Ο Ιντιάνα Τζόουνς και η Τελευταία Σταυροφορία (αγγλικά: Indiana Jones and the Last Crusade) είναι αμερικανική περιπέτεια παραγωγής 1989 σε σκηνοθεσία Στίβεν Σπίλμπεργκ και παραγωγή του Τζορτζ Λούκας. Είναι η τρίτη ταινία της σειράς ταινιών Ιντιάνα Τζόουνς με τον Χάρισον Φορντ στον ομώνυμο ρόλο και τον Σον Κόνερι να υποδύεται τον πατέρα του. Στην ταινία επίσης συμμετέχουν οι Άλισον Ντούντι, Τζούλιαν Γκλόβερ και Ρίβερ Φίνιξ ενώ οι Ντένχολμ Έλιοτ και Τζον Ρις-Ντέιβις επαναλαμβάνουν τους ρόλους τους από την πρώτη ταινία Οι Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού (Raiders of the Lost Ark). Η ταινία τοποθετείται στο 1938 και ο Ιντιάνα Τζόουνς ψάχνει τον πατέρα του, έναν επιστήμονα με πολλές γνώσεις για το Άγιο Δισκοπότηρο, που οι Ναζί έχουν απαγάγει.
Μετά την όχι και τόσο θερμή αποδοχή του σκοτεινού Ιντιάνα Τζόουνς και ο Ναός του Χαμένου Θησαυρού (Indiana Jones and the Temple of Doom), ο Σπίλμπεργκ θέλησε να αποζημιώσει ολοκληρώνοντας την τριλογία με μια ταινία λιγότερο σκοτεινή και πιο κοντά στον τόνο της πρώτης ταινίας.
Η ταινία κυκλοφόρησε 24 Μαϊου του 1989, απέσπασε κυρίως θετικά σχόλια από τους κριτικούς, έγινε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία και έλαβε τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ, κερδίζοντας ένα.
Πλοκή
Το 1912, ο 13χρονος Ιντιάνα Τζόουνς βρίσκει σε μια σπηλιά μια ομάδα τυμβωρύχων να ανακαλύπτει έναν ιστορικό σταυρό που ανήκε στον Φρανσίσκο Βάσκεζ ντε Κορονάντο Λουχάν. Για να μη χαθεί το ιστορικό κειμήλιο ο Ίντυ κλέβει τον σταυρό αλλά γίνεται αντιληπτός από τους τυμβωρύχους που αρχίζουν να τον κυνηγούν. Στην προσπάθεια του να διαφύγει επιβιβάζεται σε ένα τρένο. Αν και καταφέρνει να αποδράσει και να φτάσει σπίτι του, οι τυμβωρύχοι, οι οποίοι έχουν για σύμμαχο τους τον τοπικό σερίφη, αναγκάζουν τον νεαρό Ίντυ να τους παραδώσει τον σταυρό. Την ίδια ώρα ο πατέρας του, Χένρι Τζόουνς, βρίσκεται απορροφημένος στο γραφείο του με την έρευνα του για το Άγιο Δισκοπότηρο, κρατώντας λεπτομερείς σημειώσεις στο ημερολόγιό του. Ο αρχηγός των τυμβωρύχων, εντυπωσιασμένος από την προσπάθειά και το πείσμα του νεαρού αγοριού να προστατέψει τον σταυρό, του χαρίζει το καπέλο του και του δίνει κάποια ενθαρρυντικά λόγια. 26 χρόνια μετά, το 1938, ο Ιντιάνα καταφέρνει να πάρει τελικά τον σταυρό από τους ίδιους ανθρώπους και τον δωρίζει στο μουσείο του Μάρκους Μπρόντι.
Επιστρέφοντας στο κολέγιο που διδάσκει ο Ιντιάνα καλείται να γνωρίσει τον πλούσιο βιομήχανο Γουόλτερ Ντόνοβαν, ο οποίος τον πληροφορεί ότι ο πατέρας του εξαφανίστηκε αναζητώντας το Άγιο Δισκοπότηρο στη Βενετία της Ιταλίας. Ο Ιντιάνα ανακαλύπτει πως ο πατέρας του του έχει στείλει το ημερολόγιο του με όλες τις σημειώσεις για το Δισκοπότηρο και συνειδητοποιεί τον κίνδυνο που διατρέχει. Μαζί με τον Μάρκους ταξιδεύουν μέχρι τη Βενετία όπου συναντούν τη συνάδερφο του Χένρι, την αυστριακή ιστορικό δόκτωρα Έλσα Σνάιντερ. Ο Ιντιάνα και η Έλσα ανακαλύπτουν μια σειρά από κατακόμβες κάτω από τη βιβλιοθήκη που εθεάθη για τελευταία φορά ο Χένρι και βρίσκουν εκεί τον τάφο του Σερ Ρίτσαρντ, ενός ιππότη της Πρώτης Σταυροφορίας, μαζί με στοιχεία για το μέρος που βρίσκεται το Δισκοπότηρο. Αντιμετωπίζοντας μια επίθεση από μια άγνωστη ομάδα το ζευγάρι βρίσκει διέξοδο στα κανάλια της Βενετίας. Εκεί ξεκινάει ένα κυνηγητό που καταλήγει με τον αρχηγό της ομάδας, τον Καζίμ, να πιάνεται αιχμάλωτος του Ιντιάνα. Αφού ο Ιντιάνα τον πείθει για τις προθέσεις τους, ο Καζίμ εξηγεί ότι η Αδελφότητα του Σταυρόσχημου Ξίφους, της οποίας είναι μέλος, προστατεύει το Δισκοπότηρο από αυτούς που έχουν σατανικές προθέσεις και ότι ο Χένρι βρίσκεται στο Κάστρο Μπρούνβάλντ στα σύνορα Αυστρίας-Γερμανίας.
Ο Ιντιάνα με την Έλσα διεισδύει στο κάστρο και βρίσκει τον πατέρα του αλλά μαθαίνει ότι η Έλσα και ο Ντόνοβαν είναι συνεργάτες των Ναζί, με τελικό σκοπό την ανεύρεση του Δισκοπότηρου. Οι Ναζί καταφέρνουν να αιχμαλωτίσουν τον Μάρκους, ο οποίος είχε ταξιδέψει μέχρι την πόλη Ισκέντερουν της Δημοκρατίας της Χατάι. Ο Ιντιάνα και ο Χένρι καταφέρνουν να αποδράσουν από το κάστρο και φτάνουν μέχρι τη Γερμανία για να πάρουν και πάλι στα χέρια τους το ημερολόγιο για το Δισκοπότηρο. Πηγαίνουν στη Χατάι όπου συναντούν τον Σάλλαχ και μαθαίνουν για την απαγωγή του Μάρκους και ότι οι Ναζί ήδη πλησιάζουν στην τοποθεσία του Δισκοπότηρου. Με τη βοήθεια της Αδελφότητας, στήνουν ενέδρα στους Ναζί και απελευθερώνουν τον Μάρκους. Παρόλα αυτά ο Ντόνοβαν και η Έλσα φτάνουν πρώτοι στο Φαράγγι του Ημισελήνου, μέσα στο οποίο βρίσκεται ο Ναός του Δισκοπότηρου.
Ο Ιντιάνα, ο Χένρι, ο Μάρκους και ο Σάλλαχ διασχίζουν το Φαράγγι και βρίσκουν τους Ναζί να μην μπορούν να αντιμετωπίσουν τις δοκιμασίες που κρύβει ο Ναός. Αφού τους ανακαλύπτουν οι Ναζί, ο Ντόνοβαν πυροβολεί τον Χένρι, τραυματίζοντάς τον σοβαρά και αναγκάζει τον Ιντιάνα να περάσει τις δοκιμασίες χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες από το ημερολόγιο του πατέρα του. Ο Ντόνοβαν και η Έλσα τον ακολουθούν. Ο Ιντιάνα ξεπερνά όλες τις δοκιμασίες και συναντά τον τελευταίο Ιππότη, φύλακα του Δισκοπότηρου ο οποίος παρέμεινε ζωντανός όλα αυτά χρόνια χάρη στη δύναμη του ιερού σκεύους. Αντιμετωπίζοντας μια τελευταία δοκιμασία η Έλσα παγιδεύει τον Ντόνοβαν δίνοντας του να πιει από ένα λάθος Δισκοπότηρο, οδηγώντας τον στον θάνατο. Ο Ιντιάνα, επιλέγοντας το Δισκοπότηρο ενός ταπεινού ξυλουργού ξεπερνά και αυτή τη δοκιμασία και θεραπεύει τον πατέρα του από τα τραύματα του. Ο Ιππότης προειδοποιεί ότι το Δισκοπότηρο δεν μπορεί να φύγει από τον Ναό όμως η Έλσα δεν τον ακούει και ο ναός αρχίζει να καταρρέει σκοτώνοντας την. Ο Ιντιάνα και οι σύντροφοι του καταφέρνουν να βγουν ζωντανοί και χάνονται στο ηλιοβασίλεμα.
Ρίβερ Φίνιξ στον ρόλο του Ιντιάνα Τζόουνς (13 ετών)
Παραγωγή
Πρώτα στάδια
Οι Τζορτζ Λούκας και Στίβεν Σπίλμπεργκ είχαν την πρόθεση να κάνουν μια τριλογία του Ιντιάνα Τζόουνς από την αρχή όταν ο Λούκας είπε στον Σπίλμπεργκ την ιδέα του. Μετά τα αρνητικά σχόλια της δεύτερης ταινίας ο Ναός του Χαμένου Θησαυρού, ο Σπίλμπεργκ ήθελε να ολοκληρώσει την τριλογία όπως είχε υποσχεθεί στον Λούκας και για να αποζημιώσει το κοινό.[7] Και οι δύο θέλησαν να αναζωογονήσουν τη σειρά ταινιών δίνοντας στην τρίτη ταινία το πνεύμα και τον τόνο της πρώτης Οι Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού.
Ο Λούκας αρχικά πρότεινε το Άγιο Δισκοπότηρο σαν ιδέα για τον πρόλογο της ταινίας ο οποίος θα διαδραματιζόταν στη Σκωτία και το υπόλοιπο μέρος της ταινίας θα είχε ένα ξεχωριστό αντικείμενο σαν κύρια πλοκή. Στον Σπίλμπεργκ δεν άρεσε η ιδέα[8], ακόμα και όταν ο Λούκας πρότεινε να δώσουν στο Δισκοπότηρο θεραπευτικές ιδιότητες και την ικανότητα να δίνει αιώνια ζωή. Τον Σεπτέμβριο του 1984 ο Λούκας ολοκλήρωσε ένα 8σέλιδο προσχέδιο με τον Ιντιάνα Τζόουνς να μάχεται με ένα φάντασμα στη Σκωτία πριν ανακαλύψει το Συντριβάνι της Νεότητας στην Αφρική.[9]
Προσέλαβαν τον Κρις Κολόμπους να γράψει το σενάριο. Στο πρώτο του προσχέδιο άλλαξε την κύρια πλοκή σε έναν Κήπο των Αθάνατων Ροδάκινων. Η ιστορία ξεκινούσε το 1937 με τον Ιντιάνα να δίνει μάχη με το δολοφονικό φάντασμα Βαρώνο Σέιμους Σίγκροβ τον 3ο στη Σκωτία. Ο Ιντιάνα θα συνέχιζε ταξιδεύοντας στη Μοζαμβίκη για να βοηθήσει τη Δόκτωρ Κλαιρ Κλάρκι, η οποία ανακάλυψε έναν πυγμαίο. Οι Ναζί απαγάγουν τον πυγμαίο και οι Ιντιάνα και Κλάρκι μαζί με τον Σκράγκι Μπρίερ, έναν παλιό φίλο του Ιντιάνα, θα τον έπαιρναν πίσω. Ο Ιντιάνα θα σκοτωνόταν αλλά θα ανασταινόταν από τον Βασιλιά Μαϊμού. Άλλοι χαρακτήρες ήταν μια καννιβαλιστική φυλή, ο Ναζί Γκάτενμπεργκ που έχει ένα μηχανικό χέρι, η Μπέτσι, μια μαθήτρια τρελά ερωτευμένη με τον Ιντιάνα και ένας πειρατής με το όνομα Κεζούρ, ο οποίος πεθαίνει όταν τρώει ένα ροδάκινο επειδή δεν είχε αγνή καρδιά.[9]
Το δεύτερο προσχέδιο του Κολόμπους που παρέδωσε τον Αύγουστο του 1985, δεν περιλάμβανε την Μπέτσι και εισήγαγε έναν νέο χαρακτήρα, τον Ντας, έναν ιδιοκτήτη μπαρ που δούλευε για τους Ναζί και τον Βασιλιά Μαϊμού σαν τον κύριο κακό. Ο Βασιλιάς αναγκάζει τον Ιντιάνα και τον Ντας να παίξουν σκάκι με αληθινούς ανθρώπους και αυτός που θα χάσει θα πεθάνει. Στη συνέχεια ο Ιντιάνα δίνει μάχη με τους νεκρούς, καταστρέφει τον Βασιλιά και παντρεύεται την Κλαιρ.[9] Τελικά οι Σπίλμπεργκ και Λούκας δεν προχώρησαν με τον Βασιλιά Μαϊμού και βρήκαν το σενάριο γελοίο.
Χωρίς σενάριο πλέον, ο Σπίλμπεργκ πρότεινε σαν νέο χαρακτήρα τον πατέρα του Ιντιάνα. Ο Λούκας δεν ήταν και πολύ σίγουρος καθώς πίστευε ότι ο Δισκοπότηρο έπρεπε να είναι το κεντρικό μέρος της ιστορίας αλλά ο Σπίλμπεργκ τον έπεισε ότι η σχέση πατέρα-γιου θα ήταν μια πολύ καλή μεταφορά στην αναζήτηση του Ιντιάνα για το Δισκοπότηρο. Ο Σπίλμπεργκ προσέλαβε τον Μένο Μέιχες να γράψει το καινούριο σενάριο, το οποίο παρέδωσε 10 μήνες μετά. Στο σενάριό του ο Ιντιάνα ψάχνει τον πατέρα του και στην πορεία συναντά μια καλόγρια με το όνομα Σαντάλ. Ο Ιντιάνα ταξιδεύει στη Βενετία, παίρνει το Όριεντ Εξπρές για την Κωνσταντινούπολη και συνεχίζει για την Πέτρα Ιορδανίας όπου συναντά τον Σάλλα και ξαναβρίσκει τον πατέρα του. Προς το φινάλε οι Ναζί ακουμπούν το Δισκοπότηρο και εκρήγνυνται ενώ όταν το ακουμπάει ο Χένρι μια σκάλα προς τον παράδεισο σηκώνεται. Η Σαντάλ επιλέγει να μείνει στη Γη και παντρεύεται τον Ιντιάνα. Σε ένα άλλο προσχέδιο, ο Ιντιάνα βρίσκει τον πατέρα του στο Κρακ των Ιπποτών, ο αρχηγός των Ναζί είναι γυναίκα με το όνομα Γκρέτα βον Γκριμ και ο Ιντιάνα παλεύει με ένα φάντασμα. Ο πρόλογος και στα δύο προσχεδια βρίσκει τον Ιντιάνα στο Μεξικό να ψάχνει για τη Μάσκα του Μοντεζούμα με έναν άντρα που έχει γορίλες για κατοικίδια.[9]
Ο Σπίλμπεργκ πρότεινε τον Τζέφρεϊ Μπόαμ να γράψει το επόμενο σενάριο. Ο Μπόαμ ξόδεψε δύο εβδομάδες δουλεύοντας την ιστορία με τον Λούκας. Πρότεινε ο Ιντιάνα να βρίσκει τον πατέρα του στη μέση της ιστορίας. Στο πρώτο προσχέδιο του Μπόαμ τον Σεπτέμβριο του 1987, η ταινία τοποθετείται στο 1939. Ο πρόλογος θέλει τον Ιντιάνα να ψάχνει ένα αντικείμενο των Αζτέκων για έναν καθηγητή στο Μεξικό. Ο αρχηγός της Αδελφότητας του Σταυροειδή Ξίφους είναι ο Κεμάλ, ένας μυστικός πράκτορας που συμμαχεί με τους Ναζί επειδή θέλει το Δισκοπότηρο για τη δόξα της χώρας του, τη Χατάη. Πυροβολεί τον Χένρι και πίνει από το λάθος Δισκοπότηρο ενώ ο Ιππότης του Δισκοπότηρου παλεύει με τον Ιντιάνα.[9]
Τον Φεβρουάριο του 1988 ο Μπόαμ έκανε αρκετές αλλαγές στο σενάριο χρησιμοποιώντας τις κωμικές προτάσεις που έκανε ο Κόνερι. Περιείχε τον πρόλογο που τελικά χρησιμοποιήθηκε. Ο Λούκας έπρεπε να πείσει τον Σπίλμπεργκ να δείξουν τον Ιντιάνα σε νεαρή ηλικία.[10] Ο Σπίλμπεργκ σε μια εκδοχή του ήθελε τη μητέρα του Ιντιάνα, Μάργκαρετ, να αποθαρρύνει τον Ιντιάνα όταν επιστρέφει σπίτι με τον Σταυρό ενώ ο πατέρας του δέχεται ένα τηλεφώνημα. Ο Γουόλτερ Τσάντλερ, του Ιδρύματος Τσάντλερ εμφανιζόταν αλλά όχι σαν ο κύριος κακός. Η Έλσα πυροβολούσε τον Χένρι, μετά πέθαινε πίνοντας από το λάθος Δισκοπότηρο και ο Ιντιάνα έσωζε τον πατέρα του. Ο Τομ Στόπαρντ έκανε σεναριακές αλλαγές τον Μάιο του 1988, τελειοποιώντας τους διαλόγους. Ο Στόπαρντ άλλαξε το όνομα του Κεμάλ σε Καζίμ και του Τσάντλερ σε Ντόνοβαν και έβαλε τον Ντόνοβαν να πυροβολεί τον Χένρι.[11]
Κάστινγκ
Ο Χάρισον Φορντ πρότεινε το Ρίβερ Φίνιξ να ερμηνεύσει τον ρόλο σε νεαρή ηλικία. Όταν περιέγραφε το πως προετοιμάστηκε για τον ρόλο του, ο Φίνιξ εξήγησε ότι δεν βασίστηκε στον χαρακτήρα Ιντιάνα Τζόουνς αλλά στον Χάρισον Φορντ. Για τον ρόλο του Χένρι Τζόουνς, ο Σπίλμπεργκ από την αρχή ήθελε τον Σον Κόνερι. Αν ο Κόνερι δε δεχόταν να παίξει οι Γκρέγκορι Πεκ και Γιον Πέρτγουι ήταν οι εναλλακτικές επιλογές. Λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα ο Ντένχολμ Έλιοτ ανακάλυψε ότι πάσχει από aids και ήταν σοβαρά άρρωστος αρκετές μέρες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Απεβίωσε τον Οκτώβριο του 1992 σε ηλικία 70 ετών. Ο Κεβόρκ Μαλίκιαν έχασε τον ρόλο του Σάλλαχ στους Κυνηγούς της Χαμένης Κιβωτού από τον Τζον Ρις-Ντέιβις αλλά ο Σπίλπμεργκ τον θυμήθηκε και του έδωσε τον ρόλο του Καζίμ. Οι χαρακτήρες των Ντένχολμ Έλιοτ και Τζον Ρις-Ντέιβις κάνουν την τελευταία τους εμφάνιση στη σειρά ταινιών Ιντιάνα Τζόουνς. Οι παραγωγοί τους έφεραν πίσω για να ελαφρύνουν την ατμόσφαιρα της ταινίας σε αντίθεση με το σκοτεινό Ιντιάνα Τζόουνς και ο Ναός του Χαμένου Θησαυρού. Παρ' όλα αυτά αναφέρονται στο Ιντιάνα Τζόουνς και το Βασίλειο του Κρυστάλλινου Κρανίου.[12]
Box οffice
Με προϋπολογισμό 48.000.000 δολάρια[13], η ταινία έκανε άνοιγμα τριημέρου στην 1η θέση με 29,3 εκατομμύρια δολάρια.[13] οι συνολικές εισπράξεις στο αμερικανικό box office έφτασαν τα 197,1 εκατομμύρια δολάρια και στον υπόλοιπο κόσμο τα 277 εκατομμύρια δολάρια.[13] Παγκοσμίως απέφερε 474,1 εκατομμύρια δολάρια.[13] Ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία παγκοσμίως για το 1989.[13]
Στις 26 Μαϊου 1989 ο χαρακτήρας του Ιντιάνα Τζόουνς έγινε εθνικός θησαυρός όταν ο Χάρισον Φορντ δώρισε στο Μουσείο Αμερικάνικης Ιστορίας του Σμιθσόνιαν το καπέλο και το δερμάτινο σακάκι που φορούσε στα γυρίσματα της ταινίας. Το 1999 η εταιρία Lucasfilm δώρισε στο μουσείο και το χαρακτηριστικό μαστίγιο του ήρωα.