Γεννήθηκε στο Κιόκουκ (Keokuk) της πολιτείας Αϊόβα. Το ενδιαφέρον του για την μουσική και σύνθεση το ανέπτυξε από πέντε ετών. Άρχισε να παίζει πιάνο από νεαρή ηλικία και ερωτεύτηκε την μουσική.[4] Οι γονείς και δάσκαλοί του αναγνώρισαν το ταλέντο του και τον έστειλαν να κάνει προσωπικά μαθήματα με καθηγητές του πανεπιστημίου του Δυτικού Ιλλινόις.[5] Ο ίδιος ήθελε να γίνει συνθέτης και πιανίστας αλλά αποφάσισε να γίνει μόνο συνθέτης λόγω του ότι κατάλαβε ότι ήταν δύσκολο να είναι και τα δύο.[4]
Όταν έπαιζε ηλεκτρονικά παιχνίδια σε μικρή ηλικία, θεώρησε ότι η εμπειρία του παίχτη μπορεί να γίνει πιο πλούσια με εντυπωσιακές συνθέσεις να παίζουν στο φόντο. Μετά το τέλος της σχολικής εμπειρίας, ο Σόουλ έγραψε βιογραφικό για το πως πιστεύει ότι η μουσική των ηλεκτρονικών παιχνιδιών πρέπει να είναι και το έστειλε στην Square (σήμερα γνωστή ως Square Enix) και στην LucasArts. Η Square εντυπωσιάστηκε από τις ιδέες του και τις κασσέτες που έδειχναν την επίδειξη της μουσικής του και τον προσέλαβε. Θεώρησε ότι η LucasArts δεν δέχτηκε το πακέτο του λόγο ότι δεν δέχονται αυτόκλητα πακέτα.[4]
To πρώτο παιχνίδι που σύνθεσε μουσική για, ήταν το Secret of Evermore μαζι με την Square. Η μουσική του παιχνιδιού δεν ήταν όπως την ήθελε ο Σόουλ λόγο ότι πρόγραμμα ήχου δεν ήταν αρκετά δυνατό, αναγκάζοντας τον να κάνει την μισή δουλειά.[2] Όταν ο Ρον Γκίλμπερτ αποχώρησε από την LucasArts και δημιούργησε την Humongous Entertainment, ο Σόουλ εγκατέλειψε την Square και άρχισε να δουλεύει για την Humongous Entertainment, συνθέτοντας πρώτα μουσική για το Putt-Putt και μετά για τις σειρές Pajama Sam, Freddi Fish και Spy Fox.
Όσο δούλευε στην Humongous γνώρισε τον Κρίς Τέιλορ και υπέγραψε συμβόλαιο για να συνθέσει τη μουσική του παιχνιδιού του, το Total Annihilation. Ο Σόουλ έπεισε τον Τέιλορ ότι ο τίτλος θα ξεχώριζε εάν στο φόντο υπήρχε μουσική από ορχήστρα σε αντίθεση με τα άλλα παιχνίδια στρατηγικής του καιρού που χρησιμοποιούσαν ηλεκτρονική μουσική.[5] Λόγο των περιορισμών του λογισμικού,για να έχει το αποτέλεσμα που ήθελε έπρεπε να χρησιμοποιήσει μια πλήρη, ζωντανή ορχήστρα. Ήταν η πρώτη φορά που ο Σόουλ δούλευε με μια αφού στο πρώτο παιχνίδι που σύνθεσε μουσική, έπαιζε δυο-δυο τα όργανα με το αδελφό του Τζούλιαν και μετά τα έσμιγε στο στούντιο .[2] Χάρης την μουσική στο Total Annihilation, ο Σόουλ απονεμήθηκε το πρώτο του βραβείο για "Καλύτερη μουσική" από την GameSpot. Στην συνέχεια, σύνθετε μουσική για τις επεκτάσεις του παιχνιδιού και για διάφορα παιχνίδια για παιδία.
Τον Φεβρουάριο του 2000, ο Σόουλ και ο αδελφός του, Τζούλιαν, σχηματισαν την Soule Media, μια ανεξάρτητη εταιρεία μουσικής παραγωγής. Το όνομά της εταιρείας έχει από τότε αλλάξει σε Artistry Entertainment [6] Ο Τζούλιαν εργάζεται ως μηχανικός ήχου και συνθέτης για την εταιρεία, και βοήθησε τον αδερφό του σε διάφορα έργα κατα όλη τη καριέρα του. Κάποιες φορές με έπαινο, κάποιες χωρίς.[2][4]. Το πρώτο μεγάλο έργο που ανέλαβε ο Σόουλ στην εταιρεία ήταν το Icewind Dale το 2000. Το παιχνίδι κέρδισε βραβείο "Καλύτερης μουσικής" από την IGN και GameSpot.[7]
Το 2001 ο Σόουλ σύνθεσε μουσική για το πρώτο από τα πέντε παιχνίδια Χάρι Πότερ πάνω στα οποία θα εργαζόταν ως το 2005. Το πρώτο παιχνίδι, ο Χάρι Πότερ και η Φιλοσοφική Λίθος, ήταν υποψήφιο για ένα βραβείο από το "Academy of Interactive Arts & Sciences" στην κατηγορία "εξαιρετικής απόδοσης στην πρωτότυπη μουσική σύνθεση", ενώ η Κάμαρα με τα Μυστικά και Αιχμάλωτος του Αζκαμπάν κέρδισαν ένα βραβείο BAFTA για την "Καλύτερη Μουσική" στην κατηγορία Μουσικής Παιχνιδιών.[8][9][10] Ήταν υπεύθυνος για τη σύνθεση της μουσικής σε τρία κορυφαία σε πωλήσεις παιχνίδια ρόλων το 2002, το Dungeon Siege, The Elder Scrolls III : Morrowind, και Neverwinter Nights. Το Morrowind του κέρδισε την δεύτερη υποψηφιότητα για βραβείο "Academy of Interactive Arts & Sciences".[11]
Η εταιρεία του μεγάλωσε κατά πολύ τα τελευταία χρόνια, συνθέτοντας μουσική για μεγάλες σειρές και παιχνίδια όπως το Guild Wars, The Elder Scrolls IV: Oblivion, The Elder Scrolls V: Skyrim, Star Wars: Knights of the Old Republic, Warhammer 40,000: Dawn of War, Prey, Company of Heroes, και Supreme Commander. Το Oblivion ήταν ένα βραβευμένο έργο από τον Σόουλ. Ήταν υποψήφιο για βραβείο απο την "BAFTA" και απο το "Academy of Interactive Arts & Sciences", και κέρδισε στα μουσικά βραβεία του MTV και από το επίσημο περιοδικό του Xbox.[12][13][14] Το 2005, ο Σόουλ και ο αδελφός του ίδρυσαν την DirectSong, μια δισκογραφική εταιρεία η οποία πωλεί τις συνθέσεις του Σόουλ όπως επίσης και έργα από δεκάδες κλασικούς συνθέτες. Το 2007, η εταιρεία είχε πάνω από ένα εκατομμύριο εγγεγραμμένους πελάτες, όμως ο Σόουλ σημείωσε ότι όχι όλοι αυτοί οι πελάτες κατεβάζουν τα μη-δωρεάν άλμπουμ.[2]
Μουσικό είδος και επιρροές
Ακόμα και αν τα πιο πολλά του τραγούδια είναι ορχηστρικά, απορρίπτει την ιδέα ότι είναι το "στύλ" του λέγοντας ότι "αυτό είναι ένα κουτί που σε κάνει να δημιουργείς μόνο ένα είδος μουσικής". Ο ίδιος μπορεί να δημιουργήσει διάφορα είδει μουσικής όπως, για παράδειγμα, όταν έγραψε Γιαπωνέζικη ποπ με τον Τζέφ Μιγιαχάρα.[3] Ακόμα και αν ο ίδιος βρίσκει τα παιχνίδια ρόλου πιο εύκολα για να γράψει μουσική λόγο της έμφαση τους στην εμφάνιση, δεν έχει ένα προσωπικά αγαπημένο είδος παιχνιδιών για να συνθέτει μουσική αλλά λέει ότι θέλει το δημιουργό του παιχνιδιού να είναι φιλόδοξος με το έργο του.[5][15]
Ο Σόουλ σπάνια βλέπει ολοκληρωμένο το παιχνίδι για το οποίο συνθέτει μουσική πριν αρχίσει την εργασία του. Ως αποτέλεσμα βασίζει πολλές από τις μουσικές του αποφάσεις σχετικά με τα προηγούμενα παιχνίδια της εταιρείας. Ο ίδιος πιστώνει την επιτυχία του με τη στρατηγική ότι πολλά από τα παιχνίδια που εργάζεται προέρχονται από τα στούντιο που έχουν δημιουργήσει πολλά επιτυχημένα παιχνίδια στο παρελθόν.[5]
Οι μεγαλύτερες επιρροές του είναι οι "μεγάλες όπερες του Βάγκνερ", ο "τρόπος σύνθεσης του Μότσαρτ" και η "εξερεύνηση της αρμονίας από τον Κλωντ Ντεμπυσί".[4] Ακόμα και αν οι κριτικοί πρόσεξαν ότι έχει βάση μουσική από ταινίες, ο ίδιος είπε ότι δεν ακούει πολύ σε μουσική από ταινίες, όμως λέγοντας ότι ο Τζον Γουίλιαμς είναι ο αγαπημένος του συνθέτης, όπως και το γεγονός ότι ακούει και Χανς Ζίμμερ.[4][16]