Ο Σιχισμός στο Αφγανιστάν είναι περιορισμένος σε μικρές κοινότητες, κυρίως στις μεγάλες πόλεις, με τους μεγαλύτερους πληθυσμούς Αφγανών Σιχ να ζουν στις πόλεις Τζαλαλαμπάντ, Γκαζνί, Καμπούλ και, σε μικρότερο βαθμό, στην Κανταχάρ.[1] Αυτοί οι Σιχ είναι υπήκοοι του Αφγανιστάν και συνήθως μιλάνε την ντόπια γλώσσα, Παστού,[2] αλλά μιλάνε επίσης και Νταρί, Χίντι ή Παντζάμπι.[3] Ο συνολικός πληθυσμός των Σιχ ανέρχεται περίπου στις 1200 οικογένειες[4] ή 8,000 μέλη.[5]
Παρουσία
Καμπούλ
Τη δεκαετία του 1980, υπήρχαν περισσότεροι από 20,000 Σιχ στην Καμπούλ αλλά, μετά την έναρξη του Εμφύλιου Πολέμου το 1992, οι περισσότεροι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα.[6] Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι εφτά από τους οκτώ γκουντβάρας (ιεροί ναοί) καταστράφηκαν. Ο μόνος γκουντβάρα που παραμένει στην πόλη, είναι ο Γκουντβάρα Καρτέ Παρβάν στη γειτονιά Καρτέ Παρβάν.[7] Οι εναπομείναντες Σιχ σήμερα, συγκεντρώνονται στην Καρτέ Παρβάν και σε μερικά σημεία της παλιάς πόλης.
Τζαλαλαμπάντ
Μέχρι το 2001, στην Τζαλαλαμπάντ υπήρχαν 100 οικογένειες Σιχ, συνολικά περίπου 700 άτομα, οι οποίοι έχουν σαν χώρους λατρείας δύο μεγάλους γκουντβάρας. Ο μύθος λέει πως ο παλαιότερος από τους δύο γκουντβάρας χτίστηκε για τον εορτασμό της επίσκεψης του Γκουρού Νάνακ Ντεβ.[8]
Την 1η Ιουλίου 2018, τουλάχιστον 10 Σιχ σκοτώθηκαν σε μία στοχευμένη βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας στην αγορά PD1.[9][10] Την ευθύνη της επίθεσης ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος.[11]
Κανταχάρ
Η Κανταχάρ έχει μία αξιοσημείωτη μικρή Σιχ κοινωνία, η οποία αποτελείται μόνο από περίπου 15 οικογένειες, οι οποίες ζουν εκεί από το 2002.[12]
Ιστορία
Πρώιμη ιστορία
Κάποιοι πρώτοι Χάτρι Σιχ δημιούργησαν και διατήρησαν αποικίες στο Αφγανιστάν για εμπορικούς λόγους.[13] Αργότερα, οι συγκρούσεις μεταξύ των Μισλς και της αυτοκρατορίας εναντίον της Αυτοκρατορίας των Ντουρανί που είχε ως βάση το Αφγανιστάν, οδήγησαν σε εντάσεις. Επίσης, κατά τη διάρκεια πολλών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν κατά τον 19ο αιώνα, οι Σιχ υπηρέτησαν στον στρατό της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Πόλεμοι
Κατά η διάρκεια του Σοβιετικού πολέμου στο Αφγανιστάν τη δεκαετία του 1980, αρκετοί Αφγανοί Σιχ κατέφυγαν στην Ινδία, όπου ζει το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού Σιχ. Ένα δεύτερο, αρκετά μεγαλύτερο κύμα ακολούθησε το 1992, μετά την αποτυχία του καθεστώτος του Νατζιμπουλάχ.[2] Οι γκουντβάρας (ιεροί ναοί) σε όλη τη χώρα καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου τη δεκαετία του 1990, αφήνοντας μόνο τον Γκουντβάρα Καρτέ Παρβάν στη γειτονιά Καρτέ Παρβάν στην Καμπούλ.[14]
Υπό τους Ταλιμπάν, οι Σιχ ήταν μία σχετικά ανεκτή θρησκευτική μειονότητα και τους επιτρεπόταν να ασκούν τη θρησκεία τους.[8] Ωστόσο, το Σιχ έθιμο της αποτέφρωσης των νεκρών απαγορευόταν από τους Ταλιμπάν και οι χώροι καύσης των νεκρών υπέστησαν βανδαλισμούς.[14] Επιπρόσθετα, οι Σιχ έπρεπε να φοράνε ένα κίτρινο περιβραχιόνιο ή πέπλο για να ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους Αφγανούς.[15]
21ος αιώνας
Παραδοσιακά, οι Σιχ αποτεφρώνουν τους νεκρούς, μία πράξη που θεωρείται ιεροσυλία για το Ισλάμ.[16][17][18][19][20] Ως αποτέλεσμα, η αποτέφρωση έχει γίνει μεγάλο θέμα για τους Αφγανούς Σιχ, καθώς οι παραδοσιακοί χώροι καύσης νεκρών είχαν κατακτηθεί από μουσουλμάνους, ειδικά στην περιοχή της Καλάτσα στην Καμπούλ, τους οποίους τόσο οι Σιχ όσο και οι Ινδουιστές χρησιμοποιούσαν για πάνω από έναν αιώνα.[16] Το 2003, οι Σιχ παραπονέθηκαν στην Αφγανική Κυβέρνηση σχετικά με την απώλεια αυτών των χώρων, κάτι το οποίο τους ανάγκασε να στείλουν έναν νεκρό στο Πακιστάν ώστε να αποτεφρωθεί, οδηγώντας τον Υπουργό Θρησκευτικών Υποθέσεων να ερευνήσει το θέμα.[2] Αν και το 2006 αναφέρθηκε πως οι χώροι καύσης νεκρών είχαν επιστραφεί στον έλεγχο των Σιχ,[14] το 2007 οι τοπικοί μουσουλμάνοι φέρεται να ξυλοκόπησαν τους Σιχ όταν προσπάθησαν να αποτεφρώσουν έναν ηγέτη της κοινότητάς τους, με αποτέλεσμα η κηδεία να προχωρήσει μόνο με αστυνομική προστασία.[16] Μέχρι το 2010, αναφέρεται πως η καύση των νεκρών στην Καμπούλ εξακολουθούσε να απορρίπτεται από τους ντόπιους.[21]
Τον Σεπτέμβριο του 2013, ο Αφγανός Πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι υπέγραψε ένα νομοθετικό διάταγμα το οποίο θα παρείχε μία έδρα στο Κοινοβούλιο για την Ινδουιστική και Σιχ μειονότητα.[22] Ωστόσο, το διάταγμα απορρίφθηκε από τη βουλή. Τελικά, το διάταγμα επήλθε σε ισχύ τον Σεπτέμβριο του 2016, όταν εγκρίθηκε από το υπουργικό συμβούλιο του διαδόχου του Καρζάι, Ασράφ Γκάνι.[23]
Μετά τη θανατηφόρα επίθεση τον Ιούνιο του 2018 στην Τζαλαλαμπάντ, τόσο ο Καρζάι όσο και ο Γκάνι επισκέφτηκαν τον γκουντβάρα στην Καρτέ Παρβάν για να εκφράσουν τα συλλυπητήριά τους. Ο Γκάνι αποκάλεσε τις μειονότητες των Σιχ και Ινδουιστών της χώρας την «περηφάνια του έθνους»[24] και, σε μια άλλη περίσταση την ίδια χρονιά, τους απεκάλεσε «αναπόσπαστο μέρος» της ιστορίας του Αφγανιστάν.[25]
Διασπορά
Πριν τη δεκαετία του 1990, ο πληθυσμός των Αφγανών Σιχ υπολογιζόταν περίπου στις 50,000.[14][26] Μέχρι το 2013, υπήρχαν περίπου 800 οικογένειες στο Αφγανιστάν, με τις 300 από αυτές να ζουν στην Καμπούλ.[4] Οι ηγέτες των Σιχ στο Αφγανιστάν ισχυρίζονται πως ο συνολικός αριθμός των Σιχ στη χώρα ανέρχεται στις 3,000. Αρκετές Σιχ οικογένειες έχουν επιλέξει να μεταναστεύσουν σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ινδία, Βόρεια Αμερική, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο, Πακιστάν και αλλού.[27]
Πέραν από αυτούς, ο Τζάι Σινγκ Φάνι ήταν ο πρώτος Σιχ που υπήρξε μέλος του Κοινοβουλίου και ο οποίος εκλέχθηκε ως ανεξάρτητος υποψήφιος. Πέθανε πρόωρα στη νεαρή ηλικία των 37 ετών, στις 25 Απριλίου 1977. Μετά από τον Τζάι Σινγκ Φάνι, ο κουνιάδος του, Γκατζίντερ Σινγκ Σαφρί, έγινε ο δεύτερος Σιχ που υπήρξε μέλος του Κοινοβουλίου, αλλά κατέφυγε με την οικογένειά του στο Ηνωμένο Βασίλειο αναζητώντας πολιτικό άσυλο, εξαιτίας της πολιτικής αναταραχής που επικρατούσε στη χώρα.