Η καταδυτική δραστηριότητα περιορίζεται σε σχετικά μικρά βάθη, καθώς ακόμα και οι ατμοσφαιρικές καταδυτικές στολές δεν είναι ικανές να αντέξουν τις πιέσεις που αναπτύσσονται σε μεγάλα βάθη. Επίσης, περιορίζεται σε δρατηριότητες που δεν είναι εξαιρετικά επικίνδυνες, αν και το επίπεδο αποδεκτού κινδύνου διαφέρει σημαντικά από δύτη σε δύτη. Σε ορισμένες περιπτώσεις και συνήθως οι επαγγελματίες δύτες είναι δυνατό να καταδύονται σε υγρά διαφορετικά από το νερό.
Ο όρος βαθειά κατάδυση σχετίζεται κυρίως με την υποβρύχια κατάδυση που διεξάγεται με παροχή επιφανείας και αναφέρεται συχνά στη χρήση σκαφάνδρου και της παραδοσιακής καταδυτικής στολής. Η κατάδυση με καταδυτικό κράνος γενικότερα, στην οποία περιλαμβάνεται και το παραδοσιακό ορειχάλκινο σκάφανδρο γίνεται με ποικίλες μορφές κράνους ελεύθερης ροής αέρα και βαλβίδες ελαφράς ζήτησης αναπνευστικού μείγματος.
Η κατάδυση αναψυχής είναι δημοφιλής δραστηριότητα, που άπτεται του ζητήματος του εναλλακτικούτουρισμού, όπως φαίνεται από την ιστορία του καταδυτικού τουρισμού[2]. Η τεχνική κατάδυση είναι κλάδος της κατάδυσης αναψυχής. Η επαγγελματική κατάδυση με τη σειρά της, (εμπορική κατάδυση,κατάδυση για επιστημονική έρευνα ή οικονομικό κέρδος) αντιπροσωπεύει μια γκάμα καταδυτικών δραστηριοτήτων σε υποβρύχιο περιβάλλον. Η κατάδυση σωμάτων ασφαλείας σχετίζεται με το υποβρύχιο έργο που παράγεται από τα σώματα ασφαλείας, όπως είναι η διάσωση από πυρκαγιά, η ανάκτηση πνιγμένων και η έρευνα και διάσωσηκαι γίνεται από επαγγελματίες των σωματων ασφαλείας, συχνά με την εμπλοκή εθελοντών. Η στρατιωτική κατάδυση περιλαμβάνει την κατάδυση μάχης, την ναρκαλιευτική κατάδυση αφοπλισμού ναρκών και την επισκευή πολεμικών πλοίων.
Η καταδυτική εκπαίδευση, εξαρτάται από τον τύπο εξοπλισμού, το είδος της κατάδυσης και του μείγματος που χρησιμοποιείται ως καταδυτικό αέριο.
Η υποβρύχια κατάδυση ασκούνταν από αρχαίους πολιτισμούς για την ανάκτηση βυθισμένων πολύτιμων υλικών και σε πολεμικές εκστρατείες. Στους αρχαίους χρόνους η ελεύθερη κατάδυση ήταν η μοναδική επιλογή με εξαίρεση την περιστασιακή χρήση καλαμιών, δερμάτινων ασκών και ξύλινων καταδυτικών κωδώνων[3]. Οι αρχαίοι δύτες αντιμετώπιζαν τα ίδια προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι δύτες, όπως είναι η νόσος των δυτών και η λιποθυμία κατά τη διάρκεια παρατεταμένης παραμονής στο βυθό με κράτημα αναπνοής.
Η υποβρύχια κατάδυση εμπορική μάλλον στη φύση της, παρά για σκοπούς αναψυχής, είναι πιθανό πως ξεκίνησε από την αρχαία Ελλάδα, καθώς τόσο ο Πλάτων όσο και ο Όμηρος αναφέρουν τη χρήση του σπόγγου. Το νησί Κάλυμνος ήταν κύριο κέντρο σπογγαλιείας.Με τη χρήση λίθινων βαρών (σκανδαλόπετρα) καταδύονταν σε βάθη μέχρι 30 μέτρα για να συλλέξουν σπόγγους[4].
Η Μεσόγειος θάλασσα υπήρξε σημαντικό πεδίο διακίνησης εμπορικών αγαθών. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα την ύπαρξη πολλών ναυαγίων με αποτέλεσμα να μισθώνονται δύτες για την ανάκτηση όσων εμπορευμάτων μπορούσαν να διασωθούν από τον βυθό[5]. Οι δύτες καταδύονταν έως το ναυάγιο και επέλεγαν προς διάσωση τα πολυτιμότερα των εμπορευμάτων. Η επικινδυνότητα του επαγγέλματος ανάγκασε τον αρχαίο νομοθέτη να εισάγει νόμους όπως ο Lex Rhodia, σύμφωνα με τον οποίο ένα μεγάλο ποσοστό της τιμής του εμπορεύματος αποδίδετο στον δύτη. Σε ναυάγια με βάθος μεγαλύτερο των 15 μέτρων, οι δύτες ελάμβαναν το εν τρίτον της τιμής των διασωθέντων εμπορεύμάτων και σε ναυάγια βαθύτερα των 27 μέτρων ελάμβαναν το ήμισυ της αξίας τους[6].
Δύτες χρησιμοποιούνταν επίσης σε πολεμικές επιχειρήσεις για το χτίσιμο υποβρύχιων αμυντικών έργων που στόχευαν στη βύθιση εχθρικών πλοίων. Καθώς τα φράγματα ήταν αόρατα οι δύτες χρησιμοποιούνταν επίσης ως ανιχνευτές κατά τη διαδικασία προσέγγισης εχθρικού λιμένα. Αν ανακαλύπτονταν φράγματα, χρησιμοποιούνταν και πάλι δύτες για να τα αποσυναρμολογήσουν, αν κάτι τέτοιο ήταν δυνατό[7]. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, οι δύτες χρησιμοποιούνταν για τη διάσπαση αποκλεισμών, τη μεταφορά μηνυμάτων και εφοδίων σε αποκομμένα στρατεύματα ή συμμάχους[8].
Οι καταδυτικοί κώδωνες αναπτύχθηκαν τον 16ο και 17ο αιώνα ως σημαντικά μηχανικά βοηθήματα στην υποβρύχια κατάδυση. Ήταν άκαμπτοι θάλαμοι ερματισμένοι κατάλληλα για να παραμένουν όρθιοι και να διατηρούν αρνητική πλευστότητα και να βυθίζονται διατηρώντας τον παγιδευμένο αέρα.
Ο πρώτος λειτουργικός καταδυτικός κώδωνας κατασκευάστηκε πιθανώς το 1535, από τον Γκουλιέλμο ντε Λορένα. Το 1616 ο Φραντς Κέσλερ κατασκεύασε βελτιωμενο καταδυτικό κώδωνα[9][10].
Οι κώδωνες χρησιμοποιούνταν συχνά για ναυαγοσωστικό έργο. Το 1658, ο Άλμπερτ φον Τραϊλέμπεν (Albrecht von Treileben) προσλήφθηκε με συμβόλαιο από τον βασιλέα Γουσταύο Αδόλφο της Σουηδίας για τη ναυαγιαίρεση του πολεμικού πλοίου Vasa, το οποίο βυθίστηκε στο λιμάνι της Στοκχόλμης κατά το παρθενικό του ταξίδι το 1628. Μεταξύ του 1663 και του 1665 οι δύτες του φον Τραϊλέμπεν έφεραν στην επιφάνεια το μεγαλύτερο τμήμα των κανονιών του πλοίου, εργαζόμενοι με καταδυτικό κώδωνα[11]. Το 1687 ο Γουίλιαμ Φιπς χρησιμοποίησε ανεστραμμένο κλωβό για την ανάκτηση θησαυρού αξίας £200.000 από ισπανικό βυθισμένο πλοίο στην ακτή του Σαν Ντομίνγκο.
Το 1691, ο Δρ Έντμοντ Χάλεϊ ολοκλήρωσε τον σχεδιασμό ενός βελτιωμένου καταδυτικού κώδωνα, ικανού να συντηρήσει ζωή υποβρυχίως για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στον κώδωνα προσάρμοσε παράθυρο με στόχο την υποβρύχια εξερεύνηση. Η ανανέωση της ατμόσφαιρας γινόταν με βυθισμένα βαρέλια γεμάτα αέρα που στέλνονταν από την επιφάνεια[12]. Σε μία επίδειξη που έγινε στον ποταμό Τάμεσι ο Χάλεϊ και πέντε σύντροφοί του παρέμειναν σε βάθος 18 μέτρων για μιάμιση ώρα. Βελτιώσεις στον κώδωνα επέτρεψαν, την αύξηση του ορίου παραμονής στις τέσσερεις ώρες[13][14].
Το 1775 ο Τσαρλς Σπάλντινγκ, ένας ζαχαροπλάστης από το Έντινμπρα, βελτίωσε το σχέδιο του Δρ Χάλεϊ, προσθέτοντας σύστημα βαρών για τη διευκόλυνση της ανάδυσης και της κατάδυσης του κώδωνα και χρησιμοποιώντας για σήματα προς το πλήρωμα επιφανείας μια σειρά σχοινιών[15].
Το 1689 o Ντενί Παπέν υπέθεσε ότι η ότι θα μπορούσε να διατηρηθεί ο αέρας καθαρός στον κώδωνα με την αποστολή αέρα μέσω αντλίας. Η ιδέα του εφαρμόστηκε ακριβώς 100 χρόνια αργότερα από τον μηχανικό Τζον Σμίτον που κατασκεύασε την πρώτη λειτουργική καταδυτική αντλία αέρα το 1789[9][10].
Η επόμενη πρόοδος στην καταδυτική τεχνολογία ήταν η πρώτη καταδυτική στολή στις αρχές του 18ου αιώνα. Δύο Άγγλοι εφευρέτες ανέπτυξαν την πρώτη καταδυτική στολή το 1710. Ο Τζον Λέθμπριτζ έφτιαξε μια εντελώς στεγανή στολή, με στόχο το ναυαγοσωστικό έργο. Η συσκευή του ήταν ένα στεγανό δρύινο βαρέλι που επέτρεπε στον δύτη να μένει υποβρυχίως αρκετά[16]. Στο βαρέλι ήταν προσαρμοσμένα στεγανά γάντια, έτσι ώστε να επιτρέπεται η κίνηση των χεριών και διάφοροι χειρισμοί[17].
Την ίδια εποχή, ο Άντριου Μπέκερ κατασκεύασε καταδυτική στολή σκεπασμένη με δέρμα και κράνος με παράθυρο όρασης. Η στολή χρησιμοποιούσε σύστημα σωλήνων για εισπνοή και εκπνοή και ο Μπέκερ έκανε την δημόσια επίδειξη της στον Τάμεση στο Λονδίνο, παραμένοντας στο βυθό για μία ώρα. Αυτού του είδους οι στολές ήταν περιορισμένης χρήσης γιατί δεν διέθεταν πρακτικό σύστημα ανανέωσης του αέρα από την επιφάνεια κατά τη διάρκεια της κατάδυσης[18]
Τα πρώτα επιτυχημένα καταδυτικά κράνη κατασκευάστηκαν από τους αδελφούς Τσαρλς και Τζον Ντιν στη δεκαετία 1820[19] Εμπνευσμένοι από ατύχημα πυρκαγιάς σε ένα στάβλο στην Αγγλία[20] σχεδίασαν και πατεντάρισαν ένα "Κράνος Καπνού" για να χρησιμοποιείται από πυροσβέστες σε περιοχή γεμάτη καπνούς το 1823. Η συσκευή αποτελείτο από το κράνος με εύκαμπτο κολάρο και το ένδυμα. Ένας μακρύς δερμάτινος σωλήνας στο πίσω μέρος του κράνους χρησιμοποιείτο για την παροχή αέρα με διπλή αντλία. Ένας μικρότερος σωλήνας προοριζόταν ως έξοδος του εκπνεόμενου αέρα. Το ένδυμα ήταν κατασκευασμένο από δέρμα ή αεροστεγές ένδυμα ασφαλισμένο με αορτήρες.
Τα αδέλφια, λόγω έλλειψης επαρκών πόρων, πούλησαν την πατέντα στον εργοδότη τους Έντουαρντ Μπάρναρντ και το 1827 κατασκευάστηκαν τα πρώτα κράνη καπνού από τον Πρώσο μηχανικό Αουγκούστους Ζίμπε. Το 1828 οι αδελφοί Ντιν αποφάσισαν να βρουν άλλη εφαρμογή για τη συσκευή τους και τη μετέτρεψαν σε καταδυτικό κράνος. Προσάρμοσαν χαλαρά το κράνος σε "καταδυτική στολή", έτσι ώστε να μπορεί μεν ο δύτης να εκτελέσει ναυαγοσωστικό έργο αλλά μόνο σε κάθετη στάση, διαφορετικά το νερό πλημμύριζε το κράνος.
Το 1829 οι αδελφοί Ντιν απέπλευσαν από το Γουαϊτστέιμπλ για δοκιμές της νέας καταδυτικής συσκευής, εγκαθιδρύοντας παράλληλα και την πρώτη καταδυτική βιομηχανία στην πόλη. Το 1834 ο Τσαρλς Ντιν χρησιμοποίησε το καταδυτικό κράνος και την παρελκόμενη στολή του σε μια επιτυχημένη ναυαγοσωστική προσπάθεια στο Royal George στο Σπίντχεντ, ανασύροντας 28 κανόνια του πλοίου. Το 1836, ο Τζον Ντιν ανέσυρε από το ναυάγιο του Mary Rose ξυλεία, όπλα, και άλλα ανακτήσιμα αντικείμενα. Κατά το 1836 οι αδελφοί Ντιν δημοσίευσαν το πρώτο καταδυτικό εγχειρίδιο, Method of Using Deane's Patent Diving Apparatus (Μέθοδος χρήσης της πρωτότυπης καταδυτικής συσκευής των Ντιν) που εξηγούσε λεπτομερειακά της λειτουργίες της συσκευής και της αντλίας, όπως επίσης και τα απαιτούμενα μέτρα αφαλείας.
Στη δεκαετία 1830, επίσης, οι αδελφοί Ντιν ζήτησαν από τον Ζίμπε να βελτιώσει τον σχεδιασμό του υποβρύχιου κράνους[21]. Επεκτείνοντας τις βελτιώσεις ενός άλλου μηχανικού, του Τζορτζ Έντουαρντς, ο Ζίμπε επανασχεδίασε το κράνος, προσασρμόζοντας το σε ολόσωμη στεγανή στολή. Η πραγματική βελτίωση ήταν μία βαλβίδα εισροής στο κράνος.
Ο Ζίμπε εισήγαγε και άλλες τροποποιήσεις στην καταδυτική στολή του σύμφωνα με αιτήματα της ναυαγοσωστικής ομάδας που εργάστηκε στο ναυάγιο του HMS Royal George. Σημαντική ανάμεσα σε αυτές τις τροποιήσεις ήταν η αποκόλληση του κράνους με στεγανοποιητικό μηχανισμό στο ύψος του στήθους. Το βελτιωμένο σχέδιό του ήταν το θεμέλιο για την κατασκευή της πρότυπης καταδυτικής στολής, πραγματικής επανάστασης στον τομέα της κατάδυσης και των πολλών επαγγελματικών μορφών της[21].
Ανάπτυξη των σύγχρονων καταδυτικών επιχειρήσεων
Το HMS Royal George, πολεμικό πλοίο πρώτης τάξης του Αγγλικού Βασιλικού Ναυτικού βυθίστηκε κατά τη διάρκεια προγραμματισμένης συντήρησης το 1782. Οι αδελφοί Ντοιν ανέλαβαν την εκτέλεση ναυαγοσωστικών εργασιών στο ναυάγιο. Χρησιμοποιώντας αεραντλίες και το καταδυτικό κράνος τους κατόρθωσαν να ανακτήσουν αρκετά από τα κανόνια του σκάφους.
Μετά τη συγκεκριμένη επιτυχία ο Τσαρλς Πάσλι συνταγματάρχης του Αγγλικού Βασιλικού Σώματος Μηχανικού έδωσε εντολή για μεγάλης κλίμακας ναυαγοσωστικές επιχειρήσεις το 1839. Το σχέδιό του ήταν να τεμαχίσει το κύτος με ανατινάξεις και να διασώσει όσο το δυνατόν περισσότερα αντικείμενα, χρησιμοποιώντας δύτες.
Η επιχείρηση του Πάσλι έθεσε τα θεμέλια για πολλά σημαντικά επιτευγματα στον τομέα της κατάδυσης, ανάμεσά τους η χρήση του συντροφικού συστήματος στην κατάδυση, όταν έδωσε οδηγίες στους δύτες του να επιχειρούν κατά ζεύγη. Στη διάρκεια αυτών των επιχειρήσεων έγινε η πρώτη καταγεγραμμένη ανάδυση κινδύνου μετά την εμπλοκή του σωλήνα αερισμού ενός δύτη. Άλλη ιατρική περίπτωση ήταν η καταγραφή βαροτραύματος του στρατιώτη Γουΐλιαμς. Τα πρώτα καταδυτικά κράνη δεν χρησιμοποιούσαν ανεπίστροφες βαλβίδες και αυτό σήμαινε ότι οποιαδήποτε ελάττωση της πίεσης στον σωλήνα παροχής προκαλούσε άμεση αρνητική πίεση στο κράνος, εκθέτοντας τον δύτη σε τραυματισμούς. Επιπλέον, στη Βρετανική Εταιρεία για την Πρόοδο της Επιστήμης κατά τη συνάντηση του 1842, ο Τζον Ρίτσαρντσον περιέγραψε την πρότυπη καταδυτική στολή και τη θεραπεία του δύτη Ρόντρικ Κάμερον μετά από τραυματισμό που συνέβη στις 14 Οκτωβρίου 1841 κατά τη διάρκεια ναυαγοσωστικών επιχειρήσεων[22].
Ο Πάσλι ανέσυρε 12 περισσότερα κανόνια το 1839, 11 το 1840 και 6 το 1841. Το 1842 διέταξε τους δύτες να επικεντρωθούν στην αφαίρεση της ξυλείας του κύτους περισσότερο παρά στην έρευνα για όπλα. Ανάμεσα στα αντικείμενα που ανασύρθηκαν το 1840, περιλαβάνονταν τα σύνεργα του χειρουργού του πλοίου, μεταξωτά ενδύματα σε άριστη κατάσταση και σπαράγματα δέρματος, αλλά όχι μάλλινα ενδύματα[23] Έως το 1843 η ξυλεία του συνόλου της τροπίδας και του πυθμένα του κύτους ανελκύστηκε και το συγκεκριμένο σημείο βύθισης του σκάφους ορίστηκε καθαρό[24].
Αυτόνομες συσκευές παροχής αέρα
Η ουσιαστική αδυναμία της συσκευής των Ντιν και Ζίμπε ήταν η απαίτηση για σταθερή παροχή αέρα με αντλίες από την επιφάνεια. Κάτι τέτοιο περιόριζε τις κινήσεις και την εμβέλεια κίνησης του δύτη και εμπεριείχε κινδύνους καθώς η παροχή μπορούσε να διακοπεί για διαφόρους λόγους.
Οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία συστημάτων που θα επέτρεπαν στους δύτες να φέρουν φορητές συσκευές παροχής αέρα δεν ευδοκίμησαν, καθώς δεν υπήρχε η απαιτούμενη τεχνολογία συμπίεσης και αποθήκευσης του αέρα σε υψηλή πίεση. Κατά το τέλους του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν δύο βασικές συσκευές για αυτόνομη κατάδυση, η συσκευή ανοικτού κυκλώματος με εκπνοή του αέρα στο υποβρύχιο περιβάλλον και οι συσκευές κλειστού κυκλώματος στις οποίες χρησιμοποιήθηκε νατράσβεστος για τον καθαρισμό του εκπνεόμενου αέρα από το διοξείδιο του άνθρακος και επανάχρησή του.
Το πρώτο σημαντικό βήμα στην ανάπτυξη της τεχνολογίας της αυτόνομης κατάδυσης ήταν η εφεύρεση του ρυθμιστή ζήτησης. Το 1864, οι Γάλλοι μηχανικοί Ογκίστ Ντενερούζ και Μπενουά Ρουκαϊρόλ σχεδίασαν τη "Ρουκαϊρόλ-Ντενερούζ καταδυτική συσκευή" προσαρμόζοντας τον μηχανισμό ρυθμιστή πίεσης για υποβρύχια χρήση. Η συσκευή παροχής προσάρμοζε τη ροή αέρα σύμφωνα με τις ανάγκες του δύτη. Ωστόσο, το σύστημα χρησιμοποιούσε παροχή επιφανείας, καθώς οι κύλινδροι της δεκαετίας 1860 δεν ήταν ικανοί να αντεπεξέλθουν σε απαιτήσεις υψηλών πιέσεων.
Η πρώτη συσκευή ανοικτού κυκλώματος κατασκευάστηκε το 1925 από τον Υβ ντε Πριέ στη Γαλλία. Αντλώντας έμπνευση από τη συσκευή του Μορίς Φερνέ και την ελευθερία που επέτρεπε στον δύτη, συνέλαβε άμεσα την ιδέα να απελευθερώσει τον δύτη από την παροχή επιφανείας χρησιμοποιώντας κυλίνδρους της Μισελέν ως παροχή αέρος, στους οποίους περιέχονταν 3 λίτρα αέρα συμπιεσμένα στα 150 kg/cm2. Η "Φερνέ-Λε Πριέ" καταδυτική συσκευή επιδείχθηκε στην πισίνα της Τουρέλ στο Παρίσι το 1926. Η συσκευή αποτελείτο από έναν κύλινδρο συμπιεσμένου αέρα που προσαρτάτο στην πλάτη του δύτη, συνδεδεμένο με έναν ρυθμιστή πίεσης σχεδιασμένο από τον Λε Πριέ που ρυθμιζόταν χειροκίνητα από τον δύτη, με δύο μετρητές, ένα για την πίεσης της δεξαμενής και ένα για την πίεση παροχής. Ο αέρας έρρεε ελεύθερα στο επιστόμιο και αποβαλλόταν μέσω σωλήνα με βαλβίδα εξόδου στο περιβάλλον, όπως και στο σχέδιο του Φερνέ. Η συσκευή που εφηύρε ο Πριέ ήταν ουσιαστικά η πρώτη αυτόνομη καταδυτική συσκευή ανοικτού κυκλώματος[25].
Το 1942, κατά της διάρκειαν της φερμανικής κατοχής στη Γαλλία, οι Ζακ-Υβ Κουστώ και Εμίλ Γκανιάν σχεδίασαν το πρώτο επιτυχημένο και ασφαλές σύστημα αυτόνομης κατάδυσης,γνωστό ως Aqua-Lung. Το σύστημά τους συνδύαζε έναν προηγμένο ρυθμιστή παροχής αέρα με ζήτηση με φιάλες υψηλής πίεσης. Ο Εμίλ Γκανιάν μηχανικός που εργαζόταν στην εταιρεία Air Liquide, σμίκρυνε και προσάρμοσε τον ρυθμιστή σε γεννήτριες αερίου. Ο Ανρί Μεχιόρ, αφεντικό του Γκανιάν και γνωστός του Ζακ-Υβ Κουστώ ,έψαχνε για ρυθμιστή αυτόματης ζήτησης, προκειμένου να αυξήσει τον χρόνο χρήση της συσκευής που είχε επινοήσει ο Πριέ[26] Έτσι, σύστησε τον Κουστώ στον Γκανιάν τον Δεκέμβριο του 1942. Με πρωτοβουλία του Κουστώ ο ρυθμιστής του Γκανιάν προσαρμόστηκε στις φιάλες υψηλής πίεσης, και η νέα ευρεσιτεχνία Κουστώ-Γκανιάν καταχωρίστηκε μερικές εβδομάδες αργότερα το 1943[27]. Μετά τον πόλεμο, το 1946,οι δύο συνεργάτες ίδρυσαν την εταιρεία La Spirotechnique (ως τμήμα της Air Liquide) για τη μαζική παραγωγή και πώληση της εφεύρεσής τους με ευρεσιτεχνία του 1945 γνωστή ως CG45 ("C" για τον Κουστώ, "G" για τον Γκανιάν και "45" για το 1945). Ο ίδιος ρυθμιστής CG45 συνέχισε να παράγεται επί δεκαετία στη Γαλλία και ήταν ο πρώτος που ονομάστηκε ουσιαστικά "Aqua-Lung" (υδάτινος πνεύμονας).
Η εναλλακτική λύση, που αναπτύχθηκε σχεδόν την ίδια εποχή ήταν η συσκευές κλειστού κυκλώματος. Το σώμα καταναλώνει ένα μικρό μόνο τμήμα του εισπνεόμενου οξυγόνου, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος του να αποβάλλεται με την εκπνοή. Η αποβολή του οξυγόνου κατά την εκπνοή γίνεται ακόμη μεγαλύτερη καθώς το εισπνεύσιμο μείγμα συμπιέζεται στα συστήματα αναπνοής υποβρυχίως. Οι rebreather ανακυκλώνουν και αναπληρώνουν το χρησιμοποιημένο οξυγόνο, έτσι ώστε διατηρείται σε φυσιολογικά επίπεδα, αφαιρώντας ταυτόχρονα με χημικό τρόπο το εκπνεόμενο CO2, προκειμένου να αποφευχθεί η υπερκαπνία.
Παραπομπές
↑««dive»». Merriam-Webster Dictionaries. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2014.
↑Dimmock, Kay· Cummins, Terry (2013). Ghazali Musa, Kay Dimmock, επιμ. Scuba Diving Tourism. Contemporary Geographies of Leisure, Tourism and Mobility. Routledge. σελίδες 14–. ISBN978-0415523448.
↑Ivanova, Desislava· Nihrizov, Hristo· Zhekov, Orlin (1999). «The Very Beginning». Human Contact With the Underwater World. Think Quest. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Δεκεμβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2009.
↑Sandra Hendrikse and André Merks (12 Μαΐου 2009). «Diving the Skafandro suit». Diving Heritage. Ανακτήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2009.
↑Galili, Ehud; Rosen, Baruch (2008). «Ancient Remotely-Operated Instruments Recovered Under Water off the Israeli Coast». International Journal of Nautical Archaeology (Nautical Archaeology Society) 37 (2): 283–94. doi:10.1111/j.1095-9270.2008.00187.x.
↑Leo, Emperor of the East· Constantinus, Emperor of the East· Basilius, Emperor of the East· Alexander (1962). Karl Eduard Zacharia von Lingenthal· W Ashburner· Jules Nicole· E Korzenszky, επιμ. Leges imperatorum Isaurorum et Macedonum. Scientia.