχολής προετοιμάζεται ενωρίτερα ακόμη και από την κρατούσα χρονολογία (1836) και ότι λειτουργούσε άτυπα.
Ιδιαιτέρως διακεκριμένη στιγμή στη λειτουργία της Σχολής αναφέρεται από τον Τσιτσέλη η διάλυση της Μπάντας το 1839 υπό την πίεση της Βρετανικής Προστασίας «διότι οι μαθηταί ηρνήθησαν να παιανίσουν τον Αγγλικόν Υμνον, καθ' α διέταξεν η Αρχή». Το 1855 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Σχολής, ως "Φιλαρμονική Σχολή Ληξουρίου", ο Πέτρος Σκαρλάτος έως το 1863.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα ως σήμερα, συνεχώς και αδιαλείπτως, η Φιλαρμονική Σχολή Ληξουρίου και αργότερα «Πάλλης», διανύει τροχιά σχεδόν δυο αιώνων. Στην πορεία αυτή θεμελιώνεται σε στέρεες βάσεις και ασκεί στην πόλη του Ληξουρίου το λειτούργημα της δωρεάν μουσικής διαπαιδαγώγησης των νέων. Καμία αντίξοος εποχή ή συνθήκη δεν στάθηκε ικανή να αναστείλει την εκπαιδευτική αυτή δραστηριότητά της. Ούτε οι πόλεμοι που συντάραξαν όλη την Ευρώπη στη διάρκεια του 20ού αιώνα, ούτε η διχαστική λαίλαπα του εμφυλίου πολέμου. Χαρακτηριστική δε είναι η αντίδραση της Φιλαρμονικής κατά τους μεγάλους σεισμούς του 1953, οι οποίοι κατέστησαν τα νησιά σωρό ερειπίων. Ανασύροντας από τα ερείπια όργανα και στολές, η Φιλαρμονική συνεχίζει στο ερειπωμένο και τρομοκρατημένο Ληξούρι να ίσταται μόνη αυτή λειτουργώντας σε ένα από τα λίγα διασωθέντα κτήρια, το κατάστημα του Γηροκομείου Ληξουρίου.
Στις αναγνωρίσεις του πνευματικού κόσμου της Ελλάδας προς τη Φιλαρμονική, πρωτεύουσα θέση κατέχει η βράβευσή της από την Ακαδημία Αθηνών κατά την πανηγυρική της συνεδρία της 30 – 12 – 1982 «… ότι επί μακρά έτη τη λαμπρά των Ιονίων Νήσων παραδόσει επομένη, ευδοκίμως την μουσικήν παιδείαν θεραπεύει…»