Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: η εμφάνιση των παραπομπών χρίζει επιμέλειας
Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων.
Η Μεραρχία Πινερόλο, ή 24η Μεραρχία «Πινερόλο», ήταν μία από τις 11 ιταλικές μεραρχίες της Ιταλικής Στρατιάς που έδρασε στην Ελλάδα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην πραγματικότητα η δύναμή της ήταν της τάξεως ταξιαρχίας, υπό τον στρατηγό Α. Ινφάντε. Μετά την παράδοση της Ιταλίας στη Γερμανία, η Μεραρχία Πινερόλο διαπραγματεύθηκε την παράδοση των οπλών της στον ΕΔΕΣ και ΕΛΑΣ. Η Πινερόλο ήταν η μόνη μεγάλη ιταλική μονάδα, τμήματα της οποίας συμφώνησαν να συνεργαστούν με την ελληνική αντίσταση. Η συνεργασία επικυρώθηκε με το πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1943.
Προοίμιο
Η κατάληψη της Ελλάδας
Στην τριπλή, γερμανο-ιταλο-βουλγαρική κατοχή, ο ιταλικός στρατός ανέλαβε ένα μεγάλο μέρος από την ηπειρωτική Ελλάδα,τα Ιόνια Νησιά και μέρος των νησιών του Αιγαίου.
Ελληνική Αντίσταση
Η ελληνική αντίσταση κατά τους πρώτους μήνες της Κατοχής ήταν αυθόρμητη. Η εξέγερση στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας (Δράμα - Δοξάτο, που οργανώθηκε από τους κομμουνιστές, κατεστάλη με σφαγή του ελληνικού πληθυσμού από τους Βουλγάρους.[1]
Το καλοκαίρι του 1941 τα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο συνταγματάρχης Παπασταματιάδης και o ταγματάρχης Μακρίδης, ξεκίνησαν τη μεθοδική οργάνωση της στρατιωτικής αντίστασης.[2] Αλλά σαν χρονιά γέννησης του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ) η ιστοριογραφία θεωρεί το 1942, και το συνδέει με το όνομα του Άρη Βελουχιώτη.[3]
Μέχρι τα μέσα του 1943 ο ΕΛΑΣ έφτασε να ελέγχει περίπου το μισό της χώρας και όλες οι δυνάμεις του οργανώνονταν σε τακτικό στρατό, επαναλαμβάνοντας την προπολεμική γεωγραφική κατανομή του ελληνικού στρατού.[4]
Δεύτερος σε σημασία, αλλά πολύ κατώτερος από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, ήταν ο στρατός του ΕΔΕΣ που οργανώθηκε από τον συνταγματάρχη Ναπολέοντα Ζέρβα. Οι Άγγλοι κατέβαλαν πολλές προσπάθειες να δημιουργήσουν ένα αντίβαρο στον ΕΛΑΣ ώστε να εξασφαλιστούν οι προϋποθέσεις για την επιστροφή του βασιλιά.[5]
Σε αντίθεση με τον ΕΛΑΣ, που είχε τμήματα σε όλη τη χώρα, ο ΕΔΕΣ είχε τμήματα κυρίως στην περιοχή της Ηπείρου.[6]
Η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή
Τον Οκτώβριο του 1942 έπεσε με αλεξίπτωτα στην ορεινή Ελλάδα δωδεκαμελής ομάδα Βρετανών αξιωματικών και οπλιτών με στόχο τη διενέργεια καταστροφών για την παρενόχληση των δυνάμεων του Άξονα στην Ελλάδα. Με αρκετές δυσκολίες τα μέλη της ομάδας αυτής ήρθαν σε επαφή με τον ΕΛΑΣ και με τον ΕΔΕΣ. Επικεφαλής της ήταν ο συνταγματάρχης Έντι Μάγιερς και ο ταγματάρχης Κρις Γουντχάους. Στόχος ήταν η καταστροφή της μιας από τρεις συνολικά σιδηροδρομικές γέφυρες σημαντικής στρατιωτικής αξίας, με απώτερο στρατηγικό στόχο τη διακοπή του ανεφοδιασμού των γερμανικών δυνάμεων που πολεμούσαν εναντίον των Συμμάχων στη Βόρεια Αφρική, η οποία διενεργούνταν εν μέρει μέσω Ελλάδας και Κρήτης. Αρχική αποστολή της ομάδας ήταν να φέρει σε πέρας τις καταστροφές, ενόψει της μάχης στο Ελ Αλαμέιν, και μετά να αποχωρήσει. Η αποστολή ήταν επιτυχής, αλλά οι πολιτικές επιπτώσεις της, απρόσμενες όσο και αναπόφευκτες, αποδείχτηκαν καθοριστικές για την πορεία της αντίστασης, αλλά και για την κατοπινή πορεία της χώρας. Οι Βρετανοί διαπίστωσαν σύντομα ότι οι δυνάμεις του Ζέρβα ήταν ανεπαρκείς και ότι έπρεπε να ζητήσουν βοήθεια από τον ΕΛΑΣ. Η ισότιμη συμμετοχή και των δύο οργανώσεων στην επιτυχή ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου προσέδωσε πολιτικά οφέλη και πολεμική αίγλη και στις δύο, αλλά ήταν ολοφάνερο ότι το ουσιαστικότερο κέρδος ήταν αυτό του ΕΛΑΣ, που αναγνωριζόταν ως πολύτιμος βοηθός του συμμαχικού αγώνα. Οι νεοαφιχθέντες αξιωματικοί έλαβαν εντολή να παραμείνουν στην Ελλάδα για :
τον συντονισμό όλων των δυνάμεων της Αντίστασης, οι οποίες θα ενεργούσαν προς όφελος και υπό το συντονισμό του Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής
την ενίσχυση όλων των μικρών δυνάμεων που δεν ανήκαν στην ΕΛΑΣ
την αποδυνάμωση της θέσης του ΕΛΑΣ και, ει δυνατόν, τον έλεγχο της δράσης του [7]
Ο ιταλικός στρατός στην Ελλάδα
Στα Βαλκάνια οι Γερμανοί είχαν αναπτυγμένες 10 μεραρχίες στην Ελλάδα και την Αλβανία, και 9 μεραρχίες στη Γιουγκοσλαβία. Ο Τσώρτσιλ έγραφε: «19 γερμανικές μεραρχίες ήταν διασκορπισμένες σε όλα τα Βαλκάνια, ενώ εμείς δεν χρησιμοποιούμε εδώ ούτε χίλιους αξιωματικούς και άνδρες»[8]
Ο βουλγαρικός στρατός βρισκόταν στα νότια της Γιουγκοσλαβίας και στη Δυτική Θράκη και Ανατολική Μακεδονία. Για να απελευθερώσουν δυνάμεις τους για άλλες αποστολές, οι Γερμανοί αποφάσισαν να επεκτείνουν τη βουλγαρική ζώνη κατοχής σταδιακά, μέχρι του σημείου να καλύπτει την περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας. Το καλοκαίρι του 1943, με την εισβολή των Συμμάχων αρχικά στη Σικελία και στη συνέχεια στο νότο της Ιταλίας, η ιταλική πολεμική προσπάθεια, αλλά και το ίδιο το φασιστικό καθεστώς, κατέρρευσαν. Στις 2 Σεπτεμβρίου υπογράφτηκε ανακωχή μεταξύ της Ιταλίας και των Συμμάχων, η οποία για το φόβο των γερμανικών αντιδράσεων ανακοινώθηκε μόλις στις 8 του ίδιου μηνός. Όσον αφορά τον ιταλικό στρατό, κατά τη στιγμή της ανακωχής στην Ελλάδα βρισκόταν η 11η Στρατιά, υπό τον στρατηγό Κάρλο Βεκιαρέλλι, η οποία αποτελείτο από 12 μεραρχίες: 58 χιλιάδες στρατιώτες στα νησιά του Αιγαίου και 185 χιλιάδες στην υπόλοιπη Ελλάδα.[9]
Όταν στις 8 Σεπτεμβρίου του 1943 ανακοινώθηκε δημόσια η σύναψη ανακωχής μεταξύ Ιταλίας, (της κυβέρνησης του στρατάρχη Πιέτρο Μπαντόλιο), και των συμμαχικών χωρών, που είχε προηγηθεί μυστικά πέντε ημέρες πριν στη Σικελία, το σύνολο σχεδόν των ιταλικών δυνάμεων στα διάφορα μέτωπα κυριολεκτικά παρέλυσε. Το γεγονός αυτό όχι μόνο θορύβησε τους Γερμανούς, καθώς θεωρήθηκε παρασπονδία εκ μέρους της Ιταλίας στο Σύμφωνο του Σιδηρού Άξονα, αλλά τους εξανάγκασε να προχώρησαν με ταχύτητα στην ενίσχυση των δυνάμεών τους με στόχο τον αφοπλισμό των ιταλικών στρατευμάτων σε κοινά μέτωπα, μεταξύ των οποίων στην Ελλάδα. Τον ίδιο ακριβώς στόχο είχε και το συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής (ΣΜΑ), που βέβαια γνώριζε την εξέλιξη αυτή πολύ νωρίτερα, όπως αποδεικνύεται παρακάτω, την υλοποίηση του οποίου ανέλαβε στην Ελλάδα η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή (ΒΣΑ), με την άμεση βοήθεια των ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων, μέσω του Κοινού Γενικού Στρατηγείου Ανταρτών, που είχε ήδη συσταθεί δύο μήνες πριν, μετά το Σύμφωνο των Εθνικών Ομάδων.
Μετά την ιταλική ανακωχή
Με βάση τη συμφωνία μεταξύ της γερμανικής και της ιταλικής διοίκησης στην Ελλάδα, στο τέλος του Ιουλίου του 1943 η διοίκηση της 11ης ιταλικής Στρατιάς πέρασε στα χέρια του Γερμανού στρατηγού Αλεξάντερ Λαιρ.[10]
Σε όλη την Ελλάδα οι Ιταλοί παραδόθηκαν στους Γερμανούς, σύμφωνα με τη διαταγή του Βεκιαρέλλι, με λίγες εξαιρέσεις [11]:
Ρόδος - μετά από σύντομη σύγκρουση, έξι χιλιάδες Γερμανοί αλεξιπτωτιστές και πεζοναύτες εξουδετέρωσαν 35 χιλιάδες Ιταλούς, και τους περιόρισαν σε στρατόπεδα εγκλεισμού.
Λέρος - 8 χιλιάδες Ιταλοί, με την υποστήριξη βρετανικής ταξιαρχίας, αντιστάθηκαν στους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές και πεζοναύτες, αλλά νικήθηκαν και παραδόθηκαν.
Σάμος - 8 χιλιάδες Ιταλοί της μεραρχίας Κούνεο, υποστηριζόμενοι από χίλιους Βρετανούς αλεξιπτωτιστές, 314 Έλληνες του Ιερού Λόχου και 800 αντάρτες του ΕΛΑΣ, είχαν αντισταθεί στη γερμανική απόβαση, αλλά τελικά πέρασαν στη Μικρά Ασία.
Κεφαλονιά - Εδώ συνέβησαν τα πιο τραγικά γεγονότα (Σφαγή της Μεραρχίας Άκουι), όταν, μετά από δεκαήμερη μάχη, οι Ιταλοί παραδόθηκαν και εκτελέστηκαν. Ο συνολικός αριθμός των νεκρών πλησίασε τις 10 χιλιάδες.
Κέρκυρα - Εδώ η ιταλική φρουρά, υπό την αρχηγία του Λουίτζι Λουζινιάνι, αφοπλισε αρχικά 450 Γερμανούς, αλλά μετά την απόβαση της γερμανικής 1ης Ορεινής Μεραρχίας, μέρος των Ιταλών, συμπεριλαμβανομένου του Λουιζινιάνι, εκτελέστηκαν, οί άλλοι εκτοπίστηκαν σε στρατόπεδα.
Το μόνο ιταλικό τμήμα που δεν παραδόθηκε, και εν μέρει διασώθηκε ήταν η Μεραρχία Πινερόλο.[12]
24η Μεραρχία Πεζικού Πινερόλο
Η 24η Μεραρχία Πεζικού «Πινερόλο» συγκροτήθηκε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και έλαβε το όνομα της ομώνυμης πόλης όπου και ξεκίνησε η συγκρότησή της. Αρχικά ενεπλάκη στην εισβολή της Ιταλίας στη Γαλλία που επιχείρησε ο Μουσολίνι καιροσκοπικά, όταν η Γαλλία άρχισε να καταρρέει από τα πλήγματα των γερμανικών στρατιών, στις 10 Ιουνίου του 1940. Παρά ταύτα η αντίσταση των Γάλλων υπήρξε μεγάλη και τα ιταλικά στρατεύματα δεν πέτυχαν το σκοπό τους. Στη συνέχεια η Μεραρχία Πινερόλο μεταφέρθηκε στην Αλβανία για να συμμετάσχει στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 πλην όμως ενεπλάκη στην ιταλική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία, όπου και παρέμεινε εκεί, ως μονάδα κατοχής με βάση την Αχρίδα. Μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα (1941) και την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου μεταφέρθηκε στην Ελλάδα επίσης ως μονάδα κατοχής, με βάση τη Λάρισα στη Θεσσαλία.
Κατά τη στιγμή της ανακωχής τα τμήματα της μεραρχίας βρισκόταν γεωγραφικά ως εξής:
13ο, 14ο και 313ο Συντάγματα Πεζικού στην Καστοριά, Γρεβενά, Βόλο, Αλμυρό και Λάρισα (αρχηγείο)
Μαζί με τις βοηθητικές μονάδες, συνολικά 14 χιλιάδες άτομα.
Η μόνη περιοχή της Θεσσαλίας που είχε περάσει πέρα από τον έλεγχο της μεραρχίας ήταν η Καρδίτσα, η οποία καταλήφθηκε από τον ΕΛΑΣ στις 12 Μαρτίου 1943, και έγινε, σύμφωνα με το BBC, «η πρώτη πόλη στην Ευρώπη που απελευθερώθηκε από την Αντίσταση».
Η Ιταλίδα ερευνήτρια Lidia Santarelli στη μελέτη της Τυφλή βία: ιταλικά εγκλήματα πολέμου στην Ελλάδα της Κατοχής τόνισε ότι από τα δεκάδες ιταλικά εγκλήματα, όπως το κάψιμο των χωριών και πόλεων του Δομένικου, του Κούρνοβου, του Αλμυρού και άλλα, διαπράχθηκαν κατά την περίοδο 14 με 25 Αυγούστου 1943, λίγες μέρες πριν από την ιταλική ανακωχή της 3ης Σεπτεμβρίου 1943 και τα περισσότερα από αυτά έγιναν στην περιοχή ευθύνης της Πινερόλο. Αυτό τονίζει περισσότερο τη γενναιοδωρία των Ελλήνων ανταρτών και του πληθυσμού στα γεγονότα που ακολούθησαν σε σχέση με τις πριν μερικές μέρες εχθρούς τους και κατακτητές.[13]
Πριν από το πραξικόπημα της 15 Ιουλίου 1943 ο διοικητής της μεραρχίας Καίσαρ Μπενέλι αντικαταστάθηκε από τον Αδόλφο Ινφάντε, ο οποίος ήταν προσκείμενος στον βασιλιά της Ιταλίας Βιττόριο Εμανουέλε τον Γ΄ και στο στρατηγό Μπαντόλιο. Ο Ινφάντε έχει επίσημα δηλώσει ότι θα ήταν πιο επιεικής σε σχέση με τον ελληνικό πληθυσμό, γεγονός που δεν τον εμπόδισε να κάψει την πόλη του Αλμυρού στις 15 Αυγούστου, μετά από μια προσπάθεια των ανταρτών να αφοπλίσουν την ιταλική φρουρά.[14]
Τμήματα της Πινερόλο που παραδόθηκαν στους Γερμανούς:[15]
130ό Τάγμα Μελανοχιτώνων στην Ελασσόνα
Η φρουρά της πόλης Τυρνάβου
Η φρουρά της πόλης Καστοριάς, παραδόθηκε στο 2ο Γερμανικό Σύνταγμα του Βρανδεμβούργου στις 10 Σεπτεμβρίου
Δύο χιλιάδες στρατιώτες της φρουράς της πόλης του Βόλου
Οι διάσπαρτες φρουρές του Δομοκού, των Φαρσάλων καιτων Τεμπών
Το μήλο της έριδος
Τα ιταλικά όπλα στην Ελλάδα ξαφνικά πήραν αυτές τις μέρες του Σεπτέμβρη μεγάλη σημασία. Η ξεχασμένη ιταλική στρατία, στην τελευταία της πνοή, έλαβε μια απρόσμενη τιμή. Το λείψανό της απέκτησε περισσότερο βάρος απ' τη ζωή της [16].
Ο Γουντχάους έγραψε στο μεταπολεμικό βιβλίο του Το μήλο της έριδος: «Η αποστολή είχε κατηγορηματικές διαταγές του στρατηγού Wilson να κάνει κτήμα της κάθε ιταλικό όπλο ... και σε καμία περίπτωση να μην αφήσει να πέσει το σύνολό τους στα χέρια του ΕΛΑΣ»[17][18].
Με την πολιτική αυτή, και τη μη ενημέρωση του ΕΛΑΣ σχετικά με την επικείμενη ανακωχή, οι Βρετανοί προτιμούσαν την αδράνεια, η οποία είχε ως αποτέλεσμα η συντριπτική πλειοψηφία του ιταλικού οπλοστάσιου να πέσει στα χέρια των Γερμανών και οι Ιταλοί στρατιώτες σε στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου.
Ο Τσώρτσιλ έγραψε στα απομνημονεύματά του: «Η ιταλική συνθηκολόγηση τον Σεπτέμβριο του 1943 διετάραξε το σύνολο της ισορροπίας δυνάμεων στην Ελλάδα. Ο ΕΛΑΣ ήταν σε θέση να εξασφαλίσει για τον εαυτό του μεγάλο μέρος των ιταλικών όπλων, συμπεριλαμβανομένων των όπλων του συνόλου μιάς ιταλικής μεραρχίας, και για να επιτύχει στρατιωτική υπεροχή. Η απειλή του κομμουνιστικού κινήματος, στην περίπτωση της γερμανικής υποχώρησης, η οποία και πρακτικώς εφαίνετο τώρα δυνατή, επέβαλλε άγρυπνον προσοχήν»[19]
Διαπραγματεύσεις και παράδοση
8 Σεπτεμβρίου
Ήδη στα μέσα Αυγούστου, οι οργανώσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ άρχισαν διαπραγματεύσεις με τους κατα τόπους Ιταλούς να παραδοθούν. Μετά τις οδηγίες που έλαβε, ο Γουντχάους δήλωσε στον αρχηγό του ΕΛΑΣ, στρατηγό Στέφανο Σαράφη, ότι οι Ιταλοί φοβούνται και θέλουν να παραδοθούν στον ΕΔΕΣ. Ο Σαράφης απαντά ότι η Θεσσαλία είναι στην ευθύνη του ΕΛΑΣ και ότι, πάνω απ' όλα, εδώ δεν υπάρχουν τμήματα του ΕΔΕΣ. Αν οι Ιταλοί θέλουν να παραδοθούν στην Ήπειρο, ας το κάνουν, αλλά θα αφήσουν τα όπλα τους εδώ.
[20].
9-10 Σεπτεμβρίου
Ο Ινφάντε κατόπιν αιτήματος των Γερμανών, τους παρέδωσε το αεροδρόμιο της Λάρισας, ώστε να μην πέσει στα χέρια των ανταρτών.
Στις 10 Σεπτεμβρίου ο Ινφάντε πήγε για ενίσχυση της φρουράς της πόλης των Τρικάλων, πολιορκούμενης από αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Η 1η Μεραρχία του ΕΛΑΣ περιέβαλε την πόλη των Τρικάλων για να σταματήσει την προσπάθεια του συντάγματoς της Αόστα για υποχώρηση στη Λάρισα. Η Αόστα περίμενε οδηγίες και την άφιξη του Ινφάντε.
[21].
Οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν στις 11 Σεπτεμβρίου και έληξαν στην Πόρτα Τρικάλων
Εν τω μεταξύ, κατά την περίοδο 8 Σεπ - 11 Σεπ, οι ιταλικές φρουρές στην περιοχή της Μαγνησίας, καθώς και 1.500 στρατιώτες στο νησί της Εύβοιας, που δεν ανήκαν στην Πινερόλο, παραδόθηκαν μαζικά ή αφοπλίστηκαν από τους αντάρτες του [22].
Με τα νέα ιταλικά όπλα ο ΕΛΑΣ δημιούργησε στις 20 Σεπτεμβρίου στο Πήλιο την 16η Μεραρχία κάτω από την εντολές του Θ.Καλλίνου [23]
Στις 12-13 Σεπτεμβρίου τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την πόλη του Βόλου.
Ήταν επείγουσα ανάγκη να περάσουν οι Ιταλοί από το Πήλιο δια του θεσσαλικού κάμπου στην Πίνδο, για να αποφύγουν τη σύλληψη τους από τους Γερμανούς. Η οργανώσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με επιτυχία πραγματοποίησαν αυτή την αποστολή [24]
Το Πρωτόκολλο της 11 Σεπτεμβρίου
Η Πινερόλο ήταν η μόνη μεγάλη ιταλική μονάδα, τμήματα της οποίας συμφώνησαν να συνεργαστούν με την ελληνική αντίσταση.
Αυτό επιβεβαιώθηκε με το πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις 11 Σεπτεμβρίου στην Πύλη Τρικάλων από την Πινερόλο από τον στρατηγό Ινφάντε, από τον ΕΛΑΣ από τους Σαράφη, Βελουχιώτη και Σαμαρινιώτη, από τον ΕΔΕΣ από τον συνταγματάρχη Ραυτόπολο, από τη βρετανική αποστολή από τον Γουντχάους. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο οι Ιταλοί οι οποίοι έχουν εκφράσει την επιθυμία να συνεχίσουν τον πόλεμο στο πλευρό των Ελλήνων ανταρτών θα διατηρούσαν τον οπλισμό τους και θα τοποθετούνταν μεταξύ των ελληνικών θέσεων. Οι Ιταλοί που δεν θέλαν να πολεμήσουν θα αφοπλιστούν και θα τοποθετούνται σε στρατόπεδα. Τα όπλα τους θα ληφθούν από μικτά κλιμάκια, και θα μοιραστούν με την ίδια αναλογία που μοιράζωνταν το συμμαχικό υλικό. Την τροφοδοσία των Ιταλών ανέλαβαν οι Βρετανοί.
Όταν θα το επιτρέψουν οι συνθήκες, όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα μεταφερθούν στην Ιταλία.[25]
11 - 12 Σεπτεμβρίου
Τα Γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στην πόλη της Λάρισας, και αμέσως ξεκίνησαν για την πόλη των Τρικάλων, για να αποτρέψουν την παράδοση των Ιταλών.
Στο δρόμο Λάρισας-Τρικάλων, έδωσε μάχη η 1η Μεραρχία του ΕΛΑΣ ώστε οι Ιταλοί να αποσυρθούν από τα Τρίκαλα. Όταν το μεσημέρι 12 Σεπτεμβρίου οι Γερμανοί εισήλθαν στα Τρίκαλα, οι ιταλικές μονάδες αποσύρθηκαν από την πόλη.
[26]
Οι δυνάμεις υπό τη διοίκηση του Ινφάντε ήταν:
1ο Τάγμα του 14ου Συντάγματος
Το 1ο και 3ο τάγματα του 313 συντάγματος
1ο ταγμα πολυβολητών
6ο Σύνταγμα Ιππικού της Αόστης
Πυροβολαρχία του 18 ου Συντάγματος Πυροβολικού
Συνολικά 5.500 άνθρωποι - αριθμός σημαντικά μικρότερος των 14 χιλ της Πινέρολο στις 8 Σεπτεμβρίου.
Η έδρα της βρίσκεται στο Περτούλι, όπου ήταν και το αρχηγείο του ΕΛΑΣ. Η προσπάθεια των Βρετανών να υπαχθούν οι Ιταλοί απευθείας στο Συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής συνάντησε την αντίσταση του Σαράφη και απέτυχε.
Στον κεντρικό τομέα το ιταλικό πυροβολικό στις 21 - 22 Σεπτεμβρίου πήρε μέρος στην αναχαίτιση της προσπάθειες των Γερμανών να εισχωρήσουν στην Πίνδο [27]
100 ιππείς της Αόστα έλαβαν μέρος στην επιδρομή στο αεροδρόμιο της Λάρισας που κατέληξε σε αποτυχία [28]
Εδώ, σημειώνει ο Γουντχάους, το Κάιρο δεν είχε ενημερωθεί ότι η Πινερόλο ήταν στο στάδιο της αποσύνθεσης [29]
Εξέλιξη
Οι συγκρούσεις μεταξύ ΕΔΕΣ και ΕΛΑΣ
Στις 10 του Οκτωβρίου άρχισαν στρατιωτικές συγκρούσεις μεταξύ του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ. Το BBC ονομάζει τον Βελουχιώτη εγκληματία πολέμου. Στις 13 Οκτωβρίου ο ΕΛΑΣ κατηγορήθηκε από τον Τσώρτσιλ στο Βρετανικό Κοινοβούλιο για τη δολοφονία ενός βρετανού αξιωματικού. Η Επιτροπή του Συμμαχικού Αρχηγείου στη Μέση Ανατολή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο θάνατος του υπολοχαγού A.Habart ήταν αποτέλεσμα ατυχήματος[30]. Αλλά οι επαφές μεταξύ του ΕΛΑΣ και της βρετανικής αποστολής σταματησαν [31]
Ο Αφοπλισμός της Πινερόλο
Μετά τις αψιμαχίες των Ιταλών με τους Γερμανούς, τον Σεπτέμβριο, ο Σαράφης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Ιταλοί δεν είχαν καμία επιθυμία να πολεμήσουν, και ότι διατηρούσαν την τάξη χάρη στην επιμονή των Βρετανών, για την πιθανή χρήση των Ιταλών εναντίον του ΕΛΑΣ.[32]
Το Γενικό Επιτελείο του ΕΛΑΣ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Ιταλοί ήταν μάλλον επιζήμιοι και στην περίπτωση της γερμανικής επίθεσης, θα αφήσουν τη θέση τους και θα έφερναν σύγχυση στα τμήματα του ΕΛΑΣ. Η πρόταση για τον αφοπλισμό τους δεν έγινε δεκτή από τους Βρετανούς. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε, μέρος των ιταλών αξιωματικών συνέχισαν να είναι πιστοί στο φασισμό, και ήταν έτοιμοι να συνεργαστούν με τους Γερμανούς.[33]
Διαβάζοντας προσεκτικά τις διαταγές του Ινφάντε, σύμφωνα με τις οποίες το κομμουνιστικό ΕΛΑΣ επιδιώκει να δημιουργήσει μπολσεβίκικο καθεστώς στην Ελλάδα, οι διοικητές του ΕΛΑΣ κατέληξαν στο τελικό συμπέρασμα ότι η Ινφάντε ήταν υπο βρετανική επιρροή στις προσπάθειές τους να χρησιμοποιήσουν τους Ιταλούς κατά τον ΕΛΑΣ.Το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ αποφάσισε να αφοπλίσει την Πινερόλο.[34]
Στις 14 Οκτωβρίου 150 ιππείς του ΕΛΑΣ αφόπλισαν με ξαφνική επίθεση τους 800 ιππείς της Αόστα. Στη δίωρη μάχη σκοτώθηκαν 19 Ιταλοί. Οι υπόλοιπες ιταλικές μονάδες παραδίδονται αμαχητί.[35]
Οι μονάδες της Δυτικής Μακεδονίας και της Ευρυτανίας αφοπλίστηκαν λίγες μέρες νωρίτερα, όπως δήλωσαν εγγράφως ότι δεν θέλουν να πολεμήσουν.[36]
Σε μια ευγενική επιστολή προς τον Ινφάντε, το Στρατηγείο του ΕΛΑΣ κάνει αναφορά για αναγκαστικό «φιλικό αφοπλισμό», προκειμένου να αποφευχθεί η συνεργασία των φασιστών αξιωματικών της Πινερόλο με τους Γερμανούς, η οποία θα έθετε σε κίνδυνο τον ίδιο και τους Ιταλούς Δημοκράτες [37].
Το φυλλάδιο του ΕΛΑΣ προς τους «αξιωματικούς και στρατιώτες, αδερφούς Ιταλούς» λέει ότι δεν έχει τίποτα εναντίον τους και, "μας δώσατε τα όπλα σας, αλλά να μην αισθάνονται στιγματισμένοι", "Ο Ιταλικός και Ελληνικός λαοί είναι αδέλφια, θάνατος στους Γερμανούς και στούς φασίστες. Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα. Ζήτω η ελεύθερη Ιταλία."[38]
Οι αξιωματικοί της Βρετανικής Αποστολής εξοργίστηκαν όχι τόσο από την παραβίαση της συμφωνίας, αλλά με το γεγονός ότι σύγχρονο οπλοστάσιο ήταν πια στα χέρια του ΕΛΑΣ, παρέχοντάς του πλεονέκτημα έναντι του ΕΔΕΣ, κάτι που ήταν εμπόδιο για τη βρετανική κυβέρνηση για τη διατήρηση της μοναρχίας στην Ελλάδα. Σαν εκδίκηση η Βρετανική αποστολή σταμάτησε όλες τις παραδόσεις, κάτι που αισθάνθηκαν αμέσως οι Ιταλοί [39]
Αξιοσημείωτη είναι η εκτίμηση του Υπουργείου Πολέμου των ΗΠΑ: "Η Μεραρχία Πινερόλο και το Σύνταγμα Ιππικού της Αόστα, προσχώρησαν στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ και σχεδιάστηκε να ενεργήσουν ως οργανωμένες στρατιωτικές μονάδες. Όταν μία επιχείρηση που τους προτάθηκε απορρίφθηκε από τους Ιταλούς, και η άλλη κατέληξε σε πλήρη αποτυχία, οι Έλληνες, αφόπλισαν το σύνταγμα και τη μεραρχία, και δέχθηκαν εθελοντές από αυτούς στις κανονικές μονάδες των ανταρτών»( Υπουργείου Πολέμου ΗΠΑ, Δελτίο αριθ. 20 243. Γερμανική επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών στα Βαλκάνια. Ελληνική έκδοση 1999, σελίδα 73) [40]
Ο Mulgan, αυτόπτης, δήλωσε: «Ήταν προφανές ότι οι Έλληνες αντάρτες τελικά θα τους αφοπλίσουν .... οι Ιταλοί το γνώριζαν, αλλά δεν έκαναν καμία προσπάθεια να αποφύγουν τον αφοπλισμό" [41][42]
Κατά την εκτίμηση του ΕΛΑΣ, ο αφοπλισμός της Πινερόλο ανέβασε το πνεύμα του πληθυσμού και έδωσε στον Απελευθερωτικό Στρατό, ένα απίστευτο πριν από λίγες εβδομάδες οπλοστάσιο. Μόνο με ένα μέρος από τα όπλα της ιταλικής μεραρχίας έχει δημιουργηθεί στο Πήλιο η 16η Μεραρχία. Λόγω επάρκειας δυνάμεων στη Θεσσαλία, η μεραρχία σύντομα μεταφέρθηκε στη Στερεά Ελλάδα.[43]
Ο αφοπλισμός του Ιππικού της Αόστα και η κατάσχεση των 800 ίππων της έχουν καταστήσει δυνατή το σχηματισμό της Θεσσαλικής ταξιαρχίας ιππικού του ΕΛΑΣ> [35]
Τα βάσανα της Πινερόλο
Η Μεραρχία αφοπλίστηκε σε μία από τις φτωχότερες περιοχές της Ελλάδας, η οποία καταστράφηκε από τον πόλεμο.
Μετά τον αφοπλισμό και για λόγους ασφαλείας, προκειμένου οι βαθμοφόροι και οπλίτες της Πινερόλο να μεταφέρθηκαν στην[44]:
-Περιοχή του προπολεμικού καλοκαιρινού θέρετρου της Νεράιδας (3500)
-Περιοχή Γρεβενών (3500)
-Περιοχή Καρπενησίου (2500)
Οι Επιχειρήσεις από τις 17 Οκτωβρίου έως 4 Δεκεμβρίου του 1943
Στις 17 Οκτωβρίου, ξεκίνησε μια μαζική επιχείρηση 20.000 Γερμανών στρατιωτών (δύο μεραρχίες), που υποστηρίζονταν από τεθωρακισμένα και αεροσκάφη. Οι Γερμανοί κατέλαβαν το Μέτσοβο και την Καλαμπάκα. Οι μάχες διήρκεσαν 40 ημέρες. Οι καταστροφή των χωριών ήταν τεράστια. «Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1943 φάνηκε ότι όλα τα ελληνικά χωριά καίγονταν[45]. Ο Γουντχάους δήλωσε μετά τη μάχη στον Σαράφη: "Οι Γερμανοί κατάλαβαν επιτέλους ότι δεν μπορούσαν να νικήσουν τον ΕΛΑΣ." Ο Σαράφης απάντησε: "Όχι μόνο οι Γερμανοί"> [46]
Η Τραγωδία της Νεράιδας
Στις 7 του Νοέμβρη δύο γερμανικές φάλαγγες από τη Λαμία και Αγρίνιο έκλεισαν τη σφήνα επι του Καρπενησίου. Το 42ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ δεν μπορούσε να τους σταματήσει. Οι 2500 Ιταλοί της πόλης στάλθηκαν βιαστικά στη Νεράιδα, όπου ο αριθμός τους έχει φτάσει στις έξι χιλιάδες, και η κατάσταση με την τροφοδοσία τους ήταν σε οριακή κατάσταση [47]
Οι Ιταλοί υπέφεραν από υποσιτισμό και περνούσαν τον χρόνο τους σε αναζήτηση κάστανων και καρυδιων στο δάσος.
Πολλοί υπέφεραν από δυσεντερία "[48]
Αλλά η γερμανική επίθεση συνεχίστηκε και οι Γερμανοί μπήκαν στη Nεράιδα στις 27 Νοεμβρίου. Οι Ιταλοί σκορπίσαν στα βουνά. Στη διάρκεια του χειμώνα, και χωρίς τροφή, πολλοί επέλεξαν να παραδοθούν. Μεταξύ αυτών ήταν και ο στρατηγός Ντζούντιτσε. Στο νοσοκομείο της Nεράιδας οι Γερμανοί εκτέλεσαν 50 τραυματίες και άρρωστους Ιταλούς. Οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό. 20 ημέρες οι Ιταλοί περιπλανούνταν πεινασμένοι, μέσα στο κρύο στα βουνά. Όταν οι Γερμανοί αποχώρησαν από τις έξι χιλιάδες Ιταλούς επέστρεψαν στο χωριό τέσσερις χιλιάδες, ενώ άλλοι πέθαναν. Ωστόσο, σύμφωνα με την Αμερικανική OSS, 1500 Ιταλοί παραδόθηκαν στους Γερμανούς [49][50].
Με το τέλος των γερμανικών επιχειρήσεων οι Ιταλοί που επέστρεψαν στη Nεράιδα, έχοντας ζήσει ένα τραγικό χειμώνα μέχρι το Μάρτιο του 1944, με εντολή του ΕΛΑΣ διασκορπίστηκαν στα χωριά για να σωθούν από βέβαιο θάνατο [51]. Ενώ ζουσαν σε καλύβες, δεκάδες Ιταλοί πέθαναν από την πείνα, το κρύο και ασθένειες.
Οι αντάρτες που και οι ίδιοι πεινόυσαν, δεν ήταν σε θέση να τροφοδοτήσουν τους Ιταλούς. Ο διοικητής της πρώτης μεραρχίας, στρατηγός Δ.Φλούλης κατηγόρησε δημοσίως τη βρετανική αποστολή ότι μετά την παράδοση του οπλισμού, έχασαν το ενδιαφέρον και τη δέσμευσή τους για τους Ιταλούς. Ενώ το αεροδρόμιο χρησιμοποιήθηκε για τον επαναπατρισμό του Ινφάντε, δεν προσγειώθηκε κανένα αεροσκάφος με φορτίο τροφίμων.[52].
Τα 50 γραμμάρια ψωμί και 3 κουταλιές φασολιών την ημέρα δεν σώζαν από μαζικούς τάφους. Ο Σαράφης έγραψε ότι το πρόβλημα των Ιταλών ήταν το μόνο θέμα συζήτησης με τη βρετανική αποστολή εκείνη τη στιγμή, λόγω των τεταμένων σχέσεων. Οι Βρετανοί απαντούσαν ότι η αποστολή δεν μπορεί να ασχοληθεί με τους Ιταλούς και ήταν καλύτερα να παραδοθούν στους Γερμανούς [53][54].
Με αυτήν την κατάσταση, ο ΕΛΑΣ δεν είχε άλλη επιλογή παρά να διασκορπίσει τους Ιταλούς στα χωριά σε μεγάλη γεωγραφική περιοχή. Το μέτρο αυτό ήταν σωτήριο.
Όμως, παρά τις προσπάθειες και τη διασπορά των Ιταλών στη δυτική περιοχή της Θεσσαλίας, τη Δυτική Μακεδονία και την Ευρυτανία, οι αριθμοί των θανάτων από την πείνα και τις ασθένειες είχαν φτάσει τους 1.500.
Οι Ιταλικές πηγές αναφέρουν 1150 νεκρούς, 2250 τραυματίες και 1500 αγνοούμενους [55] Αυτό καθιστά την Πινερόλο τη δεύτερη πιο μαρτυρική ιταλική μεραρχία στην κατεχόμενη Ελλάδα μετά την Άκουη, αν και για διαφορετικούς λόγους [56]
Επίλογος
Ο στρατηγός Ινφάντε έγινε Αναπληρωτής Αρχηγός του Επιτελείου της Ιταλίας, και στη συνέχεια βοηθός του πρίγκιπα Ουμπέρτο II μέχρι την πτώση της μοναρχίας. Ο στρατηγός Ντζούντιτσε εκτελέστηκε από τους Γερμανούς για την παθητικότητα κατά τον αφοπλισμό της φρουράς του Βόλου.
Η ιταλική κυβέρνηση αποφάσισε το 1953 να συγκεντρώσει τα λείψανα των νεκρών της Μεραρχίας Πινερόλο [57].
Μιά ξεχωριστή αναφορά για τους ιταλούς αντι-φασίστες οι οποίοι παρέμειναν μέχρι το τέλος του πολέμου στις τάξεις των Ελλήνων ανταρτών [58].:
- 400 μαχητές στη Δυτική Μακεδονία υπό τις διαταγές του Giuseppe Raimondi
-18 Μαχητές που παρέμειναν στο όρος Όσσα
Τεχνικό και ιατρικό προσωπικό, που παρέμεινε στις τάξεις του ΕΛΑΣ
Παραπομπές
↑Τριαντάφυλος Α. Γεροζήσης, Το σώμα των αξιωματικών και η θέση του στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, 1821-1975 (Αθήνα: Εκδόσεις Δωδώνη, 1996), ISBN 960-248-794-1, σ. 590.
↑Θανάσης Χατζής, Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε, (Αθήνα: Δωρικός, 1982), τ. 1, σ. 205-206, Γεροζήσης, ό.π., σ. 593.