* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).
Ο Σίλβιο Πιόλα (ιταλικά: Silvio Piola, προφέρεται: [ˈsilvjo ˈpjɔːla], 29 Σεπτεμβρίου 1913 – 4 Οκτωβρίου 1996) ήταν Ιταλός διεθνής ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν ως κεντρικός επιθετικός. Ένας από τους καλύτερους επιθετικούς της γενιάς του,[1][2] και θεωρείται ως ο κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου.[3][4] Το 2000 ψηφίστηκε 51ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα στις εκλογές της IFFHS.[5]
Βιογραφία
Καριέρα σε συλλόγους
Ο Πιόλα γεννήθηκε στο Ρόμπιο της επαρχίας της Παβίας και ξεκίνησε την καριέρα του με την ομάδα της Προ Βερτσέλλι, κάνοντας το ντεμπούτο του στη πρώτη κατηγορία σε ηλικία 17 ετών εναντίον της Μπολόνια στις 16 Φεβρουαρίου 1930,[6] σημειώνοντας 13 γκολ στον πρώτο του χρόνο. Στις 29 Οκτωβρίου 1933 σημείωσε 6 γκολ - τα περισσότερα τέρματα που σημειώθηκαν σε έναν αγώνα της ιταλικής Σέριε Α, στη νίκη με 7–2 επί της Φιορεντίνα.[7]
Το 1934 μετακόμισε στο Λάτσιο, στην οποία αγωνίστηκε για τις επόμενες εννέα σεζόν. Ήταν ο πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος δύο φορές το 1937 και το 1943.[8]
Αφού έφυγε από τη Λάτσιο, πέρασε τον πόλεμο το 1944 στην Τορίνο, όπου σκόραρε 27 γκολ σε μόλις 23 παιχνίδια. Προς το τέλος του πολέμου, προσχώρησε στη Νοβάρα. Στη συνέχεια, από το 1945 έως το 1947, ο Πιόλα έπαιξε για τη Γιουβέντους, προτού επιστρέψει στη Νοβάρα, όπου έμεινε για επτά ακόμη χρόνια.[9]
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών με τη Νοβάρα, ο Πιόλα ξεπέρασε τον Τζουζέπε Μεάτσα ως πρώτος σκόρερ της ιστορίας του πρωταθλήματος και έγινε ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης στην ιστορία του πρωταθλήματος που σκόραρε δύο γκολ σε έναν αγώνα, επίτευγμα που κατάφερε την 1η Φεβρουαρίου 1953, σε ηλικία 39 ετών, 4 μηνών και 2 ημερών, απέναντι στην πρώην ομάδα του Λάτσιο. Το ρεκόρ έμεινε μέχρι τις 20 Απριλίου 2016, όταν ο Φραντσέσκο Τόττι σκόραρε σε ηλικία 39 ετών, 6 μηνών και 23 ημερών.[10] Επίσης, στο τελευταίο του παιχνίδι στο πρωτάθλημα, στις 7 Μαρτίου 1954, ήταν 40 ετών και 259 ημερών, ρεκόρ που καταρρίφθηκε σχεδόν μισό αιώνα αργότερα.[11]
Μέχρι σήμερα ο Πιόλα εξακολουθεί να είναι ο κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών στη Σέριε Α με 274 τέρματα.[12][13] Αν συνυπολογιστούν και τα 16 τέρματα στην Εθνική Κατηγορία (Divisione Nazionale) το σύνολο στην πρώτη κατηγορία του ιταλικού πρωταθλήματος είναι 290 γκολ. Επίδοση ρεκόρ ήταν και οι συμμετοχές του (566 με 537 στην πρώτη κατηγορία και 29 στην Εθνική) που καταρρίφθηκε από τον Ντίνο Τζοφ. Τέλος, είναι ο μόνος ποδοσφαιριστής που είναι κορυφαίος σκόρερ σε τρεις διαφορετικές ομάδες (Προ Βερτσέλλι, Λάτσιο και Νοβάρα).[4][14][15][16] Παρά τις ατομικές του επιτυχίες δεν κατάφερε να κερδίσει τίτλο πρώτης κατηγορίας πρωταθλήματος στην καριέρα του, παρά μόνο δεύτερες θέσεις με τη Λάτσιο (1936–37) και τη Γιουβέντους (1945–46, 1946–47). Με τη Λάτσιο κατέλαβε και τη δεύτερη θέση στο Κύπελλο Μιτρόπα το 1937.[17]
Διεθνής καριέρα
Το πρώτο του παιχνίδι για την πρώτη ομάδα της εθνικής Ιταλίας ήρθε ενάντια στην Αυστρία στις 24 Μαρτίου 1935, όταν σημείωσε επίσης τα δύο πρώτα του γκολ για την ομάδα.[18] Ήταν τροπαιούχος του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1938, όπου σημείωσε δύο από τα τέρματα της Ιταλίας στη νίκη του τελικού με 4–2 απέναντι στην Ουγγαρία. Είχε ήδη σημειώσει γκολ με αντιπάλους τη Νορβηγία στην παράταση (2–1, το νικητήριο γκολ) και τη Γαλλία, δύο γκολ στη νίκη με 3–1.[19][20] Ολοκλήρωσε τη διοργάνωση ως ο δεύτερος καλύτερος σκόρερ και αναδείχθηκε δεύτερος πολυτιμότερος παίκτης, κερδίζοντας επίσης θέση στην καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης.[21][22][23] Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς συμμετείχε ως μέλος της Μικτής Ευρώπης με αντίπαλο την Αγγλία στο Χάιμπουρι με αφορμή την 75η επέτειο της Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία την Αγγλίας (νικήτρια η Αγγλία με 3–0).[24]
Ο Πιόλα αγωνίστηκε συνολικά σε 34 παιχνίδια για την Ιταλία και σκόραρε 30 τέρματα μεταξύ 1935–1952.[25] Ήταν αρχηγός της εθνικής ομάδας από το 1940 έως το 1947. Το 1939 σημείωσε ένα γκολ με το χέρι του στην Αγγλία 47 χρόνια πριν από το Ντιέγκο Μαραντόνα.[26] Η τελευταία του διεθνής εμφάνιση ήταν το 1952, όταν η Ιταλία έφερε 1–1 με την Αγγλία. Είναι ο τρίτος καλύτερος σκόρερ της Εθνικής Ιταλίας όλων των εποχών, πίσω από τους Τζουζέπε Μεάτσα και Λουίτζι Ρίβα.[25]
Ο Πιόλα ήταν ευέλικτος επιθετικός, με εξαιρετικά τεχνικά χαρακτηριστικά, ικανός στο ψηλό παιχνίδι και με δυνατότητα χρήσης και των δύο ποδιών του. Η πολύ καλή φυσική του κατάσταση του επέτρεψε να αγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο μέχρι την ηλικία των 41 ετών.[27] Στα 25 χρόνια της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας σημείωσε 394 τέρματα σε 675 επίσημους αγώνες, επιδόση που τον κατατάσσει ως τον πρώτο σκόρερ στην ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου, σύμφωνα με τα ιταλική δημοσιογραφία.[4] Σε συνάντησή του με τον Πελέ το 1990, ο τελευταίος είχε πει ότι "αν δεν υπήρχαν παίκτες σαν τον Πιόλα, εγώ δεν θα υπήρχα".[28] Η τελευταία του ομάδα Νοβάρα Κάλτσιο έδωσε το όνομά του στο γήπεδό της προς τιμή του (Στάδιο Σίλβιο Πιόλα).[29]
Τίτλοι και διακρίσεις
Νοβάρα
Πρωτάθλημα Β' Κατηγορίας : 1947–48
Ιταλία
Παγκόσμιο Κύπελλο : 1938
Διεθνές Κύπελλο Κεντρικής Ευρώπης : 1933–35
Ατομικές διακρίσεις
Ασημένια μπάλα του Παγκόσμιου Κυπέλλου : 1938
Ασημένια παπούτσι Παγκοσμίου Κυπέλλου : 1938
Καλύτερη ομάδα Παγκόσμιου Κυπέλλου : 1938
Κορυφαίος σκόρερ του ιταλικού πρωταθλήματος (2) : 1936–37 , 1942–43
IFFHS : 51ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα
Ιταλικό Ποδόσφαιρο Hall of Fame : 2011
Έλαβε μέρος στο Walk of Fame του ιταλικού αθλητισμού : 2015