Η σύμβασης της Χάγης για την κατάργηση της υποχρέωσης επικύρωσης των αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων,[1] ή απλά η Σύμβαση της Επισημείωσης της Σφραγίδας της Χάγης[2] είναι μια διεθνής συνθήκη που καταρτίστηκε από τη Διάσκεψη της Χάγης για το Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο. Καθορίζει τις λεπτομέρειες μέσω των οποίων, ένα έγγραφο που εκδίδεται σε μία από τις συμβαλλόμενες χώρες, μπορεί να πιστοποιηθεί για νομικούς σκοπούς σε όλα τα άλλα υπογράφοντα κράτη. Η πιστοποίηση αυτή καλείται επισημείωση (αγγλικά: apostille, γαλλικά: certification) ή σφραγίδα της Χάγης.[3] Πρόκειται για μια διεθνή πιστοποίηση συγκρίσιμη με συμβολαιογραφική πράξη στο εσωτερικό δίκαιο, και συνήθως συμπληρώνει την κατά τόπους κατάρτιση συμβολαιογραφικού εγγράφου.
Πληροφορίες
Η καθαυτή επισημείωση είναι μια σφραγίδα ή έντυπη φόρμα, που αποτελείται από δέκα αριθμημένα πεδία, γραμμένα στην επίσημη (ή δεύτερη) γλώσσα του τόπου της εκδούσας αρχής ή/και σε μια αναγνωρίσιμη γλώσσα (π.χ. αγγλικά ή γαλλικά). Ωστόσο, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 της Σύμβασης, για να είναι έγκυρη η επισημείωση, στην κορυφή της τοποθετείται πάντα η επιγραφή: Apostille και από κάτω το κείμενο "Convention de La Haye du 5 octobre 1961" (Σύμβαση της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961) γραμμένο εντός παρένθεσης στη γαλλική γλώσσα (αποκλειστικά ή παράλληλα με τη γλώσσα του τόπου της εκδούσας αρχής). Τα πεδία, που περιλαμβάνονται είναι τα ακόλουθα: